του Ανδρέα Κοσιάρη
Το «για τις φωτιές ευθύνεται η κλιματική κρίση» δεν είναι η δικαιολογία που νομίζει η κυβέρνηση πως είναι — αντίθετα, είναι άλλο ένα καρφί στο κάδρο των ευθυνών της. Η γνώση μιας επαναλαμβανόμενης καταστροφής και των αιτιών της, κάνει ακόμα πιο επονείδιστη την πλήρη απουσία προσπαθειών για την αποφυγή της. Και προσδίδει αξιοπιστία στην υπόθεση πως η απουσία αυτή είναι εσκεμμένη.
«Φωτιές είχαμε, έχουμε και θα έχουμε, είναι κι αυτό ένα από τα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης την οποία βιώνουμε με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση». Αυτά ήταν τα λόγια του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο κλείσιμο της δήλωσής του για τις πυρκαγιές από τις Βρυξέλλες.
Αρχικά, θα πρέπει να σχολιαστεί πως η πρόταση αυτή περιέχει μια αυτοαναίρεση. Ο πρωθυπουργός επιχειρεί να δώσει την εικόνα ενός φαινομένου που υπήρχε «από πάντα» («είχαμε, έχουμε και θα έχουμε»), αλλά ταυτόχρονα θέλει να προσφέρει και τη δικαιολογία της «ολοένα και μεγαλύτερη(ς) ένταση(ς)». Καταλήγει έτσι να ισχυρίζεται πως ένα διαχρονικό φαινόμενο είναι αποτέλεσμα μιας πρόσφατης εξέλιξης. Λεπτομέρεια, θα πει κανείς και θα έχει δίκιο.
Είναι όμως μια λεπτομέρεια που υποδεικνύει τα παράλογα σχήματα που προκύπτουν από την προσπάθεια αποποίησης υπαρκτών ευθυνών. Γιατί αυτό αποτελεί η μόνιμη χρήση της κλιματικής κρίσης ως κάποιου είδους επιχείρημα στον λόγο των κυβερνητικών στελεχών. Όπως και σε κάθε μία από τις κρίσεις τις οποίες έχουν κληθεί να αντιμετωπίσουν, τα κυβερνητικά σχήματα υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη χρησιμοποιούν υπαρκτούς ή ανύπαρκτους εξωγενείς παράγοντες ως δικαιολογία για τη δική τους αδυναμία ή απροθυμία προετοιμασίας και αντιμετώπισης αυτών των κρίσεων.
Για τη διάλυση του ΕΣΥ εν μέσω της πανδημίας έφταιγε η ίδια η πανδημία, για την ακρίβεια ευθύνεται ο «εξωγενής» πληθωρισμός, για τη βία των ελληνικών αρχών εναντίον προσφύγων ευθύνονται οι πράκτορες και για τις καταστροφικές πυρκαγιές, που έρχονται ξανά και ξανά κάθε καλοκαίρι, ευθύνεται η κλιματική κρίση.
Η δικαιολόγηση αυτή συνοδεύεται πάντα από το «κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν» — σε αυτήν τη δήλωση του πρωθυπουργού έγινε «Ο κρατικός μηχανισμός κάνει το καλύτερο το οποίο μπορεί», ενώ ίσως η πιο χυδαία μορφή αυτής της φράσης είναι όταν προστίθεται το επίρρημα «ανθρωπίνως».
Το σχήμα «φταίει η κλιματική κρίση» και «κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν», είναι σχεδιασμένο για να προτρέψει σε ένα αβίαστο συμπέρασμα: πως η καταστροφή είναι κυριολεκτικά αναπόφευκτη. Όμως στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι.
Το «επιχείρημα» της κλιματικής κρίσης δεν είναι η δικαιολογία που η κυβέρνηση νομίζει πως είναι. Είναι επιβαρυντικό στοιχείο. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι υπάρχει κλιματική κρίση, ένας παράγοντας που επιδεινώνει την πιθανότητα και την ένταση των πυρκαγιών. Την ίδια την κλιματική κρίση δεν μπορεί να κάνει κάτι μόνη της για να την αντιμετωπίσει, είναι ένας παγκόσμιος εξωγενής παράγοντας. Αλλά δεν είναι ο μόνος παράγοντας.
Όταν ένας παράγοντας ενός προβλήματος επιδεινώνεται και δεν μπορείς να τον αντιμετωπίσεις άμεσα, ενισχύεις την προσπάθειά σου στους άλλους. Όπως αποδεικνύεται, όμως, από το γεγονός ότι οι καταστροφές έρχονται κάθε χρόνο, και κάθε χρόνο υποδεικνύονται ελλείψεις και παραλείψεις, η κυβέρνηση δεν ενίσχυσε ποτέ όσο χρειαζόταν αυτήν την προσπάθεια. Δεν έκανε «ό,τι είναι δυνατόν».
Αν το έκανε, δεν θα υπήρχαν ελλείψεις πυροσβεστών, εναέριων και επίγειων μέσων· δεν θα υπήρχαν ελλείψεις και αστοχίες εξοπλισμού· δεν θα υπήρχε ελλειμματική δασοπροστασία και ασυντήρητες υποδομές· θα ήταν μειωμένα και αντιμετωπιζόμενα τα περιστατικά αμέλειας τοπικών αρχών και πολιτών· δεν θα ήταν αναγκαία η προσφορά των εθελοντικών ομάδων, μεταξύ πολλών και της αναρχικής οργάνωσης Ρουβίκωνας ή ομάδων οργανωμένων από το ΚΚΕ.
Άθελά του, ο πρωθυπουργός αμέσως μετά τα περί κλιματικής κρίσης παραδέχτηκε τις ευθύνες του. «Το στοίχημά μας είναι πώς θα μπορούμε να τις περιορίσουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, έτσι ώστε οι ζημιές που θα υποστούμε να είναι όσο το δυνατόν μικρότερες», ήταν τα τελευταία του λόγια.
Ε, λοιπόν, αυτό το στοίχημα το έχασε και το χάνει κάθε χρόνο, ειδικά από τότε που, όπως έγραφε η Καθημερινή, ήταν «Αποφασισμένος να “τα αλλάξει όλα” (…) στον τομέα της δασοπυρόσβεσης». Ήταν τέλος Αυγούστου του 2021 — δύο χρόνια αργότερα το «έργο» δεν έχει πάψει να επαναλαμβάνεται.
Αν, όπως προκύπτει από όλα τα παραπάνω, η κυβέρνηση γνωρίζει τους παράγοντες, τους παραδέχεται, λέει πως προετοιμάζεται αλλά στην πραγματικότητα δεν το κάνει, και αποτυγχάνει στους κατά δήλωσή της στόχους της — τότε προκύπτει αβίαστα ένα διαφορετικό συμπέρασμα. Πως οι καταστροφές δεν είναι αποτέλεσμα αδυναμίας, αλλά απροθυμίας.
Αν πάλι προστεθούν οι παράγοντες του φυτρώματος «επενδύσεων» σε καμμένες/αναδασωτέες εκτάσεις, αλλά και των κραυγών για «παραχώρηση της διαχείρισης δασών σε ιδιώτες» που ακούγονται τις τελευταίες ώρες, το συμπέρασμα τείνει από την απροθυμία αντιμετώπισης και πρόληψης των καταστροφών, στο συμφέρον αυτές οι καταστροφές να συμβούν.
-ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:
Πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε στην άκρη τη μοναδική ελπίδα να αποφύγουμε τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων τριών ετών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου