Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν από την πρώτη στιγμή στους τόπους της μεγάλης πλημμύρας, δίπλα στους εγκλωβισμένους των πλημμυρισμένων χωριών του κάμπου. Δεν τους κάλεσε κανείς, δεν τους ρώτησε κανείς: «θέλετε, μπορείτε;». Βούτηξαν στα βρομόνερα ως τον λαιμό, πήραν γερόντους στους ώμους, βόηθησαν παιδιά να βγουν με ασφάλεια σε στεγνό έδαφος, μετέφεραν ρούχα και είδη πρώτης ανάγκης, μαγείρεψαν χιλιάδες μερίδες φαγητό για τους ξεσπιτωμένους. Το έκαναν οργανωμένα ή εντελώς αυθόρμητα, μερικές φορές χαοτικά. Συνεργάστηκαν με τις λιγοστές και ασυντόνιστες δυνάμεις του κρατικού μηχανισμού, τις υποκατέστησαν πλήρως όπου αυτές ήταν απούσες και δεν ήταν λίγες οι φορές που αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία, ίσως και εχθρότητα όπου ήταν παρούσες. Δεν έβγαλαν ανακοινώσεις και ηχηρά καλέσματα, δεν βγήκαν γι’ αυτές/αυτούς δελτία Τύπου με ευχαριστήρια από υπουργούς και κρατικούς αξιωματούχους. Ισως δεν άκουσαν κι ένα «ευχαριστώ» από όσους βοήθησαν.
Δεν είναι η πλειονότητα, αυτή παρακολούθησε την τραγωδία από τις οθόνες της τηλεόρασης και του υπολογιστή. Αλλά είναι αρκετοί για να δείξουν ότι ο ατομικισμός, η αγριότητα του νεοφιλελευθερισμού, ο ανταγωνισμός, το πνεύμα Θάτσερ («Δεν υπάρχει κοινωνία…»), αλλά και η πονηριά του εξαγορασμένου «εθελοντισμού» δεν έχει σκοτώσει τα γονίδια της κοινότητας και της ανθρώπινης συνύπαρξης. Αυτοί είναι οι άνθρωποι της αλληλεγγύης που δεν περιμένει ανταπόδοση και δεν είναι οργανωμένη σε μια καθωσπρέπει αγορά.
Υπάρχει όμως και η καθωσπρέπει αγορά αλληλεγγύης.
Η αλληλεγγύη που διατυμπανίζεται, που παρέχεται οργανωμένα, που συνοδεύεται από δελτία Τύπου και φωτογραφίες που κατακλύζουν τα δημοσιογραφικά μέιλ, από συναντήσεις στα γραφεία υπουργών και απαραίτητα ακολουθείται από τις δημόσιες δηλώσεις ευγνωμοσύνης για τη γενναιόδωρη προσφορά. Υπάρχει η αλληλεγγύη της ένωσης των εφοπλιστών, που συζήτησε με τον Χατζηδάκη το πώς θα συνεισφέρει στην αντιμετώπιση της τραγωδίας στη Θεσσαλία, και η αλληλεγγύη της ένωσης των τραπεζιτών, που εισφέρει από το υστέρημά της τα πρώτα 50 εκατομμύρια ευρώ.Υπάρχει η αλληλεγγύη των διαχειριστών των «κόκκινων» δανείων, που κάνουν την καρδιά τους πέτρα και αναστέλλουν για λίγο τους πλειστηριασμούς ακινήτων στην πλημμυροπαθή περιφέρεια (αν και πολλοί ιδιοκτήτες ενυπόθηκων και πλημμυρισμένων ακινήτων ευχαρίστως θα τους έλεγαν «πάρτε το, πάρτε και το σπίτι και το χωράφι, εμείς δεν ξαναγυρνάμε εκεί, το χωριό μας δεν υπάρχει πια»). Υπάρχει η αλληλεγγύη της ασφαλιστικής αγοράς, που διαβεβαιώνει ότι θα κάνει τη δουλειά της και θα αποδείξει σε τι ακριβώς χρησιμεύουν τα 5 δισ. ευρώ τον χρόνο που πληρώνουμε για κάθε είδους κίνδυνο. Υπάρχει η αλληλεγγύη των αλυσίδων σούπερ μάρκετ που προσφέρουν εκπτώσεις στα καταστήματά τους στην περιοχή και ξεστοκάρουν τις αποθήκες τους από προϊόντα μακράς διαρκείας κοντά στη λήξη τους. Και φυσικά υπάρχει η εμφιαλωμένη αλληλεγγύη των νερουλάδων που στέλνουν στους πλημμυροπαθείς ένα ελάχιστο μέρος από το νερό που έτσι κι αλλιώς ανήκει σε όλους, δηλαδή το δικό τους νερό, το νερό που γίνεται πόσιμο όταν πέφτει στα βουνά, τροφοδοτεί πηγές και ποτάμια και τελικά εγκλωβίζεται σε δίκτυα και σε πλαστικά (ή χάρτινα, αν είναι στο Μαξίμου) μπουκάλια, αλλά μας πνίγει ή μας δηλητηριάζει όταν σπάει φράγματα και διαλύει δίκτυα.
Ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι η οργανωμένη αγορά αλληλεγγύης, διοχετευμένη σε προγράμματα και απολογισμούς Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, αποτυπωμένη σε δείκτες ESG (Περιβάλλον, Κοινωνική Ευθύνη, Διακυβέρνηση) και βαθμολογίες βιωσιμότητας, είναι μια αγορά που περιμένει ανταπόδοση. Είτε από το κράτος και τις κυβερνήσεις, σε χρήμα ή σε είδος, είτε από τις άλλες αγορές, τις αγορές μετοχών, ομολόγων, εμπορευμάτων. Δεν πηγάζει από κάποια ανθρώπινη παρόρμηση, αλλά από τους σχεδιαστές εταιρικής στρατηγικής και τους συντάκτες των εταιρικών ισολογισμών, που πλέον έχουν έναν διακριτό και ποσοτικοποιημένο κωδικό στο ενεργητικό και το παθητικό τους. Είναι μια αλληλεγγύη εμφιαλωμένη και συσκευασμένη, ένα κανονικό προϊόν που πουλιέται και αγοράζεται.
Αν υπήρχε αληθινή ανθρώπινη παρόρμηση στην αγορά αλληλεγγύης και ανάληψη πραγματικού κόστους συμπαράστασης, υπάρχουν πολύ πιο απλά και αποτελεσματικά πράγματα να κάνουν οι γενναιόδωρες επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, οι τράπεζες να καταργήσουν τις ακριβές προμήθειές τους, ή να μηδενίσουν τα επιτόκια δανεισμού και να αυξήσουν αυτά των αποταμιεύσεων. Να παραιτηθούν κι αυτές και οι servicers από το «δικαίωμα» πλειστηριασμών και κατασχέσεων. Οι λιανεμπορικές επιχειρήσεις να παγώσουν τις τιμές και να μηδενίσουν το εμπορικό κέρδος τους. Οι εφοπλιστές να παρέχουν δωρεάν ένα μέρος από τις τεράστιες ποσότητες πετρελαίου που μεταφέρουν σε όλον τον πλανήτη, οι ενεργειακές να μειώσουν τα τιμολόγια ρεύματος και τα διυλιστήρια να ελαχιστοποιήσουν το περιθώριο διύλισης για να πέσουν οι τιμές των καυσίμων. Και, κυρίως, με το μεγάλο ειδικό βάρος τους να αποτρέψουν να μετατραπεί η τραγωδία σε ένα πάρτι κερδοσκοπίας πάνω από ερείπια και πτώματα. Αλλά, με τι μούτρα θα έβγαιναν μετά στις αγορές, πώς να εμφανιστούν στους μετόχους και τους επενδυτές που αδημονούν για μερίσματα και υπεραποδόσεις;
Ανάμεσα στην οργανωμένη και επώνυμη αγορά αλληλεγγύης και την αλληλεγγύη των ανωνύμων υποβόσκει προφανώς ένας ανταγωνισμός, μπροστά στα μάτια των ευεργετούμενων. Ελπίζει κανείς ότι στους ξεσπιτωμένους του Κάμπου η πρόχειρα μαγειρεμένη σε ένα καζάνι στο ύπαιθρο μερίδα φαγητού, σερβιρισμένη σε πλαστικό δοχείο μιας χρήσης, μετράει πιο πολύ από την εκκωφαντική πλειοδοσία γενναιοδωρίας με μερικές δεκάδες εκατομμύρια που είναι άγνωστο αν και πότε θα φτάσουν στους αποδέκτες τους.
💬 Θεωρίες για την υπεραξία
Πέθανες –κι έγινες και συ: ο καλός,
Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.
Τριάντα έξι στέφανα σε συνοδέψανε, τρεις λόγοι αντιπροέδρων,
Εφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες που προσέφερες.
Α, ρε Λαβρέντη, εγώ που μόνο το ‘ξερα τι κάθαρμα ήσουν,
Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα,
Κοιμού εν ειρήνη, δεν θα ‘ρθω την ησυχία σου να ταράξω
Μανώλη Αναγνωστάκη, «Επιτύμβιον» («Ο Στόχος»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου