Κομμένη και ραμμένη στις απαιτήσεις του κυνηγετικού λόμπι της χώρας μας, εις βάρος της βιοποικιλότητας, είναι για άλλη μια χρονιά η διάταξη που ρυθμίζει τους κανόνες για τη φετινή περίοδο του κυνηγιού, η οποία υπογράφτηκε από τον υπουργό Περιβάλλοντος Κωστή Χατζηδάκη. Είχε προηγηθεί διαβούλευση μόλις 15 ημερών, χωρίς να έχει δημοσιοποιηθεί η προς έκδοση σχετική υπουργική απόφαση.
Σύμφωνα με αυτήν, επιτρέπεται και φέτος το κυνήγι παγκοσμίως απειλούμενων ειδών, συνεχίζει να επιτρέπεται εντός πολύ σημαντικών προστατευόμενων περιοχών, ενώ η κυνηγετική περίοδος συνεχίζει να μην έχει ενιαία λήξη. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι ημερομηνίες προσδιορισμού έναρξης και λήξης βασίστηκαν σε μελέτη την οποία συνυπογράφουν επιστήμονες που συνεργάζονται με τις κυνηγετικές οργανώσεις!
Την έντονη αποδοκιμασία της εκφράζει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία για την απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος που επιτρέπει το κυνήγι παγκοσμίως απειλούμενων ειδών, όπως το γκισάρι και το τρυγόνι, ή σε ευρωπαϊκό επίπεδο η σαρσέλα, το σφυριχτάρι, η ψαλίδα, η καλημάνα και η κοκκινότσιχλα. Πρόκειται δηλαδή για είδη που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης, με τον πληθυσμό μάλιστα της ψαλίδας στην Ελλάδα να έχει σχεδόν καταρρεύσει. Κατά την περίοδο 2004-2015 το είδος παρουσιάζει μείωση κατά 15% ανά έτος.
Χαρακτηριστικά για το τρυγόνι, για το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει προσωρινή παύση της θήρας του έως ότου ολοκληρωθεί σχετική επιστημονική μελέτη, το υπουργείο εξακολουθεί να προτείνει τη θήρα οκτώ πουλιών ανά κυνηγό την ημέρα. Αν και παραμένει άγνωστο και φέτος πώς κατέληξε το ΥΠΕΝ σε αυτό το νούμερο, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία υπενθυμίζει πως το ΥΠΕΝ είχε εξαγγείλει ότι «θα προχωρήσει στην περαιτέρω επιστημονική τεκμηρίωση του θέματος με ανάθεση σχετικής ερευνητικής μελέτης». Αυτό δεν έχει υλοποιηθεί, παρ' όλο που το τρυγόνι πλήττεται πολύ σοβαρά από την ανεξέλεγκτη ανοιξιάτικη λαθροθηρία στα νησιά του Ιονίου αλλά και στα δυτικά παράλια.
Σκανδαλώδες είναι το γεγονός ότι οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης της θήρας φαίνεται να έχουν βασιστεί πλήρως σε σχετική «έρευνα-μελέτη» την οποία συνυπογράφουν επιστήμονες που συνεργάζονται στενά με τις κυνηγετικές οργανώσεις.
Μεροληψία
Πρόκειται για την επικαιροποιημένη (Ιούνιος 2020) έρευνα-μελέτη που εκπονήθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με άλλα πανεπιστημιακά τμήματα, με τίτλο «Η επίδραση της θήρας στους πληθυσμούς των θηρεύσιμων και μη ειδών, ο έλεγχος της λαθροθηρίας και η διάρκεια των περιόδων θήρας».
Την υπογράφουν οι Χρήστος Θωμαΐδης, καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Χρήστος Βλάχος, καθηγητής στο Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και Περικλής Μπίρτσας, καθηγητής στο Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος στο ΤΕΙ Θεσσαλίας.
Ο κ. Θωμαΐδης έχει διατελέσει επιστημονικός υπεύθυνος της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος και εκπρόσωπος της Ελλάδας στο πρόγραμμα «Αρτεμις», που καταγράφει την κυνηγετική κάρπωση (τον αριθμό των σκοτωμένων θηραμάτων) των πουλιών στην Ευρώπη, έχει εκπονήσει μελέτες για την Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος και τις Κυνηγετικές Ομοσπονδίες Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και έχει υπάρξει ομιλητής σε σεμινάρια και ομιλίες κυνηγετικών συλλόγων της χώρας. Είναι κάτοχος άδειας ιερακοθηρίας και έχει σχέση με την Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας-Θράκης.
Ο κ. Βλάχος έχει εκπονήσει ερευνητικό πρόγραμμα για την Κυνηγετική Ομοσπονδία Στερεάς Ελλάδος, από την οποία πήρε πέρσι και επιστημονική υποτροφία -την πρώτη της Ομοσπονδίας- για τη διενέργεια πτυχιακής ή μεταπτυχιακής διατριβής για είδος άγριας πανίδας με θηραματικό ενδιαφέρον, ενώ διατηρεί διαρκή συνεργασία με τις κυνηγητικές ομοσπονδίες της χώρας. Ο κ. Μπίρτσας έχει υπάρξει ομιλητής σε εκδηλώσεις κυνηγετικών συλλόγων της χώρας, είχε τον συντονισμό και την επιμέλεια κυνηγετικού εγχειριδίου της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας-Θράκης, ενώ δηλώνει κυνηγός από το 1984.
Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία ζητά από το ΥΠΕΝ τη δημοσίευση της μελέτης που υπογράφουν οι προαναφερόμενοι επιστήμονες, καθώς το 2016 περιείχε αντιφάσεις και είχε κριθεί αναξιόπιστη να ορίσει το πλαίσιο θήρας των πουλιών της χώρας. «Το ΥΠΕΝ, φοβούμενο το πολιτικό κόστος της αντίθεσης με το κυνηγετικό λόμπι, καταλήγει για άλλη μια χρονιά σε μια Ρυθμιστική Απόφαση που αποτελεί παράδειγμα κακής νομοθέτησης, καθώς δεν είναι διαθέσιμα προς κρίση τα δεδομένα τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τη διαμόρφωση του περιεχομένου της», επισημαίνει.
Σύμφωνα με την Ορνιθολογική Εταιρεία, η λήξη της κυνηγετικής περιόδου θα πρέπει να οριστεί στις 31 Ιανουαρίου για όλα τα είδη πουλιών, όπως προκύπτει από τη μοναδική μελέτη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η οποία προτείνει την ημερομηνία αυτή για τα υδρόβια είδη (Σ. Καζαντζίδης, Μ. Νοΐδου, 2008, «Προσδιορισμός της φαινολογίας μετανάστευσης των θηρεύσιμων υδρόβιων πουλιών», ΥΠΑΑΤ - ΕΘΙΑΓΕ - Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη). Δεν υπάρχει μελέτη που να αποδεικνύει τη μη σύγχυση και όχληση των υπόλοιπων ειδών πουλιών, εάν διατηρηθούν οι υφιστάμενες κλιμακωτές ημερομηνίες λήξης.
Παράβαση κανόνων
Εξάλλου στη νέα ρυθμιστική διάταξη διατηρείται το σύστημα των κλιμακωτών ημερομηνιών, κατά παράβαση της διεθνούς, ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας. Το κυνήγι των πουλιών εξακολουθεί να μην έχει ενιαία λήξη, ενώ εξακολουθεί να ασκείται πέραν της 31ης Ιανουαρίου, κατά την περίοδο που ορισμένα είδη έχουν ήδη ξεκινήσει το μεταναστευτικό τους ταξίδι προς τους τόπους αναπαραγωγής τους. Μάλιστα, ορισμένα είδη, όπως ο κότσυφας, έχουν εισέλθει στην αναπαραγωγική περίοδο.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η θήρα για είδη με παρεμφερή εξωτερικά μορφολογικά χαρακτηριστικά (π.χ. τσίχλες, πάπιες) ενέχει σημαντικό κίνδυνο σύγχυσης κατά την αναγνώριση, εξαιτίας της ομοιότητας μεταξύ των ειδών για τα οποία επιτρέπεται η θήρα και αυτών για τα οποία απαγορεύεται λόγω λήξης της περιόδου.
Επιπλέον, το κυνήγι συνεχίζει να επιτρέπεται και φέτος εντός πολύ σημαντικών και ευαίσθητων περιοχών για τα πουλιά, όπως αυτές εντός των Εθνικών Πάρκων Υγροτόπων Αμβρακικού και Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου, περιοχές στις οποίες οι λαθροθήρες δρουν οργανωμένα και ανεξέλεγκτα, παρά τις διαβεβαιώσεις ότι το άνοιγμα του κυνηγιού θα συνέβαλλε στο αντίθετο.
«Μέχρι πότε, άραγε, θα συνεχίσει ο αρμόδιος υπουργός να μην ανταποκρίνεται στον θεσμικό του ρόλο, αγνοώντας έγκριτα επιστημονικά στοιχεία και αψηφώντας τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας για την προστασία της βιοποικιλότητας;», αναρωτιέται η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία.
Η απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί αφού, σύμφωνα με το πόρισμα της Ομάδας Εργασίας Αξιολόγησης Απόψεων του Εθνικού Διαλόγου για το Κυνήγι, η οποία απαρτίστηκε από υπηρεσιακούς παράγοντες του ΥΠΕΝ και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας και Μακεδονίας-Θράκης, η αναθεώρηση, ο εκσυγχρονισμός και η κωδικοποίηση του νομικού πλαισίου για τη θήρα σε ενιαίο νόμο θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος του 2016 και η υλοποίησή του πριν από την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου 2017-2018.
Κι αυτό, εξαιτίας του γεγονότος ότι η σχετική νομοθεσία είναι διάσπαρτη, κατακερματισμένη και χρειάζεται επικαιροποίηση, βάσει και των σχετικών ευρωπαϊκών Οδηγιών. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ και δεν έχει προγραμματιστεί ούτε από τη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος.
ΠΗΓΗ: efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου