Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία πιστεύει ότι τα πάντα μπορούν να πουληθούν και να αγοραστούν και ότι «κάθε πράγμα -για να μην πούμε και κάθε άνθρωπος- έχει την τιμή του». Αυτή η βαθιά πεποίθηση, που εμποτίζει όλο και περισσότερο το κοινωνικό σώμα, αποδεικνύει τη διαβρωτική τάση των αγορών. Στο έξοχο και εξαιρετικά επίκαιρο βιβλίο του «Τι δεν μπορεί να αγοράσει το χρήμα» (εκδόσεις Πόλις) ο Μάικλ Σαντέλ τονίζει ότι «η εμπορευματοποίηση των πάντων ενίσχυσε τον ρόλο του χρήματος» και προσθέτει πως «η τιμολόγηση όλων των καλών πραγμάτων που υπάρχουν στη ζωή απειλεί να τα διαφθείρει».
Και είναι έτσι ακριβώς. Οπως λέει ο Σαντέλ, «το αποτέλεσμα είναι ότι, χωρίς καλά καλά να το καταλάβουμε, χωρίς ποτέ να λάβουμε μια τέτοια απόφαση, βρεθήκαμε από το να έχουμε μια οικονομία της αγοράς, στο να γίνουμε μια κοινωνία της αγοράς».
Τι σημαίνει αυτό; Οτι εμπορευματοποιούμε το ένα κοινωνικό αγαθό μετά το άλλο: στην αρχή την Υγεία, έστω και εάν αυτό γίνεται με ύπουλο και υπόγειο τρόπο, και στη συνέχεια την Παιδεία, την Ενέργεια και τις Υπηρεσίες. Παράλληλα από την πίσω πόρτα βάζουμε τους ιδιώτες (λέγε με ΣΔΙΤ ή εργολαβία) στον δημόσιο τομέα, φροντίζοντας την ίδια ώρα να υποβαθμίζουμε αυτόν τον τελευταίο. Κόβουμε σιγά σιγά τη χρηματοδότηση, μειώνουμε δραματικά τους διορισμούς και επιτρέπουμε, για παράδειγμα, τα απογευματινά χειρουργεία για όσους έχουν να πληρώσουν και δεν θέλουν να περιμένουν στην ουρά.
Με πρόσχημα το φοιτητικό συνάλλαγμα παρακάμπτουμε το άρθρο 16 του Συντάγματος και επιτρέπουμε την ίδρυση δήθεν «μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων», παραμυθιάζοντας τον κόσμο ότι τα μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού θα τσακιστούν να έρθουν να ανοίξουν παραρτήματα στη χώρα μας. Επαρχιωτισμός και ιδιοτέλεια, δύο σε ένα!
Ετσι όμως, και όσο οι ανισότητες μεγαλώνουν, ο Σαντέλ μάς λέει ότι «η εμπορευματοποίηση των πάντων οδηγεί τους πλούσιους να ζουν χωριστά από τους ανθρώπους μετρίων και χαμηλών οικονομικών δυνατοτήτων. Ζούμε, δουλεύουμε, ψωνίζουμε και παίζουμε σε διαφορετικά μέρη. Τα παιδιά μας πηγαίνουν σε διαφορετικά σχολεία. Και αυτό δεν είναι καλό για τη δημοκρατία, ούτε ένας ικανοποιητικός τρόπος να ζούμε».
Δημιουργείται έτσι ένα οικονομικό απαρτχάιντ και η δυσαρέσκεια για την πολιτική αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, καθώς οι πολίτες απογοητεύονται όλο και περισσότερο από ένα σύστημα που εμφανίζεται ανίκανο να λύσει τα πιο σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. «Η λογική των αγορών στερεί τη δημόσια ζωή από ηθικά επιχειρήματα» υπογραμμίζει ο Σαντέλ και προφανώς αυτός είναι ο λόγος που η Ακροδεξιά βρίσκει παντού ευήκοα ώτα. Ο σπόρος της πέφτει στο γόνιμο έδαφος της αίσθησης αδικίας, της οργής και της βούλησης για εκδίκηση. Και ποιος είναι αυτός που οι πολίτες θέλουν να εκδικηθούν; Το σύνολο του πολιτικού συστήματος, μαζί και την Αριστερά που εμφανίζεται αδύναμη να τους υπερασπιστεί.
Η ακροδεξιά και η φασιστική δημαγωγία είναι το νερό της βροχής που ποτίζει το χωράφι της κοινωνικής δυσαρέσκειας και αυτή με τη σειρά της μετατρέπεται σε ενδυνάμωση των εξτρεμιστικών πολιτικών δυνάμεων.
Η φιλία, η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά δεν μπορούν να αγοραστούν με χρήμα και κάθε προσπάθεια να μετατραπούν σε εμπορεύματα είναι ηθικά καταδικαστέα και κοινωνικά ατελέσφορη. Οπως λέει ο Σαντέλ, «η φιλία είναι κάτι παραπάνω από το να είσαι χρήσιμος στον άλλο. Είναι και το να ωριμάζεις και να αποκτάς αυτογνωσία παρέα με τον άλλο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου