Μπορούμε να αλλάξουμε δρόμο;
Γεννημένος το 1921, ακριβώς πριν από εκατό χρόνια, και χάνοντας τη μητέρα του λόγω των παρενεργειών της ισπανικής γρίπης, ο Εντγκάρ Μορέν στη διάρκεια της ζωής του βίωσε όλα τα μεγάλα γεγονότα αυτής της περιόδου: οικονομική κρίση, άνοδος του φασισμού, συμμετοχή στην Αντίσταση, ένταξη στο κομμουνιστικό κόμμα και αργότερα αποστασιοποίηση απ’ αυτό, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, δύσκολα χρόνια της ανάκαμψης, Μάης του ‘68, επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, οικολογική κρίση.
Αν μη τι άλλο, ενσαρκώνει τη ζώσα ιστορία του τελευταίου αιώνα: ένας αυτόπτης μάρτυρας των επιτυχιών, των αποτυχιών, των τραγωδιών και των ελπίδων μιας ανθρωπότητας που ο ίδιος έβλεπε πάντα με τους φακούς ενός ριζοσπαστικού ανθρωπισμού, ενάντια σε κάθε απόπειρα παραβίασης των αρχών του.
Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου το τελευταίο του βιβλίο (σε συνεργασία –προφανώς λόγω ηλικίας– με τη Sabah Abouessalam) με τίτλο «Ας αλλάξουμε δρόμο: τα μαθήματα του κορονοϊού», σε πολύ καλή μετάφραση του Θεόδωρου Παραδέλλη.
Χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι η πολύ συχνή χρήση του ερωτηματικού: πολλά ερωτήματα, λιγότερες απαντήσεις. Μεγάλες αβεβαιότητες, ελάχιστες βεβαιότητες. Οπως λέει ο Μορέν, η μεγακρίση του κορονοϊού δεν είναι παρά ένα σύμπτωμα της γενικότερης κρίσης του μεγάλου δυτικού παραδείγματος που παγκοσμιοποιήθηκε, κάτι που απαιτεί ουσιαστικά αλλαγή παραδείγματος, κάτι σαν μια κοπερνίκεια στροφή που οδήγησε σε μια άλλη –ηλιοκεντρική– σύλληψη του Σύμπαντος σε σχέση με την πτολεμαϊκή γεωκεντρική αντίληψη.
Ο ίδιος θεωρεί ότι η πορεία προς αυτή την αλλαγή συντελείται μέσα από «τον πόνο και το χάος, δίχως να είναι βέβαιο ότι θα επιβληθεί». Βασικό εμπόδιο είναι οι «τεράστιες αντιστάσεις των καθιερωμένων δομών και νοοτροπιών».
Το μεγαλύτερο μάθημα της πανδημίας για τον Μορέν είναι ότι αυτή αποκάλυψε την κοινή μοίρα της ανθρωπότητας, η οποία με τη σειρά της συνδέεται άρρηκτα με τη «βιοοικολογική μοίρα του πλανήτη». Αυτή η αλληλεξάρτηση μας έχει φέρει στην «εποχή της αβεβαιότητας».
Ο συγγραφέας δομεί την ανάπτυξη του θέματός του παραθέτοντας «τα 15 μαθήματα του κορονοϊού». Ξεκινώντας από το βασικό ερώτημα «Πώς ζεις;», μας λέει ότι οι περιορισμοί του εγκλεισμού μάς ώθησαν να αναρωτηθούμε για τον τρόπο ζωής μας, για τις ανάγκες και τις προσδοκίες μας, με έναν τρόπο βαθιά υπαρξιακό, αν και όχι ίδιο για όλους. Αλλος είναι γι’ αυτούς που «υφίστανται τη ρουτίνα του μετρό-δουλειά-νάνι» και άλλος για εκείνους που ζουν μια λιγότερο υποταγμένη ζωή. Τα «μαθήματα» κλιμακώνονται σταδιακά, εισάγοντάς μας σε γενικότερα προβλήματα που αφορούν τόσο τη συνειδητοποίηση της αβεβαιότητας που συνέχει τη ζωή μας (και ανέδειξε η θανατηφόρα πανδημία) όσο και τη σχέση μας με τον θάνατο, καθώς πολλοί από εμάς αναγκάστηκαν να αποχωριστούν τους δικούς τους χωρίς τις στοιχειώδεις παρηγορητικές τελετουργίες που συνοδεύουν από πολύ νωρίς τον πολιτισμό μας.
Παράλληλα αναδεικνύει την «αφύπνιση της αλληλεγγύης», η οποία βρισκόταν εν ελλείψει σε καιρούς που κυριαρχούν ο εγωιστικός ατομικισμός και ο κοινωνικός κατακερματισμός. Την ίδια ώρα, όμως, η κοινωνική ανισότητα εν μέσω εγκλεισμού θεριεύει, αλλά και μας δείχνει τις λάθος κοινωνικές ιεραρχήσεις των επαγγελμάτων. Οι νοσηλευτές, οι σκουπιδιάρηδες, οι ντελιβεράδες, οι μικροκαλλιεργητές, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές αναδείχτηκαν στα πιο κοινωνικά χρήσιμα επαγγέλματα εν μέσω πανδημίας, αλλά και οι πιο κακοπληρωμένοι και υποβαθμισμένοι.
Τα υπόλοιπα «μαθήματα» περιλαμβάνουν τη συζήτηση για τον ρόλο της επιστήμης γενικά και της ιατρικής ειδικότερα ή το πρόβλημα της υπερεξειδίκευσης και των προβλημάτων που γεννά για την ανάγκη ανάπτυξης μιας σφαιρικής σκέψης και γνώσης γύρω από την κοινωνία και τη φύση. Το περιγράφει υπέροχα ο Μορέν: «Ετσι, δεν μας τυφλώνει μόνο η άγνοιά μας, αλλά ταυτόχρονα και η γνώση μας!».
Ιδιαίτερη θέση στην ανάλυσή του κατέχει η νεοφιλελεύθερη πολιτική, η οποία, όπως λέει, «ανάγει το πολιτικό στο οικονομικό και το οικονομικό στο δόγμα του ελεύθερου ανταγωνισμού ως λύση σε όλα τα κοινωνικά προβλήματα». Αυτή η αποτυχημένη λογική πρέπει κατά τον ίδιο να αντιμετωπιστεί από μια ριζική αλλαγή του Δρόμου, «μέσα από ένα οικολογικό-οικονομικό new deal, που ενισχύει την απασχόληση και το επίπεδο ζωής».
Το τελευταίο «μάθημα» είναι πάνω στην πλανητική κρίση, καθώς η πανδημία προκάλεσε μια βίαιη κρίση της παγκοσμιοποίησης. Γι’ αυτό, λέει, πρέπει να υπάρξει μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση που θα συνδυαστεί με την αποπαγκοσμιοποίηση των τομέων της υγείας και της διατροφής.
Στο δεύτερο μέρος αναλύει διεξοδικά τις προκλήσεις τής μετά τον κορονοϊό εποχής και διερωτάται εάν θα υπάρξει επικράτηση της παγκοσμιοποίησης ή θα δούμε την επιστροφή των αυταρχικών αναδιπλώσεων και των εθνικισμών. Δεν αποκλείει τον κίνδυνο μιας μεγάλης οπισθοδρόμησης με ανάκαμψη «των μανιχαϊσμών, των μονομερών οραμάτων, του μίσους και της απέχθειας», εάν συνεχίσει η πολιτική να σύρεται πίσω από την οικονομία.
Ουσιαστική εναλλακτική βλέπει ο Μορέν στη μεταρρύθμιση της δημοκρατίας, εκτιμώντας ότι «η κοινοβουλευτική δημοκρατία, όσο απαραίτητη και αν είναι, δεν επαρκεί». Προτείνει ως αναγκαία τη μετάβαση σε μια «δημοκρατία των συμβουλίων» τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και μας καλεί να στοχαστούμε πάνω στην έννοια της «γης-πατρίδας» και της «γήινης ταυτότητάς μας». Σύμφωνα με τον ίδιο, η επιβίωσή μας ως είδους και παράλληλα της βιόσφαιρας πρέπει να γίνει η πρώτη μας αξία. Το «διαστημικό σκάφος-γη» κινδυνεύει, καθώς «κινητήρες του είναι η εκτός ελέγχου ανάπτυξη της επιστήμης, της τεχνολογίας και της οικονομίας».
Παρ’ όλες τις αβεβαιότητες, ο Μορέν εξακολουθεί να αισιοδοξεί, θέτοντας τις αρχές της ελπίδας, αφού μέσα «σε κάθε ανθρώπινο πλάσμα και σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία υπάρχουν αναγεννητικές αρετές σε κατάσταση αναστολής ή εν υπνώσει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου