Ένοχοι αλλά …ελεύθεροι κηρύχθηκαν οι βασανιστές του Χρήστου Χρονόπουλου σήμερα από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο. Το 2007, ο Χρήστος βίωσε άγριο ξυλοδαρμό από τους αστυνομικούς Κόκκινο και Σουτόγλου κατά την κράτησή του στο ΑΤ Καλλιθέας, με αποτέλεσμα τη συντριπτική του αναπηρία και την παρ’ ολίγον απώλεια της ζωής του. Επιβλήθηκε η ποινή των τριών χρόνων με αναστολή. Η οικογένεια δηλώνει μερικώς ικανοποιημένη, μιας και μένει το παράπονο ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έμειναν ούτε μία μέρα στη φυλακή.

Το ΤΡΡ επικοινώνησε με τη δικηγορική εταιρεία Θεόδωρος Μαντάς και Συνεργάτες, που είχε αναλάβει -μαζί με τον δικηγόρο Νίκο Κωνσταντόπουλο- την υπεράσπιση του θύματος. «Πρώτη φορά στην ιστορία των ποινικών δικαστηρίων στην Ελλάδα τιμωρήθηκε το κακούργημα 137Α. Είναι το κακούργημα για τα βασανιστήρια. Πήραν αναστολή οι θύτες όμως, γιατί δόθηκαν δύο ελαφρυντικά, του σύννομου βίου και της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς. Η άλλη πλευρά ήταν σε πλήρη άρνηση, δεν επέδειξε καμία μεταμέλεια. Εμείς είχαμε τα πραγματικά περιστατικά. Ο Χρήστος μπήκε στο τμήμα στις 11 η ώρα και βγήκε στη 1 με φορείο».


Το χρονικό

Έπειτα από έναν μαραθώνιο αναβολών και σκοπούμενων καθυστερήσεων που είχαν ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία και τον ψυχικό εκμηδενισμό του παθόντα και της οικογένειάς του, ο αγώνας για δικαίωση έφτασε στο τέλος του. Ο Χρήστος οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα επειδή φέρεται να ενόχλησε φραστικά το περιβάλλον του καφενείου, όπου πάντα σύχναζε (χωρίς, φυσικά, να προβάλλει κανενός είδους απειλή). Δεν είχε παραβατική συμπεριφορά, αλλά αντιμετωπίστηκε από τους αστυνομικούς ως κρατούμενος και υπό επιτήρηση… μόνο και μόνο ορμώμενοι από τον φόβο και τα στερεότυπα για τους ψυχικά πάσχοντες. Μπήκε περιπατητικός και βγήκε με συντριπτική αναπηρία.

Η ιατροδικαστική έκθεση απεικόνιζε εξ’ αρχής ότι ο Χρήστος ήταν χτυπημένος σε όλη την αριστερή πλευρά, από πάνω ως κάτω, και όχι μόνο στο κεφάλι. Ο Χρήστος είχε πάνω του το διαβατήριο και το βιβλιάριο υγείας του, καθώς και τα τηλέφωνα των συγγενών του, όμως οι αστυνομικοί δεν ενημέρωσαν τους οικείους του για τη μεταφορά του στο νοσοκομείο παρά μόνο τη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας του. Παρόλο που τα έγγραφα αποδείκνυαν την ταυτότητά του, οι αστυνομικοί τον δήλωσαν στο ΕΚΑΒ ως Ροδόπουλο (και όχι ως Χρονόπουλο) με την επισήμανση ότι είναι χρήστης ουσιών. Αντί να μεταφερθεί στον «Ευαγγελισμό», διακομίστηκε στο Θριάσιο όπου φιλοξενούνται ανάλογα περιστατικά και μάλιστα στην Παθολογική Κλινική. Όταν ο εφημερεύων γιατρός της Παθολογικής διαπίστωσε ότι το θύμα έχρηζε νευροχειρουργικής επέμβασης και εντατικής νοσηλείας, επικοινώνησε πέντε φορές με το Α.Τ. ζητώντας επιμόνως να πληροφορηθεί τι είχε υποστεί ο ασθενής και πώς. Όπως κατέθεσε ο θείος του Χρήστου, «όταν βρήκαμε τον γιατρό ήταν έξαλλος, μας έλεγε ότι έκανε πέντε τηλεφωνήματα για να καταδεχτεί ο αξιωματικός να του απαντήσει».

Σύμφωνα με το αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα που είχε εκδώσει το Συμβούλιο Εφετών, οι αστυνομικοί «χτύπησαν με πρόθεση επανειλημμένως τον προσαχθέντα σε πολλά σημεία του σώματός του με θλώντα αμβλέα όργανα (πιθανόν με σφιγμένες τις γροθιές τους)», με αποτέλεσμα να επέλθει μεταξύ άλλων «βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση που προκάλεσε μεγάλη έκπτωση των νοητικών του λειτουργιών, βραδυψυχισμό, μετατραυματική αμνησία και επιληπτικές κρίσεις».

Δύο δικαστικά συμβούλια, παρά τις αντίθετες γνωμοδοτήσεις των εισαγγελέων, είχαν εκδώσει απαλλακτικά βουλεύματα για τους κατηγορούμενους, ισχυριζόμενα ότι «δεν προέκυψαν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής» και ότι το θύμα αυτοτραυματίστηκε. Το ίδιο είχαν υποστηρίξει και οι αστυνομικοί οι οποίοι είχαν αναφέρει ότι ο Χρ. Χρονόπουλος τραυμάτισε το κεφάλι του χτυπώντας το πάνω στον πάγκο του μπαρ της καφετέριας, αντιστεκόμενος την ώρα που προσπαθούσαν να τον προσαγάγουν.

Τα περί αυτοτραυματισμού του θύματος κατέρριψε το βιβλίο αδικημάτων και συμβάντων στις 23 Μαΐου όπου φάνηκε πως δεν έχει γίνει καμία απολύτως αναφορά σχετικά με αντίσταση ή κάποιο χτύπημα, αλλά το μόνο που καταγράφεται είναι πως ο Χρ. Χρονόπουλος βρισκόταν υπό την επήρεια «ουσιών και μέθης», πράγμα που καταρρίπτεται από τις εξετάσεις που έκανε ο τραυματιοφορέας του ΕΚΑΒ όταν τον παρέλαβε από το ΑΤ Καλλιθέας. Η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για χτύπημα είναι με συμπληρωματική εγγραφή έξι ολόκληρες ημέρες μετά το συμβάν, στις 29 Μαΐου 2007, όταν ήδη η υπόθεση βρισκόταν στην επικαιρότητα.

Το 2015, είχαν καταδικαστεί σε 8 χρόνια φυλάκιση με αναστολή οι βασανιστές αστυνομικοί. Σήμερα μπήκε τελεία στην υπόθεση. Ο Χρήστος είναι 48 ετών σήμερα, με διαγνωσμένη ψυχική νόσο. 14 χρόνια πριν δεν είχε καμία σωματική βλάβη. Σήμερα είναι ανάπηρος σε ποσοστό άνω του 67%.

«Στο πρόσωπο του Χρήστου καθρεφτίζεται η εν γένει αντιμετώπιση, από τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία ή/και με πολλαπλές ταυτότητες, που πυροδοτούν στους “κανονικούς” πολίτες και αστυνομικούς το μίσος, την οργή και τον στιγματισμό. Ένα αντιφατικό κράτος που καλείται να σε προστατεύσει αλλά σε αφήνει και ανάπηρο, παραβιάζοντας βασικά δικαιώματα ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Ένα κράτος που βάζει τη σφραγίδα της κουλτούρας της καταστολής και όχι της κουλτούρας του ανθρωπισμού. Δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα έχει καταδικαστεί επανειλημμένως από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την αστυνομική βία και την καταστολή μέσα στα αστυνομικά τμήματα. Η δίκη αυτή συμπυκνώνει την επιτακτική ανάγκη για δικαίωση σε όλες τις δίκες (παρωδίες) αστυνομικής βίας που έχουν καταλήξει να ξεπλένουν τους μπάτσους και την κατάχρηση εξουσίας που συστηματικά επιδεικνύουν» αναφέρει η Πρωτοβουλία Ψ για ένα Πολύμορφο Κίνημα για την Ψυχική Υγεία.