Περισσότερες από 280 ενεργές πυρκαγιές καίνε τη Χιλή τις τελευταίες ημέρες, εν μέσω μιας υπερδεκαετούς περιόδου ξηρασίας στη χώρα της Λατινικής Αμερικής. Τουλάχιστον 26 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους σε μία εβδομάδα, ενώ χιλιάδες έχουν δει τα σπίτια τους να καταστρέφονται, στην πιο φονική περίοδο πυρκαγιών στη σύγχρονη ιστορία της Χιλής.
Περισσότερα από 2.700 τετρ. χιλιόμετρα έχουν γίνει στάχτη μέχρι στιγμής από τις πυρκαγιές που πλήττουν τα νότια και τα κεντρικά της χώρας, έκταση που είναι επτά φορές μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας, σύμφωνα με την Εθνική Εταιρεία Δασών (CONAF), την ιδιωτική, μη κερδοσκοπική, αλλά υπαγόμενη στο υπουργείο Γεωργίας οργάνωση που είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των δασικών εκτάσεων στη Χιλή. Η καμμένη έκταση είναι πιθανό να ξεπεράσει τη μέχρι σήμερα χειρότερη χρονιά, όταν το 2017 κάηκαν περισσότερα από 5.700 τετρ. χιλιόμετρα και έχασαν τη ζωή τους 11 άνθρωποι.
Η Χιλή περνά μια περίοδο ξηρασίας 14 ετών, την οποία ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός χαρακτήρισε πέρυσι «μεγα-ξηρασία», τονίζοντας ότι είναι η μεγαλύτερη εδώ και 1.000 χρόνια και πως αποτελεί μια μεγάλη κρίση ύδρευσης, στη χώρα όπου το νερό παραμένει ιδιωτικοποιημένο. Οι θερινές θερμοκρασίες αυτή την εβδομάδα ξεπερνούν τους 40°C σε πολλές από τις περιοχές που πλήττονται από τις πυρκαγιές, ενώ ισχυροί ξηροί άνεμοι από τις Άνδεις ευνοούν την επέκταση των πυρκαγιών.
Οι συνθήκες είναι αποτέλεσμα του ανθρώπινου παράγοντα έμμεσα, μέσω της κλιματικής αλλαγής που ενισχύει φαινόμενα όπως η ξηρασία, αλλά και άμεσα, καθώς μεγάλο κομμάτι των πυρκαγιών καίνε σε περιοχές με μεγάλες, ιδιωτικής εκμετάλλευσης φυτείες εύφλεκτων δέντρων όπως το πεύκο και ο ευκάλυπτος. Στις φυτείες αυτές έχει επιτραπεί από το χιλιανό κράτος να «εισβάλλουν» και να αναπτυχθούν σε εδάφη αυτοχθόνων κοινοτήτων, αλλά και άλλων χωριών και πόλεων. Σε συνδυασμό με την ιδιωτική διαχείριση του νερού στη χώρα-πρότυπο του νεοφιλελευθρισμού, ο ανεξέλεγκτος χαρακτήρας των ιδιωτικών φυτειών ξυλείας έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα.
Η δήμαρχος της πόλης Σάντα Χουάνα, στην επαρχία Μπιομπίο, μία από τις επαρχίες με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πυρκαγιών περιέγραψε με δραματικούς τόνους την κατάσταση: «Είμαστε ανήμποροι να τα βγάλουμε πέρα. Είμαστε μόνοι μας. Υπάρχει μια εγκατάλειψη από το Κράτος της Χιλής. Δεν υπάρχει σχέδιο για τις φυτείες, χρειαζόμαστε να ελεγχθούν και αυτό δεν έγινε από το Κράτος. Η νομοθεσία που έχουμε είναι απαίσια, δεν μας προστατεύει. Η επαρχία Μπιομπίο είναι εντελώς φυτεμένη με πεύκα.»
Κομμάτι της «εγκατάλειψης από το Κράτος» είναι και η έλλειψη επαγγελματιών πυροσβεστών, καθώς η πλειοψηφία των περίπου 5.600 πυροσβεστών που μάχονται με τις φλόγες είναι εθελοντές. Αυτό σημαίνει πως η υπάρχουσα δύναμη δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στο εύρος των πυρκαγιών, και έχει επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση μόλις 81 μετώπων, λιγότερων από το ένα τρίτο των ενεργών. Επιπλέον, πολλοί από τους εθελοντές πυροσβέστες αντιμετωπίζουν πλέον τον φόβο της απόλυσης από τις κανονικές τους εργασίες, καθώς οι εργοδότες τους καλούν να επιστρέψουν στις δουλειές τους.
Η κυβέρνηση Μπόριτς δεν έχει καταφέρει ή δεν έχει προσπαθήσει να αντιστρέψει δεκαετίες νόμων που επηρεάζουν τις τοπικές κοινότητες και ευνοούν την ιδιωτική πρωτοβουλία. Πινοσετικός νόμος του 1974 επιδοτεί έως και το 75% των φυτειών πεύκου, με τις δύο μεγαλύτερες εταιρείες ξυλείας να έχουν πλέον υπό την ιδιοκτησία τους περισσότερα από δύο εκατομμύρια εκτάρια γης και να έχουν χρηματοδοτηθεί σε μεγάλο βαθμό από δημόσια ταμεία. Πολλές από τις εκτάσεις πάρθηκαν με τη βία από τις ιθαγενικές κοινότητες των Μαπούτσε, πρακτική που δεν περιορίστηκε στην περίοδο της δικτατορίας, αλλά συνεχίστηκε και από τις επόμενες κυβερνήσεις που χαρακτήριζαν συλλήβδην τα κινήματα των ιθαγενών ως «τρομοκράτες».
Στο πρόσφατο δημοψήφισμα για την έγκριση νέου Συντάγματος, η πλειοψηφία των πολιτών της Χιλής απέρριψε το Σύνταγμα που θα επέστρεφε την ύδρευση σε δημόσιο έλεγχο, η ιδιωτικοποίηση της οποίας ισχύει επίσης από την περίοδο της δικτατορίας Πινοσέτ, το 1980.
Σε δηλώσεις της, η υπουργός Εσωτερικών Καρολίνα Τοχά ανακοίνωσε την τοποθέτηση τριών επαρχιών σε «κατάσταση καταστροφής», που δίνει τη δυνατότητα στις ένοπλες δυνάμεις να επέμβουν. Όμως η υπουργός απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά στις ιδιωτικές εταιρείες ξυλείας, επιλέγοντας να στοχοποιήσει «επικίνδυνες συμπεριφορές» από τον γενικό πληθυσμό. Αυτό παρά το γεγονός ότι υπάρχει παρελθόν με υπαλλήλους εταιρειών ξυλείας να συλλαμβάνονται για εμπρησμούς.
Ο Χουάν Χοσέ Ουγκάρτε, πρόεδρος της Χιλιανής Εταιρείας Ξυλείας (CORMA), της ένωσης των ιδιωτικών εταιρειών ξυλείας, εμφανίστηκε έτοιμος να εκμεταλλευτεί την ασυλία του τομέα του και κάλεσε το κράτος να επιβάλλει στρατιωτικό νόμο εναντίον των τοπικών κοινοτήτων. «Οι δυνατότητες είναι στα όριά τους, και για αυτόν τον λόγο είναι ζωτικής σημασίας να χρησιμοποιηθούν τα εργαλεία που επιτρέπει η Κατάσταση Εξαίρεσης, διότι απαιτείται σε μερικές κοινότητες να εφαρμοστούν απαγορεύσεις κυκλοφορίας, απαγορεύσεις μετακίνησης ανθρώπων, απαγορεύσεις πώλησης καυσίμων σε βαρέλια, να μην έχουμε υλικά που επιταχύνουν την εξάπλωση πυρκαγιών, να εφαρμόσουμε σημεία ελέγχου των δρόμων, μεταξύ άλλων, να δώσουμε ασφάλεια στους γείτονες και να αποτρέψουμε ανθρώπους από τη συνέχιση πρόκλησης πυρκαγιών», δήλωσε ο Ουγκάρτε.
Πρόκειται για μια ξεδιάντροπη αντιστροφή της πραγματικότητας από τις ιδιωτικές εταιρείες και το χιλιανό κράτος, που ρίχνουν πλήρως την ευθύνη στις κοινότητες εκείνες που υποφέρουν περισσότερο από τις πυρκαγιές, και από τις κερδοσκοπικές πρακτικές των εταιρειών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου