19 Αυγούστου 2021

Πυρκαγιές, ανεμογεννήτριες και η απόφαση 2499/2012 του ΣτΕ - Δύο άρθρα


Του Γιώργου Μπάλια 

Ξαφνικά, μέσα στη συζήτηση για τις πυρκαγιές και την ανάγκη για άμεση κήρυξη των καμένων περιοχών ως αναδασωτέων μπήκε σε αυτή και η παραπάνω απόφαση του ΣτΕ, πράγμα κάθε άλλο παρά τυχαίο. Παράλληλα, η επιστημονική ένωση για την αιολική ενέργεια ένοιωσε την ανάγκη να μάς διαβεβαιώσει ότι η ύπαρξη αιολικών πάρκων (Α/Π) είναι εγγύηση ότι δεν θα υπάρξουν άλλες πυρκαγιές στο μέλλον. Περιττό να τονίσω ότι μια τέτοια άποψη δεν αντέχει στην παραμικρή λογική και για το λόγο αυτό την αντιπαρέρχομαι.

Έρχομαι τώρα στην απόφαση 2499/2012 της ολομέλειας του ΣτΕ. Την ανέσυραν στην επιφάνεια για να δείξουν ότι πρωτοπόρησε καθώς για πρώτη φορά το δικαστήριο έκρινε ότι είναι δυνατή η εγκατάσταση Α/Π σε αναδασωτέες περιοχές και αυτό συνιστά προστασία του περιβάλλοντος! Η ανάσυρση αυτή έγινε τόσο από εκπρόσωπο μεγάλης ΜΚΟ όσο και από συναδέλφους νομικούς. Θα ήθελα ευθύς εξ αρχής να τονίσω ότι η εν λόγω απόφαση είναι μια από τις πιο ατυχείς στιγμές του δικαστηρίου για τους λόγους που θα εκθέσω στη συνέχεια όσο το δυνατόν πιο σύντομα.

Πρώτον έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα άρθρα 24 και 117 του συντάγματος που απαγορεύουν την κατά προορισμό αλλαγή χρήσης των δασών των δασικών εκτάσεων και των αναδασωτέων περιοχών.

Η ευθεία αντίθεση προς τις παραπάνω διατάξεις δεν αποτελεί ερμηνεία αλλά στην ουσία απαράδεκτη νομοθετική παρέμβαση, όπως το επισημαίνει η μειοψηφία καθώς παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.

Δεύτερον, ως όχημα για να οδηγηθεί σε αυτή την κρίση το δικαστήριο χρησιμοποίησε το δημόσιο συμφέρον. Γνωρίζουμε, εμείς οι νομικοί ότι στο πεδίο των αόριστων νομικών εννοιών, όπως αυτή, διαστρεβλώνονται οι διατάξεις του θετικού δικαίου και εκδίδονται αποφάσεις κατά το δοκούν. Εν προκειμένω το δικαστήριο έκρινε ότι η εγκατάσταση Α/Π σε αναδασωτέα περιοχή συνιστά λόγο δημοσίου συμφέροντος και πρέπει να επιτρέπεται. Εδώ, κατ'αρχάς να τονιστεί ότι πρόκειται για ικανοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων η υλοποίηση των οποίων γίνεται μέσω της προφανούς ανάγκης για ανάπτυξη ΑΠΕ. Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι το δικαστήριο της ΕΕ (ΔΕΕ) κατά πάγια νομολογία δεν θεωρεί ότι οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα συνιστά λόγο δημοσίου συμφέροντος, ακόμη και αν από αυτή προκύπτουν οφέλη για την κοινωνία ή το περιβάλλον (η εν λόγω νομολογία αφορά την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 4 της οδηγίας 92/43 για τους οικοτόπους που εισάγει παρέκκλιση από τη βασική ρύθμιση του άρθρου 6, παράγραφος 3 της ίδιας οδηγίας.)

Τρίτον, το ΣτΕ για να αναδείξει την ανάγκη ανάπτυξης των ΑΠΕ και τη δικαιολόγησή της ως έργου δημοσίου συμφέροντος κάνει γενικές αναφορές στην τότε ισχύουσα νομοθεσία (οδηγία για ΑΠΕ και πρωτόκολλο Κυότο.) Ωστόσο, η ανάπτυξη ΑΠΕ δεν είναι μεμονωμένη πολιτική αλλά εντάσσεται σε αυτό που ονομάζουμε ενεργειακό μείγμα που συνιστά ένα περίπλοκο ζήτημα που απαιτεί ειδικές γνώσεις τις οποίες δεν διαθέτει το δικαστήριο (η συνθετότητα του ενεργειακού μείγματος αναδεικνύεται στα νομοθετικά κείμενα της ΕΕ στον τομέα με τον τίτλο "ενέργεια και κλίμα).

Έτσι, λοιπόν, εκ των πραγμάτων, το δικαστήριο εργαλειοποίησε το δίκαιο για να λάβει πολιτική θέση στο ζήτημα των ΑΠΕ. Η ως άνω εσφαλμένη απόφαση μπορεί να έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στις περιπτώσεις των αναδασωτέων περιοχών που είναι στο δίκτυο natura 2000 (τα μισά δάση στην Ελλάδα είναι στο εν λόγω δίκτυο). Και τούτο διότι η προκείμενη απόφαση επιτρέπει τη θυσία δασικών οικοσυστημάτων πράγμα που αντιβαίνει τη νομοθεσία της ΕΕ και ιδίως τη νομολογία του ΔΕΕ σύμφωνα με την οποία είναι ανεπίτρεπτη η έστω και ελάχιστη μείωση του δασικού οικότοπου που θα έχει μόνιμο χαρακτήρα, όπως στην εν λόγω περίπτωση.

Τέταρτον, είναι ευτύχημα το ότι έχουμε πρόσφατη νομοθεσία στην ΕΕ από το 2018 που συνεχίζεται με την οποία οριοθετείται η ανάπτυξη ΑΠΕ σε σχέση με την προστασία των δασών και της βιοποικιλότητας. Δεν θα επεκταθώ και θα περιοριστώ στην αναφορά α) στον κανονισμό για την ταξινόμηση και την αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης στα δάση και στη βιοποικιλότητα,, β) στον πρόσφατο ευρωπαϊκό κλιματικό νόμο (καν. 2021/1119), γ) στην πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής για τη νέα στρατηγική για τα δάση έως το 2030, δ) στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη βιοποικιλότητα έως το 2030 και ε) στην πρόταση τροποποίησης της οδηγίας για τις ΑΠΕ (2021).

Όλα τα ανωτέρω κείμενα αποβλέπουν στην αρμονική συνύπαρξη των ΑΠΕ και της βιοποικιλότητας με ιδιαίτερη μνεία στο ότι απαιτείται αυστηρή εφαρμογή της νομοθεσίας για τα δάση και τη βιοποικιλότητα. Μάλιστα, αντί της απομείωσης δασικών εκτάσεων προτείνεται η φύτευση 3 δισ επιπλέον δέντρων στην ΕΕ έως το 2030. Με βάση τα παραπάνω νομίζω ότι η εν λόγω ατυχής απόφαση του ΣτΕ αποτελεί παρελθόν στο βαθμό, βέβαια, που το δικαστήριο θα σεβαστεί τη νέα νομοθεσία. Θα πρέπει, για το λόγο αυτό, να προσπαθούμε να παρακολουθούμε την κατάσταση και να επεμβαίνουμε όταν χρειάζεται. Η δημοσίευση αυτή εντάσσεται σε αυτή την προσπάθεια.

ΠΗΓΗ

*****

  • Κίνδυνος στα θεμέλια του Κράτους Δικαίου – Πικρές νομικές αλήθειες για την απόφαση υπ’ αρ. 2499/2012 του ΣτΕ


Όταν παίρνει κανείς μια απόφαση, πρέπει να είναι έτοιμος να φέρει το βάρος των συνεπειών της, όσο δυσάρεστες κι αν είναι. Αυτό ισχύει για όλους, πολύ περισσότερο όμως για τον δικαστή, ιδίως όταν ερμηνεύει και εφαρμόζει απ’ ευθείας το ίδιο το Σύνταγμα. Πολύς λόγος γίνεται τις τελευταίες μέρες για την απόφαση υπ’ αρ. 2499/2012 του ΣτΕ, η οποία για πρώτη φορά στα χρονικά επέτρεψε την εγκατάσταση αιολικών πάρκων μέσα σε αναδασωτέες περιοχές. Πολλές και οι αναλύσεις και οι ερμηνείες, ιδίως από μη νομικούς. Σ’ αυτές θα ήθελα να προσθέσω και άλλη μία, αμιγώς νομική αυτή τη φορά.
Του Γεώργιου Χριστοφορίδη, Δικηγόρου, Προέδρου του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος

Κάθε δικαστική απόφαση μιλάει από μόνη της και καθορίζει το νομικό πλαίσιο του μέλλοντός μας για πολύ χρόνο μετά την έκδοσή της. Αν είναι ορθή ή λανθασμένη, αυθαίρετη ή τεκμηριωμένη, διορατική ή κοντόφθαλμη, αμερόληπτη ή προϊόν συμβιβασμών προκύπτει από το περιεχόμενό της και μόνο.  Και αυτό δεν εξαρτάται από το ποιος την επικαλείται, ποιος την κατακρίνει ή ποιος την υπερασπίζεται, αν είναι δεξιός ή αριστερός, φίλος ή αντίπαλος, εμβολιασμένος ή ανεμβολίαστος.

Ας μιλήσουμε λοιπόν νομικά για την 2499/2012 του ΣτΕ.

Πρώτα απ’ όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι στο Σύνταγμα υπάρχουν δύο ειδών διατάξεις. Εκείνες που θεσπίζουν γενικές αρχές και κατευθύνσεις και αναθέτουν στο νομοθέτη και τη Διοίκηση να τις εξειδικεύσει προσαρμόζοντάς τις στις εκάστοτε συνθήκες και ανάγκες. Τέτοιες είναι κατ’ εξοχήν οι διατάξεις που αφορούν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Τέτοια είναι, ως ένα βαθμό, και η διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 του Συντάγματος που αφορά την προστασία των δασών.  Θεσπίζει μεν κατ’ αρχήν την απαγόρευση μεταβολής του προορισμού των δασών, αφήνει όμως ρητά ένα στενό περιθώριο στο νομοθέτη για εξαιρέσεις «αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον». Στο νομοθέτη εναπόκειται, καθ’ ερμηνεία του Συντάγματος, να καθορίσει τις εξαιρέσεις αυτές και στο δικαστή, επίσης καθ’ ερμηνεία του Συντάγματος, να κρίνει αν ο νομοθέτης παραβίασε τα συνταγματικά όρια.  Η νομοθεσία που επέτρεψε την εγκατάσταση αιολικών πάρκων μέσα στα δάση είναι μια τέτοια περίπτωση, για την οποία το ΣτΕ έχει αποφανθεί ότι είναι συνταγματική.  Αν οι αποφάσεις αυτές ήταν ή όχι ορθές είναι μια μεγάλη συζήτηση, η οποία όμως δεν είναι του παρόντος.

Εκείνο που είναι του παρόντος σήμερα, λίγες μέρες μετά την καταστροφή εκατοντάδων χιλιάδων στρεμμάτων δάσους και τις εξαγγελίες για την αποκατάστασή τους, είναι η ερμηνεία που έδωσε η 2499/2012 απόφαση του ΣτΕ σε μια άλλη, άκρως ειδική, συνταγματική διάταξη: το άρθρο 117 παρ. 3 που απαγορεύει τη χρήση των αναδασωτέων εκτάσεων για οποιοδήποτε άλλο προορισμό μέχρι την ολοκλήρωση της αναδάσωσης. Εδώ το Σύνταγμα δεν παρέχει τη δυνατότητα καμίας απολύτως εξαίρεσης. Το άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος ανήκει στην κατηγορία εκείνη των συνταγματικών διατάξεων που δεν περιέχουν νομικές έννοιες δεκτικές ερμηνείας, τελεολογικής, διαπλαστικής ή συνδυαστικής, ούτε αφήνει στο νομοθέτη περιθώριο εξειδίκευσης ή θέσπισης εξαιρέσεων.  Αντίθετα ο συντακτικός νομοθέτης, έχοντας ήδη από το 1975 πλήρη επίγνωση της σημασίας της αναδάσωσης για την προστασία του δασικού πλούτου της Χώρας και των πολλαπλών κινδύνων που ελλοχεύουν στη διαδικασία αυτή, επεφύλαξε συνειδητά στις αναδασωτέες εκτάσεις διαφορετική και αυστηρότερη μεταχείριση από εκείνη των δασικών.  Δεν του «ξέφυγε», ούτε παραλογιζόταν.  Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως αναφέρεται στα Πρακτικά της Ολομέλειας της Αναθεωρητικής Βουλής (Συνεδρίαση Θ΄/2.6.1975, σ. 1055 πρακτικών), ο λόγος θέσπισης της ειδικής διάταξης του άρθρου 117 παρ.3 του Συντάγματος, διά στόματος του εισηγητού της Κωνσταντίνου Τσάτσου, είναι ο «κίνδυνος μετατροπής των καταστροφεισών εκτάσεων με δασική βλάστηση είτε εις οικόπεδα είτε εις χωράφια…».

Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμία αντίφαση ανάμεσα στα άρθρα 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3 του Συντάγματος, την οποία υποτίθεται ότι επεχείρησε να γεφυρώσει η 2499/2012 απόφαση του ΣτΕ. Υπάρχει ρητώς εκπεφρασμένη και συνειδητή διαφοροποίηση από τον ίδιο τον συντακτικό νομοθέτη. Κρίνοντας τα αντίθετα, η 2499/2012 απόφαση του ΣτΕ προκάλεσε δύο καίρια ρήγματα στην ελληνική έννομη τάξη.

Το πρώτο ρήγμα, ίσως μακροπρόθεσμα και το σημαντικότερο, είναι ότι για πρώτη φορά έγινε δεκτό ότι το Σύνταγμα μπορεί να ερμηνεύεται και ενάντια στο ίδιο του το γράμμα.  Και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο όχι μόνο για την ασφάλεια δικαίου, αλλά για τα ίδια τα θεμέλια του Κράτους Δικαίου. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τι θα συμβεί αν τέτοιου είδους ερμηνεία δοθεί και σε άλλες ρητές και αδιάστικτες συνταγματικές διατάξεις.

Το δεύτερο ρήγμα ήρθε σήμερα στο προσκήνιο με αφορμή τις πρόσφατες πυρκαγιές και τις χρήσεις που επιτρέπονται πλέον, τουλάχιστον σύμφωνα με την απόφαση αυτή, μέσα στις αναδασωτέες εκτάσεις. Γιατί δυστυχώς, η 2499/2012 του ΣτΕ δεν περιορίστηκε να κρίνει νόμιμη και επιτρεπτή την εγκατάσταση αιολικών πάρκων μέσα στις εκτάσεις αυτές. Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τη μείζονα σκέψη, θα διαπιστώσει ότι η άρση της απαγόρευσης επεκτείνεται και σε κάθε «έργο το οποίο αποβλέπει την εξυπηρέτηση ανάγκης με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία».  Οι λόγοι για τους οποίους η απόφαση περιέλαβε μια τέτοια κρίση είναι άγνωστοι αφού κάτι τέτοιο καθόλου δεν χρειαζόταν για τις ανάγκες της συγκεκριμένης υπόθεσης. Οι κίνδυνοι όμως σήμερα είναι προφανείς και προ των πυλών.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου