09 Αυγούστου 2025

Νέα διεθνής μελέτη: Οι Ελληνες μισθωτοί δουλεύουν περισσότερες ώρες και αμείβονται με τις χαμηλότερες πραγματικές αποδοχές σε όλη την Ε.Ε.! (ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ)

euros misthoi
© Dreamstime.com

Η... ανήκεστος βλάβη μισθών και εργασίας στην Ελλάδα

Μελέτη του Levy Institute αποκαλύπτει ότι το «θαύμα» της αύξησης της απασχόλησης βασίζεται σε δύο αρνητικά ρεκόρ: οι Ελληνες μισθωτοί δουλεύουν περισσότερες ώρες και αμείβονται με τις χαμηλότερες πραγματικές αποδοχές σε όλη την Ε.Ε.! Πέντε γραφήματα και επτά ευρήματα ακτινογραφούν ένα μοντέλο «απασχόλησης χωρίς ανάπτυξη».

Η εσωτερική υποτίμηση και η ακραία ευελιξία στην αγορά εργασίας την περίοδο των μνημονίων και της μεγάλης ύφεσης στην Ελλάδα έχουν προκαλέσει τεράστια συρρίκνωση στους μέσους μισθούς, μετρούμενους σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης. Οι Ελληνες εργάζονται περισσότερες ώρες από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε., αλλά η αμοιβή τους εξελίσσεται στη συγκριτικά χαμηλότερη.

Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα μελέτης του Ινστιτούτου Levy (του Κολεγίου Bard στη Νέα Υόρκη) που υπογράφουν οι ερευνητές του ΚΕΠΕ Βλάσσης Μίσσος και Νικόλας Ροδουσάκης. Δεν μας εκπλήσσει, βεβαίως, τόσο το συμπέρασμα, όσο η τεκμηρίωσή του μέσα από τα στοιχεία της Eurostat και τις επεξεργασίες των δύο ερευνητών. Που αποκαλύπτει ότι η ποιότητα της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης της απασχόλησης για την οποία επαίρεται η κυβέρνηση δεν έχει αποκολλήσει τους Ελληνες μισθωτούς από τη θέση των αρνητικών πρωταθλητών της Ε.Ε. σε δύο βασικούς δείκτες: τον χρόνο και την πραγματική αμοιβή της εργασίας.

Τα ευρήματα της έρευνας των δύο ερευνητών του Levy και του ΚΕΠΕ, αποτυπωμένα πολύ ζοφερά σε πέντε γραφήματα, που παραθέτουμε και εδώ, δείχνουν ότι, παρά την αύξηση του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια, τα σημάδια πλήρους και αληθινής ανάκαμψης απουσιάζουν εντελώς. Συνοπτικά, η μελέτη επισημαίνει τα εξής:

1) Από την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει συρρικνωθεί κατά 27% και δεν έχει ακόμα επιστρέψει στο προ κρίσης επίπεδο. Το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωθεί κατά 35% και αποκαλύπτει αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ εισοδήματος και συνολικής παραγωγής.

2) Αν και η ελληνική οικονομία έχει προσαρμοστεί σε χαμηλότερο επίπεδο λειτουργικότητας, η συνολική απασχόληση πλησιάζει σε πλήρη ανάκαμψη και ο συνολικός αριθμός ωρών εργασίας έχει επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα. Ομως, οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται συμβάλλουν πολύ λιγότερο στην εγχώρια ζήτηση από την προ κρίσης περίοδο και πλησιάζουν αυτό που περιγράφεται ως «απασχόληση χωρίς ανάπτυξη».

3) Ο μέσος ετήσιος προσαρμοσμένος μισθός πλήρους απασχόλησης ανά εργαζόμενο (AFTS) αντικατοπτρίζει το εισόδημα που θεωρείται επαρκές για ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο στην Ε.Ε. των 27. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για το 2023, η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. στον δείκτη AFTS όταν μετριέται σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης (PPS), οι οποίες χρησιμοποιούνται για να καταγραφούν αξιόπιστα οι ανισότητες ανάμεσα στις χώρες (αλλά όχι για τη διαχρονική εξέλιξη των αμοιβών σε μια χώρα).

4) Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα των μνημονιακών «μεταρρυθμίσεων» στο θεσμικό πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων μετά το 2010 με τα μνημόνια (αύξηση ευελιξίας, κατάργηση προστασίας της εργασίας κ.λπ.) αλλά και της μεταμνημονιακής νομοθέτησης μόνιμων, δομικών ρυθμίσεων ευελιξίας, όπως για παράδειγμα οι διατάξεις του ν. 5053/2023 για εξαήμερη εβδομάδα εργασίας σε συγκεκριμένους κλάδους.

5) Ο μέσος εργαζόμενος στην Ελλάδα εκτιμάται ότι έχει εργαστεί 38,5 ώρες την εβδομάδα το 2024, που είναι ο υψηλότερος αριθμός στην Ε.Ε., με δεύτερη την Πολωνία. Στη χώρα μας όμως η εντατικοποίηση της εργασίας εκτείνεται πέραν του τυπικού ωραρίου (λόγω μειωμένης προστασίας απέναντι στην εργοδοτική πίεση αλλά και κυνηγιού υπερωριών για «τσοντάρισμα» στο εισόδημα, την έκταση των οποίων αποκάλυψε ο σχεδόν... δεκαπλασιασμός των δηλούμενων υπερωριών με την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας).

6) Με βάση όλα τα παραπάνω, εδραιώνεται η μεγάλη, μόνιμη και όχι συγκυριακή πλέον απόκλιση των ελληνικών μέσων αμοιβών εργασίας από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Εξετάζοντας την εξέλιξη του ωρομισθίου σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης (Γράφημα 4), αποκαλύπτεται πως από το 2005 και μετά η Ελλάδα βρίσκεται σε συνεχή απόκλιση, για να φτάσει το 2023 στο χειρότερο επίπεδο μεταξύ των 27. Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού τα τελευταία δύο χρόνια, που η κυβέρνηση Μητσοτάκη «πουλάει» ως γενναιοδωρία, ενώ κρατά παγωμένες τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, δεν είχαν καμιά θετική επίδραση σε αυτή την αρνητική για τη χώρα διάκριση.

7) Αντίθετα από την αυξανόμενη απόκλιση των πραγματικών μισθών από τον μ.ό. της Ε.Ε., καταγράφεται η προς τα κάτω σύγκλιση του μέσου μισθού προς τον κατώτατο, ιδιαίτερα από το 2012 και μετά, με τη μνημονιακή, βίαιη μείωση του κατώτατου μισθού και τη θέσπιση του ρατσιστικής έμπνευσης υποκατώτατου για τους νέους κάτω των 25 ετών. Η εξέλιξη μεταξύ 2012 και 2024 καταδεικνύει ότι όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των μισθωτών «συνωθείται» στην περιοχή του κατώτατου μισθού, αλλά και το ότι οποιαδήποτε κυβερνητική αύξηση του κατώτατου ερήμην των κοινωνικών εταίρων δεν παρασύρει προς τα πάνω τους στάσιμους μέσους μισθούς.

Εξ ου και οι βασικές προτάσεις των συντακτών της μελέτης:

● Αποκατάσταση και ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ώστε τα συνδικάτα να μπορούν να πετύχουν καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας.

100Επαρκή για αξιοπρεπή διαβίωση κατώτατο μισθό, αντί της χρήσης του ως φθηνού «εισιτηρίου» εισόδου στην αγορά εργασίας.

● Ενίσχυση των ελάχιστων προτύπων για τον χρόνο εργασίας (ανώτατα όρια στις εργάσιμες ώρες, μέρες, εβδομάδες, ελάχιστα όρια στις περιόδους ανάπαυσης και στις ετήσιες άδειες μετ’ αποδοχών).

● Προγράμματα εγγυημένων θέσεων εργασίας με μισθούς πάνω από τον κατώτατο ως αντίβαρο στην υπεραπασχόληση και στην αναγκαστική αποδοχή των χαμηλών αμοιβών.

ΠΗΓΗ 

- ΣΧΕΤΙΚΟ με τους μισθούς και τη φορολόγησή τους το ακόλουθο: 

euro kermata
© Dreamstime.com
Ανάλυση της Eurobank επιβεβαιώνει την «Εφ.Συν.»

Ο φορολογικός πληθωρισμός μειώνει τον πραγματικό μισθό


Τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας προτείνει η Eurobank ● Πώς η φορολογική κλίμακα «τιμωρεί» τα μικρομεσαία και αφήνει στο απυρόβλητο τα υψηλά εισοδήματα ● Εμπροσθοβαρής η φοροελάφρυνση στα εταιρικά κέρδη και τα μερίσματα, από το 2020, ακόμη περιμένουν τη σειρά τους οι μισθωτοί…

Εν όψει του… πολυθρύλητου «πακέτου φιλολαϊκών μέτρων» της ΔΕΘ, που θα έχει βασικό «μενού» τις αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, η συζήτηση για την κατανομή των φορολογικών βαρών και τις αδικίες, ή έστω «αστοχίες», που σχετίζονται με αυτήν έχει γίνει βασικό θέμα στη δημόσια συζήτηση.

Στη συζήτηση αποφάσισε να παρέμβει το τμήμα ανάλυσης της Eurobank, που με πολυσέλιδη έκθεσή του αναδεικνύει το ζήτημα του «φορολογικού πληθωρισμού», δηλαδή της μείωσης του πραγματικού εισοδήματος εξαιτίας της μη αλλαγής των φορολογικών κλιμακίων ενώ οι μισθοί αυξάνονται. Είναι προφανές: όταν οι μισθοί αυξάνονται λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού που διαχέεται ώς έναν βαθμό (αν και πολύ μικρό) σε όλη την κλίμακα των μισθών, σημαντικός αριθμός μισθωτών ανεβαίνει κλιμάκιο φορολόγησης, με αποτέλεσμα αξιόλογο μέρος της μισθολογικής αύξησης να «περικόπτεται» μέσω της φορολογίας.

Το ζήτημα ανέδειξε η «Εφ.Συν.» με δύο πρόσφατα σχετικά άρθρα, τον Απρίλιο (με αφορμή την τελευταία αύξηση του κατώτατου μισθού) και τον Ιούνιο* (με αφορμή τη συζήτηση για τις παρεμβάσεις που προαναγγέλλεται ότι θα περιλαμβάνει το «πακέτο» της ΔΕΘ).

Η Eurobank

Η ανάλυση της Eurobank κάνει τις εξής βασικές διαπιστώσεις:

● Οι μισθωτοί σηκώνουν μακράν το μεγαλύτερο βάρος των φορολογικών εσόδων: Το 2023 συνεισέφεραν το 69% των φορολογικών εσόδων (76,5 δισ. ευρώ) έναντι 9% των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα (10,4 δισ. ευρώ), 8% από τόκους, μερίσματα και υπεραξία (8,7 δισ. ευρώ) και 4% από προστιθέμενο τεκμαρτό εισόδημα (4,2 δισ. ευρώ).

● Η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας μειώνει σημαντικά τα οφέλη από την αύξηση του εισοδήματος από μισθωτή εργασία. Απαιτείται επομένως τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας.

● Η ανάλυση παρουσιάζει τρία σενάρια τιμαριθμοποίησης και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις καθενός εξ αυτών επί των φορολογικών εσόδων από μισθωτή εργασία. Το Σενάριο 1 (Σ1), που είναι το βασικό σενάριο της ανάλυσης, προβλέπει πλήρη τιμαριθμοποίηση με βάση τον σωρευτικό πληθωρισμό της περιόδου 2021-2023, δηλαδή προσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων κατά 13,8%. Το Σενάριο 2 (Σ2) προβλέπει μερική τιμαριθμοποίηση με προσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων κατά 10,2% και το Σ3 προσαρμογή κατά 8,3%.

● Στην περίπτωση του Σ1, οι απώλειες φορολογικών εσόδων μεταξύ 2021 και 2023 ανέρχονται σε 899 εκατ. ευρώ σε τιμές 2023. Στο Σ2 οι απώλειες είναι 681 εκατ. ευρώ και στο Σ3 560 εκατ. ευρώ. (Η φορολογική βάση επί της οποίας εκτιμάται η επίδραση της ολίσθησης κλιμακίου ανέρχεται σε 9,76 δισ. ευρώ).

● Οσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα των ετών 2021-2023, η επίπτωση σε καθένα από τα τρία Σενάρια θα ήταν -0,4 εκατοστιαία μονάδα για το 2021, -0,3 εκατοστιαία μονάδα για το 2022 και –0,2 εκατοστιαία μονάδα για το 2023.

Ωστόσο, είμαστε ήδη στο 2025, με τα φορολογικά έσοδα από μισθωτή εργασία να έχουν αυξηθεί σημαντικά και το «φορολογικό χαράτσι» στους μισθούς εξαιτίας της αύξησής τους να είναι πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με την περίοδο 2021-2023. Ανάλογα πολύ μεγαλύτερη θα είναι και η επίπτωση στα φορολογικά έσοδα και στο πρωτογενές πλεόνασμα, πολύ περισσότερο που οι μεγάλες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό έγιναν το 2023, 2024 και 2025. Ηδη το 2023 ανέρχεται σε 2.024 εκατ. ευρώ. Το 2025 θα είναι υπερδιπλάσια του 1,5 δισ. ευρώ που σύμφωνα με τις πληροφορίες σχεδιάζει να «δώσει» η κυβέρνηση στη ΔΕΘ.

Εδώ ακριβώς έγκειται το πρόβλημα: Η κυβέρνηση πήρε πολλά από τους μισθωτούς και θέλει να τους επιστρέψει πολύ λίγα - χωρίς βεβαίως να θίξει τις φοροαπαλλαγές στα εισοδήματα του κεφαλαίου για να βρει από εκεί πηγές χρηματοδότησης της φοροελάφρυνσης των μισθωτών και χωρίς να επεκτείνει την προοδευτικότητα της φορολόγησης των φυσικών προσώπων στα εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ.

Κέρδη και μερίσματα

Μπορεί να χρειάστηκαν 6 χρόνια από το 2019, μια σοβαρή πτώση των δημοσκοπικών ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος και το «κάψιμο» ενός υπουργού Οικονομικών (Κωστής Χατζηδάκης) εξαιτίας των «φιλολαϊκών» του μεταρρυθμίσεων κατά της εργασίας και των εργαζόμενων τμημάτων της «μεσαίας τάξης» για να αρχίσει να γίνεται λόγος για αλλαγές στην κλίμακα φορολόγησης των φυσικών προσώπων, αλλά οι φοροελαφρύνσεις για τις εταιρείες και τα μερίσματα άρχισαν άμα τη αναλήψει της κυβέρνησης από τη Ν.Δ., το 2019 και το 2020.

● Ο φορολογικός συντελεστής για τα κέρδη των επιχειρήσεων μειώθηκε το 2019 από 29% σε 24% και το 2021 σε 22%. Συνολική μείωση 7 εκατοστιαίων μονάδων.

● Επίσης με ρύθμιση του 2019, ο συντελεστής αυτοτελούς φορολόγησης των μερισμάτων μειώθηκε από 10% σε 5%, με την εξαίρεση των εφοπλιστών (πλοιοκτήτριες εταιρείες) που υπάγονται στο γνωστό καθεστώς αιώνιας φοροαπαλλαγής… Ακόμη και πριν από τη μείωση από 10 σε 5%, η Ελλάδα είχε από τους μικρότερους συντελεστές φορολόγησης των μερισμάτων. Για παράδειγμα, ανάλογα και με τα κίνητρα, στη Γαλλία κυμαίνεται περί το 30%, στην Ιταλία στο 26% και στη Γερμανία στο 27%.

Πόσες είναι οι απώλειες φορολογικών εσόδων από αυτές τις -πρώιμες- φοροαπαλλαγές της πρώτης κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη; Δεδομένου ότι ισχύουν επί μία πενταετία και ότι τα συνολικά έσοδα από τη φορολόγηση του κεφαλαίου ήταν το 2023 περί τα 15 δισ. ευρώ, ένας πρόχειρος υπολογισμός τις ανεβάζει σε τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ – μόνο για το 2023. Το 2025, με την εκτίναξη των κερδών αλλά και των μερισμάτων, ξεπερνούν κατά πολύ τα 3 δισ. ευρώ. Στην πενταετία 2020-2025 ξεπερνούν κατά πολύ τα 10 δισ. ευρώ.

Ιδού λοιπόν μια «πλούσια» πηγή για τη χρηματοδότηση της φοροελάφρυνσης των κατώτερων εισοδημάτων των μισθωτών.

Σημειώσεις

*27.4.2025, «Τιμώρησαν τις αυξήσεις μισθών»
19.6.2025, «Φορολογικό ‘‘χαράτσι’’ στην αύξηση των μισθών»

ΠΗΓΗ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου