12 Φεβρουαρίου 2023

Αντίο Green Deal: Πώς ο πόλεμος στην Ουκρανία κλείδωσε την Ευρώπη στο αμερικανικό LNG

Εικονογράφηση: Spoovio / Κωνσταντίνα Μαλτεπιώτη


Ο πόλεμος στην Ουκρανία δίνει την ευκαιρία στις αμερικανικές εταιρείες ορυκτών καυσίμων να κλειδώσουν την Ευρώπη σ’ ένα μέλλον εξάρτησης από τις πηγές βρόμικης ενέργειας για τις επόμενες δεκαετίες. Το πολυδιαφημισμένο Green Deal πάει περίπατο: Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για έργα ορυκτών καυσίμων πέρασε από το 1,5 δισ. στα 10 δισ. και σύντομα στα 67 δισ. Μια συνεργασία του Investigate Europe με το Reporters United στο πλαίσιο της διαρκούς έρευνάς μας για την Κλιματική Υποκρισία. 


Η έρευνα των Investigate Europe και Reporters United για το αμερικανικό LNG έχει δημοσιευτεί στους εξής media partners: Fatto Quotidiano (Ιταλία), Tagesspiegel (Γερμανία), Infolibre (Ισπανία) και Agenda Magasin (Νορβηγία).


Η απόφαση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να απεξαρτηθούν ενεργειακά από τη Ρωσία προσέφερε στις δυτικές εταιρείες ορυκτών καυσίμων τη χρυσή ευκαιρία να διεκδικήσουν για λογαριασμό τους ευρωπαϊκά κονδύλια που προορίζονταν είτε για την ανάκαμψη από την κρίση του κορωνοϊού είτε για την ανάπτυξη ενός ενεργειακού μοντέλου χωρίς ορυκτά καύσιμα. H αντίφαση παρουσιάζεται ως προσωρινή- αλλά οι υποδομές φυσικού αερίου που προωθούνται υπό το κράτος της έκτακτης ανάγκης κλειδώνουν την Ευρώπη σε ένα ενεργειακό μοντέλο εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα για δεκαετίες. 

Ο μόνος τρόπος να θεωρηθούν «προσωρινές» οι εγκαταστάσεις Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), οι αγωγοί και τα άλλα έργα που διεκδικούν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα ήταν αν προβλεπόταν εξ αρχής ότι η διάρκεια ζωής τους θα είναι περιορισμένη. Τίποτα τέτοιο φυσικά δεν συμβαίνει, αντίθετα θεωρείται δεδομένο ότι οι  νέες υποδομές θα λειτουργούν επί  δεκαετίες, αγνοώντας την κλιματική έκτακτη ανάγκη και τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις για επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης. Τα περισσότερα νέα συμβόλαια εφοδιασμού της Ευρώπης με LNG έχουν διάρκεια 20 ετών, οι νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αέριο ζητούν αδειοδότηση ως το 2065. 

Δύο ήταν οι στιγμές που αποτύπωσαν  με τον πιο δραματικό τρόπο αυτή την ευρωπαϊκή στροφή. Η μία ήταν τον Δεκέμβριο, όταν το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο ψήφισε ρητά να εγκαταλειφθεί η αρχή του «μη βλάπτειν»  για το 30% των κονδυλίων του προγράμματος REPower (μέρους του Ταμείου Ανάκαμψης), ανοίγοντας την πόρτα για χρηματοδοτήσεις ορυκτών καυσίμων που μπορούν να φθάσουν τα 67,5 δισ. ευρώ. Και η άλλη τον Ιούλιο, όταν κάποιες υποδομές φυσικού αερίου και πυρηνικής ενέργειας ταξινομήθηκαν ως «πράσινες». 

Η «αρχή του μη βλάπτειν» μπορεί να παρακαμφθεί για το 30% των δανείων του REPower EU. Στο παραπάνω απόσπασμα από το κείμενο της αναθεώρησης του προγράμματος, με ημερομηνία 19/12/2022, περιγράφεται η «στοχευμένη εξαίρεση» για επενδύσεις ορυκτών καυσίμων που αντικαθιστούν εισαγωγές από τη Ρωσία.

Πριν τον πόλεμο, ο ευρωπαϊκός κανονισμός περί βιώσιμων επενδύσεων αποτελούσε ξεκάθαρη απειλή για τα συμφέροντα της βιομηχανίας υδρογονανθράκων, όχι μόνο επειδή στερούσε δημόσια χρηματοδότηση από τις νέες υποδομές ορυκτών καυσίμων αλλά και λόγω των πολιτικών μηνυμάτων που έστελνε, αποθαρρύνοντας και την ιδιωτική χρηματοδότηση. 

Επιπλέον στα μεγάλα διασυνοριακά έργα «Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος» (PCI) περιλαμβάνονταν όλο και λιγότερα έργα αερίου και κανένα έργο πετρελαίου (20 έργα αερίου σε όλη την Ευρώπη στον κατάλογο του 2021 από 32 το 2019 και 53 έργα το 2017). Παράλληλα, οι προσπάθειες ενεργειακών εταιρειών όπως η ρωσική Gazprom να επηρεάσουν την ευρωπαϊκή πολιτική αντιμετωπίζονταν με έντονη ανησυχία. 

Ποιοι μηχανισμοί ώθησαν τώρα την πλειοψηφία του ευρωκοινοβουλίου να εγκαταλείψει «προσωρινά» τις περιβαλλοντικές δεσμεύσεις και να στραφεί από τα ορυκτά καύσιμα της Ρωσίας σε αυτά που προέρχονται από τον υπόλοιπο κόσμο; Το λόμπι των ορυκτών καυσίμων είναι παραδοσιακά πανίσχυρο και βρίσκει πολλούς τρόπους να διαχέει την επιρροή του. 

«Υποτίθεται ότι όλα γίνονται λόγω έκτακτης ανάγκης. Δεν βλέπουμε όμως αντίστοιχη επιτάχυνση των διαδικασιών για εξοικονόμηση ενέργειας και Ανανεώσιμες Πηγές»

Νίκος Χρυσόγελος, πρώην ευρωβουλευτής

«Πιστεύω ότι η επιρροή του Κατάρ μέσα από το κύκλωμα Παντσέρι δεν είχε να κάνει μόνο με τα εργασιακά δικαιώματα, το Κατάρ είναι ένας από τους βασικούς παρόχους LNG, ας μην κρυβόμαστε. Την ώρα που το Κατάρ υπέγραφε συμφωνίες με όλες τις μεγάλες εταιρείες, την Total, την Exxon, την ENI, η αντιπρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου Εύα Καϊλή μιλούσε με τον υπουργό Ενέργειας του Κατάρ για την ενεργειακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης», λέει ο πρώην ευρωβουλευτής των Πράσινων και μέλος της εκλογικής συμμαχίας για εθνικές εκλογές «Πράσινο & Μωβ» Νίκος Χρυσόγελος.

Μέχρι στιγμής δεν έχουν προκύψει στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή την υπόθεση. Όμως η παλιά καμπάνια για την απαγόρευση εισόδου εκπροσώπων της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων στους χώρους λήψης αποφάσεων, υπό τα πρότυπα της κόκκινης κάρτας που έχει δοθεί στους εκπροσώπους της καπνοβιομηχανίας, έχει ξεχαστεί υπό το βάρος της ενεργειακής κρίσης. 

«Υποτίθεται ότι όλα γίνονται λόγω έκτακτης ανάγκης. Δεν βλέπουμε όμως αντίστοιχη επιτάχυνση των διαδικασιών για εξοικονόμηση ενέργειας, για Ανανεώσιμες Πηγές στα κτίρια κτλ. Στα υπόλοιπα κινούμαστε με τόσο αργούς ρυθμούς που δεν εξηγούνται παρά μόνο από το γεγονός ότι οι μεγάλες εταιρείες ενέργειας δεν θέλουν να χάσουν μερίδιο αγοράς», προσθέτει ο πρώην ευρωβουλευτής των Πρασίνων. 

To Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Αποδοτικότητα των Κτιρίων (BPIE) υπολόγισε ότι ένα σοβαρό πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων σε όλη την Ευρώπη θα μείωνε τη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου στην ΕΕ κατά 46%. Τέτοιο πρόγραμμα, παρά τις φιλόδοξες ανακοινώσεις, δεν υπάρχει. 

Η ανακαίνιση του κτιριακού αποθέματος της ΕΕ δεν θα μπορούσε φυσικά να ολοκληρωθεί αμέσως- αλλά ούτε και οι νέες υποδομές αερίου θα κατασκευαστούν άμεσα. Σύμφωνα με τους όρους της ΕΕ, για να δικαιούνται οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων την έκτακτη χρηματοδότηση λόγω ενεργειακής κρίσης, οι υποδομές πρέπει να βρίσκονται σε λειτουργία πριν το τέλος του 2024. Στο μεταξύ, ο πρόεδρος της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας Φατίχ Μπιρόλ δήλωσε στο φόρουμ του Νταβός ότι ο χειμώνας του 2023-2024 θα είναι πιο δύσκολος για τον εφοδιασμό της Ευρώπης με αέριο από τον τωρινό. 

Επισήμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δηλώνει ότι δεν γνωρίζει πόσα έργα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) θα κληθεί να χρηματοδοτήσει, καθώς τα κράτη-μέλη έχουν περιθώριο ως την άνοιξη για την υποβολή επικαιροποιημένων εθνικών σχεδίων στο Ταμείο Ανάκαμψης. Αλλά τα στοιχεία που συνέλεξαν οι οργανώσεις CAN Europe και Food&Water Action Europe δείχνουν ότι οι εγκαταστάσεις LNG που θα μπορούσαν να λάβουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση είναι δεκάδες. 

Το Μάιο η Επιτροπή είχε υποσχεθεί 10 δισ. ευρώ χρηματοδότησης σε έργα ορυκτών καυσίμων μέσα από το πρόγραμμα REPowerEU. Ηταν μια αλματώδης αύξηση σε σχέση με το 1,5 δισ. ευρώ χρηματοδοτήσεων που προβλεπόταν ως τότε μέσω των έργων Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος- αλλά αποδείχθηκε μικροποσό μπροστά στα 67 δισ. που μπορούν να διατεθούν τώρα. 

Κάθε είδους υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου (τερματικοί σταθμοί στην ξηρά, πλωτές μονάδες αποθήκευσης / FSU), πλωτές μονάδες επαναεριοποίησης / FRU και πλωτές μονάδες αποθήκευσης και επαναεριοποίησης / FSRU), συνολικά 34 έργα, σε διάφορες φάσεις προγραμματισμού και υλοποίησης, μπορούν πλέον να διεκδικήσουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. 

Δέκα βρίσκονται στη Γερμανία, έξι στην Ιταλία και πέντε στην Ελλάδα:

Ο αγωγός αερίου EastMed, που θεωρείτο κλινικά νεκρός λόγω τεχνικών δυσκολιών και ανύπαρκτης οικονομικής βιωσιμότητας, μπορεί επίσης να λάβει ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.  

«Το Repower EU διαιωνίζει την εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, η οποία μας οδήγησε στη σημερινή κρίση»

Ολιβιέ Βαρδακούλιας (CAN Europe)

Η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προέβλεπε ακόμη εντονότερη στροφή προς τα ορυκτά καύσιμα, με την χρηματοδότηση και νέων έργων πετρελαίου, όχι μόνο αερίου. Επίσης, προβλεπόταν να μην υπάρχει όριο στα ποσά που μπορούν να δαπανηθούν για έργα υδρογονανθράκων. Τελικά, μετά την τριμερή διαβούλευση με το Ευρωκοινοβούλιο αποφασίστηκε να μην χορηγηθούν απευθείας πόροι (grants) αλλά μόνο δάνεια – πολλά και φθηνά. Με βάση τη συμφωνία του Δεκεμβρίου, από τα 225 δισ. ευρώ δανειοδοτήσεων με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους που προβλέπει το Ταμείο Ανάκαμψης, ποσοστό ως και 30%, δηλαδή 67,5 δισ. ευρώ, μπορούν να κατευθυνθούν σε επείγοντα έργα που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση. 

«Το Repower EU διαιωνίζει την εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, η οποία μας οδήγησε στη σημερινή κρίση», σημείωσε στο Investigate Europe το στέλεχος του ευρωπαϊκού Δικτύου για την Κλιματική Δράση (CAN Εurope) Ολιβιέ Βαρδακούλιας.

«Αυτό που με ανησυχεί», προσέθεσε η διευθύντρια ευρωπαϊκών υποθέσεων της Food & Water Action Europe Φρίντα Κίνιγκερ, «είναι ότι τα συμβόλαια έχουν διάρκεια το λιγότερο 10, 15 χρόνων. Σε 10 χρόνια θα είμαστε στο 2033, θα πρέπει να έχουμε μειώσει δραστικά τη ζήτηση αερίου αλλά θα μας δεσμεύουν ακόμα τα συμβόλαια που κλείνουμε τώρα με τις εταιρείες LNG» σημείωσε.

Ειδικά για την Ελλάδα, χώρα που χρησιμοποιεί αέριο σε ποσοστό 75% για ηλεκτροδότηση και μόνο 5% για χρήσεις βαριάς βιομηχανίας, η απεξάρτηση θα ήταν πολύ ευκολότερη – κι όμως η ελληνική κυβέρνηση, υπό την πίεση εγχώριων και ξένων εταιρειών ενέργειας, πρωτοστατεί στις πιέσεις προς την ΕΕ για νέες χρηματοδοτήσεις υποδομών αερίου. 

Τα υπουργεία Οικονομικών και Περιβάλλοντος δεν ήταν σε θέση να μας διαφωτίσουν ποια έργα αερίου στην Ελλάδα πρόκειται να ενταχθούν στις νέες χρηματοδοτήσεις, καθώς ο σχετικός κατάλογος «συζητείται και καταρτίζεται», όπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι των δύο υπουργείων. Πώς καταρτίζεται όμως; Ο Νίκος Χρυσόγελος υποστηρίζει ότι η όποια διαβούλευση έχει γίνει «κυρίως με όσους θέλουν να εντάξουν τα δικά τους έργα στη χρηματοδότηση». Υπάρχει κάποια ευρύτερη στρατηγική που να λαμβάνει σοβαρά υπόψη το ζήτημα της κλιματικής κρίσης και να μην περιορίζεται μόνο στα περί μετατροπής της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο εισαγωγής υγροποιημένου αερίου; 

Μελέτη του πανεπιστημίου Γέιλ έχει δείξει πολλαπλάσιο κίνδυνο λευχαιμίας για παιδιά που ζουν σε απόσταση ως δύο χιλιομέτρων από εγκαταστάσεις εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου.

Το ίδιο ακριβώς ερώτημα, από την αντίστροφη πλευρά, διατυπώνουν άνθρωποι και οργανώσεις στις ΗΠΑ. «H ιδέα ότι πρέπει να επενδύσουμε σε υποδομές υγροποιημένου αερίου που θα λειτουργούν για τα επόμενα 30 χρόνια είναι τελείως τρελή», λέει στο Investigate Europe ο Μπιλ Μπεργκ, μέλος της οργάνωσης Save RGV, που παλεύει για την προστασία του Δέλτα του ποταμού Ρίο Γκράντε. 

Οι ΗΠΑ είναι μεγάλη χώρα αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι υποδομές ορυκτών καυσίμων κατασκευάζονται στο κενό, χωρίς να επηρεάζουν ανθρώπους και φυσικό περιβάλλον. Στην πόλη Άρλινγκτον του Τέξας, μία από τις 31 εγκαταστάσεις άντλησης αερίου της αμερικανικής θυγατρικής της γαλλικής Total, ονομάζεται «Κουνιστό Αλογάκι» γιατί απέχει λιγότερο από 100 μέτρα από παιδικό σταθμό με το ίδιο όνομα. «Το 2018, το 2020 και το 2021 όλες οι αιτήσεις για νέες εγκαταστάσεις άντλησης ήταν κοντά σε παιδικούς σταθμούς» είπε η ιδρύτρια της οργάνωσης «Βιώσιμο Αρλινγκτον» Ραντζάνα Μπαντάρι. 

Μελέτη του πανεπιστημίου Γέιλ έχει δείξει πολλαπλάσιο κίνδυνο λευχαιμίας για παιδιά που ζουν σε απόσταση ως δύο χιλιομέτρων από εγκαταστάσεις εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου. Μόνο στο δυτικό Τέξας υπάρχουν 4.500 ενεργές γεωτρήσεις, οι φλόγες των οποίων κάνουν τη νύχτα-μέρα. Η αμερικανική θυγατρική της Total λειτουργεί 2.800 τέτοιες εγκαταστάσεις σε όλη τη χώρα.

Αφότου η κυβέρνηση Ομπάμα έδωσε το πράσινο φως για τις εξαγωγές υγροποιημένου αερίου, ξεκίνησαν να λειτουργούν στις ΗΠΑ επτά μεγάλοι τερματικοί σταθμοί υγροποίησης, ενώ πάνω από 10 νέοι σχεδιάζεται να κατασκευαστούν μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Το αμερικανικό αέριο είναι ως επί το πλείστον εγκλωβισμένο σε σχιστολιθικά πετρώματα και εξορύσσεται κυρίως με την μέθοδο της υδραυλικής ρηγμάτωσης (fracking), μέθοδο τόσο επιβαρυντική για το περιβάλλον που έχει απαγορευθεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, η ψύξη του σε θερμοκρασίες -162 βαθμών Κελσίου, ώστε να υγροποιηθεί και να μπορεί να εξαχθεί, απαιτεί σημαντικά ποσά ενέργειας, ενώ οι διαρροές μεθανίου κατά τη διαδικασία εξόρυξης σχεδόν εξανεμίζουν τα πολυδιαφημισμένα περιβαλλοντικά οφέλη του αερίου σε σχέση με άλλα ορυκτά καύσιμα. 

Όμως ευρωπαϊκές επενδύσεις στο αμερικανικό σχιστολιθικό αέριο, που είχαν ακυρωθεί το 2018 και το 2020 για περιβαλλοντικούς λόγους, παίρνουν πάλι το πράσινο φως. Η Ευρώπη είναι πλέον ο υπ’ αριθμόν 1 προορισμός αμερικανικού υγροποιημένου αερίου, ενώ οι νέοι αμερικανικοί τερματικοί σταθμοί απευθύνονται όλο και περισσότερο στην ευρωπαϊκή αγορά – και λαμβάνουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. 

Ανάλυση του Investigate Europe δείχνει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες υπέγραψαν μόνο το 2022 10 συμβόλαια αγοράς LNG από τις ΗΠΑ. Από τα 33 συμβόλαια που έχουν υπογραφεί από το 2011, τα 15 υπογράφηκαν το 2021-2022. Τα περισσότερα συμβόλαια έχουν διάρκεια 20 ετών και εμπλέκουν σειρά ιδιωτικών εταιρειών με χρηματοδότηση από αρκετές ευρωπαϊκές δημόσιες αρχές. 

Οι ευρωπαϊκές εταιρείες σπεύδουν να υπογράψουν πολυετή συμβόλαια για

Από το 2011, οι εταιρείες ενέργειας έχουν υπογράψει τουλάχιστον 33 συμβόλαια για την εισαγωγή αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Από αυτά τα συμβόλαια, τα 10 κλείστηκαν πέρυσι (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ σχετικό τετραπλό πίνακα).

Κορυφαία εισαγωγός αμερικανικού υγροποιημένου αερίου αναδεικνύεται η Γαλλία, με εισαγωγές 11,3 δισ. κυβικών με 129 πλοία το πρώτο οκτάμηνο του 2022. Αλλά και η μεγαλύτερη καταναλώτρια φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η Γερμανία, στράφηκε για πρώτη φορά στο υγροποιημένο αέριο. Τους τελευταίους μήνες κατασκευάστηκαν και τέθηκαν σε λειτουργία με αστραπιαία ταχύτητα τρεις τερματικοί σταθμοί εισαγωγής LNG, αντικαθιστώντας επ αόριστον και με πολύ ακριβότερο τίμημα μέρος του ρωσικού αερίου του αγωγού Nord Stream, που (όπως όλα δείχνουν) υπέστη σαμποτάζ το καλοκαίρι. Η εξουδετέρωση του αγωγού αυτού προσφέρει την βεβαιότητα ότι ακόμη και αν λήξει ο πόλεμος, οι επενδύσεις στο LNG δεν θα πάνε χαμένες. 

Επιπλέον, η αυξημένη τιμή του LNG στη διεθνή αγορά σε σχέση με τη χαμηλότερη εγχώρια τιμή του αερίου που διοχετεύεται μέσω αγωγών στην αμερικανική αγορά δίνει στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ  πρώτης τάξης κίνητρο να διοχετεύουν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες προς υγροποίηση και εξαγωγή. Όσο για τις δραματικές επιπτώσεις των υψηλών τιμών του αερίου στον ευρωπαϊκό πληθωρισμό, αυτές αφορούν τους Ευρωπαίους πολίτες.  

«Το υγροποιημένο αέριο διαδραματίζει ρόλο-κλειδί για την διαφοροποίηση του ενεργειακού μας ανεφοδιασμού και αποτελεί γέφυρα προς την πράσινη ενέργεια», δήλωσε η γερμανική εταιρεία EnBW, που υπέγραψε συμβόλαιο για εισαγωγές από δύο νέους τερματικούς σταθμούς που σχεδιάζεται να κατασκευαστούν στη Λουιζιάνα, στις ακτές του Κόλπου του Μεξικού. Το συμβόλαιο διαρκεί από το 2026 ως το 2045, τη χρονιά που η Γερμανία έχει δεσμευθεί ότι θα είναι κλιματικά ουδέτερη.


Στο Άρλινγκτον του δυτικού Τέξας, η αμερικανική θυγατρική της Total υποστηρίζει ότι έχει «ιστορικό ασφαλούς και καθαρής λειτουργίας» και ότι είναι «υπερήφανη πρωτοπόρος σε θέματα ασφαλείας και καινοτομίας για την συνεχή βελτίωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και την συμμορφωση με όλους τους κανονισμούς».

Στις εκβολές του Ρίο Γκράντε, η εταιρεία Rio Grande LNG υποστηρίζει ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της μονάδας υγροποίησης θα εκλείψουν όταν τεθεί σε λειτουργία σύστημα δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, το λεγόμενο CCS. Ως προς το πάγιο πρόβλημα των διαρροών μεθανίου (αερίου εξαιρετικά βλαβερού για το κλίμα) κατά την εξόρυξη, η βιομηχανία υποστηρίζει ότι η «δέσμευση για το μεθάνιο», που ανακοινώθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν, θα δώσει λύση. Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν μπαίνει στην ουσία της κλιματικής κρίσης, η αντιμετώπιση της οποίας υπαγορεύει την απεξάρτηση από τις υπάρχουσες υποδομές ορυκτών καυσίμων, όχι τη δημιουργία νέων.

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ από reportersunited

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου