Θινκ Μπιγκ. Διαφημιστική πινακίδα «μη κρατικού ΑΕΙ» στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού - Λευκωσίας εν έτει 2018 | Τ.ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ |
Ανενδοίαστες παραδοχές
Καθώς η κρίσιμη αναμέτρηση για το μέλλον της ανώτατης παιδείας στη χώρα μας (αλλά και για τη διάσωση των ύστατων υπολειμμάτων αξιοπιστίας του συνταγματικού πολιτεύματος που εμπεδώθηκε στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση) κορυφώνεται μετά τη δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου Πιερρακάκη, ιδιαίτερη αξία αποκτούν κάποιες παραδοχές από διαπρεπείς υποστηρικτές του ιδιότυπου αυτού (αντι)συνταγματικού bypass, με τις οποίες διαψεύδονται περίτρανα οι βασικοί πυλώνες της κυβερνητικής προπαγάνδας. Η επισήμανσή τους αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία από το γεγονός πως η «δημόσια διαβούλευση» γύρω από το επίμαχο νομοσχέδιο περιορίστηκε χρονικά σ’ ένα δεκαήμερο όλο κι όλο· τερματίστηκε, δηλαδή, προτού καλά καλά αρχίσει.
«Υπάρχουν συνταγματικοί περιορισμοί»
Μπορεί ο πρωθυπουργός να δρομολόγησε μετεκλογικά τη θεσμοθέτηση «μη κρατικών» ΑΕΙ δίχως προηγούμενη τροποποίηση του άρθρου 16, λίγους μήνες νωρίτερα παραδεχόταν ωστόσο ρητά και κατηγορηματικά ότι κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με ευθεία παραβίαση του Συντάγματος. Ηταν 15 Φεβρουαρίου 2023, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε «με εκπροσώπους των καλλιτεχνών για το ζήτημα της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης», προσπαθώντας να σβήσει τις φωτιές που είχε ανάψει το Π.Δ. 85/2022 της κυρίας Κεραμέως αλλά και να στρέψει τη δυσφορία των θιγόμενων σε βάρος του ενοχλητικού άρθρου 16. Η σχετική δήλωσή του, όπως αναρτήθηκε επί λέξει στον επίσημο ιστότοπο του Μαξίμου (primeminister.gr):
«Υπάρχουν συνταγματικοί περιορισμοί ως προς τη δυνατότητα να παρέχεται ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση» | Κυριάκος Μητσοτάκης (15.2.2023)
«Θα ακούσετε από εμάς πράγματα τα οποία μπορούν να γίνουν και πράγματα τα οποία δεν μπορούν να γίνουν, διότι νομίζω ότι όλοι σας αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχουν και συνταγματικοί περιορισμοί, ως προς τη δυνατότητα να παρέχεται ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και όσο δεν αλλάζει το άρθρο 16, αυτό δεν είναι κάτι το οποίο θα είναι εφικτό.
Θα χαρώ πάρα πολύ βέβαια, πρέπει να πω, όταν με το καλό προχωρήσει αυτή η μεταρρύθμιση –γιατί είναι στις προθέσεις μας στην επόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση να αλλάξουμε το άρθρο 16–, όσοι διαμαρτυρήθηκαν μετ’ επιτάσεως και ζήτησαν την αναγνώριση της δυνατότητας της ιδιωτικής εκπαίδευσης να παρέχει πτυχία τα οποία θα είναι ουσιαστικά πανεπιστημιακά, να μας στηρίξουν σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια που θα κάνουμε τότε».
Το νόημα της πρωθυπουργικής δήλωσης δεν επιδέχεται παρερμηνείες: «Οσο δεν αλλάζει το άρθρο 16», η λειτουργία μη κρατικών ΑΕΙ «δεν είναι κάτι το εφικτό». Τι άλλαξε έκτοτε; Προφανώς, όχι το ισχύον Σύνταγμα, που εξακολουθεί να ορίζει με απόλυτη σαφήνεια πως «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» (άρθρο 16§5) κι ότι «η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται» (άρθρο 16§8).
«Επιχειρηματική ελευθερία» και δίδακτρα
Μια άλλη διάσταση της επιχειρούμενης αλλαγής προδίδεται από τη γνωμοδότηση που συνέταξαν υπέρ της άμεσης παράκαμψης του άρθρου 16 ο πρώην αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά), Ευάγγελος Βενιζέλος, με τον επίσης νομικό Βασίλειο Σκουρή, υποστηρίζοντας ότι το γράμμα και το πνεύμα του ισχύοντος Συντάγματος πρέπει ν’ αντικατασταθούν από ένα «επαυξημένο Σύνταγμα» (sic), προσαρμοσμένο προληπτικά και κατά το δοκούν στις (πραγματικές ή απλώς εικαζόμενες) «νομολογιακές εξελίξεις» των ευρωπαϊκών θεσμών.
Στην προσπάθειά τους να προσπεράσουν το γεγονός πως η ισχύουσα «Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης» αναγνωρίζει ρητά (άρθρα 165§1 και 166§4) ότι τα κράτη-μέλη έχουν αποκλειστική «αρμοδιότητα για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος», οι συντάκτες της γνωμοδότησης αποφαίνονται, μεταξύ άλλων, πως η συνταγματική απαγόρευση λειτουργίας ιδιωτικών ΑΕΙ στη χώρα μας αντίκειται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, επειδή, μεταξύ άλλων, «παραβιάζει την επιχειρηματική ελευθερία».
Η εξίσωση αυτή των ΑΕΙ με απλές επιχειρήσεις έχει μια πολύ προβληματική προέκταση. Οι «κανόνες ανταγωνισμού», οι «εφαρμοστέοι επί των επιχειρήσεων» κατά τη Συνθήκη της Ε.Ε. (άρθρα 101-109), απαγορεύουν ρητά οποιεσδήποτε «ενισχύσεις υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους», όταν αυτές «νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων» (άρθρο 107). Από τη στιγμή, λοιπόν, που η ανώτατη παιδεία θα θεωρηθεί ως ένας ακόμη επιχειρηματικός κλάδος, όπως διατείνονται οι δυο νομικοί, οποιοδήποτε «μη κρατικό» ΑΕΙ μπορεί να προσφύγει στα όργανα της Ε.Ε., απαιτώντας (και αποσπώντας) την επιβολή διδάκτρων από τους δημόσιους «ανταγωνιστές» του· σε ζητήματα δε ανταγωνισμού, εν αντιθέσει με τα της Παιδείας, η Συνθήκη δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη-μέλη (άρθρο 3). Παρόμοια «εξισωτική» επιβολή διδάκτρων απαγορεύεται στον χώρο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, όπου η δημόσια παιδεία προβλέπεται ρητά να είναι δωρεάν (Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., άρθρο 14§2).
Ρίσκα «μεγάλης συμβολικής σημασίας»
Ο τρίτος κυβερνητικός μύθος, αυτός της μελλοντικής βελτίωσης της δημόσιας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης χάρη στον «συναγωνισμό» της με την ιδιωτική, καταρρίπτεται από έναν άτυπο σύμβουλο του πρωθυπουργού, τον καθηγητή Στάθη Καλύβα. Ο τελευταίος μπορεί να πανηγύρισε στην «Καθημερινή» (24.12.2023) για την απόφαση της κυβέρνησης να καταστρατηγήσει το άρθρο 16 «με νομικά δημιουργικό τρόπο», λόγω της «μεγάλης συμβολικής σημασίας» που έχει αυτή η «διάρρηξη ενός μεγάλου ταμπού», φρόντισε ωστόσο ταυτόχρονα να κρατήσει πισινή για τις επιπτώσεις της επικείμενης τομής: επισήμανε λ.χ. ότι (σε αντίθεση με τις χάντρες και τα καθρεφτάκια που η κυβέρνηση πουλά στους ιθαγενείς) «το πιθανότερο μάλλον είναι πως θα προσελκύσουμε εκπαιδευτικά ιδρύματα δεύτερης κατηγορίας και κάτω», προειδοποίησε δε πως «η ανάπτυξη στην Ελλάδα πανεπιστημίων αιχμής δύσκολα θα επιτευχθεί μέσω παραρτημάτων που πάντοτε λειτουργούν ως φτωχοί συγγενείς μητρικών ιδρυμάτων».
Εξίσου κατηγορηματικός είναι και για τις επιπτώσεις της όλης θεσμικής αλλαγής πάνω στα δημόσια ΑΕΙ. «Τα νέα αυτά πανεπιστήμια μάλλον θα πληρώνουν κάπως καλύτερα» το προσωπικό τους, εκτιμά, «επομένως είναι πιθανό να προκαλέσουν ένα κύμα εξόδου μελών ΔΕΠ από τα ελληνικά πανεπιστήμια, κάτι που όμως θα συνέβαλλε στην περαιτέρω υποχώρησή τους». Τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο σκέλος της υπόθεσης είναι, φυσικά, συζητήσιμα. Στην πραγματικότητα, πιθανότερο είναι τα ιδιωτικά ΑΕΙ να επιδοθούν στην προέλκυση «αναγνωρίσιμων» μάλλον παρά «καλών» πανεπιστημιακών, στο πλαίσιο ενός πολέμου εντυπώσεων· οι επιπτώσεις αυτού του τελευταίου, σε μια κοινωνία όπου ιδιωτική ραδιοτηλεόραση και πόρταλ έχουν εξελιχθεί στον κατεξοχήν ιδεολογικό μηχανισμό, είναι αδύνατο ωστόσο να προεξοφληθούν.
Προς το παρόν, αξίζει να κρατήσουμε την εκτίμηση του κ. Καλύβα, πως «η σημασία της μεταρρύθμισης φαίνεται να είναι περισσότερο οικονομική και λιγότερο εκπαιδευτική», αλλά και τους φόβους του ότι, «μολονότι κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, κινδυνεύει να μην υπηρετήσει τον στόχο της συνολικής αναβάθμισης της τριτοβάθμιας παιδείας». Εξέλιξη που «θα είχε μια σημαντική αρνητική συνέπεια: θα υπονόμευε τον σπουδαίο συμβολισμό της».
Οποια κι αν είναι, με άλλα λόγια, η έκβαση της τωρινής μάχης, ο πόλεμος κάθε άλλο παρά θα έχει κριθεί.
***
-ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:
Το fund που κυριαρχεί στον χώρο της ιδιωτικής υγείας στην Ελλάδα, με την εξαγορά έξι νοσοκομείων, προτίθεται να ιδρύσει την πρώτη ιδιωτική Ιατρική Σχολή στη χώρα μας |
Ποιος κρύβεται πίσω από τη «σοβαρή πρόταση» για ιδιωτικό Πανεπιστήμιο
Δεν είναι ούτε το Harvard, ούτε το Yale, ούτε το Columbia ● Σύμφωνα με πληροφορίες, το γνωστό αμερικανικό hedge fund CVC Capital Partners, που ελέγχει έξι μεγάλα νοσοκομεία της χώρας και το 10% της ΔΕΗ, έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την ίδρυση της πρώτης ιδιωτικής Ιατρικής Σχολής στην Ελλάδα, μέσω του (ιδιωτικού) Πανεπιστημίου της Λευκωσίας ● Στο επενδυτικό σχήμα συζητείται η συμμετοχή της Lamda Development.....
Σκίτσο του Τάσου Αναστασίου από την avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου