Στην αρχή της προεκλογικής του καμπάνιας, τον Ιανουάριο του 2016, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προβεί σε μία από τις πολλές προκλητικές του δηλώσεις. «Οι άνθρωποί μου είναι οι πιο έξυπνοι. Και ξέρετε τι άλλο λένε, οι δημοσκοπήσεις; Λένε, έχω τους πιο πιστούς ανθρώπους. Θα μπορούσα να σταθώ στη μέση της 5ης Λεωφόρου [στη Νέα Υόρκη] και να πυροβολήσω κάποιον, και δεν θα έχανα ψηφοφόρους».
Τα λόγια του τότε είχαν προξενήσει σάλο, όπως θα προξενούσαν σάλο μια ατέλειωτη σειρά από αποφθέγματά του, πριν και αφότου αναλάβει την εξουσία στις ΗΠΑ. Όμως ο σάλος δεν απέτρεψε την εκλογή του. Και οι συνεχιζόμενες προκλητικές του δηλώσεις και αποφάσεις, τα χιλιάδες του ψέματα, οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους και (σύμμαχους ή αντίπαλους) πολιτικούς, δεν κόστισαν στο ελάχιστο στον Ντόναλντ Τραμπ. Άντεξε σχετικά άνετα σε δύο διαδικασίες κοινοβουλευτικών διώξεων, εξάντλησε την τετραετία του και έφτασε μια ανάσα (μερικές χιλιάδες ψήφοι σε μια χούφτα πολιτείες) από το να επανεκλεγεί.
Ο Τραμπ «χάρισε» στην ανθρωπότητα το παράδειγμα του σύγχρονου πολιτικού ηγέτη στον κόσμο της «μετα-αλήθειας». Πλέον δεν χρειαζόταν καν να φαίνεται ο Καίσαρ έντιμος, πόσο μάλλον η γυναίκα του. Η ισχυρότερη χώρα στον κόσμο, το θεωρητικό υπόδειγμα σύγχρονης δημοκρατίας, που θαυμάζουν και αντιγράφουν πολιτικά συστήματα σε όλο τον κόσμο, διοικούταν από έναν πατενταρισμένο απατεώνα, που δεν δίσταζε να πει εξόφθαλμα ψέματα και δεν πλήρωνε το παραμικρό τίμημα γι’αυτό.
Δεκαετίες πολιτικού καθωσπρεπισμού εξαϋλώθηκαν σχεδόν εν μία νυκτί — αν κάποτε η καριέρα ενός ηγέτη ή ενός πολιτικού μπορούσε να καταστραφεί από ένα αποκαλυφθέν ψέμα, μια τσαπατσουλιά ή ένα (προσωπικό ή πολιτικο-οικονομικό) σκάνδαλο, τώρα πλέον είχαμε μπει σε έναν νέο κόσμο. Ο Τραμπ απέδειξε ότι στον κόσμο της «μετα-αλήθειας», ένας πολιτικός μπορούσε να κάνει τα πάντα, αν είχε από πίσω του την πλήρη στήριξη μιας μάζας ανθρώπων που τον λατρεύουν σαν να ήταν θρησκευτικός ηγέτης αίρεσης, και συνεπώς την πλήρη στήριξη του κόμματος που βασίζεται στην ύπαρξη αυτής της μάζας.
Το παράδειγμα του Τραμπ αντεγράφη γοργά. Ο Μπολσονάρο, «αγκαλιάζοντας» το παρατσούκλι «Βραζιλιάνος Τραμπ» ανελίχθη στην εξουσία με τα ίδια χαρακτηριστικά, προσαρμοσμένα φυσικά στην πολιτική κουλτούρα της Βραζιλίας (στήριξη από τον στρατό, λατρεία για τις χούντες, μίσος για τους αυτόχθονες — μερικές από τις Βραζιλιάνικες ιδιαιτερότητες που δεν έχουν αυτούσιο αντίστοιχο στην αμερικανική πολιτική).
Την ίδια περίπου εποχή στο Ηνωμένο Βασίλειο, το «άστρο» ενός δεξιού, νεοφιλελεύθερου, χαοτικού Brexit, θα έφερνε στην εξουσία έναν άλλο τσαρλατάνο της πολιτικής, έναν ρατσιστή πρώην δημοσιογράφο με καρτουνίστικη εικόνα, τον Μπόρις Τζόνσον. Ο Τζόνσον επίσης έκλεψε μπόλικες σελίδες από τετραδιάκι του Τραμπ — εξόφθαλμα ψέματα, παραβιάσεις των κανόνων που ο ίδιος έθετε για την πλέμπα, βόλεμα ημετέρων και χρηματοδότησή τους από τα κρατικά ταμεία.
Όμως ο Τζόνσον, όπως ο Μπολσονάρο, όπως ο Τραμπ, δεν είδε καμία συνέπεια από τις πράξεις του. Δεν είναι τυχαίο πως οι τρεις αυτές χώρες, ΗΠΑ, Βραζιλία, Μεγάλη Βρετανία, είχαν τις χειρότερες επιδόσεις διαχείρισης πανδημίας σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, έγιναν επίκεντρο άρνησης της επιστήμης και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος σε νεκρούς. Τίποτα από αυτά δεν κόστισε στους ηγέτες.
Μπορεί ο Τραμπ να έχασε τις εκλογές, αλλά δεν έχασε ούτε στιγμή τη στήριξη της αίρεσης των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων και του κόμματος — θα είναι εκτός απροόπτου ξανά υποψήφιος το 2024 και δεδομένων των Δημοκρατικών παλινωδιών, ίσως κερδίσει. Μπορεί ο Μπολσονάρο να ηττηθεί στη Βραζιλία τον Οκτώβρη του 2022, όμως προετοιμάζει εδώ και καιρό τις κινήσεις του για να μη συμβεί αυτό. Ο Τζόνσον, φρεσκοανελιγμένος στην κεφαλή των Συντηρητικών, τους οδήγησε τον Δεκέμβρη του 2019 στη μεγαλύτερη εκλογική νίκη οποιουδήποτε κόμματος από το 1979 — ίσως χάσει τις επόμενες που είναι προγραμματισμένες για τον Μάιο του 2024, αλλά με ένα εξαιρετικά αποδυναμωμένο Εργατικό κόμμα, που έχει επιστρέψει στην κεντροδεξιά εποχή Μπλερ, ακόμα κι αυτό φαντάζει κάπως απίθανο.
Κι αν όλα αυτά συμβαίνουν στις ΗΠΑ, το λίκνο της καπιταλιστικής δημοκρατίας, και στη Μεγάλη Βρετανία, έδρα του πολιτικού καθωσπρεπισμού, πώς ακριβώς θα μπορούσε να γλυτώσει η πολιτική σκηνή μιας σχεδόν τριτοκοσμικής μπανανίας, όπως η Ελλάδα;
Έτσι λοιπόν, έχουμε κι εμείς πλέον στην εξουσία τους δικούς μας θιασώτες της «μετα-αλήθειας». Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί του μπορούν να πουν το οτιδήποτε, όσο εξωπραγματικό, εξωφρενικό και αυτούσια ψεύτικο κι αν είναι. Από την «πνοή δημοκρατίας» που είναι η αστυνομία στα πανεπιστήμια, μέχρι τη μη ύπαρξη μελετών για μετάδοση ασθενειών από κοινό γλείψιμο κουταλιού, από συνωστισμό στα ΜΜΜ, ή από ανεμβολίαστους και ξεμάσκωτους αστυνομικούς — και μέχρι την πλήρη άρνηση επιστήμης όπου αφενός «περισσότερες ΜΕΘ = περισσότεροι νεκροί» και αφετέρου «δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ διασωλήνωσης σε ΜΕΘ και σε απλό κρεβάτι/ράντζο».
Θα μπορούσαν να μπουν αμέτρητες δηλώσεις εδώ, εξόφθαλμα ψέματα, αρνήσεις της πραγματικότητας, εναλλακτικά παράλληλα σύμπαντα στα οποία δείχνει να κατοικεί το κυβερνητικό επιτελείο. Όμως στην ουσία αυτή η εναλλακτική παράλληλη πραγματικότητα που κατασκευάζουν οι κυβερνητικοί, είναι η πραγματικότητα που ισχύει για ΜΜΕ, βουλευτές και ψηφοφόρους του κυβερνώντος κόμματος. Δεν έχουν σημασία οι αποδείξεις, δεν έχουν σημασία τα δεδομένα.
Σημασία έχει μόνο η «μετα-αλήθεια», και η πλήρης, χωρίς αστερίσκους, στήριξη σε αυτήν. Δεν χρειάζεται ο Μητσοτάκης να πει ότι θα πυροβολήσει κάποιον στη Λεωφόρο Κηφισίας — όπως ο Τραμπ, με την πολιτική του έχει «πυροβολήσει» ήδη χιλιάδες «συμπολίτες» του (όπως αρέσκεται να τους λέει στα διαγγέλματά του).
Χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν ο Μητσοτάκης δεν σκορπούσε εκατομμύρια και δισεκατομμύρια σε ΜΜΕ, σε ημέτερους και σε εξοπλιστικά προγράμματα για τον στρατό και την αστυνομία. Αν είχε δώσει έστω ένα μέρος αυτών των χρημάτων σε ενίσχυση του ΕΣΥ και της πρωτοβάθμιας φροντίδας, σε σαφείς και χωρίς παλινωδίες ενημερώσεις για τον εμβολιασμό.
Όμως στην εποχή της πολιτικής «μετα-αλήθειας», μπορείς να πυροβολήσεις χιλιάδες, αν όχι σε κεντρική λεωφόρο, τότε τουλάχιστον στα σπίτια, τα γηροκομεία και τα νοσοκομεία της χώρας, και οι «άνθρωποί» σου θα παραμείνουν πιστοί σε σένα. Ζούμε την κινέζικη κατάρα, σε «ενδιαφέροντες καιρούς», και το ενδιαφέρον δεν αναμένεται να μειωθεί — ούτε η κατάρα της «μετα-αλήθειας».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου