25 Σεπτεμβρίου 2023

Το «σπίτι» και ο Σύλλογος των Ελλήνων Αρχαιολόγων - Του Τάση Παπαϊωάννου*

Ανασκαφή-Λαδοπαστέλ σε χαρτί-Τάσης Παπαϊωάννου

Μια απόφαση που επιχειρεί να στραγγαλίσει τον συνδικαλιστικό φορέα των αρχαιολόγων, επειδή εκείνος δεν συμπλέει με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης.

Εχουμε την τύχη να ζούμε σε έναν τόπο διάσπαρτο από ερείπια μεγάλων πολιτισμών του παρελθόντος, σε ένα έδαφος γεμάτο από θραύσματα μνήμης πολλών γενεών ανθρώπων που έζησαν πριν από εμάς σε αυτά τα χώματα. Οπου και να στρέψεις το βλέμμα σου, αντικρίζεις πέτρες όπου πάνω τους έχει σμιλευτεί η μακραίωνη ιστορία τούτης της γης.

Είναι σε όλους γνωστό ότι αυτοί που διαχρονικά δίνουν τη μάχη για τη σωτηρία αυτών των συγκλονιστικών ιστορικών τεκμηρίων είναι κυρίως οι Ελληνες αρχαιολόγοι, μαζί με τους ξένους συναδέλφους τους. Επιδεικνύουν ένα τεράστιο και ανεκτίμητο έργο, αφιερώνοντας –οι περισσότεροι/ες εξ αυτών– ολόκληρη τη ζωή τους σε ανασκαφές, αλλά και στην ιστορική έρευνα και τεκμηρίωση, δουλεύοντας με αξιοθαύμαστη υπομονή και επιμονή μυρμηγκιού. Φέρνουν στο φως στοιχεία από τη ζωή περασμένων γενεών που για χιλιετίες ήταν σκεπασμένα με το παχύ στρώμα της λήθης. Την ίδια στιγμή μάς αποκαλύπτουν τα μυστικά των μακρινών αυτών κοινωνιών, τα ήθη και τα έθιμά τους, την οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωσή τους. Μας φανερώνουν έναν κόσμο της αρχαιότητας χαμένο μέσα στη σκόνη του χρόνου, η γνώση του οποίου είναι τόσο χρήσιμη και αναγκαία τη σημερινή εποχή.

Από τη δική τους, άλλωστε, αταλάντευτη διαχρονική επιμονή, έχει διασωθεί και σημαντικό μέρος της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική χώρα. Σε όλους αυτούς, τους (γνωστούς και άγνωστους) αρχαιολόγους, οφείλουμε τα νέα κάθε φορά αρχαιολογικά ευρήματα που έρχονται να προστεθούν δίπλα στα παλαιότερα και βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση των κοινωνιών του παρελθόντος, αλλά και στην κριτική αποτίμηση του δικού μας, σύγχρονου πολιτισμού.

Κι όμως, πολεμιούνται, λοιδορούνται, ενώ συχνά προπηλακίζονται κιόλας, επειδή απλώς επιτελούν με αυταπάρνηση την εργασία τους. Δεν ακούν τις φωνές των Σειρήνων, παραμένουν προσηλωμένοι, σταθεροί κι αμετακίνητοι στις αρχές τους κι ας πάνε αρκετές φορές κόντρα στο ρεύμα των καιρών. Ας αφήσουμε, λοιπόν, ελεύθερους και ανεπηρέαστους τους αρχαιολόγους μας να επιτελέσουν το σημαντικό έργο τους. Ενα έργο που απευθύνεται όχι μόνον στη δική μας γενιά, αλλά και στις μελλοντικές που θα έρθουν μετά από εμάς. Χωρίς υπονομεύσεις, προσπάθειες χειραγώγησης και ανυπόστατες συκοφαντίες. Φτάνουν τα εμπόδια που πρέπει να υπερνικήσουν βρισκόμενοι απέναντι στη Λερναία Ύδρα της ελληνικής γραφειοκρατίας και την παροιμιώδη δυσλειτουργία του κρατικού μηχανισμού.

Σήμερα, όμως, γινόμαστε μάρτυρες μιας ακόμη απερίγραπτης και πρωτοφανούς, είναι αλήθεια, δίωξης προς το συνδικαλιστικό τους όργανο (ΣΕΑ). Και μάλιστα, όχι από κάποιους που για ίδιον συμφέρον και ιδιοτελείς σκοπούς αντιδρούν στο έργο τους, αλλά από την ίδια την ηγεσία του υπουργείου τους! Αναφέρομαι, φυσικά, στην απαράδεκτη και εκδικητική απόφαση της υπουργού ΥΠΠΟΑ, να προχωρήσει σε «έξωση» του συλλόγου τους από το «ΣΠΙΤΙ» τους. Τη γνωστή σε όλους «στέγη των αρχαιολόγων», όπως τη γνωρίζαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια, μέσω των πάμπολλων πολιτιστικών-επιστημονικών-κοινωνικών δράσεων και εκδηλώσεων που διοργανώνονταν τόσο εντός του διατηρητέου κτιρίου όσο και στον όμορφο κήπο του. Μια απόφαση που επιχειρεί να στραγγαλίσει τον συνδικαλιστικό φορέα των αρχαιολόγων, επειδή εκείνος δεν συμπλέει με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα του πολιτισμού (και όχι μόνον) και –άκουσον άκουσον!– ασκεί κριτική στις καταστροφικές επιλογές της υπουργού.

Αλίμονο, όμως, αν οι συνδικαλιστικοί-επιστημονικοί φορείς δεν εκφράζουν ελεύθερα και κυρίως ακηδεμόνευτα την άποψή τους για τα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο τους όσο και για τα γενικότερα προβλήματα που ταλανίζουν τη νεοελληνική κοινωνία. Είναι δημοκρατικό καθήκον και υποχρέωση όλων μας (πόσο μάλλον της επιστημονικής κοινότητας), η συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο και, μέσω αυτού, η κριτική για τα κακώς κείμενα της καθημερινότητάς μας. Ο ανοιχτός και ανεμπόδιστος διάλογος των πολιτών, εξάλλου, είναι αυτός που εκφράζει και αναδεικνύει την πολιτισμική στάθμη μιας κοινωνίας. Η δημόσια κριτική, μην το ξεχνάμε, είναι κύριο χαρακτηριστικό του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Αυτή την κριτική και τις αντιδράσεις των ειδικών επιστημόνων απεχθάνεται και φοβάται η κυβέρνηση, τη δική τους υπεύθυνη και τεκμηριωμένη θέση θέλει να φιμώσει, στην προσπάθειά της να περάσει νομοσχέδια που καταστρατηγούν τον δημόσιο χαρακτήρα του πολιτισμού και της εθνικής κληρονομιάς. Πώς να εξηγήσει αλλιώς κανείς τον ζήλο της ηγεσίας του υπουργείου να εξαγγείλει ασμένως τα σχέδιά της (ανάμεσα σε άλλα), για «την ανάθεση των ανασκαφών και των αρχαιολογικών έργων σε εργολαβικές εταιρείες, την ιδιωτικοποίηση λειτουργιών των Υπηρεσιών, ακόμη και τη φύλαξη των αρχαιοτήτων»; Στο τέλος τίποτε δημόσιο δεν θα μείνει αλώβητο από τα αρπαχτικά, που περιμένουν γεμάτα βουλιμία να αποκτήσουν τα πάντα, να απλώσουν το χέρι τους ακόμη και στον ανεκτίμητο αρχαιολογικό πλούτο της χώρας, σαν να μην τους φτάνουν όλα αυτά που λυμαίνονται, χρόνια τώρα.

«Το μόνον που επιζητούν οι Ελληνες αρχαιολόγοι, οι καθημερινώς μοχθούντες και αγωνιζόμενοι εντός της ενεργού υπηρεσίας, είναι να αποκτήσουν υπηρεσίαν αξιοπρεπή, ανταξίαν της αποστολής των, αποδοτικήν και ικανήν να ανταποκριθεί εις τας απαιτήσεις και τας θυσίας του Εθνους και του Κράτους»* έγραφε το καλοκαίρι του 1960 ο Χρήστος Καρούζος.

Πέρασαν 63 χρόνια από τότε και θαρρείς ότι τούτα τα λόγια είναι ακόμη επίκαιρα! Οτι τίποτε δεν έχει αλλάξει για τους «καθημερινώς μοχθούντες και αγωνιζόμενους» αρχαιολόγους μας. Σαν να γυρίζουμε πίσω, σε άλλες εποχές, που όλοι μας θέλουμε να ξεχάσουμε. Ας σταθούμε, λοιπόν, δίπλα στους Ελληνες αρχαιολόγους, οι οποίοι, σεβόμενοι «τας θυσίας» της χειμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας, δίνουν τον αγώνα τους –που είναι και δικός μας αγώνας!– προκειμένου να μην επιτρέψουν την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών της χώρας μας, να σταθούν απέναντι στην επαπειλούμενη εκποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

** Χρήστος Ι. Καρούζος, «Μικρά κείμενα», Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα 1995.

*Αρχιτέκτων-ομότιμος καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου