Ενδεχομένως, και σύμφωνα με παλαιότερα στατιστικά στοιχεία στην αρχή της πανδημίας, η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων του κορωνοϊού να είναι άτομα τρίτης ηλικίας που ταυτόχρονα ήταν υπέρβαροι, είχαν διαβήτη ή αντιμετώπιζαν κάποιο επιπλέον «υποκείμενο νόσημα». Αυτό το στατιστικό εύρημα ωστόσο δεν αλλάζει την ουσία της υπόθεσης: ο κορωνοϊός σκοτώνει, έστω κι αν αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι οι ηλικιωμένοι με κάποιο επιπλέον νόσημα. Άλλωστε αυτή η στατιστική ομάδα (τρίτη ηλικία με κάποιο πρόβλημα υγείας) αποτελεί περί το ένα τρίτο του κοινωνικού συνόλου, κυρίως στις δυτικές κοινωνίες...
Όπως αποδείχτηκε από την επιλογή της καραντίνας στην πρώτη φάση της
πανδημίας, το «κλείσιμο» της οικονομικής δραστηριότητας και ο
περιορισμός των συνεπαγόμενων κοινωνικών επαφών υπήρξε το μόνο
αποτελεσματικό μέτρο περιορισμού της διάδοσης του ιού. Με αυτό το μέτρο
εξασφαλίστηκε η καλύτερη δυνατή προστασία για τις ευάλωτες πληθυσμιακές
ομάδες, οι οποίες, όπως είπαμε, αποτελούν τουλάχιστον το ένα τρίτο των
δυτικών κοινωνιών.
Είναι, απ’ όλα αυτά, προφανές το δίλημμα στο οποίο έχουν ήδη απαντήσει
οι κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής: είναι προτιμότερο
να εκτεθεί σε μεγαλύτερο κίνδυνο αυτή η πολυπληθής ομάδα παρά να
τιναχτεί στον αέρα η οικονομία με ανυπολόγιστες συνέπειες στο σύνολο του
πληθυσμού.
Αυτός ο «στυγνός» υπολογισμός και οι επιλογές που συνεπάγεται έχει γίνει
παγκοσμίως και στη βάση αυτών των επιλογών θα πορευτεί η ανθρωπότητα
μέχρι να βρεθεί το φάρμακο ή το εμβόλιο.
Μέχρι τότε, θα παρακολουθούμε την ατελέσφορη εκ των πραγμάτων προσπάθεια
των κυβερνήσεων να κρατήσουν και την οικονομία ανοιχτή και να
περιορίσουν την εξάπλωση της επιδημίας...
Αναλαμβάνοντας ο καθένας την ευθύνη που του αναλογεί και προσαρμόζοντας
τη ζωή του στις οδηγίες των ειδικών για την προστασία του και την
προστασία των γύρω του, μπορεί ίσως να επικεντρώσει την προσοχή του και
τις διεκδικήσεις του σε όσα μια κυβέρνηση μπορεί να πράξει ή να μην
πράξει για αυτόν. Και στην προκειμένη περίπτωση το μίνιμουμ των
απαιτήσεων είναι απλό και συνοψίζεται ως εξής: πρώτον, ενίσχυση του
δημόσιου συστήματος υγείας και, δεύτερον, η οικονομική ζημία της
πανδημίας να επιμεριστεί δίκαια και να μη φορτωθεί στις πλάτες της μόνης
πάντα ευάλωτης ομάδας, των εργαζομένων...
ΠΗΓΗ: topontiki
Σημείωση altersyros: Για να δούμε πώς φροντίζει τα της Δημόσιας Υγείας η κυβέρνησή μας, διαβάστε παρακάτω τι λένε οι ίδιοι οι υγειονομικοί για τη σημερινή κατάσταση:
Κατά 5000 μειώθηκαν οι εργαζόμενοι στην υγεία μέσα σε ένα χρόνο
Δραματική μείωση του προσωπικού που υπηρετεί στον τομέα της δημόσιας υγείας τον τελευταίο χρόνο εμφανίζουν τα στοιχεία που δημοσιοποιεί το υπ. Εσωτερικών μέσω του μητρώου ανθρώπινου δυναμικού.Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί, τον Μάιο του 2020 υπηρετούσαν στις μονάδες υγείας 95.352 μόνιμοι και έκτακτοι εργαζόμενοι ενώ τον αντίστοιχο μήνα το 2019 ο αριθμός των υπηρετούντων ήταν 100.420 εργαζόμενοι.
Η μείωση του προσωπικού στις μονάδες υγείας όπως προκύπτει από τα στοιχεία αυτά είναι 5058 εργαζόμενοι και σε ποσοστό φτάνει στο 5%. Η μείωση αφορά τόσο τον αριθμό των μονίμων υπαλλήλων, από 79.254 τον 5ο του 2019 σε 77.356 τον αντίστοιχο μήνα του 2020 (μείωση κατά 1898 υπαλλήλους), όσο και το έκτακτο προσωπικό, από 21.166 σε 17.996, δηλαδή μείωση κατά 3.170 εργαζόμενους.
Όλα αυτά συμβαίνουν εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού όταν οι μονάδες υγείας έχουν αναλάβει ένα τεράστιο βάρος αντιμετώπισης αυτής της πρωτόγνωρης κατάστασης.
Τα στοιχεία που η ίδια η κυβέρνηση δημοσιοποιεί καταρρίπτουν το
κυβερνητικό αφήγημα και τους πανηγυρισμούς της πολιτικής ηγεσίας του υπ.
Υγείας για σημαντική ενίσχυση των μονάδων υγείας για την αντιμετώπιση
της πανδημίας.
Το υγειονομικό κίνημα πρέπει τώρα να αναδείξει αυτή την δεινή εικόνα και
να διεκδικήσει την πλήρη στελέχωση των μονάδων υγείας. Να απαιτήσει την
κατάργηση της ελαστικής εργασίας, την μονιμοποίηση όλων των
συμβασιούχων που υπηρετεί στις μονάδων υγείας, και την κάλυψη όλων των
αναγκών με μόνιμο προσωπικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου