Η μεγάλη εικόνα από την αποδιοργάνωση των δημόσιων δομών Υγείας παγκοσμίως και εγχωρίως κάνει ξεκάθαρο ότι, ναι, βρισκόμαστε σε πόλεμο.
Βάσιμη υποψία: Η κυβέρνηση δεν παίζει το χαρτί των εμβολιαστικών «προνομίων» για να παρακινήσει τους πολίτες να σπεύσουν να εμβολιαστούν. Άλλωστε, ο ακροδεξιός και ακραία νεοφιλελεύθερος θίασος που κυβερνά τον τόπο κοντά δυο χρόνια, έχει αποδείξει ουκ ολίγες φορές ότι ελάχιστα ανησυχεί να «πείσει». Να χειραγωγήσει; Ναι. Να δείρει; Ω, μα και βέβαια. Όμως, όχι να παρακινήσει, να δώσει κίνητρα, να πείσει. Αυτό είναι το στυλ τους και σ’ όποιον αρέσει στην τελική, για να μιμηθούμε το ύφος γνωστού ένστολου τηλεοπτικού μαϊντανού.
Οπότε, προς τι όλη αυτή η πρεμούρα;
Στο μυαλό μου έρχονται όσα συζητήσαμε πριν λίγους μήνες με τον Γρηγόρη Γεροτζιάφα, καθηγητή Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και διευθυντή της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση, INSERM U-938. Τότε, τον είχα ρωτήσει σχετικά με τις καθυστερήσεις στην παγκόσμια παραγωγή των εμβολίων και τον εφοδιασμό ακόμη και οικονομικά ισχυρών κρατών. “Από την αρχή, δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική για την Ευρώπη, οι Ευρωπαίοι, αν και γνώριζαν την ύπαρξη εναλλακτικών, προχώρησαν χωρίς PlanB”, ήταν το πρώτο του σχόλιο, για να προσθέσει: “Για να κάνεις οτιδήποτε άλλο, απαιτούνται επενδύσεις. Επενδύσεις σε ιατρικό προσωπικό ή στις υπηρεσίες υγείας. Ενώ, στο εμβόλιο, το μόνο που χρειάζεσαι είναι εμβολιαστικά κέντρα”.
Το κράτησα και νά που ξαναβρίσκω τον καθηγητή μπροστά μου. Για την ακρίβεια τις πολιτικές τις οποίες καυστικά σχολίαζε. Προσοχή, προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Η στήλη δεν τάσσεται κατά του εμβολιασμού. Ίσα-ίσα, το ακριβώς αντίθετο. Θεωρούμε τα εμβόλια ως άλλο ένα σημαντικό όπλο έναντι της φονικής πανδημίας. Εκείνο όμως το οποίο σχολιάζουμε είναι ότι ο εμβολιασμός εργαλειοποείται από την κυβέρνηση, όχι για να κρύψει την ανεπάρκεια της, όπως βολικά για την Πειραιώς προπαγανδίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι μενουμευρωπαϊκές συνιστώσες του, αλλά για να μετακυλίσει στους πολίτες τις ευθύνες των συνειδητών πολιτικών διάλυσης του δημόσιου χαρακτήρα του Συστήματος Υγείας, εν μέσω πανδημίας. Πολιτικές που εφαρμόστηκαν στα πλαίσια του κυρίαρχου ευρωενωσιακού (και όχι μόνο) οικοδομήματος…
Είναι αλήθεια ότι στην αρχή αυτής της περιπέτειας, οι κυβερνήσεις διεθνώς (με την δική μας να μην αποτελεί εξαίρεση, φυσικά) προσπάθησαν, άλλες έντεχνα, άλλες όχι τόσο, να πείσουν το πόπολο ότι η πανδημία ήρθε να κλυδωνίσει τις βεβαιότητες για τον ρόλο του κράτους στα συστήματα υγείας και τον “ευεργετικό” ρόλο της εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών υγείας· κλυδωνισμούς οι οποίοι εξανάγκασαν στην μετατόπιση των πολιτικών τους θέσεων σε πιο προοδευτική κατεύθυνση . Ενδεικτικά να θυμίσουμε τη δημόσια ομολογία του Έλληνα πρωθυπουργού ο οποίος δήλωσε ότι αναθεωρεί τη θέση του για το ΕΣΥ, αλλά και ότι μετά την κρίση του νέου κορωνοϊού το ΕΣΥ “θα είναι πολύ πιο ισχυρό”. Στο ίδιο μήκος κύματος, τον Απρίλιο του 2020, ο νυν υπουργός Υγείας, κ. Κικίλιας, δήλωνε από τις στήλες του “Βήματος” την πρόθεση της κυβέρνησης για “μία ισχυρή δημόσια υγεία”, καθώς, σύμφωνα πάντα με τον υπουργό, δεν υπήρχε κανείς πλέον που να αμφέβαλλε ότι “το Εθνικό Σύστημα Υγείας πρέπει να μπει σε πρώτη προτεραιότητα”.
Ομοίως, ακαδημαϊκοί, υπέρμαχοι επί χρόνια της έκθεσης των δημόσιων συστημάτων υγείας στις δυνάμεις της αγοράς και του ανταγωνισμού ξαφνικά και αυτοί δηλώναν “μετανοημένοι”, προτάσσοντας την ανάγκη ενίσχυσης των δημόσιων συστημάτων υγείας. Από κοντά και η Ε.Ε., η οποία την άνοιξη του 2020 προμόταρε την χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων στα πλαίσια του Συμφώνου Σταθερότητας. Εξέλιξη που δημιούργησε σε πολλούς την ψευδή προσδοκία ότι ξαφνικά, εν μέσω πανδημίας, η αλά Σόιμπλε εξαθλίωση των πολλών ήταν πια παρελθόν, με την αυξημένη εμπλοκή του κράτους στη χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας να βρίσκεται προ των πυλών. Ακόμη και το ΔΝΤ δήλωνε τον Μάρτιο του 2020 ότι τα νέα “Covid-19” δάνεια που θα χορηγούσε, εξαιρούσαν από τα επακόλουθα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής τον τομέα της υγείας. Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εργαστηρίου Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στο ΑΠΘ, τον Δεκέμβριο του 2020, 130 χώρες μέσα στην πανδημία, κυρίως χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται τουλάχιστον δέκα ευρωπαϊκές χώρες, είχαν συνάψει νέα δάνεια με το ΔΝΤ, συνολικής αξίας 88 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Δάνεια, στα οποία, όπως επεσήμαινε σε πρόσφατη διαδικτυακή ομιλία ο Ηλίας Κονδύλης, αναπληρωτής καθηγητής στο Εργαστήριο, υπήρχε η ψευδής αίσθηση ότι θα υπήρχαν πολιτικές δημοσιονομικής “ανοχής” και προστατευτισμού των δημόσιων συστημάτων υγείας.
Όπως όμως γράψαμε ακριβώς μία γραμμή πιο πάνω, πρόκειται περί ψευδαίσθησης, γιατί οι πολιτικές λιτότητας (βλ. τις προβλεπόμενες δαπάνες για την Υγεία στον ελληνικό προϋπολογισμό, αλλά και τα δύο εξαιρετικά ρεπορτάζ των Δημήτρη Καρλή και Τάσου Τέλλογλου που περιγράφουν πώς το διαλυμένο ΕΣΥ έφτασε να καταγράφει επτά στους δέκα θανάτους που έχρηζαν νοσηλείας σε ΜΕΘ να πεθαίνουν έξω από αυτές), αλλά και αυτές του μπασίματος των ιδιωτών στην Υγεία δεν έμειναν σπίτι, ποτέ. Τουναντίον, καθάρισαν μερικά εκατομμύρια, πολύ σχολαστικά, την ώρα που ο “στρατός” του κ. Κικίλια στο ΕΣΥ είχε ξελαρυγγκιαστεί να φωνάζει πως “παλεύει χωρίς πολεμοφόδια”.
Είναι επίσης αλήθεια, ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις σε ζητήματα δημοσιονομικής-κοινωνικής πολιτικής, ειδικά όταν ο αριθμός των διαθέσιμων στοιχείων είναι σχετικά περιορισμένος. Ας σημειωθεί, σε περίπτωση που κάποιος συνεχίζει να αναρωτιέται τι εννοούσαμε πριν λέγοντας πως η ΝΔ μάς πετά το μπαλάκι των ευθυνών για τους μελλοντικούς θανάτους από την πανδημία, ότι η ελληνική κυβέρνηση, παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις και εξαγγελίες παρέμεινε αταλάντευτα υπέρ του ιδιωτικού κεφαλαίου, θεσμοθετώντας σειρά μέτρων σε όφελος των λίγων, αναγκάζοντάς μας έτσι να θυμίσουμε τα λόγια του Καρόλου Μαρξ, σύμφωνα με τον οποίο: “Το κεφάλαιο γεννιέται βουτηγμένο από την κορυφή ως τα νύχια στο αίμα και στη βρωμιά…”.
Τι εννοείται πίσω από την “ασπίδα” ενός εκ των πλέον κλασικών μαρξικών τσιτάτων; Για να απαντηθεί το ερώτημα πρέπει πρώτα να κάνουμε μια σύντομη βουτιά στη γαλάζια λίμνη των πολιτικών ιδιωτικοποίησης των συστημάτων Υγείας πριν την πανδημία. Για λόγους συνεννόησης ας συμφωνήσουμε ότι με τον όρο “ιδιωτικοποίηση” στην Υγεία, αναφερόμαστε στην αυξημένη εμπλοκή των ιδιωτών στην παροχή-προσφορά και χρηματοδότηση των υπηρεσιών Υγείας. Πριν την πανδημία, λοιπόν, υπάρχουν δεκάδες μορφές εμπλοκής επιχειρηματικών ομίλων πέριξ, αλλά και μέσα στις δομές λειτουργίας των μεγάλων κτιρίων με τον κόκκινο σταυρό. Οι τέσσερις βασικότερες μορφές, αναφέρουν καλά καταρτισμένοι επί του θέματος αναλυτές, ήταν η απευθείας πώληση δημόσιων δομών (νοσοκομείων, κέντρων υγείας κτλ.) στους ιδιώτες, οι εκτεταμένες εργολαβίες κλινικών και μη κλινικών υπηρεσιών, οι αγαπημένες του κ. Κικίλια συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και η ιδιωτικοποίηση της χρηματοδότησης, δια της αυξημένης συμμετοχής της ιδιωτικής ασφάλισης ή και οι απευθείας πληρωμές στη χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας.
Αυτό είναι το σκηνικό στον προ της πανδημίας κόσμο μας. Ένα σκηνικό κεφαλαιοκρατικής ασυδοσίας και, επιτρέψτε μας τον χαρακτηρισμό, ληστρικών εφόδων στο δημόσιο αγαθό της Υγείας. Μόνο που, εδώ ακριβώς, βρισκόταν και βρίσκεται η διαφορά μας με τις διεθνείς και ντόπιες ελίτ. Για το σύνολο σχεδόν των ανθρώπων της εργασίας η δημόσια Υγεία είναι αυτονόητο και αναφαίρετο δικαίωμα, όχι όμως για τους οικονομικούς και πολιτικούς θαμώνες των πολυτελών φουαγιέ των Βρυξελλών, της Ουάσινγκτον και του Σίτυ του Λονδίνου. Ενδεικτικά θυμίζουμε τα λόγια του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και πρώην Υπουργού Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος από το βήμα του “12th Insurance Conference” τον Μάη του 2019 δήλωνε πως: “μπορεί ο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας να ορίζει ως Yγεία την κατάσταση της πλήρους φυσικής, πνευματικής και κοινωνικής ευημερίας, και όχι απλώς την απουσία κάποιας ασθένειας ή αναπηρίας, όμως-ο ευρύς αυτός ορισμός, που ξεπερνά αυτόν που συνήθως δίνεται από τις εθνικές πολιτικές Yγείας, ενδέχεται να αυξήσει τις ατομικές προσδοκίες σε επίπεδο που να σημαίνει όση περίθαλψη χρειαζόμαστε και θέλουμε, στον χρόνο που τη θέλουμε. Οι προσδοκίες (…) αυτές”, συνέχιζε τότε ο εν Ελλάδι τοποτηρητής της ΕΚΤ,“θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μάλλον ως ιδανικές, παρά ως ρεαλιστικές, καθώς το σημείο εκκίνησης του προβληματισμού για την εγκαθίδρυση ενός αποτελεσματικού συστήματος υγείας είναι ο βαθμός που το σύστημα υγείας καθορίζει την απόσταση μεταξύ του επιθυμητού και του αναγκαίου, με ηθικά και πολιτικά κριτήρια, βάσει ιατρικών επιχειρημάτων”.
Αλλά, και όσα έλεγαν τότε οι δημοσιογραφικοί κολαούζοι του συστήματος που πρότειναν το γκρέμισμα των μισών δημόσιων νοσοκομείων.
Σήμερα, βέβαια άλλαξαν κασέτα και ασκούνται στο… σημάδι της απροκάλυπτης προπαγάνδας, φτάνοντας στο σημείο να εξάρουν τις σκοπευτικές ικανότητες των νονών της νύχτας. Τι… πιστόλια θα ήταν, άλλωστε, εάν δεν άγγιζαν και αυτό το σημείο του βούρκου;
Στο θέμα όμως και πάλι: στους θαλάμους-αρένα της μάχης για τη ζωή στα δημόσια νοσοκομεία.
Στη χώρα μας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ανεξάρτητα από τους διακηρυκτικούς στόχους και τις “μεταμέλειες” μελών ή και σύσσωμης της κυβέρνησης, παρατηρήθηκε το περαιτέρω βάθεμα, η επιτάχυνση της ιδιωτικοποίησης της Υγείας· μια πολιτική, η οποία θεωρήθηκε ως “σύμπτωμα” κaι όχι ως “φάρμακο” της αδυναμίας ανταπόκρισης του ΕΣΥ στις πολεμικές (κατά δήλωση του πρωθυπουργού) συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία του SarsCov-2, όπως παραδέχτηκαν κατά καιρούς και οι ίδιοι οι απολογητές της. Όπως εξηγεί ο κ. Κονδύλης, στην Ελλάδα δύο ήταν οι πρακτικές ιδιωτικοποίησης που ακολουθήθηκαν αυτούς τους δεκάξι μήνες της πανδημίας: Αφενός η κυριολεκτική μόνωση του ιδιωτικού, επιχειρηματικού, κερδοσκοπικού τομέα υγείας από περιστατικά με Covid-19, αφετέρου η χρησιμοποίηση της δημόσιας χρηματοδότησης για αγορά υπηρεσιών υγείας από τον ιδιωτικό τομέα.
Αναφορικά με το πρώτο, ο Έλληνας ακαδημαϊκός θυμίζει ότι στις 20 Νοεμβρίου 2020, κaι ενώ η χώρα βρίσκονταν ήδη υπό το καθεστώς “Μένουμε Σπίτι”, εξαιτίας του δεύτερου επιδημικού κύματος, επιτάχτηκαν τρεις ιδιωτικές κλινικές. Πόσες από αυτές πήραν θέση μάχης στα χαρακώματα κατά του φονικού ιού; Μόλις μία, κι αυτή, όταν τα περιστατικά κορωναϊού βρίσκονταν πλέον στη φάση αποδρομής. Στις 9 Μαρτίου 2021, όταν το τρίτο κύμα συμπαρέσυρε στο διάβα του τα επικοινωνιακά τρικ της κυβέρνησης περί “επιτυχούς διαχείρισης της πανδημίας”, επιτάχθηκαν άλλες τέσσερεις ιδιωτικές κλινικές. Και εδώ κλείνει ο “πατριωτικός” κύκλος, η κοινωνική ευθύνη των μεγάλων κεφαλών της εμπορευματοποιημένης υγείας στη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση που γνώρισε η ανθρωπότητα εδώ και έναν αιώνα. Η κυβέρνηση της Ν.Δ είχε κλείσει αεροστεγώς το κουτάκι προστασίας των επιχειρηματιών, αφήνοντας αχρησιμοποίητες 137 ιδιωτικές κλινικές, την ώρα που το ΕΣΥ είχε δεχθεί 52 χιλιάδες ασθενείς (Αύγουστος 2020- Απρίλιος 2021), προσπαθώντας εν συνεχεία να μαζέψει τα ασυμμάζευτα με το φιάσκο της επιστράτευσης ιδιωτικών γιατρών.
Σε ό, τι αφορά το δεύτερο, τις λεγόμενες εργολαβίες, μπορούμε να πούμε ότι η επιδημία αποτέλεσε μάνα εξ ουρανού για τους ομίλους του κλάδου, με την ελληνική κυβέρνηση στο ρόλο της “κότας με τα χρυσά αυγά” να φροντίζει με γνησία μητρική στοργή για την εμβάθυνση της ανάθεσης υπηρεσιών σε ιδιώτες, με δημόσιο χρήμα. Ποιος ξεχνά τις πρόσφατες δηλώσεις Μητσοτάκη που εμμέσως πλην σαφώς ανακοίνωσε τη συνέχεια των ΣΔΙΤ, αλλά και την παραχώρηση των σημαντικότερων υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων του ΕΟΠΥΥ σε ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες αναλαμβάνουν, αν τελικώς υιοθετηθούν οι ρυθμίσεις, ουσιαστικά τη διαχείριση του ΕΟΠΥΥ; Ποιος ξεχνά ότι τον Μάρτιο του 2020 η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε στην διάθεση 30 εκατομμυρίων ευρώ για αγορά μη Covid νοσηλειών ΜΕΘ και διαγνωστικών τεστ από τον ιδιωτικό τομέα, με διπλάσιο μάλιστα νοσήλιο; Ποιος ξεχνά ότι μερικούς μήνες αργότερα, τον Οκτώβρη του 2020 ενέκρινε άλλα 25 εκατομμύρια ευρώ για αγορά νοσηλειών ασθενών με Covid-19, στον ιδιωτικό τομέα (με προσαυξημένο κατά 2,09% νοσήλιο), καθώς και άλλα 15 εκατομμύρια ευρώ για αναγκαστική διάθεση χώρων στέγασης ασθενών που είχαν προσβληθεί από τον ιό; Κάνατε τη σούμα; Αν, όχι, καλύτερα να μην πείτε στον κόπο. Ίσως, φανούν πολλά μπροστά στα 534 ευρώ, με τα οποία οι φωστήρες του Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών κάλεσαν την πλειοψηφία των εργαζομένων να επιβιώσει μέσα στον ζόφο του εξάμηνου lockdown.
Από την άλλη, θα είμασταν άδικοι αν ισχυριζόμασταν ότι όσα περιγράψαμε αποτελούν μια ελληνική μοναδικότητα. Φευ! Όπως ήδη αφήσαμε να υπονοηθεί, η επιχειρηματική παρέμβαση, όντας στο απυρόβλητο, βρήκε τον τρόπο να κερδοφορίσει, επεκτείνοντας την εργολαβική της δράση σε υπηρεσίες όπως: η αγορά διαγνωστικών τεστ (με το παράδειγμα της Μεγάλης Βρετανίας που παρέχει δωρεάν διάγνωση μόνο στους υγειονομικούς και στους νοσηλευόμενους, να ξεχωρίζει), η ιχνηλάτηση ( με την Μεγάλη Βρετανία να αποτελεί εκ νέου παράδειγμα προς αποφυγή), η διαχείριση δεδομένων υγείας (τμήμα της ιδιωτικοποίησης αρκετά σκοτεινό, με εταιρείες-μεγαθήρια όπως η Palantir να συνάπτουν συμβόλαια διαχείρισης δεδομένων Covid-19 στη Μ. Βρετανία, όταν αρκετές φωνές αντίστασης έκρουαν των κώδωνα του κινδύνου για την ιδιωτικότητα των δεδομένων) και οι υπηρεσίες τηλεϊατρικής.
Εν κατακλείδι, τόσο η μεγάλη εικόνα της διεθνούς σκηνής, όσο κι η
εικόνα από τις πολιτικές αποδιοργάνωσης των δημόσιων δομών Υγείας στην
Ελλάδα κάνουν ξεκάθαρο ότι, ναι, βρισκόμαστε σε πόλεμο, όπως παλιότερα
δήλωνε ο κ. Μητσοτάκης. Μόνο που εξίσου σαφής είναι και η ταξική
διάσταση αυτής της μάχης. Ας μην το ξεχνάμε, εκατέρωθεν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου