26 Σεπτεμβρίου 2023

Ανεμογεννήτριες και δάση: μια αντινομική σχέση - Του Γιώργου Μπάλια*

Dreamstime.com

Σε αντίθεση με την ελληνική νομοθεσία, άλλα ευρωπαϊκά κράτη θέτουν αυστηρές προϋποθέσεις για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε δάση και δασικές εκτάσεις.

Το τελευταίο διάστημα, φαίνεται να ξεπροβάλλει στον ορίζοντα ένας νέος μανιχαϊσμός: από τη μια πλευρά η συνωμοσιολογία που περιστρέφεται γύρω από την άρνηση της κλιματικής αλλαγής και από την άλλη η ανάδειξη της επείγουσας ανάγκης για ανάπτυξη των ΑΠΕ, ιδίως των αιολικών σταθμών (Α/Σ), θυσιάζοντας ακόμη και δάση ή αναδασωτέες εκτάσεις.

Ο εν λόγω μανιχαϊσμός συντηρείται και προβάλλεται συστηματικά από τις εταιρείες αιολικής ενέργειας (αρκετές από αυτές μάλιστα έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους και επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα). Οι εταιρείες αυτές, αναδεικνύοντας τον παραλογισμό τής ως άνω συνωμοσιολογίας, τον χρησιμοποιούν για να επηρεάσουν ή ακόμη και να πειθαναγκάσουν την κοινωνία να δεχθεί ότι η μόνη αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι η εγκατάσταση Α/Σ μεγάλης κλίμακας και αν χρειαστεί, αυτή να γίνει ακόμη και σε δάση ή σε δασικές εκτάσεις, χωρίς, μάλιστα, κανένα όριο.

Οι εν λόγω εταιρείες έχουν συμμάχους, σε αυτή την προσπάθεια, την εθνική νομοθεσία και όταν αυτή δεν τους βολεύει χρησιμοποιούν τη Δικαιοσύνη, όπως συνέβη με την ΣτΕ Ολομ. 2499/2012 με την οποία, για πρώτη φορά, αναγνωρίζεται ότι ακόμη και αν δεν έχει αρθεί η πράξη αναδάσωσης, δηλαδή δεν έχει επανέλθει η δασική βλάστηση στην πρότερη κατάσταση, επιτρέπεται η εγκατάσταση ανεμογεννητριών! Πρόκειται για ευθεία παράβαση του Συντάγματος καθώς το δικαστήριο δεν ερμήνευσε την οικεία διάταξη του Συντάγματος (άρθρο 117, παρ. 3) αλλά νομοθέτησε κόντρα στη γραμματική και ιστορική ερμηνεία τής εν λόγω διάταξης (βλ. μειοψηφία στην απόφαση εννέα δικαστών).

Περαιτέρω, οι εταιρείες προσπαθούν να δείξουν ότι το παραπάνω αντιθετικό δίπολο παίρνει μια ειδικότερη μορφή: συνωμοσία ή Σύνταγμα, επιστρατεύοντας για τον σκοπό αυτό νομικούς, οι οποίοι σε άρθρα με βαρύγδουπους τίτλους («Θεωρία συνωμοσίας και συνταγματική θεωρία») αλλά με επιχειρήματα νηπιαγωγείου (βλ. «Η Καθημερινή», 13.7.2023) υποστηρίζουν ότι από συνταγματική άποψη είναι επιτρεπτή η άνευ ορίων και όρων ανάπτυξη Α/Σ και γενικότερα ανανεώσιμης ενέργειας, ακόμη και σε ευαίσθητα οικοσυστήματα όπως είναι τα δασικά.

Ομως, θα πρέπει πάραυτα να απαλλαγούμε από αυτόν τον κακόβουλο μανιχαϊσμό, με οδηγό τη νομοθεσία και τη νομολογία. Κατ’ αρχάς, αν ανατρέξει κάποιος στον κλιματικό νόμο της Ε.Ε. (Κανονισμός 2021/1119) θα διαπιστώσει ότι προβλέπει να ενισχυθούν οι φυσικές καταβόθρες του CO2 που είναι κυρίως τα δάση και οι δασικές εκτάσεις. Με άλλες λέξεις, η ενίσχυση των φυσικών καταβοθρών του CO2, ως ένα από τα βασικά μέτρα μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με τη διατήρηση και προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων.

Επίσης, η νέα πρόταση κανονισμού για την αποκατάσταση της φύσης προβλέπει την ενίσχυση των δασών και των δασικών εκτάσεων (είναι η πρόταση που καταψήφισαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η Ν.Δ. και το ΕΛΚ), πολλώ δε μάλλον που η κατάστασή τους επιδεινώνεται διαρκώς (οι εντεινόμενες και πολλαπλασιαζόμενες μεγαπυρκαγιές είναι ένας μείζων αρνητικός παράγοντας). Με βάση, λοιπόν, τις παραπάνω επισημάνσεις, προκύπτει ότι δεν είναι λογικό ούτε νόμιμο από τη μια πλευρά να θυσιάζουμε δάση για την ανάπτυξη μέτρων μετριασμού (όπως είναι οι Α/Σ) και από την άλλη, εξαιτίας αυτής της θυσίας, να μειώνονται οι εκτάσεις των φυσικών καταβοθρών (που εντάσσονται και αυτές στα μέτρα μετριασμού).

Τα σχετικά επιστημονικά στοιχεία μπορεί να τα αναζητήσει κάποιος στην τελευταία έκθεση της IPCC (AR6 Synthesis Report: Climate Change 2023). Να σημειωθεί, επίσης, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε πρόσφατη ανακοίνωση (2021) επισημαίνει πως για την εγκατάσταση μιας ανεμογεννήτριας απαιτούνται πέντε στρέμματα γης. Αν δε αυτό το συνδέσουμε με το γεγονός ότι το 50% έως 60% των δασών στην Ε.Ε. είναι σε περιοχές του δικτύου Natura 2000, κατανοούμε τη σημαντική βλάβη της δασικής και της γενικότερης βιοποικιλότητας από την εγκατάσταση Α/Σ.

Σε αντίθεση με την ελληνική νομοθεσία, άλλα ευρωπαϊκά κράτη (Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Η.Β., Σουηδία, Δανία κ.λπ.) θέτουν αυστηρές προϋποθέσεις για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε δάση και δασικές εκτάσεις, έτσι ώστε ελάχιστες αιτήσεις να γίνονται δεκτές (κυμαίνονται από 2% μέχρι 6% των συνολικών αιτήσεων). Οι εν λόγω εθνικές νομοθεσίες είναι σε πλήρη ευθυγράμμιση με τη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων. Πράγματι, στη Γερμανία, στη Νομοθεσία για τη Φύση, προβλέπεται ότι η έκταση των δασών που μπορεί να θυσιαστεί για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε εκτάρια το μάξιμουμ (μπορεί να είναι και λιγότερα καθόσον εξαρτάται από τη συνολική έκταση του δάσους).

Τούτο δε υπό μια αυστηρή προϋπόθεση: θα πρέπει να αποδείξει ο επενδυτής ότι δεν υπήρχε δυνατότητα να εγκαταστήσει τον Α/Σ σε μια από τις υποβαθμισμένες περιοχές της διοικητικής περιφέρειας (π.χ. εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ΧΥΤΑ, ΒΙΠΕ κ.λπ., που είναι καταγεγραμμένες). Να σημειωθεί ότι στη Γερμανία, οι ζώνες υποδοχής Α/Σ καθορίζονται εκ των προτέρων με βάση προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η παραπάνω νομοθεσία είναι απόρροια της νομολογίας του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Γερμανίας.

Στη Γαλλία, σύμφωνα με τον πρόσφατο νόμο (2023), οι ζώνες εγκατάστασης Α/Σ ορίζονται εκ των προτέρων αφού εν τω μεταξύ έχει προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Περαιτέρω, απαγορεύεται η εγκατάσταση Α/Σ πλησίον ή εντός ζωνών ειδικής προστασίας (που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την οδηγία 2009/147 για τα άγρια πτηνά) ή πλησίον ή εντός ειδικών ζωνών διατήρησης (που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την οδηγία 92/43 για τα είδη και τους οικότοπους), οι οποίες περιλαμβάνουν χειρόπτερα. Αναφορικά με τα δάση, ακολουθείται η νομολογία του γαλλικού ΣτΕ. Σύμφωνα με αυτήν, η εγκατάσταση Α/Σ σε δάση ή δασικές εκτάσεις τελεί υπό δύο προϋποθέσεις: α) η περιοχή στην οποία θα εγκατασταθεί ο Α/Σ θα πρέπει να έχει έλλειμμα ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή η παραγόμενη στην περιοχή ηλεκτρική ενέργεια να μην καλύπτει τις ενεργειακές της ανάγκες, β) η παραγόμενη από τον συγκεκριμένο Α/Σ ηλεκτρική ενέργεια να μπορεί να καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες της περιοχής (ένα είδος τοπικοποίησης της παραγωγής και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας). Παραπλήσιες προς αυτές της Γαλλίας είναι οι ρυθμίσεις του Βελγίου και η νομολογία του βελγικού ΣτΕ.

Με βάση τα όσα προηγήθηκαν, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα δεν είναι η ανάπτυξη των ΑΠΕ, καθώς είναι απαραίτητη συνθήκη για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Το ζήτημα είναι το περιεχόμενο του ενεργειακού μείγματος και η ένταξη της κοινωνίας και της τοπικής αυτοδιοίκησης στην ανάπτυξη των ΑΠΕ. Εδώ, λοιπόν, αντιπαρατίθενται δύο πολιτικές προτάσεις:

α) Η νεοφιλελεύθερη πρόταση που δίνει προτεραιότητα στις μεγάλες εταιρείες που κατασκευάζουν φαραωνικά έργα εις βάρος των δασών και των δασικών εκτάσεων. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατέθεσε η κυβέρνηση στην Επιτροπή για να ενταχθεί στη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας διαπερνάται από αυτή τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη, με αποτέλεσμα ο κύριος όγκος των χρηματοδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης να οδηγείται στις μεγάλες εταιρείες, αφήνοντας ψίχουλα για την κοινωνία και τις μικρές επιχειρήσεις.

β) Η ολιστική οικολογική-κοινωνική πρόταση στην οποία συνυπάρχουν η προστασία του κλίματος και η προστασία της βιοποικιλότητας (στην οποία περιλαμβάνονται βεβαίως και τα δάση). Στην εν λόγω πρόταση το ενεργειακό μείγμα παίρνει άλλα, εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, η ένταξη ενεργειακών κοινοτήτων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (πολιτών ή ΟΤΑ) στη διαδικασία παραγωγής και κατανάλωσης ανανεώσιμης ενέργειας συνιστά μια δημοκρατική και αποκεντρωμένη διαχείριση της ανάπτυξης μέτρων μετριασμού, η οποία συμβάλλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, χωρίς να πλήττει άλλους περιβαλλοντικούς στόχους (αφθονούν τα παραδείγματα από τις χώρες της Ευρώπης, Γερμανία, Αυστρία, Δανία, Φινλανδία, Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία, Κροατία κ.λπ.).

Περαιτέρω, το νέο ενεργειακό μείγμα δεν προκαλεί βλάβη στη δασική και στη γενικότερη βιοποικιλότητα, συμβάλλοντας, επιπλέον, στη δίκαιη ενεργειακή μετάβαση. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η τοποθέτηση Φ/Β στις στέγες σπιτιών και δημόσιων κτιρίων. Η εν λόγω δράση είναι αποκεντρωμένη, αποτελεσματική και απαντά στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης της κλιματικής κρίσης, δεδομένου ότι δεν απαιτεί να προηγείται η (χρονοβόρα) εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Επίσης, συμβάλλει στη δίκαιη μετάβαση καθόσον η παραγόμενη ανανεώσιμη ενέργεια θα παρέχεται στους πολίτες είτε δωρεάν (όταν πρόκειται για ευάλωτα νοικοκυριά) ή με κλιμακούμενο κόστος (ανάλογα με το εισόδημα). Είναι προφανές, λοιπόν, ποιους δεν συμφέρει αυτή η επιλογή: τις μεγάλες εταιρείες και τους πολιτικούς τους πάτρωνες και για τον λόγο αυτό την καταπολεμούν. Είναι χρέος μας, ως πολίτες, να την προβάλουμε και να την υπερασπιστούμε.

*Αν. καθηγητής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου