Απέλπιδες κυβερνητικές προσπάθειες να μαζέψει τα ασυμμάζευτα για το σκάνδαλο • Το αφήγημα της σκευωρίας ανασύρει η «γαλάζια» παράταξη • Υποκλοπές όπως Novartis η νέα γραμμή, αφού η θυματοποίηση δεν πείθει • Διαστρεβλώνουν δηλώσεις του Γ. Μαντζουράνη • Τι καταγγέλλει ο δικηγόρος του Κ. Βαξεβάνη.
Το ξαναζεσταμένο φαγητό της σκευωρίας, όπως ακριβώς έκανε με το σκάνδαλο Novartis, επιχειρεί να σερβίρει τώρα η Νέα Δημοκρατία σε μια ακόμη προσπάθεια να πετάξει αλλού το μπαλάκι των ευθυνών για τον ορυμαγδό αποκαλύψεων στο θέμα των υποκλοπών.
Η κυβερνητική παράταξη φαίνεται ότι προχωρά με αργά και... μεθοδικά βήματα ως προς την αντιστροφή της πραγματικότητας και αφού είδε πως το σενάριο περί «παρακολούθησης Μητσοτάκη» δεν πείθει τους πολίτες, επενδύει τώρα στα περί σκευωρίας.
Σε ανακοίνωσή της η Νέα Δημοκρατία αναφέρει χαρακτηριστικά «το "έργο" ξεκίνησε με δημοσιεύματα σε δόσεις για "λίστες" παρακολουθήσεων, κατηγορώντας μάλιστα τον πρωθυπουργό, χωρίς κανένα στοιχείο και αναφορά σε δύο ανώνυμες "πηγές". Συνεχίστηκε με τον κ. Βαξεβάνη να καλείται από τον εισαγγελέα και να μην καταθέτει κανένα απολύτως στοιχείο. Τώρα ήρθε και ο συνήγορος του κ. Βαξεβάνη, κ. Μαντζουράνης, να ζητήσει, παραδεχόμενος την έλλειψη οποιουδήποτε στοιχείου, την κλήση προστατευόμενων μαρτύρων».
Επισημαίνει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ που έσπευσε να υιοθετήσει τις "αποκαλύψεις" Χίου-Βαξεβάνη "πόνταρε" σε επανάληψη της Νοβάρτις όταν με κουκουλοφόρους, κρέμασε στα μανταλάκια 10 πολιτικούς αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ για να αποδειχθεί τελικά ύστερα από εξονυχιστική έρευνα της δικαιοσύνης, ότι τίποτα, από όσα είπαν δεν ίσχυε».
«Το "έργο" το έχουμε ξαναδεί» δηλώνουν από τη Νέα Δημοκρατία και καταλήγουν «μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση η ιστορία δεν θα επαναληφθεί ούτε καν ως φάρσα! Γιατί τη λάσπη, την τοξικότητα και τον διχασμό που αναζητά ο ΣΥΡΙΖΑ ως σωσίβιο τα πληρώσαμε ήδη πολύ ακριβά!».
Οι δηλώσεις Μαντζουράνη και η διαστρέβλωση
Για να μπορέσει να κάνει αυτή την... επιστροφή στο παρελθόν η Νέα Δημοκρατία χρειάστηκε να πιαστεί και να διαστρεβλώσει δηλώσεις του Γιάννη Μαντζουράνη, δικηγόρου του Κώστα Βαξεβάνη και στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ. Έπειτα από δημοσιεύματα σε φιλοκυβερνητικά μέσα ότι ο Γ. Μαντζουράνης δήθεν παραδέχθηκε πως δεν υπάρχουν αποδείξεις, η Πειραιώς αποφάσισε να υιοθετήσει πλήρως τις αιτιάσεις αυτές.
Τη γραμμή αυτή, άλλωστε, επισημοποίησε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου στην προσπάθειά του να απαντήσει στην κριτική του Αλέξη Τσίπρα, αναφέροντας «επειδή ο κ. Τσίπρας αδυνατεί να τεκμηριώσει στο ελάχιστο όσα εξωφρενικά ο ίδιος και τα στελέχη του διακινούν τις τελευταίες εβδομάδες για τα λογισμικά παρακολούθησης, επειδή ο κ. Μαντζουράνης, συνεργάτης του κ. Τσίπρα και δικηγόρος του κ. Βαξεβάνη, παραδέχεται την απουσία στοιχείων και τεκμηρίων, επειδή βλέπει ότι η κοινωνία αποδοκιμάζει έργω και λόγω την εκστρατεία λάσπης, σε διάφορα επίπεδα, που ενορχηστρώνει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι βραχίονές του, επειδή οι πολίτες τον εγκαλούν που δεν ασχολείται με τα μεγάλα προβλήματα και δεν έχει καμία απάντηση στις αγωνίες τους, επανήλθε σήμερα με μια σειρά ανερμάτιστων διαπιστώσεων για την οικονομία».
Τι πραγματικά είπε, όμως, ο Γιάννης Μαντζουράνης; Το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε, αυτό που έχει καταγραφεί εδώ και μήνες, ότι δηλαδή έχουν καταστραφεί ή έχουν κρυφτεί αποδεικτικά στοιχεία, στηλιτεύοντας, ουσιαστικά, το παιχνίδι καθυστερήσεων που έπαιξε η κυβέρνηση από το καλοκαίρι, όταν και ξέσπασαν τα πρώτα επεισόδια του σκανδάλου.
Μιλώντας στο militaire.gr υπογράμμισε «τα γραφεία έκλεισαν. Μεταφέρθηκαν. Ο λογιστής άλλαξε και τα μηχανήματα όδευσαν αρχικά προς κάποια οικία, στα υπόγεια κάποιας κατοικίας στο Ψυχικό και μετά προς άγνωστον κατεύθυνση. Αυτό τι σημαίνει; Ότι υπάρχει αδυναμία κτήσης ή ανάκτησης των αποδείξεων, οι οποίες είτε έχουν εξαφανιστεί, με την έννοια είτε έχουν καταστραφεί, είτε έχουν φυλαχτεί σε κάποιο ντουλάπι καλοκλειδωμένες, ώστε να χρησιμοποιηθούν ή να απειλείται ότι θα χρησιμοποιηθούν προς τους κατάλληλους αποδέκτες» για να εκτιμήσει σε άλλο σημείο ότι μπορεί να βγει άκρη στο σκάνδαλο με μαρτυρίες.
Επισήμανε, ακόμη, ότι ενδεχομένως να μπορούν να υπάρξουν στοιχεία από τους παρόχους επικοινωνίας «εάν δεν έχουν πληγεί και αυτοί από το μικρόβιο της καταστροφής αποδείξεων».
Ψάχνουν τρόπο να σαμποτάρουν την Θεσμών και Διαφάνειας;
Εκείνο, όμως, που δεν είδαν στη Νέα Δημοκρατία και στα φιλικά προς το Μαξίμου μέσα, είναι οι πληροφορίες που αποκάλυψε ο κ. Μαντζουράνης μιλώντας στον 105,5 Στο Κόκκινο, όπου έκανε λόγο για μεθοδεύεις προκειμένου οι Δημητριάδης, Λαβράνος, Μπίτζιος και Ντίλιαν να μην καταθέσουν στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
Ο δικηγόρος του Κώστα Βαξεβάνη ανέφερε ότι θα μπορούσαν από την πλευρά της κυβέρνησης να τους χαρακτηρίσουν ως υπόπτους κάτι που θα τους δώσει τη δυνατότητα να μπλοκάρουν τις καταθέσεις τους στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής.
«Η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας έχει τις εξουσίες της Εξεταστικής Επιτροπής και η εξεταστική έχει την δυνατότητα να καλεί μάρτυρες και όταν δεν πάνε να τους προσάγει βιαίως. Ωστόσο, αν τους καλέσει ένας εισαγγελέας για ανωμοτί κατάθεση πριν την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, θα μπορούσαν να επικαλεστούν το άρθρο 104 που επιτρέπει να μην καταθέτεις όταν είσαι ύποπτος περιστατικά που μπορεί να επιβαρύνουν την ποινική σου θέση, αλλά και το άρθρο 223» σημείωσε για να προσθέσει «η Δεξιά έχει κουλτούρα εξουσίας και κουλτούρα παραεξουσίας. Με αυτή την ωραία μεθόδευση θα στείλουν τον δικηγόρο τους και θα πουν ότι δεν μπορούν να καταθέσουν, γιατί ο,τιδήποτε πούν θα χρησιμοποιηθεί σε βάρος τους» πρόσθεσε. Σημείωσε όμως πως «αντιλαμβάνονται ότι θα ξεσηκωθεί το σύμπαν και θα τους καταγγείλουμε. Διότι πάμε στα μέσα Νοέμβρη και δεν τους καλούν ούτε ως μάρτυρες ούτε ως υπόπτους. Θα τολμήσουν να το κάνουν παραμονές της Επιτροπής Θεσμών; Έχουμε πληροφορηθεί ότι υπάρχουν αυτές οι σκέψεις και πιέζουν κάποιοι για να γίνουν αυτές οι μεθοδεύσεις. Ας ελπίσουμε κάποιοι δικαστές να το αποτρέψουν».
Οι προστατευόμενοι μάρτυρες
Σημειώνεται, ότι, χθες, ο Γιάννης Μαντζουράνης είχε μιλήσει και στον τηλεοπτικό σταθμό Kontra και υποστήριξε ότι υπάρχουν τρία πρόσωπα, τα οποία διενεργούσαν τις υποκλοπές και είναι έτοιμα να καταθέσουν, με τον όρο πως θα τεθούν σε καθεστώς προστατευμένου μάρτυρα. Πρόσθεσε, ακόμη, ότι τα άτομα αυτά είναι διατεθειμένα να αποκαλύψουν το δυσώδες παρασκήνιο, δηλαδή ποιοι ήταν εκείνοι που έδιναν εντολές για παρακολουθήσεις και σε ποιο χρονικό διάστημα διαπράχθηκαν αυτές.
*****
Συγκεκριμένα, η έκθεση πεπραγμένων για το 2021 καταγράφει 15.475 εισαγγελικές διατάξεις που αφορούσαν άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, έναντι 13.751 το 2020 και 11.680 2019. Επιπλέον, τονίζει ότι η απόφαση της κυβέρνησης με την οποία απαγορεύτηκε η γνωστοποίηση της παρακολούθησης για λόγους εθνικής ασφάλειας είναι ασύμβατη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Σύμφωνα με την ΑΔΑΕ, η απουσία υποχρέωσης γνωστοποίησης στο θιγόμενο σε οποιοδήποτε στάδιο είναι ασύμβατη με την ΕΣΔΑ, καθώς στερεί από τον θιγόμενο τη δυνατότητα να αιτηθεί επανόρθωση για παράνομη επέμβαση στο δικαίωμά του βάσει του άρθρου 8 και, ως εκ τούτου, καθιστά τα διαθέσιμα βάσει του εθνικού δικαίου ένδικα μέσα προσχηματικά και απατηλά, παρά πρακτικά και αποτελεσματικά.
Πιο συγκεκριμένα, η ΑΔΑΕ αναφέρει τα εξής:
«Οι άρσεις του απορρήτου που διατάχθηκαν για λόγους εθνικής ασφάλειας το έτος 2021 υπερέχουν εμφανώς σε σχέση με τις άρσεις που διατάχθηκαν για τη διακρίβωση εγκλημάτων εκ των περιλαμβανομένων στον numerus clausus κατάλογο του άρθρου 4 του Ν. 2225/1994 ή εκ των πληρούντων τις προϋποθέσεις του άρθρου 36 παρ. 1 εδ. β ́ του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως τροποποιήθηκε με Ν. 4620/2019, καθώς και ρυθμίσεων εγκατεσπαρμένων σε ειδικούς ποινικούς νόμους (όπως τα άρ. 1 παρ. 2 εδ. α ́ και β ́, 6 του Ν. 2713/1999 για αδικήματα τελεσθέντα από δημόσιους υπαλλήλους): (15.475 διατάξεις έναντι 3.097 βουλευμάτων δικαστικών συμβουλίων.) Αν λάβουμε υπόψη και τα αριθμητικά δεδομένα των προηγούμενων ετών (πρβλ. ετήσιες εκθέσεις προηγούμενων ετών) παρατηρούμε ότι πρόκειται για μία σταθερή και διαχρονική τάση, η οποία θέτει προς προβληματισμό τα ακόλουθα ζητήματα:
Στη διάταξη, διά της οποίας επιβάλλεται η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, δεν προβλέπεται εκ του νόμου υποχρέωση αναγραφής του ονόματος «του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτρο της άρσης» [a contrario, άρθρο 5 παρ. 2 περ.
(α)]. Αυτό πρακτικά οδηγεί στη δυνατότητα άρσης του απορρήτου χαρακτήρα της επικοινωνίας για αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων (μη ατομικώς προσδιορισμένων). Στην περίπτωση ωστόσο, τέτοιων «μαζικών ή χωρικών» άρσεων ανακύπτουν ζητήματα συμβατότητας της εγχώριας διαδικασίας με τους όρους και τις προϋποθέσεις της ΕΣΔΑ.
Ομοίως, στην άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, ο νόμος δεν προβλέπει υποχρέωση αιτιολόγησης της σχετικής απόφασης [a contrario, άρθρο 5 παρ. 2 περ. (β)]. Μολονότι είναι φανερό ότι η επιλογή αυτή του νομοθέτη συναρτάται με την ανάγκη διαφύλαξης πληροφοριών που ανάγονται στον σκληρό πυρήνα του κράτους και της ασφάλειάς του, είναι, εντούτοις, αξιοσημείωτο το προαναφερθέν γεγονός, ότι δηλαδή στην άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν απαιτείται τέτοια αιτιολογία. Ειδικότερα, η παράλειψη αιτιολογίας αποκλείει τον δικαστικό έλεγχο ως προς την τήρηση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και της αρχής της αναλογικότητας - γεγονός που θέτει αυτοτελή ζητήματα σε σχέση με τις αρχές και τα minima του κράτους δικαίου.
(β) Η δυνατότητα του θιγόμενου να λαμβάνει εκ των υστέρων γνώση της άρσης του απορρήτου της τηλεφωνικής ή/και ηλεκτρονικής επικοινωνίας του απασχόλησε την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφεξής ΕΔΔΑ) ήδη από το 1978 στην απόφαση Klass κ.α. κατά Γερμανίας 21, αλλά και μετέπειτα σε μία σειρά κομβικών αποφάσεων που έκριναν επί της συμβατότητας των εθνικών νομοθεσιών περί παρακολουθήσεων και άρσης του απορρήτου με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ.
Η υποχρέωση ενημέρωσης των θιγόμενων από το μέτρο της άρσης περιλαμβάνεται μεταξύ των πάγιων κριτηρίων της νομολογίας του ΕΔΔΑ τα οποία θα πρέπει να πληρούνται προκειμένου να καταγνωστεί η συμβατότητα του εθνικού δικαίου προς την ΕΣΔΑ. Όπως έχει κριθεί από το ΕΔΔΑ, το ζήτημα της εκ των υστέρων -μετά το πέρας της άρσης του επικοινωνιακού απορρήτου- γνωστοποίησης στον θιγόμενο, ότι είχε κατά το παρελθόν διαταχθεί εις βάρος του το εν λόγω μέτρο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ζήτημα της αποτελεσματικής προσφυγής, άλλως με την εκ μέρους του θιγόμενου δυνατότητα άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων προκειμένου να υπερασπισθεί τα δικαιώματα και έννομα συμφέροντά του απέναντι σε κάθε τυχόν μη σύννομη ή καταχρηστική και δυσανάλογη εις βάρος του χρήση του μέτρου.
Η απουσία υποχρέωσης γνωστοποίησης στο θιγόμενο σε οποιοδήποτε στάδιο είναι ασύμβατη με την ΕΣΔΑ, καθώς στερεί από τον θιγόμενο τη δυνατότητα να αιτηθεί επανόρθωση για παράνομη επέμβαση στο δικαίωμά του βάσει του άρθρου 8 και, ως εκ τούτου, καθιστά τα διαθέσιμα βάσει του εθνικού δικαίου ένδικα μέσα προσχηματικά και απατηλά, παρά πρακτικά και αποτελεσματικά.
Η εκ των υστέρων γνωστοποίηση του μέτρου στον θιγόμενο προβλέφθηκε στο εθνικό δίκαιο, στην παρ. 9 του άρθρου 5 του Ν. 2225/1994. Η διάταξη αυτή, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το άρθρο 87 του Ν. 4790/2021 ( Α’ 48) όριζε τα εξής: ««9. Μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης και υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, μπορεί η Α.Δ.Α.Ε. να αποφασίζει τη γνωστοποίηση της επιβολής του στους θιγόμενους.»
Όπως προαναφέρθηκε, με το άρθρο 87 του νόμου 4790/2021, τροποποιήθηκε η παρ. 9 του άρθρου 5 του Ν. 2225/1994 [«Άρση του Απορρήτου (ΦΕΚ Α 121)] ως εξής:
Με τη νέα αυτή διάταξη διατηρείται κατ’ αρχήν η αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ να γνωστοποιεί σε εκείνους το απόρρητο των οποίων ήρθη για τη διακρίβωση κακουργημάτων (άρθρο 4 του Ν. 2225/1994), την επιβολή του μέτρου, μετά τη λήξη του και υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός, για τον οποίο είχε διαταχθεί, υπό την επιπρόσθετη, όμως, προϋπόθεση ότι πρέπει, εφεξής, να προηγείται της σχετικής απόφασης της ΑΔΑΕ η σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Η διατύπωση της σύμφωνης γνώμης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πριν αποφασίσει η Αρχή, αν θα γνωστοποιήσει - μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης του απορρήτου τη λήψη του στον θιγέντα, συνιστά μείζονα διαδικαστική εγγύηση και βαίνει προς την ορθή κατεύθυνση. Με την ίδια, όμως, διάταξη ρητώς καταργείται η αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ να γνωστοποιεί τη λήψη του μέτρου της άρσης, μετά τη λήξη αυτής, ακόμη και αν δεν διακυβεύεται πλέον ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, σε κάθε περίπτωση που η λήψη του μέτρου είχε γίνει για λόγους εθνικής ασφάλειας (άρθρο 3 του Ν. 2225/1994)- ακόμη και για άρσεις του απορρήτου που έχουν γίνει για λόγους εθνικής ασφάλειας στο παρελθόν».
-Ολόκληρη η έκθεση της ΑΔΑΕ στον ακόλουθο σύνδεσμο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου