«Είμαι άνθρωπος, Οχι σκουπίδι» - Λαδοπαστέλ σε χαρτί, Τάσης Παπαϊωάννου |
Το γίγνεσθαι της πόλης απεικονίζεται πάνω στους τοίχους των κτιρίων, στους δρόμους, στις πλατείες.
Ζούμε σε μια εποχή απόλυτης ρευστότητας. Τίποτε δεν μοιάζει σταθερό, αμετάβλητο, αναλλοίωτο. Οι παλιές βεβαιότητες καταρρίπτονται εν ριπή οφθαλμού η μία μετά την άλλη και την ίδια στιγμή έχεις την αίσθηση ότι το αύριο που θα ξημερώσει θα είναι ακόμη πιο αβέβαιο, σκοτεινό, ζοφερό. Νιώθεις σαν άξαφνα να χάθηκε η ελπίδα ή αυτό είναι που επιδιώκουν κάποιοι προκειμένου να σε πείσουν στη μεθοδευμένη προσπάθειά τους χειραγώγησης και εκφοβισμού του κόσμου.
Κι όμως, όπως πάντα συμβαίνει μέσα στο σκοτάδι, αρκεί μια σπίθα για να ανάψει τη φωτιά που θα κατακάψει τα σκηνικά του φόβου και θα φωτίσει ξανά τον δρόμο που οδηγεί μακριά από τα κατασκευασμένα αδιέξοδα και τους ψεύτικους μονόδρομους. Εκεί που νόμιζες ότι τίποτε δεν είναι δυνατόν να αλλάξει τη μίζερη καθημερινότητα, είναι η πάλη των ανθρώπων που αναβλύζει από τα κάτω και ανατρέπει την παγιωμένη εικόνα της «κανονικότητας» και της αποχαυνωτικής νιρβάνας των κρατούντων.
Πεδίο αυτής της πάλης ήταν πάντοτε η πόλη ως ο κατεξοχήν χώρος των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων, των ταξικών διεκδικήσεων, της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας. Ο δημόσιος χώρος της πόλης αυτό συμβολίζει, αυτό εκφράζει, όσο κι αν θέλουν κάποιοι να μας πείσουν για το αντίθετο. Οσο κι αν θέλουν να τον παρουσιάσουν απογυμνωμένο από το ιδεολογικό του φορτίο, στεγνό, αποστειρωμένο, δίχως ζωή· σαν μια ανούσια, αστραφτερή τουριστική καρτ-ποστάλ.
Το γίγνεσθαι της πόλης απεικονίζεται πάνω στους τοίχους των κτιρίων, στους δρόμους, στις πλατείες. Κάθε κατακόρυφη ή οριζόντια επιφάνεια γίνεται -αν οι συνθήκες το απαιτούν- φορέας ατομικών ή συλλογικών μηνυμάτων. Μεμονωμένες λέξεις, φράσεις, συνθήματα, εικόνες, graffiti, αφίσες, εκφράζουν τη διαρκώς μεταβαλλόμενη καθημερινότητα της πόλης. Ερχονται να πιστοποιήσουν, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, μια διαφορετική πραγματικότητα, μακριά από την ωραιοποιημένη, πλασματική και λαμπερή εικόνα που πλασάρεται από τον κόσμο της διαφήμισης. Δεν προσπαθούν να εφησυχάσουν, αλλά αντίθετα να προκαλέσουν, να ταρακουνήσουν, να προειδοποιήσουν, να διαμαρτυρηθούν, μα κυρίως να προβληματίσουν. Οπτικοποιημένες φωνές αγωνίας είναι· κραυγές απόγνωσης ανθρώπων που δεν έχουν άλλο τρόπο να επικοινωνήσουν τα προβλήματα που τους πνίγουν.
Περπατάς στον δρόμο και πάνω στους τοίχους θαρρείς και ξετυλίγεται ανάκατη η ζωή της πόλης. Μια συνεχόμενη «εφημερίδα» τοίχου που σε ενημερώνει για όλα εκείνα που μένουν στη σκιά, στην αφάνεια, τα σημαντικά που διακυβεύονται, τη ρευστότητα του χρόνου που περνά, την ίδια τη ζωή και τις πάμπολλες εκφάνσεις της. Σημάδια και σύμβολα που θέλουν να αφηγηθούν μια άλλη ιστορία, εκείνων που ζουν στο περιθώριο, στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Ενα τεράστιο παλίμψηστο γραμμάτων, χρωμάτων, εικόνων, παραστάσεων, που ιστορεί κάθε φορά το παρόν της πόλης, δηλαδή, των ανθρώπων της, ανεξάρτητα από το φύλο, το χρώμα, την εθνικότητα, την ηλικία τους. Ενα ατελείωτο, διαρκώς ανανεωνόμενο παζλ ανθρώπινων ιστοριών που συγκροτεί τη ζώσα μνήμη της πόλης.
Ο δημόσιος χώρος της πόλης εκφράζει με απόλυτο τρόπο τα κοινωνικά προβλήματα. Η εικόνα που παρουσιάζει σε κάθε χρονική συγκυρία αποτυπώνει αυτό που βρίσκεται από πίσω, αυτό που συνήθως κρύβεται κάτω από το χαλί, αυτό που αποσιωπάται. Αν η εικόνα αυτή δεν μας αρέσει, σημαίνει ότι δεν μας αρέσει και η επίγνωση της αληθινής ιστορίας της πόλης, των προβλημάτων που καταδυναστεύουν τη ζωή των συμπολιτών μας.
Εδώ και μήνες βλέπουμε πάνω στους κάδους απορριμμάτων των δήμων της Αττικής κολλημένες αφίσες με το σύνθημα-μήνυμα: «Είμαι Ανθρωπος, Οχι Σκουπίδι». Στο πλάι αριστερά, ένα μαύρο κοριτσάκι που φοράει σωσίβιο, κρατάει μια κούκλα και μας κοιτά με θλίψη. Και είναι, σαν μέσα από αυτό το παιδί, να προφέρουν αυτές τις ίδιες λέξεις όλοι οι πρόσφυγες, που κατατρεγμένοι εγκατέλειψαν όπως-όπως τις πατρίδες τους για μια καλύτερη ζωή. Μια αφίσα που παραπέμπει στην προσφυγιά, η οποία συνεχίζει αμείωτη στις μέρες μας, αποτελώντας μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση και ειδικότερα την πιο φρικτή, την πιο αποτρόπαια πλευρά της: το φρικαλέο φαινόμενο της παιδικής δουλείας, του τράφικινγκ, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των ανήλικων προσφύγων.
Μια κρίση που συχνά τη λησμονούμε στη χώρα μας, σαν τάχατες οι Ελληνες να μη βρέθηκαν ποτέ στη θέση της μικρής με την κούκλα, σαν να μη γεύτηκαν ποτέ την πίκρα της ξενιτιάς. Γράφει ο Αλμπέρ Καμί: «Δεν υπάρχει αλήθεια που να μην κουβαλά μαζί της την πίκρα της»1. Οι κάδοι των σκουπιδιών μεταφέρουν σε όλους εμάς τη συγκλονιστική αυτή αλήθεια και επιτελούν πλέον και μια άλλη σημαντική λειτουργία στη ζωή της πόλης. Από ευτελείς κάδοι, στους οποίους πετάμε τα σκουπίδια, μετατρέπονται άξαφνα σε «οθόνες» που εκπέμπουν εικόνες, γίνονται φορείς μιας εξαιρετικής δράσης, ευαισθητοποιούν τον περαστικό που απορημένος κοντοστέκεται, διαβάζει, σκανάρει με το κινητό του και αν το επιθυμεί εισέρχεται με ένα κλικ στον κόσμο «επαυξημένης πραγματικότητας» που έχει δημιουργήσει η καλλιτέχνιδα Ελλάδα Στασινόγλου.
Κατάφερε να δημιουργήσει μέσω της δημόσιας δράσης της ένα «παράθυρο», που μπορεί οποιοσδήποτε να το ανοίξει και να αντικρίσει μια άλλη πραγματικότητα· αυτή που υπάρχει γύρω μας και δεν τη βλέπουμε ή δεν θέλουμε να τη δούμε. Ενα παράθυρο που μας αποκαλύπτει το πιο σκληρό πρόσωπο του κόσμου, στον αντίποδα του φαντασμαγορικού εικονικού κόσμου της τηλεόρασης που καμουφλάρει και εξωραΐζει. Οι ιστορίες της ανασύρουν μνήμες από τη Μικρασιατική Καταστροφή και μας φέρνουν αντιμέτωπους με το καθημερινό δράμα χιλιάδων προσφύγων, σαν μια γροθιά στο στομάχι, κάνοντάς μας να ξυπνήσουμε από τον βαθύ λήθαργο που μας ναρκώνει και μας υποχρεώνει να κοιτάξουμε επιτέλους κατάματα την πραγματικότητα.
1. Αλμπέρ Καμί, Οι Γάμοι-Αφηγήματα, Καστανιώτης, Αθήνα 2008
*Αρχιτέκτων-ομότιμος καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου