«Η πράξη της κατανάλωσης πρέπει να είναι μια συγκεκριμένη ανθρώπινη πράξη στην οποία συμμετέχουν οι αισθήσεις μας, οι σωματικές ανάγκες μας, το αισθητικό μας γούστο – δηλαδή στην οποία να συμμετέχουμε ΕΜΕΙΣ σαν συγκεκριμένα, γεμάτα αισθήσεις, αισθήματα, κρίσεις, ανθρώπινα όντα». Με τα λόγια αυτά περιγράφει ο μεγάλος Εριχ Φρομ στο βιβλίο του «Η υγιής κοινωνία» (εκδόσεις Μπουκουμάνη) το πώς πρέπει να καταναλώνουμε: απολύτως συνειδητά και όχι σαν υπνωτισμένοι ή εθισμένοι σε μια πρακτική στην οποία το πάνω χέρι έχουν τα πράγματα και όχι εμείς.
Για τον καταναλωτισμό έχουν γραφτεί δεκάδες βιβλία, όμως σήμερα υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά: η εξάντληση των φυσικών πόρων και η κλιματική αλλαγή. Η συνήθεια να επιθυμούμε όλο και περισσότερα πράγματα, τα οποία σύντομα θα αντικαταστήσουμε με άλλα, «καταναλώνει» το περιβάλλον και ρυπαίνει ασύστολα τον πλανήτη. Η εύπορη μεσαία τάξη των αναπτυγμένων χωρών, για να μη μιλήσουμε για τους σούπερ πλούσιους, αποτελούν μια αδηφάγα οντότητα που ροκανίζει πόρους, ισοπεδώνει βιότοπους και αφήνει ένα βαρύ οικολογικό αποτύπωμα.
Αυτό που κάποτε ήταν ένα μέσο για την ευζωία, δηλαδή μια λελογισμένη κατανάλωση, έχει γίνει εδώ και χρόνια αυτοσκοπός. Συσσωρεύω πράγματα για «να νιώθω καλά», αλλά πολύ σύντομα αισθάνομαι και πάλι δυστυχής, αφού η ακόρεστη δίψα για κατανάλωση δεν τελειώνει ποτέ. Αντίθετα, όσο περισσότερο καταναλώνω τόσο περισσότερα αντικείμενα επιθυμώ.
Οσο για τους σούπερ πλούσιους, τύπου Ελον Μασκ, Τζεφ Μπέζος ή Ρίτσαρντ Μπράνσον; Αυτοί ανταγωνίζονται πλέον σε άλλο επίπεδο. Ο χρόνος ανάμεσα στην επιθυμία τους και στην ικανοποίησή της τείνει πια να μηδενιστεί, ενώ για τους «κοινούς θνητούς» ο χρόνος αυτός μπορεί να διαρκεί για μια ζωή. Επιπλέον, αυτός ο ιδιωτικοποιημένος μεταψυχροπολεμικός ανταγωνισμός για την «κατάκτηση του διαστήματος» συνεπάγεται επιπλέον ρύπανση, ενώ οδηγεί και σε παρανοϊκά σχέδια για την «αξιοποίησή» του με εμπορικούς όρους.
Η «αλλοτρίωση», όρος που εισήγαγαν ο Χέγκελ και ο Μαρξ τον 19ο αιώνα, στις μέρες μας χτυπάει κόκκινο, καθώς συνήθως όταν αγοράζουμε ένα αντικείμενο μάλλον μας «αγοράζει» αυτό: εμείς είμαστε οι εξαρτημένοι από το προϊόν και όχι το αντίστροφο.
Προβληματικές είναι και οι σχέσεις με τους ανθρώπους, τους οποίους αντιμετωπίζουμε χρησιμοθηρικά: «καταναλώνουμε» σχέσεις με τον ίδιο τρόπο που καταναλώνουμε αντικείμενα. Συνάπτουμε σχέσεις με ωφελιμιστικό κριτήριο, ενώ τις διαλύουμε όταν διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε κάτι άλλο να κερδίσουμε.
Ο καταναλωτισμός είναι η άλλη όψη του παραγωγισμού: για τον καπιταλισμό είμαστε παραγωγικά ζώα προορισμένα να δουλεύουν όλη τους τη ζωή και καταναλωτές στα διαλείμματα και στον ελεύθερο χρόνο. Η αξία του ανθρώπου κρίνεται από το πόσο «παραγωγικός» είναι επαγγελματικά, ενώ το «κύρος» του εξαρτάται από την ποσότητα του χρήματος που διαθέτει και, κατά συνέπεια, των αντικειμένων που μπορεί να καταναλώσει.
Η απεμπλοκή από το φαντασιακό του παραγωγισμού και του καταναλωτισμού δεν θα συμβεί αυτομάτως με μια πιθανή έξοδο από τον καπιταλισμό και θα χρειαστούν πολύ περισσότερες κοινωνικές διεργασίες για την επίτευξή του.
Μέχρι να οδηγηθούμε (εάν το κατορθώσουμε κάποτε) σε μια «κοινωνία της λιτής αφθονίας», όπως την ονομάζει ο Σερζ Λατούς, ή μέχρι να δοκιμάσουμε τη «χαρούμενη μέθη της επιλεγμένης λιτής ζωής», όπως λέει ο Ιβάν Ιλιτς, ας κάνουμε μια μικρή άσκηση αυτοσυγκράτησης στη διάρκεια της Black Friday!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου