Συμβολική ή ουσίας η επιλογή των υπουργών που θα προωθήσουν την προαναγγελθείσα διάταξη για τον αποκλεισμό συνδυασμών με καταδικασμένους για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση;
Την Τετάρτη η Βουλή θα έρθει αντιμέτωπη με το εξής τραγελαφικό φαινόμενο: Η κυβέρνηση θα φέρει μια τροπολογία που θα υπογράφει ο Μάκης Βορίδης, κατατεθειμένη σε νομοσχέδιο του Άδωνη Γεωργιάδη, την οποία θα πλασάρει ως ειλικρινή προσπάθεια αντιμετώπισης του νεοναζισμού! Δηλαδή ο άνθρωπος που το 1985 αντικατέστησε τον Νίκο Μιχαλολιάκο στην θέση του γενικού γραμματέα της ΕΠΕΝ, την οποία ίδρυσε ο Παπαδόπουλος, μαζί με τον θαυμαστή του Παττακού, θα νομοθετήσουν ώστε να μπει – υποτίθεται- φραγμός στην επίδραση των αντιλήψεων της Χρυσής Αυγής στο εκλογικό σώμα, θεσμοθετώντας την απαγόρευση της καθόδου στις εκλογές του ναζιστικών – εγκληματικών οργανώσεων. H ρύθμιση όπως προαναφέραμε κατατέθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών, σε νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης. Αρχικά ήταν να ψηφιστεί την Τρίτη αλλά λόγω της κακοκαιρίας η σχετική συνεδρίαση της Βουλής μετατέθηκε κατά μία ημέρα.
Η κυβέρνηση επισήμως μιλά για μία τροπολογία που στοχεύει στο «να μην ανακηρύσσονται από τον Άρειο Πάγο, ως κόμματα που μετέχουν στις εκλογές, εγκληματικές οργανώσεις». Έτσι, υποτίθεται ότι διασφαλίζει την συνταγματική συμβατότητα της νομοθετικής ρύθμισης που προωθεί για ψήφιση και την οποία εδώ και μερικές εβδομάδες έχει προαναγγείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αυτό όμως που «πουλάει» – πλαγίως και μέσω δημοσιευμάτων – είναι η υποτιθέμενη αποφασιστικότητά της στο να τοποθετήσει ένα «μπλόκο», μεταξύ άλλων, στην κάθοδο του ναζί Κασιδιάρη στις εκλογές με ένα συμβατό με την νομοθεσία κομματικό προσωπείο. Παρουσιάζει μάλιστα την κίνησή της αυτή, ως μία συνέχεια της κυβέρνησης Σαμαρά (αφού ο πρώην πρωθυπουργός υποστηρίζει πως αυτός έβαλε την Χρυσή Αυγή στην φυλακή), όπως και ως αποτέλεσμα μεθοδικών κινήσεων το προηγούμενο διάστημα.
Χαρακτηριστική είναι η χτεσινή αναφορά του Γιάννη Οικονόμου σύμφωνα με την οποία «το 2021 ψηφίστηκε διάταξη, σύμφωνα με την οποία δεν είναι δυνατόν εκείνοι οι οποίοι έχουν καταδικαστεί για ηγεσία εγκληματικής οργάνωσης, να είναι ταυτόχρονα και ηγέτες σε ”πολιτικά κόμματα”. Η διάταξη εκείνη (άρθρο 92 του ν. 4804/2021), που ψηφίστηκε με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης και ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή, προέβλεπε ότι δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών δεν έχουν τα πολιτικά κόμματα των οποίων ο Πρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής και ο νόμιμος εκπρόσωπος τους έχουν καταδικαστεί σε κάθειρξη για ορισμένα αδικήματα σε βάρος της πολιτείας». Έτσι – υποστήριξε – «η Κυβέρνηση έρχεται σήμερα να κλείσει ένα «παράθυρο» εκείνης της διάταξης, που δεν είναι άλλο, από το να ενδύεται μία κατ’ ουσίαν εγκληματική οργάνωση το μανδύα κομματικού σχηματισμού». Επίσης, ο Γιάννης Οικονόμου υποστήριξε ότι «η διάταξη σε καμιά περίπτωση δεν εισέρχεται σε κυνήγι αναζήτησης και κρίσης της ιδεολογίας των κομμάτων. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα έβαζε τον Άρειο Πάγο στη θέση να διακριβώσει εάν ένα κόμμα έχει ναζιστικά ή ρατσιστικά χαρακτηριστικά ή αν τα μέλη του μετέχουν σε δράσεις που εμφορούνται από ναζιστικά ή ρατσιστικά κίνητρα. Αυτό όμως θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτο, εξαιρετικά ανοιχτό σε ερμηνείες, θα δημιουργούσε συνθήκες που δύσκολα θα μπορούσαν να ελεγχθούν και θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου στην ελληνική Δικαιοσύνη και στην ελληνική πολιτική σκηνή».
Αυτή είναι η αιτιολογία που προβάλλει η κυβέρνηση προκειμένου να υποστηρίξει το γεγονός ότι κατέθεσε μία ρύθμιση η οποία αναφέρεται σε «εγκληματικές οργανώσεις» με κριτήριο την παραβίαση άρθρων του περίφημου «αντιτρομοκρατικού» νόμου. Δηλαδή ενός νομοθετήματος που αποδεδειγμένα έχει ως στόχο τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό, στον οποίο «τσουβαλιάζονται» εσκεμμένα ετερόκλητες πολιτικές απόψεις στην λογική της εξίσωσης του κομμουνισμού, απελευθερωτικών δράσεων, κοινωνικών αντιδράσεων με τον ναζισμό ή άλλα παρεμφερή ακροδεξιά «δόγματα». Συνακόλουθα στην τροπολογία αυτή δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια ότι στόχευση της διάταξης είναι οι νεοναζιστικές οργανώσεις. Αντιθέτως, διαμορφώνεται πια «αποιδεολογικοποιημένη» νομοθεσία για πάσα χρήση στο μέλλον, με γενικεύσεις που σε κάποιες άλλες συνθήκες μπορούν κάλλιστα να ερμηνευθούν ως η θεσμοθέτηση της «θεωρίας των δύο άκρων».
Ο «συμβολισμός» των δύο υπουργών που θα προωθήσουν την εν λόγω ρύθμιση (στην οποία πιθανότατα θα αναφερθεί και ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε ομιλία του στην Βουλή) δείχνει και την ουσία του πράγματος: Η κυβέρνηση δεν έχει καμία πρόθεση να ανοίξει συζήτηση για την ναζιστική ιδεολογία και κυρίως για την πολιτική βάση στην οποία στηρίζεται η επίδραση. Κάτι τέτοιο προφανώς θα αναδείκνυε την «πολιτική συγγένεια» της ακροδεξιάς πτέρυγας της Νέας Δημοκρατίας με την κοινωνική βάση της «σκληρής ακροδεξιάς» στην Ελλάδα. Αυτή που είδαμε κατά την κηδεία του Κ.Γκλύξμουργκ, την ίδια με την οποία προσπαθούσε να «μπολιαστεί» ο πρώην βουλευτής της Ν.Δ Κωνσταντίνος Μπογδάνος, όταν κατέβαινε σε ξενοφοβικά συλλαλητήρια με τον Κασιδιάρη. Άλλωστε, το ξενοφοβικό στοιχείο δεν λείπει και από την επίσημη πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, όπως για παράδειγμα στις θέσεις για το προσφυγικό. Δεν μπορεί επίσης παρά να επισημανθεί ότι οι εν λόγω υπουργοί, μαζί με τον Θανάση Πλεύρη, είναι τα κυβερνητικά στελέχη που …στοχεύουν στις ψήφους της Χρυσής Αυγής μιας και διαθέτουν μια πολιτική πλατφόρμα που απευθύνεται στην ακροδεξιά.
Προκλητικός πάντως είναι και ο σχεδιασμός της κυβέρνησης που σκοπεύει να εξαπολύσει επίθεση στα κόμματα της αντιπολίτευσης σε περίπτωση που δεν υπερψηφίσουν την διάταξη που προωθεί. Ένα πρώτο δείγμα έδωσε ήδη στις δηλώσεις του ο Γιάννης Οικονόμου. Αναφέροντας ενδεικτικά ότι «είναι ώρα ευθύνης για όλους μας, είναι μία στιγμή κατά την οποία το σύνολο του πολιτικού συστήματος, όλα τα πολιτικά κόμματα, οφείλουν συντεταγμένα να σταθούν απέναντι σε εκείνους που επιβουλεύονται τη Δημοκρατία. Και εδώ δεν χωρούν ούτε υποσημειώσεις, ούτε αστερίσκοι, ούτε εξαιρέσεις, ούτε προσχηματικές διαφωνίες. Η Δημοκρατία χρειάζεται θεσμική οχύρωση για να παραμείνει ακμαία και ισχυρή απέναντι σε κάθε επίβουλο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου