Του Θάνου Καμήλαλη

Λόγω του αντεργατικού νομοσχεδίου, αυτές τις εβδομάδες οι απεργοί έχουν την τιμητική τους. Κυρίως, βασικά, οι συνδικαλιστές. Το στερεότυπο γνωστό. «Μειοψηφίες», «προνομιούχοι» με μία έμμεση αναφορά σε «τεμπέληδες» που δεν θέλουν να εργαστούν και ψάχνουν ευκαιρία για κινητοποιήσεις, παρεμποδίζοντας την «ομαλή» λειτουργία της κοινωνίας, στρεφόμενοι εναντίον τους. Οι «υπεύθυνοι της ταλαιπωρίας» των επιβατών στα λιμάνια, παρά το γεγονός πως ήταν οι εταιρείες αυτές που έλεγαν στους επιβάτες ότι τα δρομολόγιά τους θα πραγματοποιηθούν κανονικά.

Φάινεται, βάσει της τηλεοπτικής εικόνας, ότι αρκετές επιβάτριες δεν έπεσαν στην καλοστημένη παγίδα. «Εγώ είμαι με τους απεργούς» έλεγε η μία, «είμαστε όλοι εργαζόμενοι, το νομοσχέδιο είναι σφαγείο» η άλλη. Βέβαια η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ κατάλληλη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος εμφανίστηκε στη Βουλή έχοντας έτοιμη την αναφορά του, ανεξαρτήτως των γεγονότων. «Τα μπλόκα στους καταπέλτες των πλοίων μετατρέπονται σε καταπέλτη της κοινωνίας έναντι των εχθρών τους» είπε ο Πρωθυπουργός, με ποιητική διάθεση, που κατήντησε μυθολογική. Αυτό φυσικά ήταν μόνο ένα από τα ψέματά του, δίπλα για παράδειγμα σε εκείνο που υποστήριζε πως για το νομοσχέδιο «είχε αντιρρήσεις ο ΣΕΒ αλλά το υποστήριξαν οι γυναικείες οργανώσεις».

Είχε προηγηθεί την Τρίτη, η συκοφαντική επίθεση κατά της απεργίας, από την υπουργό Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, για λόγους εντυπώσεων και με πρόσχημα το ενδιαφέρον της για τις Πανελλαδικές εξετάσεις. Το γεγονός ότι η ΟΛΜΕ είχε έγκαιρα ζητήσει την εξαίρεση των εκπαιδευτικών από τη απεργία δεν εμπόδισε την Υπουργό να καταθέσει εξώδικο και τη ΝΔ να εκδίδει ανακοίνωση ζητώντας από την αντιπολίτευση να καταδικάσει κινητοποιήσεις. Τίποτα δεν προοικονομεί άλλωστε μέριμνα για τις εξετάσεις και το μέλλον των μαθητών, καλύτερα από μείον 25.000 θέσεις στα ΑΕΙ, κατάργηση της ποσόστωσης του 1% για εισαγωγή μαθητών από τα Εσπερινά Λύκεια σε Πανεπιστήμια και πολύωρα «ναι με ακούτε» στην πλατφόρμα της τηλεκπαίδευσης.

Απεργοί λοιπόν και συνδικαλιστές, αυτή η μάστιγα που δεν αφήνει «την Ελλάδα να πάει μπροστά», με τη μορφή της προόδου που οραματίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Σαν την πρόοδο της ανθρωπότητας από την Κλασσική Εποχή στον Μεσαίωνα ένα πράγμα. Οι εσωτερικοί εχθροί που «στρέφονται ενάντια στην κοινωνία». Όπως «ενάντια στην κοινωνία»,σύμφωνα με τη ΝΔ, στρέφονταν και οι κινητοποιήσεις την εποχή του δεύτερου-τρίτου-τέταρτου lockdown στη συσκευασία του ενός. Η κυβέρνηση μπορούσε να βγάζει προκλητικά αντιδημοκρατικές απαγορεύσεις συναθροίσεων άνω των 4 ατόμων, όπως τις μέρες του Πολυτεχνείου, ή να φέρνει το ένα τερατούργημα πίσω από το άλλο, όπως ο Πτωχευτικός Νόμος και το αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο. Οι πολίτες απαγορευόταν να διαμαρτυρηθούν, γιατί τότε υποβιβάζονταν στην κατηγορία του «εχθρού της κοινής προσπάθειας», δεχόμενοι και ένα κρεσέντο τηλεοπτικής παραπληροφόρησης.

Κι αν η δυσανεξία στις κινητοποιήσεις είναι πλέον μία συνήθης πρακτική (εξάλλου έχουμε ήδη έναν νόμο που ψήφισε ο Χρυσοχοϊδης και πιστεύει ότι εφαρμόζεται) ο κατάλογος των κοινωνικών ομάδων ή των επαγγελματιών που έχουν στοχοποιηθεί από κυβέρνηση και ΜΜΕ πλέον είναι ιδιαίτερα μακρύς. Την περίοδο του αλαλούμ για παράδειγμα με τα κάτι σαν self tests, οι φαρμακοποιοί που εξέφραζαν ενστάσεις βρέθηκαν στο στόχαστρο. Πιο πριν ο Άδωνις Γεωργιάδης έλεγε έμμεσα «άχρηστους» τους καταστηματάρχες της εστίασης και τους ζητούσε να του δώσουν τα κλειδιά να λειτουργήσει την επιχείρησή τους καλύτερα. Τις μέρες που ψηφιζόταν η

Πανεπιστημιακή αστυνομία, μέχρι και οι Πρυτάνεις των ΑΕΙ παρουσιάστηκαν λίγο – πολύ ως «φιλομπαχαλάκηδες». Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη τους χαρακτήρισε στη Βουλή ως «μέρος του προβλήματος, εθισμένους στη βία».

Η παραβίαση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Προσφυγικό, τεκμηριωμένη και διεθνώς από ΜΜΕ, χαρακτηρίζεται ως «τουρκική προπαγάνδα». Τις μέρες που ψηφιζόταν η οικονομική φυλακή που ονομάζουν «δεύτερη ευκαιρία», ο πτωχευτικός νόμος, επανήλθε ο μπαμπούλας του «μπαταχτσή», του «στρατηγικού κακοπληρωτή». Η ιδέα δηλαδή ότι το τραπεζικό σύστημα απειλείται από το μυθικό τέρας του ανθρώπου που αποφάσισε, όλως τυχαίως μαζί με την κατακρεούργηση του εισοδήματός του στα χρόνια της κρίσης, να μην εξυπηρετεί το δάνειό του. Καλά για τους νέους, δεν το συζητάμε. Κλειστές σχολές, κλειστή ζωή και Μητσοτάκης – Χαρδαλιάς και τα κανάλια να τους βρίζουν για εβδομάδες ως υπεύθυνους για τη διασπορά. Θες οι πλατείες, θες το «εκρηκτικό καλοκαίρι», θες η μη τήρηση των μέτρων, οι νέοι μόνο ως «φονιάδες ηλικιωμένων» δεν χαρακτηρίστηκαν.

Αν δεν ήταν οι νέοι, αυτοί οι παρτάκηδες που δεν μπορούν να παλουκωθούν σπίτι ενώ η κυβέρνηση και οι λοιμωξιολόγοι ανοιγοκλείνουν περίπτερα, ήταν οι «ψεκασμένοι», αυτη η σίγουρα τεράστια απειλή, που όλως περιέργως βέβαια δεν εμφανίστηκε σοβαρά παρά το πιο μακρύ lockdown της Ευρώπης. Ο Μητσοτάκης το φθινόπωρο υποστήριζε ότι δεν υπάρχει σοβαρή αμφισβήτηση των πολιτικών του στην πανδημία. Υπάρχουν οι «ψεκασμένοι» και οι «κουρασμένοι», υπάρχει και το μέτωπο της «λογικής» που στην πανδημία προσλαμβάνει αστυνομικούς και στην οικονομική κρίση δίνει δισεκατομμύρια για εξοπλιστικά. Υπάρχουν και οι αντιεμβολιαστές, που έρχονταν να σαμποτάρουν τα εμβόλια που δεν είχαμε ακόμα.

Όλοι αυτοί και ίσως ακόμα περισσότεροι, μπαίνουν στην κατηγορία του εσωτερικού εχθρού, μία παράδοση παλιά στη χώρα με τον αντικομμουνισμό και καινούρια με το εγχειρίδιο της alt-right, του Τραμπ και του Μπολσονάρου που ξεπατικώνει η ΝΔ. Μία κατηγορία που θα μπορούσε να συνοψίζεται και με το μότο «ποιον να βρίσουμε σήμερα», με μουσική υπόκρουση από τα πάρα πολλά φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ.

Τελικά, ποια είναι αυτή η περίφημη κοινωνία; Για τη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, του Χατζηδάκη και των υπολοίπων, αυτό το ερώτημα είναι άτοπο. Κοινωνία δεν υπάρχει, είναι ένα σύνολο από άτομα που οφείλουν να «κοιτάνε τη δουλειά τους», όσο εξαντλητική και καταπιεστική κι αν είναι αυτή η δουλειά. Kάθε τόσο, μπορεί και κάθε εβδομάδα, ή και κάθε μέρα, κάποιος «ταραξίας» εμφανίζεται να προσπαθεί να χαλάσει αυτήν την «ηρεμία» ζητώντας δικαιώματα. Κι εκεί, για τους οπαδούς της πλήρους εξατομίκευσης, η ad hominem επίθεση, τα στερεότυπα, η προσπάθεια να καλλιεργηθεί κοινωνικός αυτοματισμός και να στραφούν οι υπόλοιποι εναντίον του, είναι η προσφιλής τακτική.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στην πράξη, το πρώτο πρόβλημα με τον νέο αντεργατικό νόμο είναι η απελευθέρωση των ατομικών συμβάσεων, με τη «διαπραγμάτευση εργοδότη – εργαζόμενου». Από εκεί ξεκινάνε όλα και έτσι θα μπορεί να είναι πολύ πιο εύκολη η κατάργηση του 8ώρου, οι απλήρωτες υπερωρίες, τα νέα εμπόδια στο δικαίωμα της απεργίας. Δεν είναι επίσης τυχαίο το ότι αυτή η τακτική του κοινωνικού αυτοματισμού είναι διεθνώς γοητευτική. Πάντα έχει μία ιδιαίτερη γοητεία το να βρίζεις τον πιο αδύναμο ή τον διπλανό σου για τα δεινά σου.

Το πρόβλημα όμως είναι, ότι την ώρα που καταναλώνεις αυτόν που σου πλασάρεται σκόπιμα ως ο εύκολος στόχος, ο φανταστικός, ο εσωτερικός εχθρός, στο τέλος της ημέρες γίνεσαι μόνος. Έρμαιο της εκμετάλλευσης, από την πλευρά που έχει το δάχτυλο σηκωμένο. Κι όσο η εκμετάλλευση θεριεύει, όσο η ανισότητα γίνεται ο κανόνας, τόσο πιο πολλές μέρες θα περνάνε με επίκληση σε κάποιον «εσωτερικό εχθρό».

ΠΗΓΗ