03 Δεκεμβρίου 2020

Η «Συνδημία», ο παγκόσμιος καπιταλισμός και η ευκαιρία για κοινωνίες Αποανάπτυξης! - Του Γιώργου Κολέμπα*


AP Photo / Sergei Grits

Συνδημία αντί Πανδημία

Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες είχαν χρησιμοποιήσει τον όρο Παγκόσμια Συνδημία (Global Syndemic), για να χαρακτηρίσουν τη μεγαλύτερη απειλή που υπήρχε για την ανθρωπότητα και τον πλανήτη: τη παγκοσμιοποιημένη αλληλεπίδραση των τριών «επιδημιών», της παχυσαρκίας, του υποσιτισμού και της κλιματικής αλλαγής, που ο συνδυασμός τους έπληττε και πλήττει τους περισσότερους ανθρώπους σχεδόν παντού στη Γη1.

Από τις αρχές του 2020 έχουμε επιπλέον την επιδημία COVID-19, την οποία ο ΠΟΥ(Παγκόσμιος οργανισμός Υγείας) χαρακτήρισε ως πανδημία. Στο περιοδικό «The Lancet», η πανδημία αυτή παρουσιάζεται ως συνδημία2. Είναι συνδημική η φύση της απειλής που αντιμετωπίζουμε σήμερα, με την έννοια ότι απαιτείται μια πιο προσεκτική προσέγγιση εάν θέλουμε να προστατεύσουμε την υγεία των κοινοτήτων μας. Μια συνδημική προσέγγιση αποκαλύπτει βιολογικές και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις που είναι σημαντικές για την πρόγνωση, τη θεραπεία και την πολιτική υγείας. Ο Corona είναι πιο επικίνδυνος, όχι μόνο όταν υπάρχει συν-νοσηρότητα, δηλαδή όταν συνοδεύεται και από άλλες υποκείμενες μη μεταδοτικές ασθένειες, αλλά γιατί υπάρχουν ταυτόχρονα βιολογικές και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις συνθηκών και καταστάσεων-βλέπε κοινωνικοοικονομικές ανισότητες- που αυξάνουν την ευαισθησία ενός ατόμου. Στην περίπτωση του COVID-19, η αντιμετώπιση των μη μεταδοτικών ασθενειών (Noncommunicable Diseases -NCDs), θα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή συγκράτηση του Κορονοϊού (COVID-19 is not a pandemic. It is a syndemic).

Η συστημική αντιμετώπιση της συνδημίας 

Τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά το ξέσπασμα της κρίσης του Κορονοϊού, δημιούργησαν τις τέλειες συνθήκες ώστε οι κυβερνήσεις και η παγκόσμια ελίτ να αρπάξει την ευκαιρία να εφαρμόσει τέτοια μέτρα πολιτικής ατζέντας, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα προκαλούσαν μεγάλη αντίδραση από τους «από κάτω» υπηκόους της.
Ακολούθησαν ένα προσχέδιο μέτρων που προωθείται από το πολιτικό προσωπικό των ελίτ εδώ και δεκαετίες και είναι γνωστό σαν «Δόγμα του Σοκ», το οποίο πρώτη έχει περιγράψει η Ναόμι Κλάιν στο ομώνυμο βιβλίο της, και ταιριάζει στο τελευταίο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού, δηλαδή στον «Καταστροφικό Καπιταλισμό».

Εφαρμόζονται, για παράδειγμα στις ανεπτυγμένες χώρες, ως μέτρα αναχαίτισης των αποτελεσμάτων της συνδημίας, ένα πακέτο περικοπών, όχι επειδή πιστεύουν πως θα είναι ο πιo αποτελεσματικός τρόπος για να απαλύνουν τα δυσάρεστα αποτελέσματά της, αλλά γιατί είχαν ήδη έτοιμα ανάλογα σχέδια και τώρα βρήκαν την ευκαιρία να τα εφαρμόσουν. Οι ελίτ εκμεταλλεύονται- και θα εκμεταλλευτούν στη συνέχεια- την συννδημία ως «τέλεια καταιγίδα».

Στον «Καταστροφικό Καπιταλισμό» και στις μεγάλες κρίσεις, οι μεγάλες κυρίως πολυεθνικές ιδιωτικές επιχειρήσεις βρίσκουν πάντα την ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν στο έπακρο και να συσσωρεύσουν κεφάλαια και για μετά την κρίση, ενώ το πολιτικό προσωπικό χρησιμοποιεί στρατηγικές που προωθούν πολιτικές συστηματικής διεύρυνσης της ανισότητας και παραπέρα πλουτισμού των ελίτ . Σε στιγμές κρίσης οι άνθρωποι έχουν την τάση να εστιάζουν στις καθημερινές τους ανάγκες για να επιβιώσουν και εμπιστεύονται επίσης περισσότερο τους ειδικούς και όσους κατέχουν την εξουσία-πόσο μάλλον στα πλαίσια της σημερινής υγειονομικής κρίσης, που κινδυνεύει ό,τι πιο πολύτιμο έχουν, η υγεία και η ίδια η ζωή τους. Την ώρα λοιπόν της κρίσης του Κορονοϊού, δεν μπορούν να προσέξουν όσο πρέπει το παιχνίδι της εξουσίας με τις επιθυμητές στην ελίτ, αλλά αντιδημοφιλείς για τους «από κάτω» πολιτικές.

Η στρατηγική που ακολουθείται από τις κυβερνήσεις παντού σήμερα, είναι να μεγιστοποιούν τη σύγχυση και να ελαχιστοποιούν την προστασία, και δεν πρόκειται για μία συνωμοσία. Είναι απλά ο τρόπος που αντιμετωπίζουν αυτή την κρίση, που δεν θα μπορούσε να είναι παρά η κακοδιαχείρισή της, αφού στα πλαίσια των παγκοσμιοποιημένων καπιταλιστικών σχέσεων, η εξάπλωση του ιού γίνεται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο: από άνθρωπο σε άνθρωπο, συνδεδεμένων με ανθρωποδίκτυα στα πλαίσια των παγκοσμιοποιημένων οικονομικών και κοινωνικών δικτύων. Όπως όλα τα πλανητικά δίκτυα, έτσι και τα ανθρωποδίκτυα είναι τόσο πολύπλοκα συστήματα που λειτουργούν χαοτικά (με την μαθηματική έννοια του όρου) και δεν είναι εύκολο να ελεγχθούν. Να υπενθυμίσουμε βέβαια και το χαρακτηριστικό των σημερινών καπιταλιστικών κοινωνιών, σαν κοινωνιών της διακινδύνευσης, που, ακόμα και αν είναι τεχνολογικά και οικονομικά αναπτυγμένες, παραμένουν ευάλωτες σε «κινδύνους που δεν μπορούν να διαγνωστούν». Ειδικά όταν συνδυάζονται με το γεγονός των τελευταίων χρόνων, της υποβάθμισης δηλαδή και των ελλείψεων των προγραμμάτων δημόσιας υγείας και της ανυπαρξίας προστασίας των εργαζομένων.

Ο συνδυασμός αυτών των ελλείψεων προκάλεσε και το υπέρμετρο σοκ σήμερα στους «από κάτω». Και αυτό θα το εκμεταλλευτούν οι «από πάνω», για να διασώσουν τις βιομηχανίες τους -που βρίσκονται στο επίκεντρο της πιο ακραίας κρίσης που αντιμετωπίζουμε σήμερα, της κλιματικής κρίσης- τη βιομηχανία αερομεταφορών, τη βιομηχανία πετρελαίου και αερίου, τη βιομηχανία πολυτελούς τουρισμού (κότερα, γιοτ, κρουαζιέρες) κ.λπ. Θέλουν με κάθε τρόπο να υποστηρίξουν και να διατηρήσουν όλους αυτούς τους τομείς, που κλυδωνίζονται σήμερα λόγω των μέτρων για την προστασία του κλίματος, μετά τη συμφωνία του Παρισιού.

Μη ξεχνάμε πως ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός δεν έχει μόνο παγκοσμιοποιήσει την ασθένεια, έχει οξύνει ταυτόχρονα την κλιματική κρίση, την οικολογική κρίση, τη διατροφικής κρίση, τη συγκέντρωση υπερπληθυσμών σε τερατουπόλεις –όπου ο αέρας δεν αναπνέεται-την αύξηση της αστικοποίησης και της χρήσης γης εις βάρος των δασών και της άγριας ζωής, την εξαφάνιση ειδών, την υποβάθμιση των εδαφών από τη βιομηχανική γεωργία με τις αντίστοιχες χημικές εισροές, την αύξηση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων στις ανθρώπινες κοινότητες κ.λπ.

Από αυτή την όξυνση, βγαίνουν πάντα οι κερδισμένοι και οι χαμένοι. Από την όξυνση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 π.χ. μάθαμε ότι ιδιωτικοποιούνται τα κέρδη, ενώ οι ζημίες κοινωνικοποιούνται: είδαμε να εφαρμόζεται η διάσωση των Τραπεζών, με λευκές επιταγές και ποσά που τελικά έφτασαν σε τρισεκατομμύρια δολάρια σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ το πραγματικό κόστος το μετακύλισαν στη μεσαία τάξη και τους «από κάτω», μέσω πολιτικών και «μνημονίων» οικονομικής λιτότητας (περικοπών των κοινωνικών παροχών, μειώσεις μισθών και συντάξεων κ.λπ.). Έτσι δεν πρόκειται απλά για το τι συμβαίνει κάθε φορά στον αντίστοιχο χρόνο, αλλά για το «πώς θα αποπληρωθούν αυτά τα κόστη όταν έρθει η ώρα του λογαριασμού».

Την τωρινή κρίση του Κορονοϊού μάλιστα, οι ΗΠΑ και ο Τραμπ προσπάθησαν να τη χρησιμοποιήσουν και ως μοχλό πίεσης για να αλλάξουν εχθρικά τους καθεστώτα, όπως της Βενεζουέλας ή του Ιράν, ενισχύοντας τις κυρώσεις εναντίον τους γνωρίζοντας ότι ο κορονοϊός θα προκαλέσει εκατόμβες νεκρών στα ήδη διαλυμένα συστήματα υγείας τους.

Όμως η καθολική ακινησία της οικονομικής δραστηριότητας, που επιβλήθηκε στις περισσότερες χώρες είχε και ανεπιθύμητες «παράπλευρες παρενέργειες». Δεν έφερε μόνο προσωρινή απώλεια κερδών σε πολλούς κλάδους της οικονομίας, αλλά και την απόγνωση πως ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων οδεύει προς την χρεοκοπία. Βέβαια κάποιοι κλάδοι της καπιταλιστικής οικονομίας κερδοσκοπούν με την δράση του κορωνοϊού. Οι πολυεθνικές των φαρμάκων για παράδειγμα, που ανταγωνίζονται σήμερα για το ποια θα κατασκευάσει πρώτη το εμβόλιο κατά του κοροναϊού, περιμένουν να συσσωρεύσουν τεράστια κέρδη από τον εμβολιασμό δισεκατομμυρίων ανθρώπων, αν πείσουν τα πολιτικά συστήματα εξουσίας να κάνουν υποχρεωτικό τον εμβολιασμό για τους υπηκόους τους! Αλλά αυτό δεν φτάνει για να σωθεί το σύστημα, γιατί στο μεταξύ η κοινωνία που ξαφνικά μπήκε στην «εντατική του φόβου και της αστυνομικής απαγόρευσης», άρχισε να συνειδητοποιεί τη δύναμή της και να διερωτάται για τις ευθύνες του καπιταλισμού και των διαχειριστών του, αναζητώντας εναλλακτικές μορφές οικονομίας και κοινωνικής συμβίωσης.

Ποια η επιθυμητή αντιμετώπιση της συνδημίας από τους «από κάτω»

Οι «από κάτω», κάθε φορά που δοκιμάζονται από μία κρίση, είτε οπισθοχωρούν και διαλύονται από την ανημπόρια και την απάθεια, είτε ανασυντάσσονται και βρίσκουν τη δύναμη για αντίσταση, αλληλεγγύη, συμπόνια και συνεργασία , αξίες τις οποίες ανακαλύπτουν ξανά ότι τις κατέχουν. Αυτή η συνδημία είναι μία από αυτές τις δοκιμασίες. Αντί του αισθήματος της αδυναμίας και της στάσης της παραίτησης, ας ελπίσουμε αυτή τη φορά ότι θα επιλέξουμε και θα βρούμε τη δύναμη να αντιτάξουμε μια θετική στάση.

Ειδικότερα στη χώρα μας: για να ξεφύγει από τη μέγγενη των μνημονίων, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της συνδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια, θα χρειασθεί –μετά το πέρασμα της καταιγίδας- να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα και από μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση. Εφαλτήρας για την διέξοδο μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς.

Ας ξεκινήσουμε από την αντίσταση στα σχέδια της ελληνικής ελίτ, η οποία πρώτη έσπευσε να χρησιμοποιήσει το «επιτελικό» κράτος της καταστολής για την αντιμετώπιση της συνδημίας, για να απαιτήσουμε μέτρα για την αναβάθμιση καταρχήν του ελληνικού συστήματος υγείας και στη συνέχεια μέτρα για την οικονομική ανακούφιση των Ελλήνων «από κάτω» με τη θέσπιση ενός πανευρωπαϊκού άνευ όρων βασικού εισοδήματος3.

Ο λόγος που υπάρχει η ελπίδα πως αυτή τη φορά θα καταφέρουμε να επιλέξουμε ένα ευτοπικό μέλλον για μας και τα παιδιά μας, είναι πως από το 2008 και μετά, απομυθοποιήθηκε η υπόσχεση του καπιταλιστικού μοντέλου «ανάπτυξης» για κοινωνίες «ευημερίας, ασφάλειας και αφθονίας». Έχει δημιουργηθεί «από τα κάτω» ένα παγκόσμιο κίνημα από τους «από κάτω» που προτείνει μία εναλλακτική πολιτική, ένα διαφορετικό είδος αντίδρασης στην κρίση, που φτάνει μέχρι και τις ρίζες που την προκαλούν και απαιτεί τη ριζική αλλαγή του συστήματος. Προς την κατεύθυνση της αποανάπτυξης-τοπικοποίησης, του κοινοτισμού και της άμεσης δημοκρατίας, με στήριξη στα κοινά συλλογικά και κοινωνικά αγαθά, καθώς και στις αξίες της αλληλεξάρτησης, της ενσυναίσθησης, της συνεργασίας και συνεργατικότητας.

Μία κρίση όπως αυτή που ζούμε σήμερα-που από υγειονομική θα εξελιχθεί σίγουρα και σε οικονομική κρίση μεγαλύτερη από αυτήν του 2008-μας δείχνει καθαρά την άμεση εξάρτηση που έχουμε όλοι μεταξύ μας. Ανακαλύπτουμε σε πραγματικό χρόνο πως είμαστε πολύ περισσότερο διασυνδεδεμένοι ο ένας με τον άλλο, παρά τον άκρατο ατομικισμό στον οποίο μας ωθούσε το βάρβαρο οικονομικό σύστημα που επικρατούσε μέχρι τώρα. Νομίζαμε πως είμαστε ασφαλείς εάν έχουμε μια καλή ιδιωτική ασφάλεια και υγειονομική περίθαλψη, αλλά αν το άτομο που φέρνει το φαγητό που παραγγείλαμε στο σπίτι ή που πακετάρει τις συσκευασίες στα σουπερμάρκετς δεν έχει ασφάλεια και ικανή υγειονομική περίθαλψη, δεν θα είμαστε ποτέ ασφαλείς. Εάν δεν φροντίσουμε ο ένας τον άλλο, κανείς μας δεν θα βρει φροντίδα. Είμαστε όλοι μας αλληλο-συνδεδεμένοι, καθώς είναι πια αποδεδειγμένο ότι δεν υπάρχει ατομική υγεία, αλλά υγεία που μπορεί να διατηρηθεί μόνο σε συλλογικό επίπεδο. Όταν ο καθένας κάνει αυτά που πρέπει χάριν της υγείας της κοινότητας και η κοινότητα φροντίζει τα μέλη της, το καθένα χωριστά, γιατί η συλλογική υγεία εξαρτάται από την υγεία του καθένα.


Στον καθένα μας υπάρχουν διαφορετικές πλευρές του εαυτού μας. Αν συμμετέχουμε σε ένα σύστημα που ξέρουμε πως δεν υπάρχει αλληλεγγύη και φροντίδα για τους ανθρώπους, δεν υπάρχει ισότιμη κατανομή των αγαθών, τότε ασφαλώς και θα επικρατήσει το άπληστο, αρπακτικό κομμάτι του εαυτού μας, που θα χρειασθεί να πατήσει επί πτωμάτων για να επιβιώσει και να «αδειάσει τα σουπερμάρκετ από χαρτί υγείας και μακαρόνια», αν μπορεί.

Έχοντας όμως αυτό ως επίγνωση, μπορεί να σκεφτεί και να φανταστεί κανείς εύκολα, ένα εναλλακτικό σύστημα, στο οποίο δε θα χρειάζεται να αποθησαυρίζει, να λεηλατεί και να αρπάζει για να φροντίσει μόνο τον εαυτό και τους δικούς του, γιατί θα υπάρχει μοιρασιά στα διαθέσιμα αγαθά και φροντίδα της κοινότητας ακόμα και για τους πιο ευάλωτους. Απλά χρειάζεται να επανανοηματοδοτήσουμε τη ζωή μας. Μας χρειάζεται ένα σύστημα που θα προωθεί και θα αναδεικνύει τη θετική μας πλευρά, αυτή της συλλογικής συνύπαρξης. Της πλευράς μας εκείνης που θα μας οδηγήσει σε κοινωνίες αποανάπτυξης, αποφεύγοντας τη επερχόμενη κατάρρευση!

 Ο καπιταλισμός ήταν και είναι ένα σύστημα που έχει ιστορικά επιδείξει μια τεράστια ικανότητα προσαρμογής στις διάφορες προκλήσεις. Το μεγάλο ερώτημα σήμερα όμως είναι το αν δεν χάνει τα φρένα που στο παρελθόν του επέτρεψαν να επιβιώσει. Η μη προβλεψιμότητα με την οποία ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει την υγειονομική και οικολογική κρίση δείχνει ότι γρήγορα πηγαίνει σε μια φάση της τελικής διάβρωσης, από την οποία έχει μόνο μία διέξοδο: τον οίκο-φασισμό, μια προοπτική που βασίζεται στην ιδέα ότι πολλοί άνθρωποι στον πλανήτη περισσεύουν. Δρα περιθωριοποιώντας αυτούς που περισσεύουν. Αυτό το κάνει ήδη και στην πιο σκληρή του εκδοχή, τους εξοντώνει, κάθε φορά περισσότερο συνειδητοποιημένος  για την επικείμενη γενική έλλειψη και όλο και πιο αποφασισμένος να διατηρήσει τους σπάνιους πόρους σε λίγα χέρια. Μεγαλύτερη πιθανότατα από τον οικοφασισμό, ίσως, έχει ένα σενάριο νεοφεουδαρχισμού4, με μόλις το 1% των αγροτικών επιχειρήσεων να ελέγχει το 70% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων και με τους καπιταλιστές κυρίαρχους να αντιμετωπίζουν τους «από κάτω» τους, μικροαγρότες, εργάτες, υπαλλήλους και υποτελείς, ως δουλοπάροικους.

Σαν εναλλακτική λοιπόν στις παραπάνω διεξόδους του καπιταλισμού, προτείνεται η προοπτική της αποανάπτυξης, που δεν είναι παραίτηση, μελαγχολία και συρρίκνωση: βασίζεται στη βεβαιότητα ότι μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα-να πετύχουμε την ευζωία- με λιγότερα, αν είμαστε φυσικά ικανοί, να αναδιανέμουμε τον πλούτο. Σύμφωνα με τον Κάρλος Τάιμπο, η εναλλακτική πρόταση, μπορεί να συνοψιστεί και σε τέσσερα ρήματα, που αρχίζουν από άλφα: αποαστικοποιούμε, αποτεχνολογοποιούμε, αποπατριαρχούμε και απλοποιούμε τις κοινωνίες μας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Σε επιστημονική έκθεση, που είχε παρουσιαστεί το 2019 στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet» από 43 επιστήμονες 14 χωρών, τονίζεται ότι ισχυρά τα οικονομικά συμφέροντα, η έλλειψη πολιτικής βούλησης και οι ανεπαρκείς πρωτοβουλίες της κοινωνίας για αλλαγή στέκονται εμπόδιο στο να υπάρξει μια συντονισμένη διεθνής δράση απέναντι στην Παγκόσμια Συνδημία, με συνέπεια να μην έχουν σταματήσει την ανοδική πορεία τους τα ποσοστά παχυσαρκίας και υποσιτισμού, ούτε οι εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου». Ενδεικτικά, όπως αναφερόταν, περίπου δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν παραπανίσια κιλά στο σώμα τους, κάτι που συνδέεται με τέσσερα εκατομμύρια θανάτους ετησίως και μια επιβάρυνση περίπου δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων για την παγκόσμια οικονομία (το 2,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ). Ταυτόχρονα, 815 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από χρόνιο υποσιτισμό. Επίσης, το μελλοντικό κόστος της κλιματικής αλλαγής εκτιμάται ότι θα φθάσει το 5% ως 10% του παγκοσμίου ΑΕΠ.

2.Μια συνδημία δεν είναι απλώς μια συν-νοσηρότητα. Οι συνδημίες χαρακτηρίζονται από βιολογικές και κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ συνθηκών και καταστάσεων, αλληλεπιδράσεις που αυξάνουν την ευαισθησία ενός ατόμου για βλάβη ή επιδείνωση της υγείας του.

3. Συντασσόμενοι και οι Έλληνες «από κάτω» με το πανευρωπαϊκό κίνημα πολιτών που καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως την Ευρωομάδα, να δημιουργήσει ένα χρηματοδοτικό μέσο υπό την ηγεσία της ΕΕ που θα επιτρέπει σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να εισάγουν γρήγορα ένα άνευ όρων βασικό εισόδημα.

4. Μόλις το 1% των αγροτικών επιχειρήσεων ελέγχει το 70% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, εξέλιξη που απειλεί τις ζωές 2,5 δισ. μικροκαλλιεργητών, το περιβάλλον και την υγεία τωρινών και μελλοντικών γενεών. Η γη που μας τρέφει συγκεντρώνεται με την παρέμβαση του γνωστού… «αόρατου χεριού της αγοράς» σε όλο και λιγότερα χέρια επιφέροντας καταστροφικές συνέπειες σε κλίμα, περιβάλλον, διατροφή, δημόσια υγεία, νυν και μέλλουσες κοινωνίες, προειδοποιεί μια σημαντική μελέτη από τον Διεθνή Συνασπισμό για τη Γη (International Land Coalition).

 *Συγγραφέας

Αναδημοσίευση από Εφημερίδα των Συντακτών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου