31 Οκτωβρίου 2021

Το βιβλίο της εβδομάδας: «Η περιπετειώδης ιστορία των επαναστατικών Συνταγμάτων του 1821», του Ξενοφώντα Κοντιάδη, εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΤΗ

Οι αξίες της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού


 
Οι μεν πρόκριτοι δεν ήταν διατεθειμένοι να παραχωρήσουν την εξουσία, ενώ οι οπλαρχηγοί δεν συμβιβάζονταν με έναν ρόλο εντολοδόχου των πολιτικών, [οπότε] αμφότερες οι πλευρές επιχείρησαν να εργαλειοποιήσουν τους θεσμούς, ώστε να αυξήσουν την πολιτική τους δύναμη.

Κάθε επαναστατική διαδικασία επιφέρει την καταστροφή ενός παλαιού κόσμου και ως εκ τούτου παράγει ένα κενό εξουσίας. Εκ του μηδενός, συνεπώς, τα μέλη της επαναστατημένης πολιτικής κοινότητας καλούνται να αποφασίσουν με ποια ιδεολογικά και θεσμικά υλικά θα οργανώσουν τη νέα πολιτειακή μορφή του κράτους. Διακόσια χρόνια μετά την ελληνική επανάσταση, το βιβλίο του Ξενοφώντα Κοντιάδη, με τίτλο «Η περιπετειώδης ιστορία των επαναστατικών Συνταγμάτων του 1821», επιχειρεί να ανιχνεύσει υπό ποιους πολιτικούς και κοινωνικούς όρους ασκήθηκε η πρωτογενής συντακτική εξουσία του ελληνικού έθνους.

Ο συγγραφέας, παρότι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου, δεν αναλύει υπό στενά νομικό πρίσμα τα Συντάγματα της Επιδαύρου, του Αστρους και της Τροιζήνας, αλλά επιλέγει να επικεντρωθεί στις συνθήκες γένεσης, την ιδεολογική ταυτότητα και τις αιτίες κατάλυσης της Πρώτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Με όχημα την εφαρμογή μιας διεπιστημονικής μεθόδου, που εστιάζει στον τρόπο συνάρθρωσης πολιτικής και δικαίου μέσα στη δεδομένη ιστορική συγκυρία, ο Κοντιάδης αναδεικνύει τους όρους διαμόρφωσης του δημοκρατικού συνταγματισμού στην Ελλάδα του πρώιμου 19ου αιώνα.

Τα Συντάγματα του Αγώνα υπήρξαν τέκνα αφενός της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης και αφετέρου του Διαφωτισμού. To έθνος μπορεί στο νομικό πεδίο να εκλαμβάνεται ως ένα ομοιογενές υποκείμενο, το οποίο μάλιστα αποτελεί τον φορέα της κυριαρχίας, από κοινωνιολογική σκοπιά, όμως, διαπερνάται από μια σειρά αντιτιθέμενων συμφερόντων και αποκλινουσών κοσμοαντιλήψεων. Μία από τις αρετές του βιβλίου είναι ότι αποδίδει με εξαιρετική ακρίβεια το μωσαϊκό των εσωτερικών αντιπαραθέσεων, οι οποίες εκδηλώθηκαν μεσούσης της επανάστασης και έφεραν αντιμέτωπους προκρίτους και οπλαρχηγούς, Πελοποννήσιους, Νησιώτες και Ρουμελιώτες, αυτόχθονες και ετερόχθονες.

Από το πλέγμα των συγκρούσεων, που είχαν άλλοτε ταξικά και άλλοτε τοπικιστικά χαρακτηριστικά, νικητής αναδείχθηκε ο συνασπισμός προκρίτων και Φαναριωτών. Οπως εύστοχα επισημαίνει ο Κοντιάδης, οι εκσυγχρονιστές ετερόχθονες, με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο επικεφαλής, ανέλαβαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάρτιση των Συνταγμάτων του Αγώνα, τα οποία ήταν μεν επηρεασμένα από τα γαλλικά επαναστατικά Συντάγματα, αλλά ταυτόχρονα αποτύπωναν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής πραγματικότητας.

Από τη μία πλευρά, λοιπόν, τα Συντάγματα του Αγώνα καθιέρωναν την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, τη διάκριση των εξουσιών και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ από την άλλη απέτρεπαν τη δυνατότητα συγκρότησης μιας ισχυρής κεντρικής εξουσίας, η οποία θα μπορούσε να αμφισβητήσει τα ολιγαρχικά προνόμια των προκρίτων.

O Κοντιάδης δεν περιορίζει την ανάλυσή του στη διαδικασία κατάρτισης των επαναστατικών Συνταγμάτων και το κανονιστικό τους περιεχόμενο, αλλά αναδεικνύει και τη σημασία του τρόπου εφαρμογής τους για την εξέλιξη του Αγώνα. Σε μια συγκυρία που οι μεν πρόκριτοι δεν ήταν διατεθειμένοι να παραχωρήσουν την εξουσία, ενώ οι οπλαρχηγοί δεν συμβιβάζονταν με έναν ρόλο εντολοδόχου των πολιτικών, αμφότερες οι πλευρές επιχείρησαν να εργαλειοποιήσουν τους θεσμούς, ώστε να αυξήσουν την πολιτική τους δύναμη. Στο πλαίσιο αυτό, οι διαμάχες του Βουλευτικού με το Εκτελεστικό, και ειδικότερα η καθαίρεση μελών του τελευταίου, αποτέλεσαν έναν από τους παράγοντες που όξυναν τα πολιτικά πάθη κατά την περίοδο 1823-1825 και οδήγησαν τελικά τη χώρα στη δίνη δύο εμφυλίων πολέμων.

Πέρα από το πεδίο των εσωτερικών συγκρούσεων, οι οποίες ασκούσαν ουσιώδη επιρροή τόσο στη διαμόρφωση όσο και στην εφαρμογή των συνταγματικών κανόνων, ο συγγραφέας εστιάζει και στη σημασία των διεθνών σχέσεων της χώρας. Σε μια ιστορική στιγμή που οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης είχαν ηττηθεί και σε όλη την Ευρώπη είχαν επικρατήσει απολυταρχικά πολιτεύματα, οι Ελληνες ήταν αναγκασμένοι να προσαρμόζουν τις θεσμικές τους επιλογές στις απαιτήσεις ενός δυσμενούς διεθνούς περιβάλλοντος.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι το φιλελεύθερο πολίτευμα της Επιδαύρου ονομάστηκε «προσωρινό», ενώ το Σύνταγμα της Τροιζήνας δεν ανεστάλη από τον Καποδίστρια μόνο για λόγους εσωτερικής πολιτικής. Οπως ορθά εξηγεί ο Κοντιάδης, στη μεν πρώτη περίπτωση έπρεπε να μετριαστεί η δυσαρέσκεια των μοναρχικών αυλών, ενώ στη δεύτερη ο Κυβερνήτης έκρινε ότι η υιοθέτηση ενός πιο συντηρητικού πολιτεύματος θα αύξανε τις πιθανότητες αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους.

Διακόσια χρόνια μετά την ελληνική επανάσταση, εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς αν η μελέτη της ιστορίας των Συνταγμάτων του Αγώνα διαθέτει κάποια πρόσθετη αξία, πέρα από την επετειακή. Η απάντηση στο σχετικό ερώτημα προκύπτει από την ίδια τη διαδρομή του ελληνικού συνταγματισμού, ιδίως από το 1864 μέχρι σήμερα. Στην πορεία αυτών των χρόνων, όλα σχεδόν τα ελληνικά Συντάγματα εμπνεύστηκαν από την πολιτική και ιδεολογική παρακαταθήκη του νεοελληνικού Διαφωτισμού και της επανάστασης, δηλαδή από τις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας. Το βιβλίο του Ξενοφώντα Κοντιάδη αποτελεί μια σημαντική συμβολή στην υπόθεση της συλλογικής μας αυτογνωσίας, καθώς αναδεικνύει τις συνθήκες μιας συνταγματογένεσης, η οποία έμελλε να θεμελιώσει σε στέρεες βάσεις τις αξίες της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού στη χώρα μας.

*Επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης

ΠΗΓΗ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου