Στην ενότητα Παιδεία, το κυβερνητικό πρόγραμμα της Ν.Δ. (2023-2027) που παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», περιέχει -μεταξύ άλλων- την πολιτική θέση «Ελεύθερη επιλογή από γονέα της σχολικής μονάδας φοίτησης των μαθητών». Πρόκειται για μια πρακτική που έχει εφαρμοστεί εκτεταμένα σε χώρες όπως η Αγγλία και οι ΗΠΑ και μαζί με τα κουπόνια εκπαίδευσης, που επιτρέπουν να διαλέξεις δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο, έχουν γίνει η σημαία του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση.
Στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, η γονική επιλογή σχολείου παρουσιάζεται ως ένας ουδέτερος μηχανισμός που θα επεκτείνει την προσωπική ελευθερία και θα κάνει τα σχολεία πιο ανταποδοτικά στους «καταναλωτές», καθώς ο καθένας έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τους καλύτερους εκπαιδευτικούς φορείς, σύμφωνα με τις προσωπικές του ανάγκες, τιμωρώντας παράλληλα τα «μη αποτελεσματικά» σχολεία και τους εκπαιδευτικούς τους.
Ωστόσο η αλήθεια είναι ότι η γονική επιλογή σχολείου συνδέεται άμεσα με την έννοια της αγοράς, τη διαμόρφωση συστημάτων χρηματοδότησης της «καταναλωτικής ζήτησης», όπου η χρηματοδότηση ακολουθεί τον μαθητή. Στην πραγματικότητα η δήθεν «ελεύθερη επιλογή» σχολείου συνδέεται με τη λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας. Είναι ένα «μοντέλο» που δίνει έμφαση στην υιοθέτηση ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων λειτουργίας, στη διαφοροποίηση του περιεχομένου του σχολείου, στη μετατροπή των σχολείων σε οικονομικές μονάδες που προσπαθούν να εξασφαλίσουν το ψωμί τους μόνες τους (προφανώς από τους γονείς, από κάποιους χορηγούς ή από ενοικίαση των υποδομών τους σε τρίτους), στην ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, της δυνατότητας δηλαδή των γονιών να επιλέξουν σχολείο, και στη λεγόμενη «ελεύθερη επιλογή» του διδακτικού προσωπικού (που σημαίνει εδραίωση μηχανισμών ρουσφετιού).
Οπως εύστοχα επισημαίνει ο Δημήτρης Αναστασίου, καθηγητής στο Southern Illinois University των ΗΠΑ, αυτό είναι το 4ο βήμα σε μια αλυσίδα βημάτων από το εγχειρίδιο καταστροφικών πολιτικών για τη δημόσια εκπαίδευση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Εχουν προηγηθεί τουλάχιστον τρία βήματα: η επέκταση πρότυπων και πειραματικών σχολείων, η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Αλλά ας δούμε το θέμα με μια σειρά και τη σοβαρότητα που του αξίζει.
Η «μηχανική» του σχεδίου
Dreamstime.com |
Ενα από τα κεντρικά μέτρα του νεοφιλελευθερισμού στον χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι η ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους μαθητές και τους γονείς τους. Στη νεοφιλελεύθερη συλλογιστική, μαθητές και γονείς εκλαμβάνονται ως «χρήστες» ή «καταναλωτές» εκπαιδευτικών υπηρεσιών οι οποίες προσφέρονται και ζητούνται ελεύθερα στην εκπαιδευτική αγορά. Κατά συνέπεια, όπως τονίζουν οι κοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης Κώστας Θεριανός και Νίκος Φωτόπουλος, η δυνατότητά τους να επιλέξουν τον «πάροχο» της εκπαιδευτικής υπηρεσίας θεωρητικά αποτελεί ένα μέτρο το οποίο διασφαλίζει:
● το δικαίωμα στην ελεύθερη επιλογή μέσα από τη χρήση των κουπονιών (vouchers) εκπαίδευσης
● τη βελτίωση των σχολείων, καθώς ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους για την προσέλκυση όλο και περισσότερων «καταναλωτών» συμμετέχουν σε έναν αγώνα δρόμου διεκδίκησης μαθητών, γεγονός που συμβάλλει στη βελτίωση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών που προσφέρουν
● τη δυνατότητα ενός παιδιού από μια υποβαθμισμένη γειτονιά να μετακινηθεί σε ένα δημόσιο σχολείο μιας καλύτερης γειτονιάς ή σε ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο από αυτό της γειτονιάς του, προκειμένου να κερδίσει τόσο από την ποιότητα της διδασκαλίας όσο και από τη φοίτηση μέσα σε ένα θετικό και αποτελεσματικό σχολικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από κουλτούρα «θετικής στάσης απέναντι στο σχολείο» και κλίμα «σχολικής επιτυχίας».
Οπως σημειώνει ο εκπαιδευτικός αναλυτής Δημήτριος Τσιριγώτης, το μέσο για να επιτευχθεί η ελεύθερη επιλογή σχολείου είναι συνήθως το εκπαιδευτικό κουπόνι (school voucher) που έχει ήδη εφαρμοστεί σε αρκετές χώρες, το οποίο δίνεται στους γονείς κάθε παιδιού και αντιστοιχεί στα έξοδα της φοίτησής του για ένα έτος. Οι γονείς αναζητούν το καλύτερο σχολείο για το παιδί τους σε μια μεγάλη βάση δεδομένων που περιέχει όλα τα στοιχεία των σχολείων της χώρας. Αν επιλέξουν ιδιωτικό σχολείο, προφανώς πληρώνουν τη διαφορά. Στην αρχή κάθε εκπαιδευτικού έτους ο κάθε διευθυντής σχολείου θα πηγαίνει στην τράπεζα με τα κουπόνια που θα έχει καταφέρει να μαζέψει και θα τα εξαργυρώνει σε χρήματα. Με τα χρήματα αυτά θα πρέπει να καλύψει όλα τα λειτουργικά έξοδα του σχολείου του (μισθοί εκπαιδευτικών, ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, κτιριακή συντήρηση, πετρέλαιο, εξοπλισμός εποπτικών μέσων κ.ά.).
Κοντολογίς το κάθε σχολείο θα έχει το δικό του budget (ανάλογα με τον αριθμό των εγγραφών) και με αυτό θα πρέπει να καλύπτει όλα τα λειτουργικά έξοδα για ένα έτος, σαν να ήταν μια αυτόνομη επιχείρηση. Οι μεταρρυθμίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ προσφέρουν ένα σημαντικό εμπειρικό υλικό που έχει διερευνηθεί ενδελεχώς και το οποίο μπορεί σήμερα να δείξει με σαφήνεια αν η νεοφιλελεύθερη ρητορική επαληθεύτηκε. Οι Ball and Youdell (2011) σε μια πρόσφατη εργασία τους συνόψισαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε μια σειρά από χώρες. Κοινό αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών δεν ήταν η βελτίωση της εκπαίδευσης μέσω του ανταγωνισμού των σχολείων. Ηταν η απορρύθμιση της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού και η τραγική αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση.
Το
κλειδί της όλης υπόθεσης είναι να μεταφερθεί η ευθύνη στους γονείς για
το ποια δημόσια σχολεία θα κλείσουν (αυτά που συγκέντρωσαν λίγα
εκπαιδευτικά κουπόνια και δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδά τους) και για
το ποιοι εκπαιδευτικοί θα απολυθούν (αυτοί που αξιολογήθηκαν αρνητικά
από γονείς και μαθητές).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου