Το άρθρο γράφτηκε για το Πριν
Το πρόσφατο λογιστικό σκάνδαλο των θεσμών του Μπρέτον Γουντς (ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα) σχεδόν κοστίζει τη θέση στην γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεορκίεβα. Οι οικονομολόγοι ομολογούν «βασανίστε τα δεδομένα μέχρι να ομολογήσουν» (ή μέχρι να σε τσακώσουν)!
Ύστερα από μια μεγάλη κρίση ηγεσίας, που υποβαθμίζει περαιτέρω την αξιοπιστία των θεσμών του Μπρέτον Γουντς στους λογιστικούς υπολογισμούς, μετά την αποκάλυψη της ύπαρξης φιλο-εταιρικής εύνοιας το 2017, η οποία στόχευε στην ικανοποίηση της «κομμουνιστικής» κυβέρνησης του Πεκίνου, άλλη μία δυσφημισμένη διευθύντρια διοικεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αλλά η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα έφτασε πολύ κοντά στην απόλυση, και σώθηκε μόνο με την διχασμένη και απρόθυμη αποδοχή της από το διοικητικό συμβούλιο στις 11 Οκτωβρίου, παρά το ότι δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις -οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία- απειλούσαν να την καθαιρέσουν.
Η Γκεοργκίεβα είναι μια Βουλγάρα νεοφιλελεύθερη οικονομολόγος που αναρριχήθηκε στα αξιώματα της Παγκόσμιας Τράπεζας και επιλέχθηκε από το ευρωπαϊκό μπλοκ για να ηγηθεί του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το 2019. Στην προηγούμενη δουλειά της ως επικεφαλής δραστηριοτήτων της Τράπεζας ήταν μία καπιταλιστική χειραγωγός της κοινής γνώμης, έχοντας την άδεια του προέδρου της Τράπεζας Τζιμ Γιονγκ Κιμ, ενός πρώην αριστερού ο οποίος τον καιρό που ήταν υπέρμαχος της δημόσιας υγείας τοποθετούνταν υπέρ της κατάργησης… της Παγκόσμιας Τράπεζας εξαιτίας της συνεχούς βλαπτικής δράσης των στελεχών της.
Τα βάσανα της Γκεοργκίεβα -όπως η έκκληση του Economist που ζητούσε την παραίτησή της- αντανακλούν μια συνεχιζόμενη κατάρα που προσωποποιείται στην ηγεσία του ΔΝΤ. Η τοξικότητα στα γραφεία των οδών 18 και Η της Ουάσιγκτον δεν εξαπλώνεται μόνο προς τα κάτω από τα νοσούντα τμήματα της έρευνας και του δανεισμού, αλλά και προς τα πάνω, ως τα κορυφαία κλιμάκια: Τη θέση του γενικού διευθυντή.
Ρεκόρ φαυλότητας στην κορυφή του ΔΝΤ
Θυμηθείτε απλά το άφταστο ρεκόρ της φαυλότητας του ΔΝΤ από το 2004, που περιλαμβάνει αρχικά την ποινική δίωξη του Γενικού Διευθυντή Ροντρίγκο ντε Ράτο που έπειτα φυλακίστηκε για οικονομική απάτη, τον διάδοχο του Ντομινίκ Στρος-Καν που παραιτήθηκε ατιμωτικά μετά από την ποινική δίωξή του για βιασμό που ξεκίνησε το 2011 (η αγωγή που ασκήθηκε από μια καθαρίστρια ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη αργότερα τελείωσε με εξωδικαστικό συμβιβασμό), αλλά και την διάδοχό του Κριστίν Λαγκάρντ, που καταδικάστηκε σε μια υπόθεση πολιτικής δωροδοκίας στη Γαλλία το 2016.
Το έγκλημα της Γκεοργκίεβα ήταν πολύ πιο κοινότοπο: Εργάστηκε με συναδέλφους της για να αλλοιώσει την ετήσια έκθεση αξιολόγησης «Doing Business» – ένα πρόγραμμα βαθέματος της φτώχειας που κατατάσσει τις χώρες με βάση το πόσο καλά έχουν απορρυθμίσει τον τοπικό καπιταλισμό για χάρη των παγκόσμιων και τοπικών επιχειρήσεων. O παρατηρητής του εργατικού κινήματος Πίτερ Μπάκβις πρόσφερε εδώ και χρόνια την πιο ισχυρή κριτική ματιά του «Doing Business» και πανηγύρισε την κατάργηση του τον προηγούμενο μήνα εξαιτίας του σκανδάλου.
Στην προεδρία της Τράπεζας, ο διορισμένος από τον Τραμπ Ντέιβιντ Μάλπας απάντησε στην κρίση αξιοπιστίας των δεδομένων μετατρέποντας την επικεφαλής οικονομολόγο Κάρμεν Ράινχαρτ -μέχρι πέρσι καθηγήτρια του Χάρβαρντ- σε μέλος της ανώτερης διοικητικής ομάδας, ώστε να δώσει την εντύπωση ότι ενισχύει την παράδοση της αντικειμενικής ακαδημαϊκής ειλικρίνειας. Μάλλον ο Μάλπας θεωρεί ότι ο κόσμος έχει ξεχάσει τον αντιδραστικό ρόλο της ίδιας της Ράινχαρτ στο να «βασανίζεις τα δεδομένα μέχρι να ομολογήσουν» όταν αρθρογραφούσε δίπλα στον πρώην επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ Κένεθ Ρόγκοφ. Αυτό το επεισόδιο της επιβολής του νεοφιλελεύθερου δόγματος της παγίδας χρέους σε όλο τον κόσμο -που αποκαλύφθηκε ως μία απάτη παραποίησης δεδομένων από έναν διδακτορικό φοιτητή του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης- υπενθυμίζει την χαλαρότητα της διαδικασίας ποιοτικού ελέγχου στην κορυφή των θεσμών του Μπρέτον Γουντς.
Στην έκθεση «Doing Business» του 2018, η Γκεοργκίεβα εισήγαγε τόσο προφανή ψευδή δεδομένα που δύο πρώην επικεφαλής οικονομολόγοι -η Ανν Κρούγκερ και ο Πολ Ρόμερ- την καταδίκασαν, αν και ένας άλλος -ο Τζο Στίγκλιτς- της έδωσε στήριξη υψηλού κύρους, για λόγους όμως που φάνηκε ότι ήταν καιροσκοπικοί και όχι ιδιαίτερα δικαιολογημένοι από την πραγματικότητα. Όπως το έθεσε ο Στίγκλιτς,
«πρόκειται για την ίδια Γκεοργκίεβα της οποίας η εξαιρετική απάντηση στην πανδημία πρόσφερε γρήγορα πόρους ώστε να τα βγάλουν πέρα τα κράτη και να αντιμετωπίσουν την κρίση υγείας, και που υπερασπίστηκε με επιτυχία την έκδοση 650 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα «χρήματα» του ΔΝΤ (Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα – SDR), που ήταν απαραίτητα για την ανάκαμψη των χωρών με μικρό και μεσαίο εισόδημα. Επιπλέον, έκανε το Ταμείο να πάρει παγκόσμιο ηγετικό ρόλο στην αντιμετώπιση της υπαρξιακής κρίσης της κλιματικής αλλαγής.»
Ο σκληρός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας και το ΔΝΤ
Τα συνεπακόλουθα μετά το ατόπημα της έκθεσης «Doing Business» από την Γκεοργκίεβα ερμηνεύθηκαν από τον Στίγκλιτς ως ένα «πραξικόπημα της Δεξιάς». Είναι γεγονός ότι τα καθεστώτα της Ουάσιγκτον και του Τόκιο μισούν το Πεκίνο με παράλογο ζήλο, οπότε οι κολακείες της για τους κατασκευαστές πολιτικής στον κινεζικό καπιταλισμό – ώστε να τους παρουσιάσει περισσότερο υπέρ των εταιριών από ότι πραγματικά είναι (ειδικά στον απόηχο της αυστηροποίησης του συναλλαγματικού ελέγχου μετά από δύο μεγάλες καταρρεύσεις του χρηματιστηρίου την περίοδο 2015-2016 για τις οποίες ο Σι Ζινπίνγκ θα έπρεπε να δεχθεί συγχαρητήρια) – και η επιθυμία των ΗΠΑ και Ιαπωνίας στο να παρενοχλούν μαζί την Κίνα συνιστούν επιπρόσθετα παιδιάστικα γεωπολιτικά κόλπα.
Την ίδια στιγμή, οι Ευρωπαίοι ήθελαν απεγνωσμένα να κρατήσουν την Γκεοργκίεβα στη θέση της, φοβούμενοι ότι αυτό το τελευταίο σκάνδαλο θα μπορούσε να εκτροχιάσει τον παραδοσιακό τους έλεγχο του ΔΝΤ που τους επέτρεπε να διατηρούν τη θέση του Γενικού Διευθυντή μόνο για Ευρωπαίους. Αντίστοιχα, οι ηγέτες των ΗΠΑ εκφοβίζουν τους πάντες ώστε να κρατήσουν την προεδρία της Παγκόσμιας Τράπεζας για τον εαυτό τους, ανεξάρτητα από τους ανόητους που συνεχίζουν να επιβάλουν στον θεσμό.
Χρήμα και δάνεια του ΔΝΤ: λεηλασία, στήριξη κεφαλαίου, κλιματική αλλαγή
Ακόμα και αν ο Στίγκλιτς είναι διαχυτικός [για την Γκεοργκίεβα], οι υπόλοιποι δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε. Εάν είσαι επικεφαλής του ΔΝΤ, εξ ορισμού πρέπει να είσαι ένας από τους πιο σκληρούς ανθρώπους του κόσμου. Οπότε ακόμα και αν «προσφέρεις πόρους για να τα βγάλουν πέρα οι χώρες και να αντιμετωπίσουν την κρίση υγείας», όπως ισχυρίστηκε ο Στίγκλιτς ότι έπραξε το ΔΝΤ, αυτό δεν βοήθησε τους Νοτιοαφρικανούς, που έλαβαν ένα αμφιλεγόμενο δάνειο ύψους 4,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την Γκεοργκίεβα τον Αύγουστο του 2020, που περιελάμβανε τις εξής στερεοτυπικές «θηλιές» του ΔΝΤ:
- Το δάνειο δόθηκε σε δολάρια παρόλο που δεν ήταν απαραίτητο το σκληρό νόμισμα για την παροχή βασικής δημοσιονομικής ενίσχυσης (όπως τα επιδόματα εισοδήματος).
- Υπήρχε μια ενσωματωμένη δέσμευση του Υπουργείου Οικονομικών της Νότιας Αφρικής για επιβολή μιας άνευ προηγουμένου λιτότητας η οποία έγινε όρος του δανείου από το ΔΝΤ, με περικοπές στον προϋπολογισμό που έγιναν τον προηγούμενο Οκτώβρη και ξανά τον Φεβρουάριο του 2021 σε ζωτικά προγράμματα όπως η περίθαλψη (ήταν τα πιο σκληρά μέτρα στην περίοδο μετά το Απαρτχάιντ) και
- Δεν συμπεριλήφθηκε καμία εξωτερική επιτήρηση και πράγματι το ΔΝΤ έκλεισε το μάτι στην περιβόητη λεηλασία του δημοσίου της Νότιας Αφρικής από έναν παγκόσμιας φήμης διεφθαρμένο ιδιωτικό τομέα και ένα διεφθαρμένο κράτος, που πραγματοποιήθηκε σε αυτήν την περίπτωση με τόση απροσεξία, που πολλοί κορυφαίοι πολιτικοί, ανάμεσα στους οποίους ο υπουργός Υγείας και οι κορυφαίοι αξιωματούχοι του, πρόσφατα απολύθηκαν.
Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί του Στίγκλιτς είναι εξίσου αμφισβητήσιμοι. Η έκδοση 650 δισεκατομμυρίων σε Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (SDR) -το αντίστοιχο της Ποσοτικής Χαλάρωσης για το ΔΝΤ- ευνοεί τις ισχυρές οικονομίες και προσφέρει μόνο προσχηματική βοήθεια στην πλειοψηφία των φτωχών χωρών (έλαβαν μόλις 33 δισεκατομμύρια δολάρια). Η επέκταση των SDR ενισχύει τον τύπο των κερδοσκοπικών χρηματιστικοποιημένων οικονομικών των άμεσων εισοδηματικών ενισχύσεων, που ο Στρος Καν πέτυχε όταν δημιούργησε καινούργια SDR αξίας 750 δισεκατομμυρίων το 2009.
Αντίστοιχα, οι πολιτικές του ΔΝΤ για το κλίμα είναι άδικες: τα έγγραφά τους, συμπεριλαμβανομένης και της τελευταίας έκδοσης του περιοδικού Finance&Development, αρνούνται να παραδεχθούν ακόμα και την πιο βασική αρχή των περιβαλλοντικών πολιτικών: αυτός που ρυπαίνει, πληρώνει. Αν το είχαν κάνει, οι μέτοχοι του ΔΝΤ από τη Δύση αλλά και τα BRICS θα ήταν έξαλλοι με τις τεράστιες περιβαλλοντικές αποζημιώσεις που θα χρωστούσαν. (Αν το «Κοινωνικό κόστος του Άνθρακα» είναι 3.000 δολάρια/τόνο, όπως υποστηρίζει πρόσφατη έρευνα, ακόμα και η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής θα χρωστούσε -κάθε χρόνο- ένα ποσό που ξεπερνάει κατά τρεις φορές το ετήσιο ΑΕΠ της.)
Επίσης είναι αρκετά ανόητο από την πλευρά του Στίγκλιτς να προχωρήσει σε έναν ισχυρισμό που εύκολα μπορεί να ελεγχθεί: «Ένα τέταρτο του αιώνα πριν, όταν ήμουν επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας και η «Doing Business» εκδιδόταν από ένα διαφορετικό τμήμα, την Διεθνή Οικονομική Συνεργασία, πίστευα ότι ήταν ένα απαίσιο προϊόν.» Όμως στο ίδιο βιβλίο του 2002 στο οποίο ξεσκέπαζε το ΔΝΤ για τον νεοφιλελεύθερο δογματισμό του, το Η Μεγάλη Αυταπάτη, ο Στίγκλιτς δεν λέει λέξη για την έκθεση «Doing Business».
Πράγματι, είναι αρκετά αποκαλυπτικό ότι η προέλευση της έκθεσης «Doing Business» μπορεί να τοποθετηθεί σε μία «Έκθεση Παγκόσμιας Ανάπτυξης» της Τράπεζας, υπό τον έλεγχο του Στίγκλιτς -που τότε ήταν ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας- λίγο πριν απολυθεί στα τέλη του 2001 από τον Τζέιμς Γούλφενσον (λόγω του ότι προωθούσε μια ασαφή, παθητικά-επιθετική ιδεολογία της εποχής του Μετα-Ουάσιγκτον Συμβιβασμού ελαφρά προς τα αριστερά των Συντηρητικών της Ουάσιγκτον). H διαμάχη για την προέλευση της έκθεσης παρουσιάστηκε εκτενώς στο Journal of Economic Perspectives και σε μία αναφορά που εντοπίζει οι ρίζες της «Doing Business» στον συμπατριώτη της Γκεοργκίεβα Σιμεόν Τζάκοφ, τον Χερνάντο ντε Σότο (Περουβιανός πλασιέ επιχειρηματικής απορρύθμισης) και τον βεβαρυμμένο με σκάνδαλα διαφθοράς Αντρέι Σλέιφερ από το Χάρβαρντ.
Τα τρία ρεύματα απέναντι στο σκάνδαλο της Γκεοργκίεβα
Οι εξωτερικοί παρατηρητές στο σκάνδαλο της Γκεοργκίεβα τώρα φαίνεται να έγκεινται σε τρεις κατηγορίες:
- Πρώτα, στο πνεύμα του Στίγκλιτς, κάποιοι μεταρρυθμιστές παγκόσμιας διακυβέρνησης προσπάθησαν να πολεμήσουν το πραξικόπημα εναντίον της Γκεοργκίεβα. Για παράδειγμα, ο εξαιρετικός οικονομολόγος Τρίτου Κόσμου Μαρκ Γουάισμπροτ στο Κέντρο για την Έρευνα Οικονομικής Πολιτικής (CEPR) υπερβάλλει εαυτόν στην υπεράσπιση των πολιτικών της για το κλίμα και την επέκταση των SDR ενάντια στον γλοιώδη Μάλπας, με την ειρωνεία του ότι αυτό συνέβη λίγο αφότου το CEPR εξέδωσε άλλη μία έκθεση που καταδίκαζε την «τοκογλυφικό» ρόλο που διαδραμάτισε η Γκεοργκίεβα επιβάλλοντας χρηματοδοτικές επιβαρύνσεις σε φτωχές χώρες, τέλη που είναι «ακατάλληλα και αδικαιολόγητα, ειδικά κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας».
- Δευτερευόντως, υπάρχουν συντηρητικοί κριτικοί της Γκεοργκίεβα όπως το περιοδικό Economist, το οποίο θεωρεί την πολυμερή αξιοπιστία ως απαραβίαστη και επομένως την κάλεσε να παραιτηθεί τον προηγούμενο μήνα -όπως και η, με επίκεντρο την Ουάσινγκτον, απροκάλυπτη ιμπεριαλιστική οπτική, η επιχειρηματολογία της οποίας ξεδιπλώθηκε από το μέλος του Κονγκρέσου Άντι Μπαρ. Tα παράπονα του Μπαρ περιλαμβάνουν την απέχθεια προς τον έλεγχο των συναλλαγών από την Κίνα – που εντάθηκε στα μέσα του 2015 και στις αρχές του 2016 όταν κατέρρευσε το χρηματιστήριο, κάτι για το οποίο ο Ξι αξίζει εύσημα – και επίσης από το πολύ καλά πλασαρισμένο του ενδιαφέρον για τα δημοκρατικά δικαιώματα των μειονοτήτων.
- Σε τρίτο επίπεδο, υπάρχει η διαρκής ανησυχία για τους θεσμούς του Μπρέτον Γουντς από την κοινωνία των πολιτών και μη, δείγμα της οποίας είναι αυτή εδώ η κριτική όχι μόνο της «Doing Business» αλλά και γενικότερα του φιλο-επιχειρηματικού προσανατολισμού της Τράπεζας.
ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα, δύο λιγότερο αξιόπιστοι θεσμοί
Όπως και να έχει, τα αντιμετωπίζω όλα αυτά σε γενικές γραμμές θετικά.
- Με τα ερωτήματα που δημιουργούνται από μία ασήμαντη διαμάχη περί ηγεσίας της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ προκύπτουν δύο πιο αδύναμοι και λιγότερο αξιόπιστοι θεσμοί. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά από τότε που μπορώ να θυμηθώ και ξεπερνά κατά πολύ τον κλασικό διαχωρισμό εργασίας «καλού μπάτσου/κακού μπάτσου» που είχαν επιτύχει την περίοδο που η κοινή ιδεολογία της Συναίνεσης της Ουάσινγκτον αναδύθηκε στις αρχές του 1980.
- Εμφυλιοπολεμικοί τριγμοί στο εσωτερικό του Δυτικού μπλοκ μπορεί να ελαττώσουν την συνοχή των από τα πάνω νεοφιλελεύθερων προσταγών, που ήταν επίσης πολύ συχνοί την περίοδο 2017-2020 υπό τον Τραμπ και συνεισέφεραν στην αναγκαία πορεία απο-παγκοσμιοποίησης. Ειδικά με δεδομένη όλη τη δημοσιονομική και νομισματική ενίσχυση που απόλαυσαν αυτά τα υποκριτικά (δυτικά) καθεστώτα το 2020, ενώ οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ συνεχίζουν να προτρέπουν τις κυβερνήσεις όπως η δική μου (Ν. Αφρική) στην εφαρμογή λιτότητας ως προϋπόθεσης για τα τεράστια, διεφθαρμένα δάνεια για τον Covid.
- Έχει ενισχυθεί η έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στο Κογκρέσο και τον Λευκό Οίκο σε αυτό που ήταν ένα κοινό ιμπεριαλιστικό-οικονομικό σχέδιο, με την πτέρυγα που ήταν υπέρ του Τραμπικού, «εγώ-πρώτα» προστατευτισμού να έχει μόλις κερδίσει το πάνω χέρι, με βάση και το πόσο άσχημα τα θαλάσσωσαν οι φιλο-επιχειρηματικοί φιλελεύθεροι της Παλαιάς Φρουράς της Ουάσινγκτον.
- Από την σκοπιά των Μπραζίλια-Μόσχας-Δελχί-Πεκίνου-Πρετόριας μέσα στο μπλοκ των BRICS, που κατέχουν κάτι λιγότερο από 15% των μετοχικών δικαιωμάτων ψήφου μετά από μια τεράστια επένδυση το 2015 (που άφησε τη Βενεζουέλα και την Νιγηρία με 41% λιγότερες ψήφους)- υπάρχει απ’ ό,τι φαίνεται ακόμα στήριξη στην Γκεοργκίεβα. Αυτό θυμίζει την αστεία συμπεριφορά των αντιπροσώπων των BRICS το 2019 όταν η Γκεοργκίεβα διορίστηκε χωρίς αντιπολίτευση, και σε μία στιγμή που άλλες αμφιλεγόμενες επιλογές των ΗΠΑ/ΕΕ για την ηγεσία των θεσμών Μπρέτον-Γουντς έγιναν από τους ιμπεριαλιστές, με την συναίνεση των υπο-ιμπεριαλιστών: Ο Μάλπας το 2019, ο εκ νέου διορισμός του Κιμ το 2017, η πορεία της Λαγκάρντ για επαναδιορισμό το 2016 και η επιβεβαίωση της παρά την καταδίκη της για διαφθορά αργότερα εκείνον τον χρόνο, ο διορισμός του Κιμ το 2012, της Λαγκάρντ το 2011, του Ζέλικ του 2007, του Γούλφοβιτς το 2005, κ.α., ουσιαστικά επιβεβαιώνοντας την πρόσδεση των BRICS στην παγκόσμια επιχειρηματική διαχείριση (κάτι που αριστεροί κριτικοί τους προσάπτουν εδώ και χρόνια, ενάντια στη συνεχιζόμενη ψευδή ρητορική των BRICS για τη θέλησή τους να μεταρρυθμίσουν τους δύο νέο-αποικιακούς θεσμούς).
- Το παλιό ερώτημα του κατά πόσο μπορεί κάποιος να εμπιστευτεί την «έρευνα» της Διεθνούς Τράπεζας φεύγει ελάχιστα από το παρασκήνιο μετά την κατάργηση της άθλιας «Doing Business» ή την επανεκκίνησή της σαν παλιό κρασί σε καινούργιο μπουκάλι. Αλλά η απέχθεια προς αυτές τις ολοένα και χειρότερες επιδόσεις αναξιοπιστίας δεν θα ξεπεραστεί γρήγορα.
- Α, και σαν ένα αδιάφορο αλλά όμως αποκαλυπτικό μπόνους αναφορικά με τις εξελίξεις στις 11 Οκτώβρη, υπήρξαν νέα στον Intercept σχετικά με την παραλίγο-πρόσληψη στις αρχές του 2019 άλλης μία διεφθαρμένης ηγέτιδας: της απατεώνισσας της φιλανθρωπίας Ιβάνκα Τραμπ, η οποία ήταν η πρώτη επιλογή του πατέρα της ενάντια στον Μάλπας, αν και ο Ντόναλντ πείστηκε να αλλάξει γνώμη από τον Στίβεν Μνούτσιν.
«Κόψτε τη χρηματοδότηση της Διεθνούς Τράπεζας και του ΔΝΤ»
Πέρα από το κουτσομπολιό και τις μάχες προσωπικοτήτων, τα μεγαλύτερα ερωτήματα για το αν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό στην κοινωνία, την οικολογία και τις οικονομίες μπορούν σίγουρα να αναδυθούν, ταυτόχρονα. Πέρα από τα τερτίπια γύρω από το ζήτημα της πολυμερούς ηγεσίας των ιμπεριαλιστικών θεσμών , το σημαντικότερο είναι ότι αυτό το ζήτημα προσφέρει την ευκαιρία της αμφισβήτησης της αξιοπιστίας, της νομιμοποίησης και του δικαιώματος ύπαρξης των θεσμών του Μπρέτον-Γουντς.
Πράγματι αυτό το παραπάτημα των ελίτ υπενθυμίζει μια πιο ουσιαστική ιδέα: Το «Κόψτε τη χρηματοδότηση της Διεθνούς Τράπεζας και του ΔΝΤ», ήταν ένα συχνό σύνθημα πριν από είκοσι χρόνια, ένα σύνθημα που ακόμα και ο Στίγκλιτς έβλεπε θετικά, σε σχέση με το ΔΝΤ.
Απόδοση στα ελληνικά Βασίλης Μπαζιργιάννης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου