Μετά το εργασιακό νοοσχέδιο ο Κωστής Χατζηδάκης θα βρεθεί απομονωμένος και στο ασφαλστικό EUROKINISSI |
Η κυβέρνηση υιοθετεί μια επιθετική ρητορική για την υποστήριξη του νομοθετήματος που προωθεί την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην επικουρική ασφάλιση αντί του αναδιανεμητικού που ισχύει σήμερα. Ανάλογη με αυτή που χρησιμοποίησε για την ψήφιση του εργασιακού νομοσχέδιου. Άλλωστε και στα δύο νομοθετήματα εισηγητής υπουργός είναι ο Κωστής Χατζηδάκης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε δηλώσεις του ο υπουργός Εργασίας έφθασε στο σημείο να κατηγορήσει το σύνολο της αντιπολίτευσης, λέγοντας ότι η αντίθεσή της, συνιστά άρνηση του να πάρουν οι συνταξιούχοι του μέλλοντος μεγαλύτερες επικουρικές συντάξεις. Χαρακτηριστική ήταν η «ατάκα» σε ραδιοφωνικη συνέντευξη του Κωστή Χατζηδάκη όπου είπε ότι «απαιτώ εξηγήσεις από αυτήν την απίστευτη αντιπολίτευση που κλείνει τα μάτια της σε αυτά που γίνονται σε όλη την Ευρώπη και λέει στους νέους ανθρώπους να μείνουν στις σημερινές χαμηλές συντάξεις».
Μετά από τα παραπάνω έχει αυτοτελή αξία το να κωδικοποιήσει κανείς τις ενστάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης σε 5 βασικά σημεία που αποτελούν ταυτόχρονα τα κυριότερα κυβερνητικά επιχειρήματα για την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νόμου.
Σημείο πρώτο: Το νέο σύστημα θα οδηγήσει σε αυξήσεις των συντάξεων έως και 68%
Πρόκειται για ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης που αφορά τους νεώτερους ασφαλισμένους οι οποίοι θα συνταξιοδοτηθούν με το νέο σύστημα. Παράλληλα όμως πρόκειται και για ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, στο ότι συνιστά αποτέλεσμα εικασιών και μάλιστα παρακινδυνευμένων.
Χαρακτηριστική ήταν η επισήμανση που είχε κάνει στην Βουλή στις 11 Μαρτίου όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά – κοινοβουλευτικά- το κυβερνητικό σχέδιο ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Διονύσης Καλαματιανός. Είπε ότι «το νέο ασφαλιστικό μοντέλο επιλέγει το σύστημα καθορισμένων εισφορών το οποίο εγγυάται μόνο τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και όχι το ποσό και μετακυλίει τον κίνδυνο χαμηλής και αναξιοπρεπούς σύνταξης στον μεμονωμένο εργαζόμενο. Ο εργαζόμενος ξέρει τι εισφορές θα δίνει όχι όμως και τι σύνταξη θα πάρει. Αυτό εξαρτάται από τις αποδόσεις των επενδυτικών προϊόντων που θα διαπραγματεύονται οι ιδιώτες στις εγχώριες και διεθνείς χρηματαγορές».
Αντίστοιχη ήταν επισήμανση που έκανε την περασμένη Πέμπτη και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΙΝ.ΑΛ, Κώστας Σκανδαλίδης. Σημείωσε πως «τάζετε στους νέους μεγάλες επικουρικές συντάξεις που προκύπτουν από τις υποτιθέμενες υπεραποδόσεις του κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Ποιων αγορών; Στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό που έχει μεγαλύτερη απόδοση το κεφάλαιο; Πώς ευσταθεί το επιχείρημα ότι θα τροφοδοτήσετε την ανάπτυξη όταν οι εισφορές θα επενδύονται σε ξένες κεφαλαιαγορές;». Πρόσθεσε ότι «τάζετε συντάξεις χωρίς αντίκρισμα και παράλληλα εγκαθίσταται το αίσθημα της ανασφάλειας στους παλιούς. Τόσο στα θέματα της διαγενεακής αλληλεγγύης όσο και στα θέματα της ενδογενεακής αλληλεγγύης αυτές οι βασικές κατευθύνσεις που ανακοινώσατε είναι καταστροφικές».
Σημείο Δεύτερο: Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα ακολουθείται από τις περισσότερες χώρες
Πρόκειται για ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης που υποστηρίζει ότι το κεφαλαιοποιτικό σύστημα έχει υιοθετηθεί από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ή του ΟΟΣΑ. Την θέση αυτή όμως αμφισβητεί η αντιπολίτευση, υποστηρίζοντας ότι σε σειρά χωρών το κεφαλαιοποιητικό σύστημα απέτυχε με αποτέλεσμα να υπάρξουν αρκετές περιπτώσεις που «επέστρεψαν» στο αναδιανεμητικό.
Όπως είχε επισήμανε για το ζήτημα αυτό η αρμόδια τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου «σε 34 χώρες που έχει εφαρμοστεί, 18 επέλεξαν να κάνουν πίσω,γιατί είδαν μείωση συντάξεων, είδαν μια αβεβαιότητα ως προς το ύψος των συντάξεων και είχαν και πολύ έντονα κοινωνικά προβλήματα». Πρόσθεσε μάλιστα ότι πολλές από τις χώρες αυτές (Γαλλία, Ιταλία) έχουν το χαρακτηριστικό του να βρίσκονται στον ευρωπαϊκό νότο. Μια περιοχή με «ειδικά προβλήματα και ένα σύστημα κοινωνικού κράτους το οποίο με πολύ μεγάλη καθυστέρηση αναπτύχθηκε κυρίως από τη δεκαετία του 80 και μετά». Τόνισε παράλληλα ότι «στις άλλες χώρες που μπορεί να υπάρχουν τέτοια συστήματα υπάρχουν και κατοχυρωμένες συλλογικές διαπραγματεύσεις και κατοχύρωση των εργαζομένων».
Επίσης στο πλαίσο του κοινοβουλευτικού διαλόγου, έχει γίνει ειδική αναφορά στις προσπάθειες που έγιναν το 1998 στην Ουγγαρία, το 2002 στην Βουλγαρία, το 2004 στην Λιθουανία, στο 2005 στην Σλοβακία και το 2008 στην Ρουμανία. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει πλήρης κατάρρευση του συστήματος και να οδηγηθούν οι χώρες αυτές στην κυριαρχία της ιδιωτικής ασφάλισης.
Σημείο Τρίτο: Το κόστος μετάβασης δεν είναι απαγορευτικό
Το θέμα της επιβάρυνσης του προϋπολογισμού για την περίοδο κατά την οποία δεν θα υπάρχει κρατική χρηματοδότηση των επικουρικών συντάξεων είναι ένα από τα κομβικά ζητήματα που προβάλλει η αντιπολίτευση. Εκτιμά ότι το κόστος αυτό θα κυμανθεί από τα 55 δις εώς τα 75 δις.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι αυτό το κόστος θα καλυφθεί από την θετική επίδραση που θα έχει στην οικονομία η μεταφορά των πόρων των ταμείων σε παραγωγικές επενδύσεις που με την σειρά τους θα αυξήσουν τα δημοσιονομικά έσοδα. Η αντιπολίτευση όμως στον αντίίποδα πιστεύει, ότι θα οδηγήσει σε μερικά χρόνια σε μείωση των επικουρικών συντάξεων εφόσον δεν θα υπάρχουν επαρκείς πόροι. Μάλιστα αμφισβητεί ευθέως το «μέρισμα ανάπτυξης» που επικαλείται η κυβέρνηση ότι θα αντισταθμίσει το κόστος εκτιμώντας ότι διανύουμε περιόδους ύφεσης, ενώ σενάρια ανάπτυξης διαψεύδονται διαρκώς από την πραγματικότητα. Μάλιστα η αντιπολίτευση επικαλείται ακόμη και τον ΟΟΣΑ και την σύσταση του σε τέτοιες περιόδους να μην προωθούνται αλλαγές στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και να επιλέγονται πιο σταθερές συνθήκες.
Σημείο Τέταρτο: Οι αλλαγές είναι μονόδρομος γιατί τα ταμεία συνεχώς «χάνουν» από το δημογραφικό πρόβλημα
Στο ζήτημα αυτό η αντιπολίτευση για να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση επικαλείται την …ίδια την κυβέρνηση. Ιδίως τις διαβεβαιώσεις του πρώην υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση που όταν τον Ιανουάριο του 2020 προχώρησε στην ψήφιση του νόμου 4670 για την κοινωνική ασφάλιση διαβεβαίωνε πως με τις υφιστάμενες μελέτες έχει διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έως και το 2070.
Γίνεται μάλιστα επίκληση στην αυστηρή δήλωση του Γιάννη Βρούτση κατά την ψήφιση του νόμου στην οποία ανέφερε πως «όλο αυτό το σύστημα μπορεί πλέον κάποιος να το εμπιστευτεί μέχρι το 2070 και να το δει με προοπτική ελπίδας και εγγύησης. Επίσης όλοι πρέπει, στο τέλος αυτής της διαδικασίας, να νιώθουμε την ικανοποίηση μιας εμπιστοσύνης σε ένα ασφαλιστικό σύστημα το οποίο εγγυάται την προοπτική μέχρι το μέλλον, με τις πιο δύσκολες παραδοχές, δημογραφικές μερικής απασχόλησης, απασχόλησης γενικά στην Ελλάδα».
Επίσης από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνεται ότι έχουν υπάρχει παρεμβάσεις βιωσιμότητας όπως αυτή με τον νόμο Κατρούγκαλου το 2016.
Σύμφωνα με αναλυτικά στοιχεία που έχουν κατατεθεί από τις εκθέσεις βιωσιμότητας το 2018 η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν 15,6% του ΑΕΠ, δηλαδή, 28 δις και η κρατική χρηματοδότηση 8,3% του ΑΕΠ. Μετά την ψήφιση του ν.4670 το 2070 η συνταξιοδοτική δαπάνη θα είναι 11,9% με ευρωπαϊκό μέσο όρο 12,2%, και η κρατική δαπάνη 4,8% με ευρωπαϊκό μέσο όρο 5%.
Επίσης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης επισημαίνεται ότι η λύση πρέπει να αναζητηθεί στην αναστροφή των δημογραφικών τάσεων μέσω πολιτικών ενίσχυσης της απασχόλησης και ουσιαστικής προστασίας της οικογένειας. Μάλιστα ασκείται κριτική για το γεγονός ότι οι δημογραφικές συγκρίσεις κυρίως αφορούν την σχέση πολιτών άνω των 65 ετών με τους νεώτερους ενώ η πραγματική σύγκριση πρέπει να αφορά τον λόγο εργαζομένων προς συνταξιούχους.
Σημείο Πέμπτο: Δεν πρόκειται για ιδιωτικοποίηση
Στο σημείο αυτό υπάρχει μια κομβική διαφορά κυβέρνησης αντιπολίτευσης. Η πρώτη θεωρεί ότι ο εποπτικός φορέας των επενδύσεων των αποθεματικών των ταμείων που θα δημιουργηθεί, θα έχει δημόσιο χαρακτήρα.
Η αντιπολίτευση όμως αντιτείνει πως η ιδιωτικοποίηση συνίσταται στην διάθεση των αποθεματικών των ταμείων σε ασφαλιστικές εταιρίες, τονίζοντας πως έτσι δημιουργείται ένας ιδιωτικός πυλώνας, μια αγορά, εντός του ασφαλιστικού συστήματος.
Μάλιστα εκτιμάται ότι στην πλειοψηφία τους αυτές οι εταιρίες θα είναι πολυεθνικού χαρακτήρα αφού το μερίδιο της αγοράς των εγχώριων εταιριών δεν ξεπερνάει το 5%.
*****
Σουηδία γίναμε (ή όχι;)
"Σκανδιναβούς" στο ασφαλιστικό, "τριτοκοσμικούς" στο εργασιακό μας θέλει όπως φαίνεται το υπουργείο Εργασίας και η κυβέρνηση.
Σε περίπτωση που δεν το έχετε προσέξει, το πρότυπο χώρας για την κοινωνική ασφάλιση για την κυβέρνηση είναι το «Σουηδικό μοντέλο». Έτσι είπε στο τελευταίο υπουργικό Συμβούλιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Την σκανδιναβική αυτή χώρα έφεραν άλλωστε σήμερα ως παράδειγμα ο Κωστής Χατζηδάκης και ο Πάνος Τσακλόγλου παρουσιάζοντας τον νέο νόμο για την επικουρική ασφάλιση που θα ψηφιστεί στην καρδιά του θέρους, Κάπου προς το τέλος Ιουλίου, αρχές Αυγούστου. Τότε που οι κυβερνώντες ευελπιστούν ότι τα πλήθη θα βρίσκονται στις παραλίες, οπότε όλα περνάνε πιο «εύκολα» και πιο απαρατήρητα. Το νομοθέτημα αλλάζει το σύστημα για τις επικουρικές συντάξεις από αναδιανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό.
Πριν όμως «πιάσουμε» τα του ασφαλιστικού, ας ασχοληθούμε λίγο ακόμη με την χώρα πρότυπο: Την Σουηδία. Εκτός από το ότι έχει αναδιανεμητικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, είναι ταυτόχρονα και μία από τις πρώτες χώρες που διερευνά το αν γίνεται να μετατρέψει το εργασιακό 8ωρο σε εργασιακό 6ωρο. Να μειώσει δηλαδή τον χρόνο εργασίας, δίχως μείωση αποδοχών. Σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου με το τελευταίο νομοσχέδιο του Κωστή Χατζηδάκη το 8ωρο έγινε 10ωρο, δίχως να πληρώνονται αυτές οι παραπάνω ώρες ενώ αυξήθηκε η δυνατότητα υπερωριών ανά εργαζόμενο. Ως εκ τούτου συμπεραίνουμε με σχετική ασφάλεια πως η συμπάθεια της κυβέρνησης προς την Σουηδία είναι επιλεκτική.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο εμπνευστής του ασφαλιστικού νομοσχεδίου, ο υφυπουργός Πάνος Τσακλόγλου έχει μία σαφέστατη και τεκμηριωμένη άποψη για το τι πρέπει να γίνει με το ασφαλιστικό σύστημα. Οι θέσεις του είναι γνωστές εδώ και χρόνια, διαθέτοντας μάλιστα συγκεκριμένο πολιτικό «φορτίο».
Είναι οπαδός του κεφαλαιοποιητικού συστήματος εκτιμώντας ότι τα αποθεματικά των ταμείων οφείλουν να είναι μοχλός ανάπτυξης για την αγορά, ως εκ τούτου να επενδύονται από ιδιώτες. Επίσης πιστεύει στην ατομο-κεντρική προσέγγιση του ασφαλιστικού συστήματος ως εκ τούτου προκρίνει τους «προσωπικούς κουμπαράδες» ανά ασφαλισμένο. Επίσης θεωρεί ότι οι κίνδυνοι των αγορών στους καιρούς αβεβαιότητας που ζούμε, είναι μικρότεροι από το μέλλον ταμείων που θεωρεί ότι είναι σκοτεινό λόγω του δημογραφικού προβλήματος.
Με την αντίληψη αυτή είναι εύλογο να διαφωνούν όσοι πιστεύουν στον αλληλέγγυο χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος. Όσοι θεωρούν ιδιωτικοποίηση το να διατίθενται προς επένδυση οι εισφορές των εργαζομένων και όσοι θεωρούν ρίσκο το να βασίζονται οι αποδόσεις του συστήματος στις συμπεριφορές και τις διακυμάνσεις της αγοράς. Επίσης όσοι εκτιμούν πως το χρηματοδοτικό κενό που θα προκύψει από την μετάβαση από το ένα σύστημα στο άλλο, οδηγεί σε μερικά χρόνια σε περικοπή συντάξεων. Αυτές οι απόψεις άλλωστε θα «αναμετρηθούν» στον πολιτικό και κοινοβουλευτικό διάλογο που ήδη έχει ξεκινήσει.
Έως εδώ καλά. Όμως αυτήν την διάσταση απόψεων, επιχειρεί να αποκρύψει η επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης. Φορέας της οποίας είναι κυρίως ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης. Ακολουθώντας την ίδια τακτική που υιοθέτησε και στο εργασιακό νομοσχέδιο, επιχειρεί να προβάλλει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση ως μία ακόμη «ευλογία» για τους εργαζόμενους.
Αυτό που εισέπραξε ο μέσος πολίτης από την παρουσίαση του νομοσχεδίου, αλλά κυρίως από τα «πρωτοσέλιδα» του φίλιου στην κυβέρνηση τύπου και των ανάλογων ιστοσελίδων, είναι πως το υπουργείο Εργασίας βρήκε τον μαγικό τρόπο να αυξήσει τις συντάξεις: Από 153 ευρώ στα 157 για τον χαμηλοσυνταξιούχο λένε οι πίνακες και δημοσιεύματα, από 353 στα 594 για τον λίγο καλύτερα αμειβόμενο. Πολιτικά άραγε στέκει αυτό; Θέλουν να πιστέψουμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρήκε την «μαγική συνταγή»;
Αν ήταν τόσο απλό γιατί άραγε δεν το έκανε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή; Γιατί δεν το έκανε η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά; Γιατί - παρότι το σκέφθηκαν- δεν το έκαναν οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη (μια και ο Πάνος Τσακλόγλου προέρχεται από τον χώρο του κέντρου). Προφανώς γιατί «κάποιο λάκκο έχει η φάβα»,
Στην προκειμένη ο «λάκκος» συνίσταται στο ότι αυτά τα νούμερα δεν είναι αυξήσεις συντάξεων αλλά πιθανές αποδόσεις και σενάρια βασισμένα στην προγενέστερη εμπειρία. Προφανώς αρκετά επισφαλή σε μία 15ετή περίοδο όπου καταρρέει η κάθε Lehman Brothers και μια παγκόσμια πανδημία πατάει pause στον παγκόσμιο καπιταλισμό. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο ορίζοντας της μεταρρύθμισης που επιχειρεί η κυβέρνηση είναι το 2025 και το 2070. Ημερομηνίες που, παρεμπιπτόντως, υπερβαίνουν την κυβερνητική θητεία.
Πολιτικό ενδιαφέρον είχε και η πολιτική δέσμευση που ανέλαβαν ο Κωστής Χατζηδάκης και ο Πάνος Τσακλόγλου. Αναφέροντας ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν αποτελεί το πρώτο βήμα ώστε να επεκταθεί το σύστημα αυτό και στις κύριες συντάξεις. Αντιθέτως είπαν πως για την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη τα πράγματα μένουν ως έχουν.
Καλό είναι όμως για αυτό να ειδοποιήσουν και τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιά Μιλτιάδη Νεκτάριο. Αφού μόλις χθες σε αρθρογραφία του ανέφερε ότι το ασφαλιστικό αποτελεί «το υπόβαθρο για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του συστήματος συντάξεων της χώρας, με την επέκταση των Ατομικών Λογαριασμών τόσο στο σύστημα των Κύριων Συντάξεων». Ο εν λόγω πανεπιστημιακός δεν αναφέρεται προφανώς τυχαία, αλλά γιατί αποτέλεσε τον βασικό σύμβουλο του υφυπουργού Εργασίας Πάνου Τσακλόγλου όταν πριν λίγο καιρό ανέλυσε τις κυβερνητικές προθέσεις για το ασφαλιστικό στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου