Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της πρώτης πανελλήνιας επιστημονικής έρευνας για την εξ αποστάσεως διδασκαλία στο ελληνικό δημόσιο σχολείο, εξαιτίας της πανδημίας. Πρόκειται για μια μεγάλης κλίμακας έρευνα για τη βιωμένη εμπειρία της τηλεκπαίδευσης, σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης, από την πλευρά των εκπαιδευτικών, που ολοκληρώθηκε πριν από λίγο καιρό και εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Διατμηματικού Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας για την Εκπαίδευση», από την ομότιμη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Τζέλα Βαρνάβα-Σκούρα, τον καθηγητή στο Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία Βασίλη Γιαλαμά, την αναπληρώτρια καθηγήτρια στο ίδιο τμήμα Μαρία Σφυρόερα και την καθηγήτρια στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων και Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής, Μαρία Ραγκούση.
Βάσει των ερωτηματολογίων που συμπλήρωσαν ηλεκτρονικά την περασμένη άνοιξη, 540 εκπαιδευτικοί (80% μόνιμοι, 20% αναπληρωτές) από όλη τη χώρα και όλες τις βαθμίδες του σχολείου (Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο), απαντήθηκαν βασικά θέματα, όπως η εκτίμηση της συμμετοχής των μαθητών στην τηλεκπαίδευση, ο αποκλεισμός ή οι δυσκολίες συμμετοχής, η προετοιμασία των εκπαιδευτικών για να εφαρμόσουν την εξ αποστάσεως διδασκαλία (ΕΑΔ), κριτική των εκπαιδευτικών για την περίοδο εφαρμογής της, τρόποι αξιολόγησης των μαθητών και του εκπαιδευτικού έργου κ.ά.
Η κινητοποίηση των εκπαιδευτικών και των διευθύνσεων των σχολείων με τον πρόσθετο φόρτο εργασίας που επωμίσθηκαν οι εκπαιδευτικοί, με όλες τους τις δυνάμεις, χωρίς την απαιτούμενη επιμόρφωση σε μορφές εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, τα απρόβλεπτα προσωπικά έξοδα που κατέβαλαν σε τεχνολογικό εξοπλισμό για να ανταποκριθούν στην εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης προβάλλονται στα αποτελέσματα από τις αναλύσεις των δεδομένων της έρευνας. Θυμός είναι το συναίσθημα που φαίνεται να έχει αφήσει η περίοδος της τηλεκπαίδευσης, καθώς οι εκπαιδευτικοί νιώθουν ότι, ενώ προσπάθησαν να εμπλακούν με όλες τους τις δυνάμεις, αναγκάστηκαν να εργαστούν χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα για τους μαθητές τους που για οικονομικο-κοινωνικο-πολιτισμικούς λόγους δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση ή παρακολούθησαν ελλιπέστατα και με ακατάλληλο εξοπλισμό. Νιώθουν θυμό και γιατί μέσα στη συγκυρία της έκτακτης ανάγκης, δεν μπόρεσαν να αναπτυχθούν, παρά μόνο σε μικρό βαθμό, παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και διαταραχών μάθησης για τα παιδιά που το είχαν ανάγκη.
Το γενικευμένο αυτό πρόβλημα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, παρουσιάστηκε σε όλα τα σχολικά επίπεδα, αλλά είναι πιο έντονο στο επίπεδο του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού σχολείου. «Είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει. Ειδικές αντισταθμιστικές παρεμβάσεις μετά την επιστροφή στη δια ζώσης διδασκαλία, θα έπρεπε να έχουν σχεδιαστεί και να έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Η συμπερίληψη όλων στο δημοκρατικό ενιαίο σχολείο ήταν μια κατάκτηση για την οποία χρειάστηκαν πολλοί αγώνες», αναφέρουν σχετικά οι ερευνητές.
Πολλοί μαθητές και μαθήτριες κατά την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης δε διέθεταν ηλεκτρονικό εξοπλισμό ή παρακολουθούσαν μέσα από ακατάλληλες συσκευές, όπως είναι τα κινητά τηλέφωνα, κάτι που υποβαθμίζει όμως σοβαρά τη διδακτική-μαθησιακή διαδικασία. Τα σχολεία, σύμφωνα με τους ίδιους τους διδάσκοντες, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υποστηρίξουν τους μαθητές και τις μαθήτριες και ως προς τον εξοπλισμό. Τα λίγα μέσα που διέθεταν ήταν ανεπαρκή, όπως προκύπτει από την έρευνα. Δεν ήταν όμως μόνο οι μαθητές και οι μαθήτριες που είχαν προβλήματα ως προς τον εξοπλισμό. Οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί επωμίσθηκαν τα έξοδα για να αναβαθμίσουν τον δικό τους εξοπλισμό, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στο νέο πλαίσιο διδασκαλίας.
Στη γενική αξιολόγηση της εμπειρίας από την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης, ο φόρτος εργασίας και η προσωπική τους κινητοποίηση προβάλλονται με έντονα θετικό πρόσημο, όπως και η αλληλοϋποστήριξη εκπαιδευτικών, μέσω κοινωνικών δικτύων και η οργανωτική υποστήριξη από το σχολείο. Αρνητικά αξιολογούν οι εκπαιδευτικοί την εμπειρία της τηλεκπαίδευσης ως προς τη μάθηση, την ποιότητα των διαδράσεων στην επικοινωνία, την αυτονομία και τη συμπερίληψη όλων των μαθητών. Η πιο αρνητική αξιολόγηση όμως αναφέρεται στην υποστήριξη από το ΥΠΑΙΘ.
Συν και πλην
Στα θετικά καταγράφονται απαντήσεις όπως «Κρατήσαμε μια υποτυπώδη επαφή με τους μαθητές», «Η επικοινωνία δε διακόπηκε», «Από το να μη γίνεται καθόλου μάθημα είναι μια λύση», «Συνέχιση της διδασκαλίας, έστω και με δυσκολίες», «Επέκταση της συνεργασίας πέραν του σχολικού ωραρίου», «Οι γονείς εκτίμησαν περισσότερο το έργο μας», «Σε καιρούς υποχρεωτικής απομόνωσης ήταν ευκαιρία για κοινωνική ζωή», «Καθημερινή χρήση διαδικτυακού και ηλεκτρονικών αρχείων, κάτι που λείπει από το σχολείο λόγω έλλειψης κατάλληλου εξοπλισμού», «Απουσία προβλημάτων διαχείρισης της τάξης», «Παροχή εξατομικευμένων μαθησιακών εργασιών».
Στα αρνητικά διαβάζουμε (και πάλι ενδεικτικά): «Πολλά τεχνικά προβλήματα στην πλατφόρμα Webex. Εντελώς ακατάλληλη για τόσο διευρυμένη χρήση», «Οι τεχνικές δυσκολίες κράτησαν εκτός μαθησιακής διαδικασίας τα 2/3 των μαθητών», «Η κακή ποιότητα της σύνδεσης», «Μη κοινός τεχνολογικός εξοπλισμός μεταξύ των μαθητών», «Μάθημα με κινητό τηλέφωνο», «Αδιαφορία υπουργείου για τον εξοπλισμό των καθηγητών», «Ψηφιακός αναλφαβητισμός μαθητών», «Διευθυντές άνω των 64 ετών χωρίς γνώσεις και αδυναμία διαχείρισης της κρίσης», «Απουσία ψηφιακών δεξιοτήτων γονέων», «Τεχνολογικός εγγραμματισμός γονέων».
Αξιολόγηση μαθητών
Η αξιολόγηση των μαθησιακών κατακτήσεων αποτέλεσε μια από τις πιο δύσκολες πλευρές στο παιδαγωγικό έργο των εκπαιδευτικών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ήταν το σημαντικότερο παιδαγωγικό πρόβλημα, στο πλαίσιο της διαχείρισης της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κατά την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης. Σε Γυμνάσια και Λύκεια, επικράτησαν ως μορφές αξιολόγησης οι συζητήσεις και οι προφορικές εξετάσεις, οι γραπτές εξετάσεις και τα τεστ, ενώ σε μικρότερο βαθμό διάφορες μορφές αυτοαξιολόγησης. Στο Δημοτικό σχολείο, χρησιμοποιήθηκαν περισσότερο οι συζητήσεις και οι προφορικές εξετάσεις, αλλά και μορφές αυτοαξιολόγησης, καθώς και οι γραπτές εργασίες. Στο επίπεδο του Νηπιαγωγείου, κύριες μορφές ήταν οι συζητήσεις και οι προφορικές εξετάσεις και όχι οι πιο διαδραστικές μορφές αξιολόγησης που χαρακτηρίζουν το Νηπιαγωγείο. Αντίστοιχες είναι και οι μορφές αξιολόγησης για το Δημοτικό σχολείο.
Οι ερευνητές στα συμπεράσματά τους σημειώνουν πως «ως προς το θέμα της ενσωμάτωσης κάποιων μορφών εξ αποστάσεως διδασκαλίας στη διδακτική τους, όταν τα σχολεία επιστρέψουν στη δια ζώσης λειτουργία, περισσότεροι από τους μισούς εκπαιδευτικούς απαντούν θετικά, με πιο επιφυλακτικούς τους/τις εκπαιδευτικούς στο επίπεδο του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού σχολείου. Φαίνεται πάντως ότι η βιωματική σχέση με την ΕΑΔ, που απέκτησαν οι εκπαιδευτικοί, θα συμβάλει σε κάποιο βαθμό στην ενσωμάτωση κάποιων μορφών της στο σχολικό μας σύστημα.
Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι οι εκπαιδευτικοί, στη συντριπτική τους πλειονότητα, τονίζουν πως η δια ζώσης διδασκαλία είναι αναντικατάστατη και δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να επιβληθούν από το ΥΠΑΙΘ μορφές τηλεκπαίδευσης για να αντιμετωπιστούν ζητήματα για τα οποία ο τρόπος αυτός θα ήταν, κατά την άποψή τους, απαράδεκτος. Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών θεώρησε την ΕΑΔ ως μια άμεση απάντηση στην έκτακτη ανάγκη για να εξασφαλιστεί κάποια διδακτική, επικοινωνιακή, σχεσιακή συνέχεια και παρά τις πολλές αδυναμίες που επισημάνθηκαν, αναφέρθηκαν και πολλά θετικά σημεία. Ένα στοιχείο που μας προκάλεσε εντύπωση και θα είναι σημαντικό να μελετηθεί είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή κάποιων αδύναμων μαθητών και άλλων που δίσταζαν να πάρουν τον λόγο στη δια ζώσης διδασκαλία. Φαίνεται ότι το πλαίσιο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης τους δημιούργησε μεγαλύτερη ασφάλεια και μπόρεσαν να ενεργοποιηθούν περισσότερο.
Με τα λόγια των δασκάλων και καθηγητών, όπως απάντησαν στην έρευνα για την τηλεκπαίδευση
Δημοτικό
● «Η εφαρμογή της, ως αποκλειστικής μορφής εκπαίδευσης για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αυξάνει την κοινωνική ανισότητα στη μαθητική διαδικασία και οδηγεί σε έλλειψη ενδιαφέροντος των μαθητών και στην υποβάθμιση της ενεργητικής μάθησης»
● «Στην αρχή δούλεψε καλά, αλλά όσο περνάει ο καιρός, μαθητές και εκπαιδευτικοί είμαστε κουρασμένοι»
● «Νιώθω ασφάλεια για την υγεία μου, αλλά κούραση από την κακή σύνδεση»
● «Μόνο θετικά συναισθήματα. Ελπίζω το μοντέλο της μικτής μάθησης (Blended Learning), δηλαδή ο συνδυασμός online και offline μορφών εκπαίδευσης, σύγχρονων και ασύγχρονων μορφών επικοινωνίας, καθώς και ο συνδυασμός συνεργατικής και αυτοκαθοδηγούμενης μάθησης να εδραιωθεί»
Γυμνάσιο
● «Η έλλειψη οπτικής επαφής με τους/τις μαθητές/τριες είναι πολύ μεγάλη αδυναμία. Αδυναμία ελέγχου της πραγματικής παρουσίας των μαθητών/τριών. Εκνευρισμός του διδάσκοντος από το γεγονός ότι αντιλαμβάνεται ότι του προβάλλουν πολλές φορές ανυπόστατες δικαιολογίες, τις οποίες δεν μπορεί να αμφισβητήσει (δεν είχα σύνδεση, με πέταξε, δεν σας ακούω, μίλησα αλλά δεν ακούγομαι κ.λπ.). Ο ωφέλιμος διδακτικός χρόνος σπάνια υπερβαίνει τα 30 λεπτά. Η χρήση των ψηφιακών πόρων αποτελεί μεγάλη πρόκληση, αλλά είναι και πολύ “χρονοβόρα” σε βάρος της πορείας της ύλης»
● «Θα μπορούσε να είναι πιο θετική εμπειρία, αν γινόταν λιγότερες ώρες μάθημα. Θα έπρεπε να γίνεται έως τέσσερις ώρες και όχι εφτά. Να έχουν καλύτερο εξοπλισμό όλοι, σχολεία, καθηγητές, μαθητές. Κάποιοι μαθητές είχαν εξοπλισμό, αλλά δεν έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο. Είναι λάθος να κάνουν μάθημα με σταθερό τηλέφωνο. Τέλος, έπρεπε να έχουν γίνει σεμινάρια σε όλους τους εκπαιδευτικούς»
Λύκειο
● «Δεν μου άρεσε να κάνω μάθημα χωρίς να βλέπω τα μάτια των μαθητών μου. Πολλές φορές, ένα νεύμα αρκεί... δεν το είχα αυτό. Δεν μπορούσα να τους μεταδώσω τη λαχτάρα για μάθηση. Δεν μπορούσα να τους πείσω να με προσέξουν. Δεν μπορούσα να τους αξιολογήσω με αντικειμενικότητα. Θα ήθελα να έχω πάντα και σε κάθε τάξη/αίθουσα ηλεκτρονικά μέσα να χειρίζομαι στη δια ζώσης διδασκαλία και όχι μόνο σποραδικά όταν είναι διαθέσιμο το εργαστήριο»
● «Δεν υποκαθιστά τη δια ζώσης διδασκαλία. Είναι μια λύση ανάγκης. Οι μαθητές, ειδικά οι αδιάφοροι, επαναπαύονται. Αυτό επιτείνεται και από τη μη διεξαγωγή των προαγωγικών εξετάσεων»
● «Η εξ αποστάσεως διδασκαλία με “φόρτωσε” μόνο αρνητικά συναισθήματα: μοναξιά, αμηχανία, εκνευρισμό, απογοήτευση. Ένιωθα αρκετές φορές σαν να απευθύνομαι σε έναν τοίχο από τον οποίο ανέμενα απάντηση. Ειλικρινά λυπάμαι που η υπουργός Παιδείας καμαρώνει και θεωρεί την ΕΑΔ σπουδαία παρακαταθήκη για το μέλλον»
● «Πολύ χρήσιμη η τηλεδιάσκεψη για την υποστήριξη σε έκτακτες συνθήκες. Πολύ καλό το περιβάλλον της e-τάξης για οργάνωση της ασύγχρονης διδασκαλίας. Πολύ περιορισμένη η δυνατότητα αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης και κινητοποίησης μέσω της σύγχρονης εκπαίδευσης στο περιβάλλον τηλεδιάσκεψης του Webex».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου