Ο Γερμανός πολιτικός φιλόσοφος Κλάους Ντέρε, στο βιβλίο του «Ακροδεξιά ανταρσία και αριστερή πολιτική: η εργατική τάξη στο βοναπαρτικό κράτος» (εκδόσεις Νήσος), απαντά με τον εξής τρόπο στο ερώτημα αυτό: «Το έδαφος για έναν νέο φασισμό υπάρχει πράγματι. Δημιουργείται επειδή η εθνικολαϊκή δεξιά έχει την ικανότητα να αξιοποιεί επιτυχώς την κοινωνική δυστοπία ως δυναμικό για κινητοποιήσεις. Η εθνοποίηση του κοινωνικού ζητήματος βρίσκει με διαφορετικά γνωρίσματα οπαδούς ακόμα ακόμα και ανάμεσα σε δραστήριους συνδικαλιστές ή μέλη εργατικών συμβουλίων». Και συνεχίζει εξηγώντας γιατί σε αυτούς τους ανθρώπους είναι πολύ δύσκολο να τούς αλλάξεις γνώμη: «Οι πεποιθήσεις τους έχουν θωρακιστεί εκ των προτέρων απέναντι σε κάθε κριτική και αυτό υποδεικνύει τη σταθεροποίηση και ριζοσπαστικοποίηση δεξιών προσανατολισμών […] Είναι χαρακτηριστικό πως όσοι είναι συμπαθούντες προς το Pegida ή το AfD (ακροδεξιά γερμανικά κόμματα) επιδεικνύουν εκπληκτική συμπάθεια για τη βία».
Ενόψει λοιπόν των ευρωεκλογών του Ιουνίου οι δημοκρατικές δυνάμεις πρέπει να επιδείξουν τη μέγιστη δυνατή κινητοποίηση, γιατί ο κίνδυνος δεν είναι φανταστικός, αλλά πολύ υπαρκτός. Θα μου πείτε πως όλη αυτή η πολυδιάσπαση των δημοκρατικών δυνάμεων σε αριστερά, σοσιαλδημοκρατικά και «πράσινα» κόμματα δεν βοηθά σε αυτή την κατεύθυνση. Και θα έχετε δίκιο. Ομως πρέπει οπωσδήποτε να μπει ένα φρένο σε αυτό που ακόμα και η έγκυρη Deutsche Welle βλέπει σαν πρόβλημα: ότι δηλαδή τα ακροδεξιά κόμματα κάθε είδους θα ενισχυθούν, ενώ «οι Αριστεροί, οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι εκτιμάται πως θα είναι οι χαμένοι των εκλογών».
Ως επισφράγισμα αυτού του είδους της ανησυχίας φέρνει ο Ντέρε και την άποψη της πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μαντλίν Ολμπράιτ, η οποία μόνο για τις δημοκρατικές απόψεις της δεν φημιζόταν κατά τη διάρκεια της ζωής της. Ο Μπιλ Κλίντον την έκανε την πρώτη γυναίκα υπουργό Εξωτερικών, ενώ ήταν εκείνη που έπεισε το ΝΑΤΟ να επέμβει στο Κοσσυφοπέδιο, το 1999 και να βομβαρδιστεί ανηλεώς η Σερβία. Αυτή η Ολμπράιτ, λοιπόν, θεωρούσε ότι δεν πρέπει να μιλάμε για «δεξιό λαϊκισμό», αλλά για τον «κίνδυνο ενός νέου φασισμού». Ο Ντέρε παραθέτει την άποψη της Ολμπράιτ λέγοντας: «Ο νέος φασισμός δεν είναι τόσο ιδεολογία, όσο “μέσο για την απόκτηση και τη διατήρηση εξουσίας” προπάντων όμως ενισχύεται από φόβους. “Ο φόβος είναι η αιτία που ο φασισμός μπορεί να εισδύσει σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Πολιτικά κινήματα δεν μπορούν να αναπτυχθούν χωρίς λαϊκή υποστήριξη, ο φασισμός όμως εξαρτάται από τους πλούσιους και ισχυρούς, όσο και από τον άνδρα και τη γυναίκα στον δρόμο – από εκείνους που έχουν να χάσουν πολλά και από εκείνους που δεν έχουν τίποτα”».
Αυτού του είδους ο νέος φασισμός ανάγει το ταξικό σε εθνικό, και προτάσσοντας τον υπέρτερο χαρακτήρα της εθνικής ενότητας, αυτή η αντικαπιταλιστική ρητορική μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε εθνικολαϊκή. Ταυτόχρονα, φτιάχνουν ένα προφίλ αντισυστημικό, κατευθύνοντας τις επιθέσεις τους εναντίον των «πολιτικών των παλιών κομμάτων». Ο Ντέρε μάς λέει ότι «βασικό συστατικό της ιδεολογίας τους αποτελεί το ότι τείνουν να μετατρέψουν την ταξική σύγκρουση των από πάνω με τους από κάτω σε σύγκρουση μεταξύ δικαιούχων ντόπιων και των παρασιτικών εισβολέων, των μεταναστών».
Υπάρχει αδήριτη ανάγκη να χτιστεί ένα δημοκρατικό μέτωπο ενάντια στον φασισμό και την ακροδεξιά απειλή, που να βάζει φρένο στη δημαγωγία, τα ψεύδη και την παραποίηση της ιστορίας που επιχειρεί η Ακροδεξιά σε όλη την Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου