ΕΙΚΟΣΙ ΤΡΙΑ χρόνια. Ογδόντα νεκροί κι ένα μικρό αγοράκι, που κεριά γενεθλίων δε πρόλαβε να σβήσει στην τούρτα της ζωής του. Μαύρο κύμα το άρπαξε από τα χέρια της μάνας κι άφησε τη γιαγιά να εκλιπαρεί το θεό να ανταλλάξει τη ζωή της, με τη δική του...
Καράβια-πλωτά φέρετρα στο Αιγαίο
και το θανατικό, που 'παιζε για καιρό κρυφτούλι με τους ανυπεράσπιστους
νησιώτες, τους κόλλησε σαν όστρακα χωρίς μαργαριτάρι στα βότσαλα του
βυθού και στις ανήλιαγες καμπίνες του ΣΑΜΙΝΑ. Εξπρές στα βάθη του
μεσονυκτίου, μεσοπέλαγα.
Τρέμουλο, ρίγος και θρήνος βαρύς εκείνο το
βράδυ στη Σάμο και την Ικαρία. Πώς να αντέξεις, πώς να περιγράψεις τόση
οδύνη-τόσο χαμό… Πώς να μη σε αγγίξει η απόλυτη απόγνωση στα μάτια των
συγγενών!
Οι πληροφορίες έρχονταν στα δημοσιογραφικά γραφεία ετερόκλητες, οι τραγικές αλήθειες τόσο ανείπωτα απίστευτες, που έμοιαζαν ψέμα. Οι ελπίδες διάσωσης, αληθοφανώς αναγκαίες, για να αφήνουν στους απελπισμένους ένα φινιστρίνι ανοιχτό στη μοίρα.
Ψαράδες της Πάρου, δυνάμεις ΕΜΑΚ, λιμενικοί, συνταξιδιώτες, εκείνος ο στρατιώτης που έσωσε τόσους μα δε σώθηκε ο ίδιος. Άνθρωποι γιγαντιαία μαχόμενοι για να ανασύρουν ζωντανές εκείνες τις ζωές που κάποιοι καταβύθισαν με την εγκληματική τους αδιαφορία εν μέσω πολλαπλών συναλλαγών.
Μαύρες σακούλες, γοεροί τελευταίοι αποχαιρετισμοί, αλγεινές εμπειρίες, πνιγμένα μάτια και ψυχές σε ιστορίες που η μόνη διαθέσιμη για τους ναυαγούς «λέμβος» πάνω στο σαπιοκάραβο να ναι εκείνη που ο μαύρος περαματάρης έλαμνε στα νερά της Αχερουσίας...
Οι «πόρτες» της Πάρου. Πόρτες που έκλεισαν για πάντα και σφάλισαν με μαύρο, 81 πόρτες σπιτιών.
23 και βάλε χρόνια ζούμε τη διαρκή καταβύθιση ενός κράτους με πάγια ανικανότητα να διαχειριστεί κάθε έκτακτη κατάσταση, κάθε κρίση. Ένας μηχανισμός που «έμπαζε» και μπάζει από παντού νερά και δεν είχε (δεν έχει και ποτέ...), «γρήγορα αντανακλαστικά». Με «καπεταναίους» που χαζεύουν «μπάλα» κι αφήνουν το κάθε λογής τιμόνι, στα χέρια των αδαών και των «δεύτερων»… Με τους «δεύτερους» να πνίγουν ανθρώπους ΜΕΣΑ ή λίγο πιο έξω από το λιμάνι.
Κάποτε, μας έπνιγαν μέσα στα πλοία της γραμμής. Πριν λίγες μέρες, πέταξαν τον Αντώνη στο λιμάνι του Πειραιά γιατί ήταν τάχα μου "ένας τρελός"... Προχτές, αφέθηκαν αβοήθητοι οι άνθρωποι να πνιγούν στη Θεσσαλία.
Πνιγμένοι. Σε κατολισθήσεις και πλημμυρίδες από προβλήματα επιβίωσης και διαβίωσης. Ανάμεσα στα ζώα που σαπίζουν μέσα στο λασπουριό και στα σαπρόφυτα που λυμαίνονται τον πολιτικό βίο.
«Το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκκαλο» δήλωνε -τότε- με πολιτικό θράσος και εμφορούμενη την αλαζονεία του ρόλου του, ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Χρήστος Παπουτσής, μη έχοντας καν τη στοιχειώδη ευθιξία να παραιτηθεί!
Τελικά, σε αυτήν την έρμη χώρα, σε κάθε συμβάν που εξεγείρει την κοινή γνώμη, το… «μαχαίρι στο κόκκαλο» υπόσχονται όλοι οι ηγητορίσκοι πως θα φτάσει. Έλα μου όμως που πάντα αυτό, πιάνει και στομώνει στο… λίπος!
Είκοσι τρία χρόνια από εκείνη τη νύχτα με τους ογδόντα και έναν, πνιγμένους. Ο κρατικός μηχανισμός, απίστευτα βραδυπορών και ασθμαίνων, εξακολουθεί να κινείται νωχελικά στα «έκτακτα περιστατικά», μα τάχιστα στα «φοροεισπρακτικά». Στα επιβαλλόμενα πρόστιμα, στα χαράτσια που τρώνε κατακέφαλα οι μικρομεσαίοι κι οι μισθωτοί, στις αλυσιδωτές υπέρογκες αυξήσεις των αγαθών. Κι σε όλο αυτό το κύμα που πνίγει και καταβυθίζει τον οικογενειακό προϋπολογισμό, πετάνε δυο τρία ημιδιάτρητα σωσίβια: «Πάρε-pass», κι άει πνίξου!
Εκείνοι που διαχρονικά κρατούν και νέμονται την εξουσία, παραμένουν βουτηγμένοι στο χυλό μιας απολιτίκ πολιτικής της εικόνας και των συνθημάτων. Μου θυμίζουν όλοι τους, κάτι σκουλήκια που ξαφνικά βλέπεις να ανέρχονται στα γυάλινα τοιχώματα του βάζου με το αλεύρι. Από εκεί μέσα, προφυλαγμένοι και καλοταϊσμένοι, έτοιμοι να μετατραπούν στα πεταλουδάκια που αργά ή γρήγορα θα κάψουν τα φώτα της τηλοψίας, ατενίζουν τον έξω κόσμο μέσα από τη διάθλαση του πλασματικού, με την αντανάκλαση της εικόνας τους...
Μα το κακό, περιγελώντας τις εξουσίες και το αλισβερίσι του χρήματος, δείχνει στους κρατούντες τη μωρία τους. Και σε μας που τους επιλέγουμε από την εικόνα τους, την τι-μωρία μας.
Laus Stultitiae.
«Θε μου, τι κουφάρια ξέβρασε η επιβίωση…» έγραφε η Κική Δημουλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου