23 Μαΐου 2021

Το βιβλίο της εβδομάδας!: «Ο ΦΑΣΙΣΤΙΚΟΣ ΙΟΣ. Κείμενα της περιόδου 1923-1960», του Καρλ Πολάνυι, σε μετάφραση, εισαγωγή και επιμέλεια της επίκουρης καθηγήτριας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Μαρίας Μαρκαντωνάτου, εκδόσεις ΤΟΠΟΣ

Για να καταλάβουµε τον γερµανικό φασισµό,
πρέπει να επιστρέψουµε στη ρικαρντιανή Αγγλία.

Καρλ Πολάνυι

 

Μια συλλογή από κείµενα του διάσηµου διανοητή τα οποία καλύπτουν την περίοδο 1923-1960 και είτε έχουν άµεσα κύριο θέµα τους τον φασισµό είτε αναφέρονται στις αιτίες και συνέπειες της ανάδυσής του.

Τόσο στο εµβληµατικό έργο του Ο µεγάλος µετασχηµατισµός όσο και σε πολλά άλλα από τα γραπτά του ο Καρλ Πολάνυι αναφέρεται στον φασισµό, στον ναζισµό ή στον κορπορατισµό, όµως στα επιλεγµένα κείµενα που συγκροτούν αυτό το βιβλίο οι σχετικές του θέσεις είναι πιο ευκρινείς και αναλυτικές.

Τη συλλογή εµπλουτίζουν επίσης σηµαντικά άρθρα του, της ίδιας περιόδου, για το έργο του Μαρξ, τον περιφερειακό σχεδιασµό στη µεταπολεµική εποχή καθώς και για το ζήτηµα της ελευθερίας.

Τα περισσότερα από αυτά δεν είχαν δηµοσιευθεί όσο ήταν εν ζωή και περιέχονται στο ψηφιακό αρχείο του Ινστιτούτου Πολιτικής Οικονοµίας «Καρλ Πολάνυι» του Πανεπιστηµίου Κονκόρντια, στο Μόντρεαλ, που διαθέτει τα χειρόγραφα του συγγραφέα, καθώς και στo αρχείo της κόρης του Kari Polanyi-Levitt.

*****

Καρλ Πολάνυι: ο καπιταλισμός και ο «φασιστικός ιός»

Κυκλοφορούν στα ελληνικά τα σημαντικά κείμενα του Καρλ Πολάνυι για τον «φασιστικό ιό» 

 

Ο Παναγιώτης Σωτήρης γράφει για το βιβλίο στο in.gr 

 

Μια σημαντική έκδοση, που μόλις κυκλοφόρησε, μας επιτρέπει να στοχαστούμε τη σχέση, πιο σωστά την ενδεχόμενη ασυμβατότητα ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη δημοκρατία, σε πείσμα μιας κυρίαρχης αντίληψης ότι είναι ακριβώς ο καπιταλισμός που εγγυάται τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Αναφέρομαι στη συλλογή κειμένων του Καρλ Πολάνυι με τίτλο «Ο φασιστικός ιός. Κείμενα της περιόδου 1923-1960», που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Τόπος σε εξαιρετική μετάφραση, εισαγωγή και επιμέλεια της επίκουρης καθηγήτριας του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Μαρίας Μαρκαντωνάτου. Ο Πολάνυι δεν είναι τόσο γνωστός ως θεωρητικός του φασισμού, κυρίως γιατί τα σχετικά κείμενα του παρέμειναν σκόρπια και επισκιάστηκαν από τα μεγάλα του έργα όπως ο «Μεγάλος Μετασχηματισμός» (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Νησίδες). Ωστόσο, έγραψε εκτεταμένα για αυτό.

Η ασυμβατότητα καπιταλισμού και δημοκρατίας

Η βασική θέση του Πολάνυι έχει να κάνει με τον τρόπο που ο φασισμός αναδεικνύει μια συνολικότερη ασυμβατότητα ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη δημοκρατία. Για τον Πολύνυι η κυριαρχία της αγοράς, που σχετίζεται με την άνοδο του καπιταλισμού ως κυρίαρχου τρόπου παραγωγής, και κυρίως η αντίληψη ότι υπάρχει και μια αγορά εργασίας συνεπάγεται τη διάλυση προηγούμενων αντιλήψεων περί δικαιοσύνης και δίκαιης τιμής και έναν εξαναγκασμό ουσιαστικά του εργάτη να αποδεχτεί οποιαδήποτε συνθήκη και να θεωρήσει φυσική την κοινωνική ανισότητα. Αυτή η αντίληψη της οικονομίας και των οικονομικών νόμων είναι για τον Πολάνυι ουσιωδώς ανταγωνιστική προς τη δημοκρατία και εξηγεί τη βαθύτερη εχθρότητα προς τη δημοκρατία των απολογητών του καπιταλισμού. Σε αυτή τη βάση μπορεί ο Πολάνυι να υποστηρίξει ότι «ο φασισμός είναι απλώς το πιο πρόσφατο και το πιο μολυσματικό ξέσπασμα του αντιδημοκρατικού ιού που υπήρχε στον βιομηχανικό καπιταλισμό ήδη από τη γέννησή του». Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τον τρόπο που αυτό συνδυάζεται με την προσπάθεια για τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωτικού κράτους με κορπορατιστικά χαρακτηριστικά. Όλα αυτά συνδυάζονται με διεισδυτικές αναλύσεις για την ανάδυση αυτών των φαινομένων, τις ιδιαίτερες συγκυρίες μέσα στις οποίες λαμβάνουν χώρα αλλά και τη διαρκή υπεράσπιση ενός δημοκρατικού και ανθρωπιστικού σοσιαλισμού.

Οι αναλύσεις του Πολάνυι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και παρά επιμέρους αδυναμίες τους (π.χ. την αρχική υποτίμηση της κεντρικότητας του αντισημιτισμού στο ναζιστικό εγχείρημα) κατορθώνουν να υπογραμμίσουν την κρίσιμη συνέχεια ανάμεσα στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και την εμφάνιση του φασισμού, εντοπίζοντας το κρίσιμο σημείο που είναι η καταστατική εκδίωξη της  δημοκρατίας από το πεδίο της οικονομίας.

Οι παρατηρήσεις αυτές έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εξηγούν γιατί η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού δεν αποτέλεσε μόνο μια αντιδραστική και αυταρχική απάντηση σε μια βαθιά ηγεμονική κρίση, αλλά και μια στρατηγική που μπόρεσε να έχει την ευρεία αποδοχή των κυρίαρχων οικονομικών στρωμάτων, κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορούμε εύκολα να μιλάμε για μια «εξαίρεση» από κάποιον υποτιθέμενο κανόνα που θέλει την καπιταλιστική ανάπτυξη να συμβαδίζει με τη φιλελεύθερη δημοκρατία (κάτι που άλλωστε διαψεύδει ακόμη και μια ματιά στον σημερινό χάρτη των βασικών κέντρων οικονομικής ανάπτυξης). Κυρίως, όμως, υπογραμμίζουν τη διαρκή ένταση ανάμεσα σε δημοκρατία και αγορά.

Το κλασικό αφήγημα που από την νεωτερική πολιτική φιλοσοφία μέχρι τον σύγχρονο φιλελευθερισμό διαβάζει στην απελευθέρωση της οικονομικής δραστηριότητας και το επιχειρείν την πολιτική οντολογία της σύγχρονης δημοκρατίας, μπορεί να πατάει πάνω στην εμφάνιση δύο παράλληλων ιστορικών τάσεων, αλλά παραπλανά ως προς την προσπάθεια μιας μονοδιάστατης αιτιώδους σύνδεσης. Και αυτό γιατί η όποια αναγνώριση της σημασίας της δημοκρατικής δυναμικής ιδίως απέναντι στα πλείστα εμπόδια των φεουδαλικών σχέσεων, σταματούσε όταν έφτανε στην πόρτα του εργοστασίου, κάτι που θα υπογραμμίζει πάντα η ψήφιση του νόμου Λε Σαπελιέ για την απαγόρευση των απεργιών εν μέσω της Γαλλικής Επανάστασης.

Το στοιχείο αυτό αποκτά μια ιδιαίτερη επικαιρότητα στις μέρες μας. Όχι μόνο γιατί όπως ήδη ανάφερα η καπιταλιστική ανάπτυξη μπορεί να συμβαδίζει με αυταρχικά αντιδημοκρατικά καθεστώτα, αλλά και γιατί υπογραμμίζει τον τρόπο που η αγορά στην πραγματικότητα δεν λειτουργεί ως μηχανισμός αυτοφυούς εξορθολογισμού (αναλογιστείτε π.χ. εν μέσω καταστροφικής κλιματικής αλλαγής την επιλογή ενεργειακών λύσεων απλώς και μόνο με όρους συμφέρουσας τιμής) και εμπεριέχει ένα στοιχείο διαρκούς εξαναγκασμού, μια συστημική βία που όχι μόνο δεν διαμορφώνει δυνατότητες βέλτιστης κατανομής πόρων αλλά αποτρέπει οποιοδήποτε οικονομικό λογισμό που να συμπεριλαμβάνει παραμέτρους όπως η δικαιοσύνη και η ιεράρχηση των κοινωνικών αναγκών. Ή για να το πω διαφορετικά το τίμημα του όποιου δυναμισμού ή της όποιας εμφάνισης καινοτομιών (όταν επιβιώνουν μιας βάναυσης «φυσικής επιλογής» με όρους κυρίως κόστους και λιγότερο οφέλους) είναι η ακύρωση της δυνατότητας του κοινωνικού και πολιτικού αυτοκαθορισμού που υποτίθεται ότι είναι ο χειραφετητικός πυρήνας της νεωτερικότητας.

Σοσιαλισμός και δημοκρατία

Για τον Πολάνυι «ενώ στον σοσιαλισμό η ενότητα της κοινωνίας αποκαθίσταται μέσω της επέκτασης της πολιτικής δημοκρατίας στην οικονομική σφαίρα, ο φασισμός ανέλαβε το διαμετρικά αντίθετο εγχείρημα, δηλαδή να ενώσει την κοινωνία κάνοντας αφέντη του κράτους τη μη δημοκρατική βιομηχανία». Παρατήρηση ιδιαίτερα σημαντική αφού υπογραμμίζει ότι μια σοσιαλιστική προοπτική δεν σημαίνει απλώς αλλαγή οικονομικών σχέσεων, αλλά πολύ περισσότερο έναν συμμετοχικό ριζικό εκδημοκρατισμό της οικονομίας, έξω και πέρα από κάθε λογική «νόμων της αγοράς».

*****

Η κοινωνιολογία του φασισµού

Προδημοσίευση στην "Εφημερίδα των Συντακτών":

Η φιλοσοφία του φασισµού είναι η αυτοπροσωπογραφία του. Η κοινωνιολογία του φασισµού µοιάζει πιο πολύ µε φωτογραφία. Η πρώτη τον παρουσιάζει όπως κατοπτρίζεται στη δική του συνείδηση και η δεύτερη όπως κατοπτρίζεται στο αντικειµενικό φως της ιστορίας. Σε ποιο βαθµό συµφωνούν οι δυο εικόνες µεταξύ τους;

Αν η φιλοσοφία του φασισµού συνιστά µια προσπάθεια δηµιουργίας ενός οράµατος του κόσµου, στο οποίο η κοινωνία δεν θα ήταν µια συνειδητή σχέση µεταξύ ατόµων, η κοινωνιολογία του αποδεικνύει ότι ο φασισµός αποτελεί µια προσπάθεια µετασχηµατισµού της δοµής της κοινωνίας µε τέτοιον τρόπο ώστε να εξαλειφθεί οποιαδήποτε τάση εξέλιξής της προς τον σοσιαλισµό. Η πραγµατική σύνδεση ανάµεσα στις δυο θεωρήσεις εντοπίζεται στο πολιτικό πεδίο και στην αναγκαιότητα καταστροφής των θεσµών της δηµοκρατίας.

Στην ιστορική εµπειρία της ηπειρωτικής Ευρώπης η δηµοκρατία οδηγεί στον σοσιαλισµό, άρα για να µην υπάρξει σοσιαλισµός πρέπει να καταργηθεί η δηµοκρατία. Ο φασιστικός αντιατοµικισµός είναι η εκλογίκευση αυτής της πολιτικής κατάληξης. Συνεπώς είναι σηµαντικό για τη φασιστική φιλοσοφία να θεωρεί τον ατοµικισµό, τη δηµοκρατία και τον σοσιαλισµό αλληλένδετες αξίες που προέρχονται από την ίδια ερµηνεία της ανθρώπινης φύσης και της κοινωνίας. Εύκολα αναγνωρίσαµε ότι αυτή η ερµηνεία είναι η χριστιανική.

Σε αυτή την τάξη πραγµάτων όµως πρέπει να αναλογιστούµε την κοινωνιολογική φύση τόσο του φασιστικού κινήµατος όσο και του φασιστικού συστήµατος. Προφανώς, ο φασισµός σκοπεύει σε κάτι περισσότερο από την καταστροφή της δηµοκρατίας, ήτοι στην εγκαθίδρυση µιας κοινωνικής δοµής που θα εξάλειφε την ίδια την πιθανότητα να επανέλθει η δηµοκρατία. Αλλά τι ακριβώς απαιτεί αυτό το εγχείρηµα; Και γιατί υποχρεώνεται ο φασισµός να διατηρήσει τη στάση του ριζοσπαστικού αντιατοµικισµού, που είναι η απαραίτητη ιδεολογία σε αυτή τη µαχητική φάση του; Η απάντηση προϋποθέτει, το λιγότερο, µια γρήγορη µατιά στη φύση του κορπορατικού κράτους.

Η ασυµβατότητα δηµοκρατίας και καπιταλισµού είναι γενικά αποδεκτή σήµερα ως το υπόβαθρο της κοινωνικής κρίσης της εποχής µας. Διαφοροποιήσεις αυτής της άποψης εντοπίζονται µόνο στη διατύπωση και στην έµφαση. Στο δόγµα του Μουσολίνι Dottrina τονίζεται κοντολογίς ότι η δηµοκρατία είναι ένας αναχρονισµός, «επειδή µόνο ένα αυταρχικό κράτος µπορεί να αντιµετωπίσει τις αντιφάσεις που είναι σύµφυτες µε τον καπιταλισµό». Πεποίθησή του είναι ότι η εποχή της δηµοκρατίας έχει παρέλθει, ενώ εκείνη του καπιταλισµού µόλις έχει αρχίσει.

Στην οµιλία του στο Ντίσελντορφ, στην οποία έχουµε ήδη αναφερθεί, ο Χίτλερ ανακηρύσσει βασική αιτία της τρέχουσας κρίσης την πλήρη ασυµβατότητα µεταξύ της αρχής της δηµοκρατικής ισότητας στην πολιτική και της αρχής της ατοµικής ιδιοκτησίας των µέσων παραγωγής στην οικονοµική ζωή, αφού «η δηµοκρατία στην πολιτική και ο κοµµουνισµός στην οικονοµία βασίζονται σε ανάλογες αρχές».

Οι φιλελεύθεροι της σχολής του Μίζες επιµένουν ότι η παρέµβαση στο σύστηµα των τιµών η οποία εφαρµόζεται στην αντιπροσωπευτική δηµοκρατία αναπόφευκτα µειώνει το σύνολο των παραγόµενων αγαθών. Ανέχονται τον φασισµό ως προστάτη των φιλελεύθερων οικονοµικών. Είναι κοινή πεποίθηση «παρεµβατικών» και «φιλελεύθερων» φασιστών ότι η δηµοκρατία οδηγεί στον σοσιαλισµό. Οι µαρξιστές σοσιαλιστές µπορεί να διαφοροποιούνται ως προς τους λόγους αλλά όχι ως προς το γεγονός ότι ο καπιταλισµός και η δηµοκρατία έχουν καταστεί µεταξύ τους ασύµβατα συστήµατα. Γενικότερα οι σοσιαλιστές κάθε δόγµατος καταγγέλλουν ότι µε τη φασιστική επίθεση στη δηµοκρατία επιχειρείται να διασωθεί το σηµερινό οικονοµικό σύστηµα µέσω της βίας.

Ουσιαστικά υπάρχουν δύο λύσεις: η επέκταση της δηµοκρατικής αρχής από την πολιτική στην οικονοµία ή η κατάργηση της δηµοκρατικής «πολιτικής σφαίρας» συλλήβδην.

Η επέκταση της δηµοκρατικής αρχής στην οικονοµία σηµαίνει την κατάργηση της ατοµικής ιδιοκτησίας των µέσων παραγωγής και συνεπώς την εξαφάνιση της ξεχωριστής αυτόνοµης οικονοµικής σφαίρας. Η δηµοκρατική πολιτική σφαίρα γίνεται η ολότητα της κοινωνίας. Αυτό είναι ουσιαστικά ο σοσιαλισµός.

Μετά την κατάργηση της δηµοκρατικής πολιτικής σφαίρας αποµένει µόνο η οικονοµική ζωή. Ο καπιταλισµός, οργανωµένος σε όλους τους κλάδους της βιοµηχανίας, γίνεται η ολότητα της κοινωνίας. Αυτή είναι η φασιστική λύση.

Ούτε ο σοσιαλισµός ούτε ο φασισµός έχουν ακόµα εφαρµοστεί. Ο ρωσικός σοσιαλισµός βρίσκεται ακόµα στη δικτατορική του φάση, παρόλο που η τάση προς τη δηµοκρατία είναι σαφώς, ορατή. Ο φασισµός προχωράει διστακτικά προς τη δηµιουργία του κορπορατικού κράτους. Φαίνεται ότι οι Χίτλερ και Μουσολίνι δεν θεωρούν τη γενιά εκείνη που έχει γνωρίσει τη δηµοκρατία έτοιµη για τον κορπορατισµό.

Χοντρικά το κοινωνιολογικό περιεχόµενο του σοσιαλισµού είναι η πληρέστερη συνειδητοποίηση της εξάρτησης του συνόλου από τη βούληση και τους σκοπούς του ατόµου, καθώς και η συνεπαγόµενη αύξηση των ευθυνών του ατόµου ως µέρους του συνόλου.

Το κράτος και τα όργανά του εργάζονται για τη θεσµική υλοποίηση αυτού του στόχου. Ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών όλων των παραγωγών, συζήτηση των σχεδίων από κάθε οπτική γωνία, συνολική επίβλεψη της διαδικασίας της βιοµηχανικής παραγωγής και του ρόλου των ατόµων εντός αυτής, λειτουργική και εδαφική εκπροσώπηση, εκπαίδευση για πολιτική και οικονοµική αυτοδιαχείριση, εντατική δηµοκρατία σε µικρούς κύκλους και εκπαίδευση στη διοίκηση… Ολα αυτά είναι χαρακτηριστικά ενός τύπου οργάνωσης που σκοπεύει να καταστήσει την κοινωνία ένα όλο και πιο εύκαµπτο µέσο της συνειδητής και άµεσης σχέσης µεταξύ ατόµων.

Το κοινωνιολογικό περιεχόµενο του φασισµού είναι εκείνη η δοµική διάταξη της κοινωνίας η οποία αποκλείει την εξάρτηση του συνόλου από τη συνειδητή βούληση και τους σκοπούς των ατόµων που το απαρτίζουν. Για να επιτευχθεί αυτό, δεν πρέπει να επιτραπεί να υπάρξουν τέτοιες βουλήσεις και σκοποί. Η ένσταση δεν έγκειται στη µορφή της δηµοκρατίας αλλά στην ουσία της. Στον φασισµό όλες οι µορφές δηµοκρατίας (ή και οι συνδυασµοί τους) πρέπει να καταστραφούν: το καθολικό δικαίωµα ψήφου και η κοινοβουλευτική δηµοκρατία, η οργανωµένη κοινή γνώµη που βασίζεται στη δηµοκρατία εντός µικρών οµάδων, η ελευθερία έκφρασης σκέψης και κρίσης µέσα σε τοπικές ενώσεις και πολιτιστικούς φορείς, η θρησκευτική και η ακαδηµαϊκή ελευθερία που καθοδηγούν την κοινωνία αναφορικά µε αυτά τα ιδιαίτερα ζητήµατα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου