10 Μαΐου 2022

Σεζόν στα νησιά / Πέντε ιστορίες καλοκαιρινού ξεζουμίσματος

Σε πρόσφατη ανάρτησή του στο Twitter, ο Ανδρέας Ανδρεάδης, επίτιμος πρόεδρος των μεγάλων τουριστικών επιχειρήσεων, μίλησε για «τεράστια έλλειψη προσφοράς εργασίας» στον κλάδο, κάνοντας λόγο για πάνω από 50.000 κενές θέσεις που κυρίως εντοπίζονται στον επισιτισμό (κουζίνα και service). Ο Α. Ανδρεάδης παρουσιάζει την κατάσταση ως ανεξήγητη, υποστηρίζοντας πως οι αμοιβές είναι σημαντικά μεγαλύτερες από τις κλαδικές συμβάσεις, σαν να κουνάει εμμέσως το δάχτυλο στους εργαζόμενους που δεν σπεύδουν να αρπάξουν την ευκαιρία. Για τους εργαζόμενους όμως αυτή η «ευκαιρία» στην πραγματικότητά σημαίνει επταήμερη 12ωρη και 16ωρη ακόμη εργασία, αναρίθμητες απλήρωτες υπερωρίες, μισά ή καθόλου ένσημα, διαμονή σε άθλιες συνθήκες και διατροφή με τα αποφάγια της κουζίνας, αν και εφόσον το… επιτρέψει ο εργοδότης. Αν ο Α. Ανδρεάδης ανησυχεί για «τον ποιοτικό μας τουρισμό που κινδυνεύει», τότε θα μπορούσε να συμβουλεύσει τους συνδαιτυμόνες του στο ΣΕΤΕ να εξασφαλίσουν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, διαμονής και αμοιβών γι’ αυτούς που κάνουν τις επιχειρήσεις τους λειτουργικές και κερδοφόρες.

Πέντε νέοι άνθρωποι περιγράφουν γλαφυρά στην ΑΥΓΗ της Κυριακής τι σημαίνει σεζόν στα ελληνικά τουριστικά νησιά.

Τ.Γ.: «Σε 40 μέρες λιποθύμησα πάνω από 10 φορές»

Δούλεψα έξι σεζόν συνεχόμενες, δεν θα άντεχα να ξαναπάω. Πιο εφιαλτική ήταν η πρώτη, όταν 19 χρόνων δούλεψα σε ξενοδοχείο στη Μήλο.  Έμενα μαζί με ακόμα ένα άτομο σε δωμάτιο 5 τετραγωνικών χωρίς υπερβολή. Πνιγόσουν από την υγρασία.

Μέχρι τον Ιούλιο, που ήταν η πρώτη πληρωμή, δεν είχα χρήματα και ζητούσα απλώς να μου αφήνουν κάτι από όσα περισσεύουν στο πρωινό του ξενοδοχείου. «Καλύτερα να πετιούνται από το να τα τρώνε οι υπάλληλοι»: αυτό απάντησαν! Αν δεν προλάβαινες να φας στο δεκάωρο που δούλευες, έμενες νηστικός και το ξενοδοχείο ήταν 9 χιλιόμετρα μακριά από την πόλη. Τρώγαμε κανένα τοστ στα κρυφά -είχα τσιμπήσει ακόμα και καλαμαράκι που προοριζόταν για πελάτη- και αγόραζα σουβλάκι ανά τρεις ημέρες.  Έχασα 14,5 κιλά σε 40 μέρες. Είχα σκεβρώσει και οι γονείς μου δεν με γνώρισαν όταν με επισκέφθηκαν. Είχα πάνω από δέκα λιποθυμίες...

Άλλα μαγαζιά δίνουν έκπτωση-κοροϊδία στο προσωπικό, 30% για ένα πιάτο που κοστίζει στον πελάτη 12 ευρώ, π.χ. μια απλή σαλάτα ceasar’s.

Στη Μήλο δούλευα επτά ημέρες την εβδομάδα με ένσημα μόνο για τρεις και 900 ευρώ μισθό. Η εκμετάλλευση στον τουρισμό βασίζεται σε νέα παιδιά, όπως εγώ τότε, άπειρα και ανειδίκευτα.

Τα νέα παιδιά, ειδικά οι σερβιτόροι, είναι αναλώσιμοι. Δουλεύουν δώδεκα ώρες στον ήλιο για 5 ευρώ την ώρα!  Έχω δει να λιποθυμάει εργαζόμενη και η εργοδότρια μου είπε (ήμουν υπεύθυνος τότε) να της δώσω πέντε λεπτά μόνο για να συνέλθει και μετά να συνεχίσει γιατί «έχουμε πολλή δουλειά»!

Η σεζόν είναι γενικά ληστεία, δεν παίρνεις αυτά που δικαιούσαι. Δέκα-δώδεκα ώρες την ημέρα τις σπαταλάς στη δουλειά.  Έχω δουλέψει και είκοσι μία ώρες συνεχόμενες, κοιμήθηκα μιάμιση ώρα και πήγα μετά για άλλες δεκαέξι.

Οι περισσότεροι δεν παίρνουμε μετά τα επιδόματα, ούτε ανεργίας ούτε εποχικό: σε 120 μέρες μας κολλάνε μόνο το ένα τρίτο των ενσήμων, δηλωνόμαστε περίπου 40 μέρες ημιαπασχόλησης.

Με τα χρόνια τα κέρδη των επιχειρηματιών αυξάνονται, αλλά οι εργασιακές συνθήκες παραμένουν ίδιες.  Όσο γεμίζουν τα νησιά τόσο λιγοστεύουν οι δικές μας στέγες, μένουν επτά άτομα σε 60 τετραγωνικά, χωρίς κλιματισμό, σε μη βιώσιμες συνθήκες επί πέντε μήνες.

«Το καθάρισμα ήταν μόνο για τις... γυναίκες»

Είμαι 25 ετών και έχω δουλέψει σεζόν στη Ζάκυνθο και τη Θάσο. Στη Ζάκυνθο εργαζόμουν ως σερβιτόρα αρχικά και μετά ως poolgirl σε τετράστερο ξενοδοχείο.

Το μέσο μεροκάματο ήταν γύρω στα 20 με 25 ευρώ το οκτάωρο. Μέναμε σε υπόγειο 30 τ.μ τρία άτομα. Κι όταν λέμε υπόγειο, ήταν υπόγειο. Είχαμε έναν εξαερισμό που δούλευε από τις 10 το βράδυ μέχρι 8 το πρωί και το μεσημέρι ήταν θάνατος να μείνεις εκεί μέσα. Αρχικά δεν είχαμε καν πλυντήριο, οπότε πλέναμε τα ρούχα στο χέρι. Από την υγρασία γυρνούσα πάντα τον χειμώνα με πόνους στο σώμα μου.

Η βάρδια ήταν συχνά εξαντλητική. Θυμάμαι να βλέπω στο πρόγραμμα μια φορά ωράριο από τη 1 το μεσημέρι με 12 το βράδυ και είχα πάει να ρωτήσω αν έχει γίνει κάποιο λάθος. «Όχι», μου λέει ο προϊστάμενος, «έτσι θα δουλέψεις». Δεν ήθελε να έχουμε άλλη ζωή. Μας πείραζε λέγοντας «γιατί να πηγαίνετε παραλία; Γιατί να διασκεδάζετε;».

Στις βραδινές βάρδιες αν ήμασταν τέσσερα άτομα το βράδυ, οι τρεις θα ήμασταν κοπέλες, διότι έπρεπε κάποιος να σκουπίσει και να σφουγγαρίσει. Έλεγε ότι είναι οι γυναίκες για να κάνουν αυτές τις δουλειές.

Φτάνει ο Σεπτέμβρης και ο προϊστάμενος μας λέει «σέρνεστε». Κι εγώ του απαντώ «λογικό δεν είναι; Είμαστε απ’ τον Απρίλιο εδώ πέρα και κοντεύουμε έναν μήνα που κάνουμε φουλ υπερωρίες».

Γενικότερα έχουν έλλειψη προσωπικού, αλλά έχουν έλλειψη γιατί δεν πληρώνουν. Δεν γίνεται τώρα να φύγω εγώ από την Αθήνα, να αφήσω το σπίτι μου κι όλη μου τη ζωή για ψίχουλα. Προφανώς θα την αφήσω για κάτι που δεν θα βρω εδώ που μένω.

Στη Θάσο δούλεψα σε εστιατόριο. Τον πρώτο μήνα πήρα 950 ευρώ. Τον δεύτερο 200 λιγότερα.  Ήταν γιατί μου κρατούσε τον δεύτερο μήνα που έμενα σε σπίτι -το οποίο υποτίθεται πως παρείχε δωρεάν- 5 ευρώ τη μέρα. Μετά στο μοίρασμα των tips πήρα για τέσσερις μήνες 60 ευρώ. Είχε βάλει στη λίστα όσων τα μοιράζονταν ακόμη και συγγενείς του που είχαν έρθει να δουλέψουν για τέσσερις ημέρες τον Δεκαπενταύγουστο!

Β.Δ.: «Δύο ρεπό σε πέντε μήνες»

Την πρώτη μου σεζόν στη Μύκονο πριν από μερικά χρόνια δούλεψα μπάρμαν. Μεροκάματο 60 ευρώ (με τα μισά ένσημα), τα οποία έγιναν 70 στη high season, επί πέντε μήνες πήρα μόνο δύο ρεπό. Κυριολεκτικά.

Μέχρι τις 8 το βράδυ κάθε μέρα στο beach bar, μετά σουβλάκια και ύπνο. Δεν έχεις κουράγιο για κάτι άλλο, μολονότι είσαι σε νησί. Βγήκα έξω μόνο δύο φορές.  Όταν έχεις (αν έχεις) κάποιες ώρες, προσπαθείς να ξεκουραστείς, δεν μπορείς να διασκεδάσεις. Από όσους ήξερα στο νησί, κανείς δεν έπαιρνε ρεπό, δούλευαν όλοι επτά στις επτά.

Κάποιοι εργαζόμενοι περιμένουν τα τιπς, σε εμάς δεν ήταν πολλά, το πολύ 10 ευρώ την ημέρα, γιατί τα μοιραζόμασταν πολλά άτομα: εννέα σερβιτόροι, τσεκαδόροι, βοηθοί, τέσσερις runners. Αυτοί ήταν στη χειρότερη μοίρα: δύο άτομα για 2.000 ξαπλώστρες, δέκα ώρες με 40 βαθμούς πάνω από το κεφάλι τους, δεν παίρνουν ανάσα.

Αν δεις που έμεναν οι runners, μετανάστες και οι τέσσερις, δεν μπορεί να ζήσει ούτε ποντίκι: πίσω από το μπαρ, σε τσιμεντένια αποθήκη, με τρία ντιβάνια μόνο μέσα.

Εμείς μέναμε σε, υποτίθεται, καλύτερα δωμάτια ανά τρία άτομα: δύο κρεβάτια, ένα ντιβάνι, ένα μεγάλο ράφι για να βάλεις τα πράγματά σου και τίποτα άλλο. Και το εξωτερικό μπάνιο ήταν για δέκα-δεκαπέντε άτομα από τα γύρω δωμάτια, δηλαδή δύο τουαλέτες για τριάντα άτομα. Κάποιοι προτιμούν να νοικιάζουν παρέα με δύο ακόμα για να ζουν σαν άνθρωποι, χάνοντας μέρος του μισθού τους, παρά να μένουν εκεί.

Κατά 90% το φαγητό που μας έδιναν δεν τρωγόταν, επί πέντε μήνες αναγκαζόμασταν να τρώμε έξω κάθε μέρα - το σουβλάκι που λέγαμε!

Τη μέρα που πήρα το πρώτο από τα δύο ρεπό, με φώναξε ξαφνικά η λογίστρια να υπογράψω την απόλυσή μου. Ο ιδιοκτήτης με κατηγόρησε ότι... έπαιρνα μπουκάλια από την κάβα. Φυσικά δεν υπέγραψα. «Δεν έχω έρθει μέχρι εδώ για να με πεις κλέφτη» του απάντησα και τελικά έβγαλα όλη την εφιαλτική σεζόν στη Μύκονο.

«Δούλευα 112 ώρες τη βδομάδα και κοιμόμουν σε κουζίνα»

Είμαι 32 χρόνων και πήγα σεζόν για πρώτη φορά πέρυσι. Αυτή η μία φορά έφτασε.

Δούλεψα στην Κύθνο.  Ένα νησί αρκετά κοντά στην Αθήνα, το οποίο μέσα στην καραντίνα αποτελούσε επιλογή για πάρα πολύ κόσμο. Εργαζόμουν ως μάγειρας σε γνωστό εστιατόριο.

Τον Μάιο, όταν πήγαμε, πέρα από τα μαγειρικά κάναμε και χτισίματα. Βάψαμε, κάναμε μαστορέματα στην κουζίνα, βιδώναμε καρέκλες και τραπέζια. Δούλευα 7 ημέρες τη βδομάδα, 16 ώρες τη μέρα.

Ο εργοδότης μου είπε πριν πιάσω δουλειά ότι θα έχω τέσσερις ώρες ελεύθερες πέρα από το οκτάωρο που θα κοιμόμουν. Εντέλει άραζα στην καλύτερη μιάμιση ώρα, με την ψυχή στο στόμα.  Ήμουν ο πρώτος που πήγαινα στο μαγαζί, στις 8.30 το πρωί, κι έφευγα στις 2.30 το βράδυ. Σταματούσαμε να βγάζουμε το φαγητό στις 12-1, μετά όμως είχαμε κι άλλες δουλειές. Να γράψουμε τις προετοιμασίες, να γίνουν απογραφές, να καθαρίσουμε.

Γυρνούσα κομμάτια. Κι όταν σχολάς τέτοια ώρα, δεν σε παίρνει αμέσως ο ύπνος.  Έχεις υπερένταση.

Αυτό που σου λείπει είναι ο προσωπικός χρόνος.  Ένιωθα ότι έχω κατάθλιψη.  Ήμουν μόνος μέσα στο δωμάτιο κι έκλαιγα.

Μέναμε έξι άτομα σε ένα σπίτι που είχε μόνο ένα δωμάτιο κανονικό. Χωρίζαμε τους χώρους μας με κουρτίνες. Εγώ έμενα στην κουζίνα.

Εννοείται ότι έπρεπε να καθαρίσουμε και να απολυμάνουμε όλο τον χώρο εμείς. Είχε κατσαρίδες, ακόμη και σαρανταποδαρούσες. Τα κρεβάτια τα κουβαλήσαμε, ήταν σε μια ταράτσα και πήγαμε να τα πάρουμε. Τα στρώματα ήταν χιλιοχρησιμοποιημένα. Για τον ήλιο γύρω-γύρω βάλαμε στα τζάμια τα χάρτινα σουπλά του μαγαζιού.

Στο «δωμάτιό» μου ήταν και το κοινόχρηστο πλυντήριο. Φτιάξαμε ένα πρόγραμμα για να πλένουν τα ρούχα τους δεκαπέντε άτομα και να μην πέφτει η διαδικασία την ώρα που κοιμόμουν.

Στην αρχή το αφεντικό μου είπε «με ένσημα ή χωρίς;». Του λέω «εννοείται με ένσημα». Δήλωνε όμως μόνο το οκτάωρο. Τις επιπλέον ώρες που εργαζόμουν, όχι.  Έπαιρνα 3,10 ευρώ την ώρα.

Θεωρώ ότι είναι ευκαιρία τώρα που παίζει ένας αυτοστραγγαλισμός από τις συνθήκες που επικρατούν, τις οποίες έχουν δημιουργήσει τα αφεντικά του κλάδου, να διεκδικήσουμε καλύτερες συνθήκες εργασίας. Να καταλάβουν ότι μας έχουν ανάγκη, να καταλάβουν την αξία μας, να καταλάβουμε κι εμείς την αξία μας και να αγωνιστούμε.

Κ.Γ.: «Κάτσε μέχρι να βγει η δουλειά»

Είμαι 33 ετών, δέκα χρόνια δουλεύω σε ξενοδοχεία, τα τέσσερα από αυτά σεζόν. Ξεκίνησα κατά τύχη όταν ήμουν φοιτητής και συνέχισα με την προοπτική ότι κάποια στιγμή θα φύγω. Συνήθως δουλεύω 10ώρα ενώ είμαι δηλωμένος για 4ωρο. Είναι πολύ εντατική δουλειά, ειδικά στις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες δεν σταματάς, άντε να κάνεις ένα μισάωρο διάλειμμα. Το τρέξιμο είναι διαρκές διότι είναι τεράστιος ο όγκος των πελατών και της δουλειάς. Οι απλήρωτες υπερωρίες είναι καθεστώς. «Κάτσε μέχρι να βγει η δουλειά» σου λένε.

Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά στα εστιατόρια, η σεζόν βγαίνει χωρίς ρεπό. Τα λεφτά δεν σε καλύπτουν. Εγώ έπαιρνα, όταν δούλεψα ως προϊστάμενος, 1.300 ευρώ τον μήνα, ενώ ο σερβιτόρος 900. Αναγκαστικά κάνεις μια ασκητική ζωή μήπως και μαζέψεις λεφτά για τον χειμώνα. Ξέρεις ότι χάνεις όλο το καλοκαίρι, αλλά συμβιβάζεσαι για να αντέξεις.

Ενας συνάδελφος σεφ στη Ρόδο έφευγε μόνο δύο ώρες το μεσημέρι για ξεκούραση. Μιλάμε για απίστευτα ωράρια. Κι όταν το έλεγε στη διοίκηση, του απαντούσαν να... βάλει πλάτη - «δέκα μέρες έμειναν, τελειώνουμε».

Σε ξενοδοχείο στην Κω δουλεύαμε επί μία εβδομάδα χωρίς ρεύμα εξαιτίας μιας πυρκαγιάς στο νησί. Κυκλοφορούσαμε στα σκοτάδια, οι μάγειρες μαγείρευαν με φακό στο κεφάλι, διαρκώς υπήρχε κίνδυνος για ατύχημα, ειδικά στους χώρους με τις πισίνες, καθώς η γεννήτρια έφτανε μόνο για το κεντρικό κτήριο. Η διοίκηση αδιαφορούσε.

Σπάνια είναι καλές οι συνθήκες διαμονής. Οι περισσότεροι μένουν σε δωμάτια με βρόμικες τουαλέτες χωρίς air condition και δεν μπορούν να κοιμηθούν τα βράδια, όλο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Οι «παλιοί» συνήθως εξασφαλίζουν καλύτερα δωμάτια, λες και είμαστε στον στρατό.

Μιλιταριστικό είναι και το στιλ στο φαγητό «εσείς θα φάτε από αυτό, οι προϊστάμενοι από το άλλο». Γενικά στα περισσότερα ξενοδοχεία οι εργαζόμενοι απαγορεύεται να φάνε από τον μπουφέ ή από τα πιάτα που ετοιμάζουν για τους πελάτες.

Στην πανδημία οι εργοδότες βρήκαν πάτημα να φέρουν λιγότερο προσωπικό αφού αξιοποίησαν (και) το πρόγραμμα Συν-Εργασία.  Έχουν γίνει ακόμα πιο αδίστακτοι.


Άοπλο το ΣΕΠΕ απέναντι στην εργοδοτική ασυδοσία

Υποστελεχωμένο και χωρίς σαφές νομικό πλαίσιο και τα απαραίτητα εργαλεία, το αφοπλισμένο από την κυβέρνηση Μητσοτάκη Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας δεν μπορεί να ελέγξει αποτελεσματικά τους χώρους εργασίας όπου κυριαρχεί ο νόμος του εργοδότη

Επιθεωρητές εργασίας με μεγάλη εμπειρία από ελέγχους σε τουριστικούς προορισμούς τα τελευταία χρόνια περιγράφουν στην ΑΥΓΗ της Κυριακής το τοπίο που συναντούν. “Κυριαρχούν οι προφορικές συμφωνίες μεταξύ εργοδοτών και εργαζόμενων που έρχονται από όλα τα μέρη της Ελλάδας στα νησιά, σεφ, σερβιτόροι, μάγειρες, πολλοί εξ αυτών με γνώσεις και εξειδίκευση, με στόχο να μαζέψουν χρήματα για να βγάλουν τη χρονιά. Συνήθως οι συμφωνίες προβλέπουν αυξημένους μισθούς σε σχέση με τον κατώτατο αλλά δεν γίνεται συγκεκριμένη κουβέντα για ωράρια και ρεπό”.

Κάποιοι λένε ότι εν γνώσει του πάει ο εργαζόμενος «για να οικονομήσει». Ωστόσο, τονίζουν οι συνομιλητές μας, οι συμφωνίες πολλές φορές δεν τηρούνται, «αν γίνει μια στραβή στον εργοδότη, ενώ είχαν συμφωνήσει για μισθό 3.000 ευρώ θα του δώσει 1.000 και ο εργαζόμενος συνεχίζει τα δωδεκάωρα». Τον Σεπτέμβριο έρχονται στις υπηρεσίες των Επιθεωρήσεων Εργασίας σωρηδόν περιπτώσεις εργαζόμενων επειδή αθετήθηκε η προφορική συμφωνία!

Υπάρχουν και οι έντυπες συμβάσεις, με μισθό κατά τι αυξημένο σε σχέση με τον κατώτατο, έχουν καταγεγραμμένο οκτάωρο - πενθήμερο, αλλά ποτέ δεν τηρούνται. «Η λύση θα ήταν η υπογραφή ΣΣΕ υποχρεωτικής στον κλάδο, η τήρηση της οποίας θα ελέγχεται από τους επιθεωρητές». «Αξιοποιούνται» επίσης πρακτικάριοι από άλλες χώρες ή/και μαθητευόμενοι του ΟΑΕΔ που στην ουσία προσφέρουν απλήρωτη εργασία στους εργοδότες.

Παράλληλα, «οι εργαζόμενοι καλύπτουν με ένα μέρος του μισθού τους το κόστος της διαμονής ή στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον σε δωμάτια που τους παραχωρεί ο εργοδότης».

Η Επιθεώρηση Εργασίας δεν έχει εικόνα των εργατικών ατυχημάτων, καθώς δεν τηρούνται στατιστικά στοιχεία. «Συνήθως ξενοδοχοϋπάλληλοι υφίστανται κόπωση ή οι άνθρωποι που δουλεύουν στις ψησταριές και τις ταβέρνες, αλλά και τα νέα παιδιά που τρέχουν μέσα στον ήλιο στα μπιτς μπαρ».

Δεν υπάρχει βούληση από τη σημερινή πολιτική ηγεσία

Το ΣΕΠΕ για να δουλέψει «δεν μπορεί να εξαρτάται από το φιλότιμο των επιθεωρητών, χρειάζεται σαφές νομοθετικό πλαίσιο και συγκεκριμένα εργαλεία». Για παράδειγμα, τονίζουν οι επιθεωρητές, την περίοδο 2018-2019 υπήρχε σαφής κατεύθυνση στην υπηρεσία, από την πολιτική ηγεσία (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ), ώστε να παταχθεί η αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς (Ρόδο, Κέρκυρα, Πάρο κ.λπ.) Τα πρόστιμα ήταν ιδιαίτερα υψηλά για αυτές τις δύο παραβάσεις

Το 2021 προέβησαν σε πολύ λιγότερους ελέγχους και «η επιλογή της πολιτικής ηγεσίας (κυβέρνηση Ν.Δ.) ήταν να επικεντρωθούμε στον έλεγχο των υγειονομικών μέτρων για την Covid». Ενώ ήδη από το 2019 έχει καταργηθεί η αυτοτέλεια του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, η οποία πλέον (Ν. 4808/21) μετατράπηκε σε ανεξάρτητη αρχή, «ένα γραμμάτιο του Μητσοτάκη προς τους εργοδότες».

Πρόστιμα - χάδι για τις μεγάλες επιχειρήσεις

Το νομοθετικό πλαίσιο για τις υπερωρίες έχει κονιορτοποιηθεί, ο εργαζόμενος καλείται να δουλέψει τώρα δεκάωρο και (υποτίθεται) να το συμψηφίσει. Δεν γίνεται, λένε οι επιθεωρητές, να είσαι διαρκώς στην ίδια επιχείρηση ώστε να ελέγξεις αν θα συμψηφιστεί το δεκάωρο με ρεπό. Παράλληλα, το ύψος των προστίμων είναι πολύ χαμηλότερο σε σχέση με παλαιότερα και πλέον δεν λαμβάνει υπόψιν κριτήρια όπως το μέγεθος της επιχείρησης ή αν υπάρχει υποτροπή στην παράβαση. Η καινούργια κατηγοριοποίηση (μετά από υπουργική απόφαση επί Βρούτση) έχει αφαιρέσει αυτά τα κριτήρια και το πρόστιμο είναι «φιξ». Όλα τα πρόστιμα είναι πολύ χαμηλότερα για οποιαδήποτε παράβαση. «Το πρόστιμο ήταν αντικίνητρο και προστάτευε το αδύναμο μέρος, που είναι ο εργαζόμενος, ενώ ενίσχυε και τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ εργοδοτών, αφού δεν εξίσωνε τον μεγάλο με τον μικρό», σημειώνουν.

Δέκα χρόνια χωρίς επιθεωρητή η Σαντορίνη

Σε πολλούς τουριστικούς προορισμούς δεν υπάρχουν καν υπηρεσίες της Επιθεώρησης Εργασίας. Στη Σαντορίνη είναι κλειστή η υπηρεσία πάνω από δέκα χρόνια. Έτσι, οι έλεγχοι που επιχειρούν να κάνουν για κάποιες ημέρες κλιμάκια από την Αθήνα στα νησιά με πιο πολύ τουρισμό είναι ήδη ναρκοθετημένοι: «σίγουρα θα πέσει ‘σύρμα’ από τον λογιστή του πρώτου εργοδότη που ελέγχεται (στέλνουν ακόμη και φωτογραφίες των επιθεωρητών σε λίστα στο Facebook), ώστε όλοι οι εργοδότες να είναι έτοιμοι στα χαρτιά και να μην αιφνιδιαστούν.

Αν ωστόσο υπήρχε μια επαρκώς στελεχωμένη τοπική υπηρεσία, θα μπορούσε επί τόπου να ελέγξει μια καταγγελία», τονίζουν οι επιθεωρητές. Η μόνη ενίσχυση τα τελευταία χρόνια είναι η προκήρυξη, από την προηγούμενη κυβέρνηση, 53 θέσεων που δεν αρκούν, δεδομένων των συνταξιοδοτήσεων και των αποχωρήσεων. Η απάντηση στην έλλειψη εργατικού δυναμικού, τονίζουν οι επιθεωρητές Εργασίας, είναι απλή: «να δώσουν οι εργοδότες κίνητρα, κίνητρα μισθολογικά αλλά και σταθερή εργασία, καλές συνθήκες και πάντα στο πλαίσιο της νομιμότητας».

Ο χάρτης της υποστελέχωσης

Με βάση τα στοιχεία που συνέλεξε η ΑΥΓΗ της Κυριακής, στο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Σύρου - Μήλου, που έχει αρμοδιότητα ελέγχου σε Σύρο, Μύκονο, Μήλο, Σίφνο, Σέριφο, Κίμωλο, Πάρο, Αντίπαρο, υπηρετούν δύο επιθεωρήτριες. Στο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Νάξου, που έχει αρμοδιότητα ελέγχου σε Νάξο, Αμοργό, Ηρακλειά, Κουφονήσια, Δονούσα, Σχοινούσα, Θήρα, Ίο, Σίκινο, Ανάφη, Θηρασιά, Φολέγανδρο, υπηρετούν τρεις επιθεωρητές/τριες. Στο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Άνδρου, που έχει αρμοδιότητα σε Άνδρο και Τήνο, υπηρετεί ένας ολόκληρος επιθεωρητής.

Η ίδια πάνω - κάτω κατάσταση επικρατεί στο σύνολο της επικράτειας, π.χ. στα Νησιά του Ιονίου με τα Τμήματα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Κεφαλληνίας - Ιθάκης και της Ζακύνθου να διαθέτουν έναν μόνο άνθρωπο το καθένα. Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα, τι μπορεί να κάνει αυτός ο ένας επιθεωρητής ή επιθεωρήτρια. Ελέγχους, να δώσει ενημέρωση στους εργαζόμενους για τα εργασιακά τους δικαιώματα ή να επιλύσει τις εργατικές διαφορές;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου