Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο Μέγαρο Μαξίμου. Πηγή: primeminister.gr |
Τον Μάρτιο του 2021 η κυβέρνηση της ΝΔ – με την υποστήριξη ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ – άλλαξε υπούλως και κρυφίως τον νόμο για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, σπρώχνοντας τη χώρα σε πρακτικές που μόνον η Ρωσία, η Ουγγαρία και η Βουλγαρία έχουν τολμήσει να υιοθετήσουν – και έχουν καταδικαστεί από το δικαστήριο του Στρασβούργου γι’ αυτό. Η ΕΥΠ μπορεί να παρακολουθεί χιλιάδες πολίτες επικαλούμενη την εθνική ασφάλεια, χωρίς όμως στο εξής εκείνοι να έχουν το δικαίωμα να το μάθουν. Αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου η διάταξη, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ.
Το βράδυ της Τετάρτης 31ης Μαρτίου 2021 η Βουλή ψήφισε ένα ακόμα πολυνομοσχέδιο με «κατεπείγουσες ρυθμίσεις» για τις συνέπειες της πανδημίας. Το νομοσχέδιο περιείχε συνολικά 124 άρθρα. Σε ένα από αυτά όμως εμφιλοχώρησε μια τροπολογία. Η τροπολογία 826/145 δεν ήταν μόνο άσχετη με τις συνέπειες της πανδημίας, αλλά και εκπρόθεσμη, κατά παράβαση τόσο του Συντάγματος, όσο και του Κανονισμού της Βουλής. Την υπογράφουν ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος και τη φέρνουν στη Βουλή κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, μόλις λίγες ώρες πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου. Η τροπολογία κατατέθηκε στις 15:10. Η ψηφοφορία έγινε λίγες ώρες αργότερα. Στις 19:50 η τροπολογία είχε γίνει πια νόμος του ελληνικού κράτους (ν. 4790/2021), με τις ψήφους όχι μόνο της κυβερνητικής πλειοψηφίας, αλλά και των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης: του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ.
Η κυβέρνηση δεν θέλει να γνωρίζουν οι πολίτες ότι τους παρακολουθεί
Με την αντισυνταγματική τροπολογία η κυβέρνηση Μητσοτάκη άλλαξε τους κανόνες για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών: Στέρησε από την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) τη δυνατότητα να γνωστοποιεί στους πολίτες την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών τους από την ΕΥΠ, αν ο λόγος της παρακολούθησής τους αφορά την εθνική ασφάλεια.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή η νομοθεσία προέβλεπε ότι μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών κάποιου πολίτη (μετά δηλαδή το τέλος της παρακολούθησης), η ΑΔΑΕ μπορούσε να γνωστοποιεί στον θιγόμενο την άρση του απορρήτου, είτε αυτή έγινε για διακρίβωση σοβαρών εγκλημάτων είτε για λόγους εθνικής ασφάλειας. Μοναδική προϋπόθεση για τη γνωστοποίηση ήταν να μην διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η άρση του απορρήτου.
Το πρόβλημα εν προκειμένω είναι ότι, μετά τη νέα ρύθμιση, οι κρατικές αρχές και συγκεκριμένα η ΕΥΠ, γνωρίζοντας ότι οι πολίτες δεν πρόκειται να μάθουν ποτέ για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών τους από την ΑΔΑΕ, μπορούν ευκολότερα και ενδεχομένως αυθαίρετα να προχωρούν σε μαζικές άρσεις απορρήτου της επικοινωνίας χιλιάδων πολιτών, οι οποίοι θα παραμένουν σε καθεστώς άγνοιας και θα αδυνατούν να προσφύγουν στη δικαιοσύνη για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους από τυχόν παράνομη ή καταχρηστική άρση του απορρήτου.
❞ Αντιδρώντας στην τροπολογία τα μέλη της ΑΔΑΕ καταλήγουν με μια σοβαρή διαπίστωση: Αφού ο πολίτης δεν μπορεί να μάθει ότι άρθηκε το απόρρητό του, «στερείται πλήρως κάθε δυνατότητας να ζητήσει αποτελεσματική δικαστική προστασία»
Λεπτομέρεια με σημασία: Η νέα διάταξη έχει αναδρομική ισχύ, με άλλα λόγια η δυνατότητα γνωστοποίησης καταργείται και για τις άρσεις του απορρήτου (δηλαδή νόμιμες υποκλοπές) που συνέβησαν προ της 31ης Μαρτίου.
Δεν πρόκειται για μια επουσιώδη νομοθετική αλλαγή. Όπως αναλύουμε παρακάτω, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος και άλλα δύο μέλη της ανεξάρτητης αρχής, οι οποίοι δεν ρωτήθηκαν από την κυβέρνηση για την παραπάνω ρύθμιση, με παρρησία περιέγραψαν τις σοβαρότατες συνέπειές της. Υποστήριξαν ότι το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει κρίνει ότι μια τέτοια αλλαγή παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και έχει καταδικάσει τις χώρες που το τόλμησαν – τις εξής τρεις: Ρωσία, Ουγγαρία, Βουλγαρία.
O υπουργός Δικαιοσύνης παραπλανά
Ας επιστρέψουμε όμως στη διαδικασία στη Βουλή το βράδυ της 31ης Μαρτίου.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου γίνεται μόνο μία αναφορά στην τροπολογία. Ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Τσιάρας λέει: «Μια κουβέντα θέλω να πω για την προτεινόμενη από το Υπουργείο Δικαιοσύνης τροπολογία. Με τη συγκεκριμένη τροπολογία αντιμετωπίζεται το ζήτημα της διαχείρισης των συνεπειών της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις που το μέτρο της άρσης επιβάλλεται για τη διερεύνηση σοβαρών εγκλημάτων, προβλέπεται η δυνατότητα γνωστοποίησης της επιβολής του μέτρου της άρσης και στους θιγόμενους, πλην όμως τίθεται ως βασική προϋπόθεση η μη διακύβευση του σκοπού για τον οποίο διατάχθηκε, καθώς και η σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου».
Όμως, ο υπουργός παραπλανά. Αποσιωπά την πιο ουσιώδη αλλαγή που επιφέρει η διάταξη: Την κατάργηση της δυνατότητας γνωστοποίησης σε περίπτωση εθνικής ασφάλειας.
Αναλόγως παραπλανητική είναι η Αιτιολογική Έκθεση που κατατίθεται με την τροπολογία. Αναφέρει μεταξύ άλλων: «Με την άρση του απορρήτου περιορίζεται ένα συνταγματικό δικαίωμα και πρέπει να προβλεφθούν τα αντίστοιχα αντισταθμιστικά μέτρα». Ως στόχος της νέας διάταξης αναφέρεται η «διαφάνεια στη διαδικασία της άρσης του απορρήτου». Στα οφέλη της ρύθμισης αναφέρονται η «αυξημένη αξιοπιστία» και «η διαφάνεια των θεσμών». Και οι τρεις ισχυρισμοί είναι φυσικά παραπλανητικοί, αν όχι χονδροειδή ψέματα.
ΣΥΡΙΖΑ; Ναι! ΚΙΝΑΛ; Ναι!
Από τα έγγραφα της Βουλής προκύπτει ότι εκτός από τη ΝΔ, υπέρ της τροπολογίας για την άρση του απορρήτου ψήφισαν και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ.
Αξίζει να σημειωθεί πως πρόκειται για ένα πολυνομοσχέδιο στο οποίο τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΚΙΝΑΛ καταψήφισαν πολλά από τα άρθρα του, αλλά όχι εκείνο που αφορούσε την ΕΥΠ και το απόρρητο των επικοινωνιών.
Κατά της ρύθμισης ψήφισαν το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση και το ΜέΡΑ25.
Το Reporters United απηύθυνε ερωτήματα τόσο προς τον ΣΥΡΙΖΑ (προς τους βουλευτές Γιώργο Βαρεμένο, εισηγητή του κόμματος στο πολυνομοσχέδιο και Θεόφιλο Ξανθόπουλο, τομεάρχη Δικαιοσύνης) όσο και προς το ΚΙΝΑΛ (προς τον βουλευτή Ανδρέα Πουλά, εισηγητή του κόμματος στο πολυνομοσχέδιο) σχετικά με τη στάση τους. Μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε λάβει τις απαντήσεις τους.
Σοβαρές αντιδράσεις και νομικά επιχειρήματα από μέλη της ΑΔΑΕ
Αν το θέμα είχε μείνει εκεί είναι πολύ πιθανό να μην το μαθαίναμε ποτέ. Ευτυχώς, για το δημόσιο συμφέρον, αντέδρασαν οι πιο αρμόδιοι: Ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών Χρήστος Ράμμος και δύο ακόμα μέλη της ΑΔΑΕ, η νομικός Αικατερίνα Παπανικολάου και ο καθηγητής Ασφάλειας Πληροφοριακών Συστημάτων Στέφανος Γκρίτζαλης. Και με μία πράξη υπέρβασης (αφού πρόκειται για δημόσιους λειτουργούς που έχουν διοριστεί με τις ψήφους των κομμάτων που ψήφισαν την τροπολογία), συνέγραψαν ένα επιστημονικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στο υψηλού κύρους περιοδικό Constitutionalism του Ομίλου Αριστόβουλου Μάνεση.
Οι τρεις επιστήμονες ήδη στον τίτλο αναφέρουν ρητά ότι προκύπτει «Αντίθεση του άρθρου 87 Ν. 4790/2021 προς τις εγγυήσεις της ΕΣΔΑ για διαφύλαξη του απορρήτου των επικοινωνιών».
Στο άρθρο τους υποστηρίζουν ότι η νέα διάταξη ενδέχεται να παραβιάζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), καθώς και τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
❞ Σε ανάλογες περιπτώσεις το ΕΔΔΑ έκρινε ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Οι συντάκτες του άρθρου καταλήγουν με μια πολύ σοβαρή διαπίστωση: Από τη στιγμή που ο πολίτης δεν μπορεί να μάθει ότι άρθηκε το απόρρητο των επικοινωνιών του, «στερείται πλήρως κάθε δυνατότητας να ζητήσει αποτελεσματική δικαστική προστασία».
Τα τρία μέλη της ΑΔΑΕ διευκρινίζουν ότι «διατυπώνουν την προσωπική επιστημονική τους άποψη» και ότι «το κείμενο αυτό δεν αποτελεί θεσμική ή επίσημη διατύπωση άποψης» της ΑΔΑΕ.
Συμπληρώνουν όμως ότι «η ΑΔΑΕ εξ άλλου, δεν ρωτήθηκε αρμοδίως πριν από την ψήφιση της εν λόγω διάταξης». Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση τροποποίησε τον νόμο για την ΑΔΑΕ (ν. 2225/1994) χωρίς καν να ρωτήσει τη γνώμη της ΑΔΑΕ.
Ελλάδα όπως Ουγγαρία, Βουλγαρία, Ρωσία;
Όμως, το γενικότερο ζήτημα θέμα έχει ήδη κριθεί από το ΕΔΔΑ. Όπως επισημαίνει το άρθρο των μελών της ΑΔΑΕ, από τη νομολογία του δικαστηρίου προκύπτει ότι σε ανάλογες περιπτώσεις το ΕΔΔΑ έκρινε ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, διότι οι εναγόμενες στις συγκεκριμένες υποθέσεις χώρες (Βουλγαρία, Ρωσία και Ουγγαρία) δεν πρόβλεψαν μεταξύ άλλων τη δυνατότητα εκ των υστέρων γνωστοποίησης άρσης του απορρήτου επικοινωνιών στους πολίτες τους.
Πικραμμένος: Πηγαίνετε εκ μέρους μου στον Διοικητή της ΕΥΠ
Την τροπολογία υπέγραψαν ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος, ο οποίος μάλιστα είναι πρώην πρόεδρος του ΣτΕ και πρώην υπηρεσιακός πρωθυπουργός.
❞ Σύμφωνα με την ΑΔΑΕ ο αριθμός των άρσεων του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας αυξάνεται σταθερά από χρόνο σε χρόνο
Όμως, την αντικειμενική ευθύνη φέρει ο πρωθυπουργός. Όχι μόνο επειδή κάθε σχέδιο νόμου που φέρνει η κυβέρνησή του προς ψήφιση στη Βουλή τεκμαίρεται πως έχει την έγκρισή του. Αλλά και επειδή θεσμικά η ΕΥΠ βρίσκεται πλέον υπό την εποπτεία του πρωθυπουργού, ως αποτέλεσμα μιας αμφιλεγόμενης αναδιοργάνωσης που αποφάσισε η νέα κυβέρνηση της ΝΔ μόλις πέντε μέρες μετά την επικράτησή της στις εκλογές του 2019.
Το Reporters United έθεσε σχετικά ερωτήματα και προς τον ίδιο τον πρωθυπουργό χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση.
Αναλόγως, έχει θέσει ερωτήματα προς τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα και τον αντιπρόεδρο Παναγιώτη Πικραμμένο. Κανείς από τους δύο δεν απάντησε.
Ωστόσο, η στάση και των δύο παρουσιάζει, για διαφορετικούς λόγους, εξαιρετικό ενδιαφέρον. Όταν στείλαμε ερωτήσεις στον υπουργό Δικαιοσύνης, εκπρόσωπός του επικοινώνησε μαζί μας και μας ζήτησε περισσότερο χρόνο για να απαντήσει. Παρότι ανταποκριθήκαμε θετικά στο αίτημα αναβάλλοντας τη δημοσίευση, το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έδωσε απαντήσεις.
Όσον αφορά τον κ. Πικραμμένο, λίγες μέρες μετά την υποβολή των ερωτημάτων μας, εκπρόσωπος της Αντιπροεδρίας μας κάλεσε τηλεφωνικά και μας ζήτησε να απευθυνθούμε για το θέμα στον Διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντα και να ζητήσουμε συνάντηση μαζί του εκ μέρους του Αντιπροέδρου. Καλέσαμε την ΕΥΠ μεταφέροντας το μήνυμα του αντιπροέδρου. Μετά από μερικές μέρες, εκπρόσωπος του Διοικητή της ΕΥΠ μας έκλεισε ραντεβου για τις 23 Δεκεμβρίου. Δύο μέρες πριν το ραντεβού, ωστόσο, η εκπρόσωπος μας ενημέρωσε πως το ραντεβού δεν μπορεί να γίνει λόγω «έκτακτων επιχειρησιακών αναγκών».
Τι σχέση έχει η ΕΥΠ με τη σκλήρυνση του απορρήτου;
Εδώ προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα: Με ποια θεσμική λογική ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ερωτώμενος για μια νομοθετική ρύθμιση που έφερε η κυβέρνηση και υπέγραψε ο ίδιος, παραπέμπει στον επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της χώρας; Βρίσκεται η ΕΥΠ πίσω από το σκεπτικό της σκλήρυνσης του νόμου για την άρση του απορρήτου; Και τελικά, ποιος νομοθετεί σ’ αυτή τη χώρα, η κυβέρνηση ή οι μυστικές υπηρεσίες;
Το μεγάλο και αναπάντητο γιατί
Εδώ προκύπτει μια σειρά από δύσκολα ερωτήματα:
- Γιατί η κυβέρνηση να αλλάξει μια πρόβλεψη του νόμου παρότι αυτή δεν χρησιμοποιείτο ποτέ ή σχεδόν ποτέ;
- Ποιοι παρακολουθούνται, ώστε η γνωστοποίηση της άρσης του απορρήτου τους, όσο και απομακρυσμένη αν είναι, να τρομάζει τόσο την κυβέρνηση ώστε να προχωρεί στην απαγόρευσή της;
- Τι εξυπηρετεί η αναδρομικότητα της διάταξης; Ποιες προηγούμενες νόμιμες υποκλοπές και παρακολουθήσεις θέλει να κρατήσει μυστικές;
Η τροπολογία του Μαρτίου δεν έρχεται εν κενώ. Στα μέσα Νοεμβρίου η Εφημερίδα των Συντακτών με αποκλειστικό δημοσίευμά της (Πολίτες σε καθεστώς παρακολούθησης από την ΕΥΠ, Δημήτρης Τερζής) αποκάλυψε ότι η ΕΥΠ παρακολουθεί πολίτες, υπαλλήλους οργανώσεων που ασχολούνται με το προσφυγικό, δημοσιογράφους και δικηγόρους.
Από την αποκάλυψη της ΕφΣυν ο δημοσιογράφος του Solomon και μέλος της κοινότητας του Reporters United Σταύρος Μαλιχούδης ανακάλυψε ότι ανήκει σε όσους παρακολουθούνται από την ΕΥΠ. Συμπτωματικά ή όχι, το τάιμινγκ των δύο γεγονότων συμπίπτει: Η τροπολογία για το απόρρητο ψηφίστηκε στις 31 Μαρτίου, οι επικοινωνίες του Μαλιχούδη που καταγράφονται στο σήμα της ΕΥΠ έγιναν στα μέσα Απριλίου.
Τα σήματα της ΕΥΠ που αποκάλυψε η ΕφΣυν δεν έχουν διαψευστεί από κανέναν. Η κυβέρνηση αντέδρασε τότε με διπλή (και αντιφατική) γραμμή:
- Στις
15 Νοεμβρίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου δεν διέψευσε
τις παρακολουθήσεις πολιτών ούτε αμφισβήτησε τη γνησιότητα των σημάτων
της ΕΥΠ. Αντιθέτως, εκθείασε τον «πολύ σπουδαίο έργο-ρόλο» της ΕΥΠ, που
«επιτελεί με πολύ μεγάλη επάρκεια», επικαλούμενος «τις απειλές για την
εθνική μας ασφάλεια».
- Στις 24 Νοεμβρίου, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης απαντώντας σε επιστολή του προς το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων – δημοσιογράφος του οποίου είναι ο Μαλιχούδης – και την Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου δήλωσε πως «δεν υπάρχει παρακολούθηση δημοσιογράφων στην Ελλάδα».
Όμως, η υπόθεση Μαλιχούδη χρησιμεύει και ως παράδειγμα για να κατανοηθεί καλύτερα η ουσία της διάταξης της κυβέρνησης για το απόρρητο. Η ΑΔΑΕ θα είχε τη δυνατότητα να προβεί σε γνωστοποίηση, ακόμα κι αν η παρακολούθηση γινόταν για λόγους εθνικής ασφάλειας, αρκεί να είχε σταματήσει η παρακολούθηση και να μη διακυβευόταν ο λόγος για τον οποίο είχε διαταχθεί. Με τη νέα διάταξη, η ΑΔΑΕ στερείται αυτή τη δυνατότητα.
13.751 παρακολουθήσεις στο όνομα της εθνικής ασφάλειας
Μια ματιά στις τελευταίες ετήσιες εκθέσεις πεπραγμένων της ΑΔΑΕ αρκεί για να δείξει το μέγεθος του προβλήματος. Όχι μόνον ο αριθμός των άρσεων του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας αυξάνεται σταθερά από χρόνο σε χρόνο, αλλά η αύξηση είναι τόσο δυσανάλογα μεγάλη ώστε έχουμε φτάσει στο σημείο οι άρσεις του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας να είναι υπερπολλαπλάσιες των άρσεων για τη διακρίβωση σοβαρών εγκλημάτων.
Πηγή: Έκθεση Πεπραγμένων ΑΔΑΕ, 2021. Τα βουλεύματα αφορούν άρσεις απορρήτου για τη διακρίβωση σοβαρών εγκλημάτων. Οι διατάξεις αφορούν την εθνική ασφάλεια |
* Ο τίτλος του ρεπορτάζ είναι δάνειο από το μιούζικαλ για παιδιά «Σιωπή, ο βασιλιάς ακούει» των Νίκου Κυπουργού και Θωμά Μοσχόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου