Ο μεγαλύτερος μηχανισμός αναδιανομής εισοδήματος και κοινωνικής κινητικότητας σε μια φτωχή και υποανάπτυκτη μεταπολεμική Ελλάδα υπήρξε αναμφίβολα το πανεπιστήμιο.
Αν στη χώρα μας δεν είχαν εξελιχθεί τόσο ευρέως τα δημόσια, μαζικά και πολυσυλλεκτικά, ως προς την οικονομική κατάσταση και την κοινωνική προέλευση των φοιτητών τους, δημόσια πανεπιστήμια, δεν θα υπήρχε η ευκαιρία της ισότιμης πρόσβασης όλων στη μόρφωση που παρείχε η τριτοβάθμια εκπαίδευση μετά τη δεκαετία του ’60.
Με συνέπεια, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τα έξυπνα παιδιά των αγροτικών οικογενειών να μην έχουν τη δυνατότητα να γίνουν ποτέ γιατροί, γεωπόνοι ή μαθηματικοί, όπως και τα ανήσυχα παιδιά των φτωχών αστικών οικογενειών να μην έχουν καμία ευκαιρία να μορφωθούν, σπουδάζοντας στη φιλοσοφική, στο πολυτεχνείο ή στη νομική.
Τα παιδιά των αγροτών θα παρέμεναν αμόρφωτα και καταδικασμένα να ζήσουν μοιράζοντας σε περισσότερα κομμάτια τον ήδη μικρό αγροτικό κλήρο της οικογένειας. Παρομοίως, το μέλλον των παιδιών των εργατών και των οικοδόμων στις πόλεις θα ήταν προδιαγεγραμμένο, καθώς θα συνέχιζαν την χειρωνακτική εργασία και τη στερημένη οικονομικά οικογενειακή παράδοση.
Τα παιδιά των πολλών φτωχών και αγράμματων οικογενειών θα ήταν καταδικασμένα να μείνουν φτωχά κι αγράμματα για όλη τους τη ζωή.
Ενώ τα παιδιά των λίγων πλουσίων και μορφωμένων οικογενειών θα ήταν… καταδικασμένα να συνεχίσουν την οικογενειακή επιχειρηματική, επιστημονική ή πολιτική παράδοση.
Με αποτέλεσμα η αστική τάξη να παραμείνει οικογενειοκρατική, εσωστρεφής και ενδογαμική, αναπαράγοντας τον εαυτό της στα επικερδή επαγγέλματα και στα σημαντικά αξιώματα. Οι επιχειρηματίες, οι γιατροί, οι δικηγόροι και οι μηχανικοί, αλλά και οι βουλευτές και οι δήμαρχοι και οι υπουργοί (δε λέω πρωθυπουργοί για ευνόητους λόγους), θα ήταν αποκλειστικά γόνοι γνωστών οικογενειών, που είχαν την τύχη να έχουν την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουν στα ακριβά πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Στο εφιαλτικό αυτό σενάριο της απουσίας της δυνατότητας ισότιμης πρόσβασης στη δημόσια εκπαίδευση, η Ελλάδα θα είχε χάσει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει για την πρόοδό της τον δυναμισμό και τη ζωντάνια όσων προέρχονταν από χαμηλά οικονομικά και κοινωνικά στρώματα και οι οποίοι σπουδάζοντας, συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας.
Σημαντικό ποσοστό των επιστημόνων, των εμπόρων, των επιχειρηματιών ή των πολιτικών σήμερα, προέρχονται από φτωχές οικογένειες που δεν είχαν τη δυνατότητα να στείλουν τα παιδιά τους σε ακριβά σχολεία και πανεπιστήμια. Ό,τι έγιναν, το οφείλουν στην ύπαρξη του μαζικού δημόσιου πανεπιστημίου που τους έδωσε την ευκαιρία.
Η όποια πρόοδος και ανάπτυξη της πατρίδας μας τις τελευταίες δεκαετίες και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων οφείλεται σε αυτή την κοινωνική κινητικότητα και την αναδιανομή εισοδήματος προς όφελος των φτωχών, που συνέβη λόγω της ευκαιρίας των νέων να σπουδάσουν και να μορφωθούν, αδιακρίτως οικονομικών δυνατοτήτων και κοινωνικής προέλευσης.
Στη συνέχεια, εν έτει 2021, έρχεται ένας πρωθυπουργός μιας δεξιάς κυβέρνησης, προερχόμενος από μεγάλη πολιτική οικογένεια, γιος πρωθυπουργού ο ίδιος, αδελφός κορυφαίας πολιτικού, πρώην δημάρχου και υπουργού και θείος του δημάρχου Αθηναίων, για να δώσει ένα τέλος σε αυτή την έκρηξη δημοκρατίας, ισονομίας, ανάπτυξης, ευημερίας και ανόδου του βιοτικού της επιπέδου που γνώρισε μέχρι σήμερα η χώρα.
«Δεν μπορούν και δεν πρέπει να σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο όλοι» δήλωσε, παρουσιάζοντας το αυτιστικό, οπισθοδρομικό και ταξικό όραμά του για το νέο σχολείο.
Θα σπουδάζουν όσοι μπορούν. Με ό,τι σημαίνει αυτό το «μπορούν». Οι άλλοι στον καιάδα.
Τα
φτωχά παιδιά δηλαδή που γεννήθηκαν στο Περιστέρι ή στο Αιγάλεω θα
γίνουν υδραυλικοί ή καθαρίστριες, ενώ τα πλουσιόπαιδα που γεννήθηκαν στο
Κολωνάκι και στην Κηφισιά θα γίνουν, όπως και οι γονείς τους,
επιστήμονες και πρωθυπουργοί.
Ηλίου φαεινότερο ποιους προστατεύει και ποιων τα συμφέροντα εκπροσωπεί ο Μητσοτάκης.
Με
κύριο επιχείρημα ότι δεν είναι σε θέση όλοι να σπουδάσουν και με όχημα
την εισαγωγή μιας παγκοσμίως πρωτότυπης βαθμολογικής βάσης, που
λειτουργεί σαν κόφτης των υποψήφιων φοιτητών, κλείνει την στρόφιγγα της
εισόδου στα δημόσια πανεπιστήμια, τα οποία συρρικνώνει.
Το «όραμα» του Μητσοτάκη για την Παιδεία, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι βαθιά αντιδημοκρατικό, γιατί καταλύει έναν εκ των βασικών πυλώνων της δημοκρατίας, την αρχή της ισότητας.
Το όραμά του είναι ένα μικρό δημόσιο πανεπιστήμιο για λίγους και πολλά ακριβά κολέγια και ιδιωτικά πανεπιστήμια για όσους έχουν να πληρώσουν. Όσο για τους κολεγιάρχες, προφανώς και θα κάνουν άγαλμα τον μέγα ευεργέτη του κλάδου τους…
Ο πρωθυπουργός περιγράφει το εφιαλτικό όραμά του για την Παιδεία χωρίς να σκεφτεί ούτε τις συνέπειες που αυτό θα έχει στο μορφωτικό και στο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, ούτε τις επιπτώσεις του στην οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της μελλοντικής Ελλάδας.
Σε μια εποχή που η οικονομία διεθνώς αναγνωρίζεται ως οικονομία της γνώσης, ο πρωθυπουργός της… μακρινής Ελλάδας στερεί το δικαίωμα στη δημόσια εκπαίδευση σε 1 στα 3 νέα παιδιά, καταδικάζοντας 25.000 - 30.000 νέους κάθε χρόνο να μείνουν εκτός δημόσιου πανεπιστημίου.
Αυτό που παριστάνει ότι δήθεν δεν καταλαβαίνει όταν υποστηρίζει ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνουν όλοι επιστήμονες, είναι ότι τα πανεπιστήμια δεν είναι αποκλειστικά κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης. Πολύ περισσότερο, είναι πνευματικά ιδρύματα που παρέχουν επιστημονικές γνώσεις, αλλά και κοινωνική μόρφωση στους νέους.
Έτσι, ένας πτυχιούχος μαθηματικός μπορεί να μην εργαστεί ποτέ ως μαθηματικός, αλλά να γίνει έμπορος, υπάλληλος ή επιχειρηματίας. Σε κάθε περίπτωση όμως, θα είναι ένας επιτυχημένος επαγγελματίας και ένας χρήσιμος και ενεργός πολίτης, καθώς σπουδάζοντας στο πανεπιστήμιο θα έχει την ευκαιρία να διευρύνει τους ορίζοντες του νου και να εμβαθύνει τα αποθέματα της ψυχής του.
Αυτή η ιδιαίτερη διάσταση του πνευματικού και εκπαιδευτικού ρόλου που παίζουν οι σπουδές στα πανεπιστήμια λείπει εντελώς από το «όραμα» του πρωθυπουργού για την Παιδεία.
Και δεν βρίσκεται ένας να του πει ότι για το πρόσχημα που χρησιμοποιεί, για τις κακές επιδόσεις και τη χαμηλή βαθμολογία κάποιων υποψηφίων δηλαδή σε κάποιες χαμηλόβαθμες, πλην χρήσιμες σχολές, τις οποίες το «όραμά» του θα κλείσει οριστικά, μπορεί να μη φταίνε οι ίδιοι οι υποψήφιοι, αλλά το επίπεδο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μια και αυτά τα παιδιά που μπαίνουν με 2 και με 3 στα πανεπιστήμια, όπως επαναλαμβάνει αυτάρεσκα, έχουν καταφέρει να τελειώσουν λύκειο και να πάρουν απολυτήριο. Πως έγινε αυτό;
Αν λοιπόν ένας απόφοιτος λυκείου παίρνει 2 και 3 στις Πανελλήνιες εξετάσεις, προφανώς και δεν φταίει ο ίδιος, αλλά το σχολείο, το γυμνάσιο και το λύκειο, που δεν μπόρεσαν να του δώσουν τα κατάλληλα εφόδια.
Η περίφημη ιστορία της ατομικής ευθύνης, μετά τη δημόσια υγεία εφαρμόζεται τώρα και στη δημόσια εκπαίδευση.
Ο πρωθυπουργός της χώρας, αντί να εξαγγείλει μέτρα αναβάθμισης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δρώντας βελτιωτικά όσον αφορά στη διαπίστωση στην οποία στηρίζει το «όραμα» της συρρίκνωσης των πανεπιστημίων, καταργεί το δικαίωμα εκπαίδευσης των νέων στα δημόσια πανεπιστήμια, τιμωρώντας τους για το κακό επίπεδο των σπουδών στις προηγούμενες βαθμίδες.
Κι ακόμη χειρότερα, αντιμετωπίζοντας τους ίδιους νέους που αδικεί σαν… σανοφάγους ιδιώτες, τους μοιράζει δωροεπιταγές των 150 Ευρώ, για να τους πείσει να εμβολιαστούν.
Αυτός είναι ο τρόπος που σκέφτεται για τη νέα γενιά. Και αυτό θα είναι στο εξής το κατά Μητσοτάκη υποκατάστατο της κοινωνικής μόρφωσης που κατακτούν οι νέοι σπουδάζοντας. Η εξαγορά συνειδήσεων και ο χρηματισμός, ως κίνητρα κοινωνικής συμμόρφωσης.
Αυτό είναι τελικά το εφιαλτικό όραμα του Μητσοτάκη για την Παιδεία.
Ευτυχώς που δεν έχει ακόμη σκεφτεί να καταργήσει και το εκλογικό δικαίωμα αυτών των νέων παιδιών που αδικεί κατάφωρα.
Γιατί όποιος κατουράει, λένε, στη θάλασσα, το βρίσκει στο αλάτι. Και οι επόμενες εκλογές φαίνεται θα είναι πολύ… αλμυρές για τον Μητσοτάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου