Με πόση ακρίβεια αποδίδει ο μηνιαίος δείκτης τιμών καταναλωτή που ανακοινώνεται από την ΕΛΣΤΑΤ κάθε μήνα τα βάρη που προστίθενται διαρκώς στο «καλάθι του νοικοκυριού»; Η χθεσινή ανακοίνωση του Ενιαίου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Ιουνίου δικαιολογεί απόλυτα να τεθεί αυτό το ερώτημα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ο ΕνΔΤΚ του Ιουνίου 2023 αυξήθηκε κατά 1,8% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2022, μειωμένος σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα Μάιο που είχε αυξηθεί σε ετήσια βάση κατά 2,8%. Τα δεδομένα δημιουργούν την εικόνα ότι η Ελλάδα μόνη –και πρώτη– μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης πέτυχε τον στόχο τον οποίο ανεπιτυχώς προσπαθεί να πετύχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για μείωση του πληθωρισμού στο 2%.
Η κατάσταση, ωστόσο, μόνο για θριαμβολογίες δεν προσφέρεται…
Βάση σύγκρισης
Το ύψος της αύξησης του πληθωρισμού τον Ιούνιο του 2023 εξαρτάται από το πόσο υψηλή ήταν η βάση σύγκρισης τον Ιούνιο του 2022. Οπως δείχνει ο παρατιθέμενος πίνακας, τον περσινό Ιούνιο ο πληθωρισμός είχε φτάσει τη μεγαλύτερη αύξηση (σε ετήσια βάση), στο 12,1%. Παρατηρούμε ότι υψηλή βάση πληθωρισμού το 2022 συνεπάγεται χαμηλότερο πληθωρισμό το 2023.
Ωστόσο, η υψηλή βάση σύγκρισης του 2022 εξαντλείται στις αρχές φθινοπώρου. Ανεξάρτητα από αυτό, όμως, για το «καλάθι του νοικοκυριού» σημασία έχει η σωρευτική αύξηση των τιμών στη διετία 2022-2023, δηλαδή πόσο αυξήθηκαν συνολικά οι τιμές σε σχέση με τις τιμές του 2021 (σωρευτικός πληθωρισμός διετίας). Ο οποίος παραμένει πάνω από τα επίπεδα του 13% με οριακές αυξομειώσεις από μήνα σε μήνα. Τον Μάιο είχε αυξηθεί στα υψηλότερα επίπεδα (14,7%), παρ’ όλο που ο πληθωρισμός του Μαΐου σε ετήσια βάση είχε μειωθεί σε 2,8%. Στις επίσημες στατιστικές, όμως, η έμφαση δεν είναι στην αύξηση τιμών στη διετία του υψηλού πληθωρισμού, αλλά στην ετήσια αύξηση για κάθε μήνα ή στη σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.
«Φωτιά» στα καλάθια
Η ακαταλληλότητα του γενικού δείκτη να αποδώσει τα πραγματικά πληθωριστικά βάρη στο καλάθι του νοικοκυριού φαίνεται καθαρότερα από τις επιμέρους κατηγορίες που αφορούν ιδιαίτερα τη λαϊκή κατανάλωση:
● Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά: 12,2
● Ενδυση και υπόδηση: 5,9
● Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες: 7,6
● Υπηρεσίες υγείας: 7,7
● Αναψυχή - πολιτιστικές δραστηριότητες: 3,6
● Ξενοδοχεία - καφέ - εστιατόρια: 6,3
Στην πραγματική ζωή αυτές οι κατηγορίες έχουν πολύ «βαρύτερη» στάθμιση για το καλάθι του νοικοκυριού σε σχέση με τη στάθμιση της ΕΛΣΤΑΤ.
Αντίστοιχα, μικρότερη στάθμιση απ’ ό,τι στο καλάθι του νοικοκυριού έχουν κατηγορίες που ρίχνουν τον Γενικό Δείκτη, όπως:
● Μείωση 2,7% στην ομάδα επικοινωνίες, λόγω μείωσης κυρίως των τιμών στις τηλεφωνικές υπηρεσίες
● Μείωση 7,6% στην ομάδα Μεταφορές, λόγω μείωσης τιμών σε καύσιμα - λιπαντικά και εισιτήρια αεροπλάνων.
Τέλος, η μείωση κατά 11,7% στην ομάδα Στέγαση προήλθε από τη μείωση τιμών σε ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο και πετρέλαιο θέρμανσης (μείωση εποχική, λόγω χαμηλής ζήτησης, ιδιαίτερα στα δύο τελευταία), που με βάση τις σταθμίσεις της ΕΛΣΤΑΤ υπεραντιστάθμισε την αύξηση των τιμών σε ενοίκια κατοικιών, επισκευή και συντήρηση κατοικίας, υπηρεσίες κοινοχρήστων κ.λπ.
Η έλλειψη τιμαρίθμου για το καλάθι του νοικοκυριού, παράλληλα με τον Γενικό Δείκτη, είναι προφανής, διότι μόνο έτσι θα συγκεκριμενοποιηθούν τα πληθωριστικά βάρη στα λαϊκά νοικοκυριά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου