07 Νοεμβρίου 2025

Ισραήλ: Το τοτέμ του ελληνικού νεοφασισμού - Του Έκτορα-Ξαβιέ Δελαστίκ

MilsteinMati Εξετάζουμε γιατί το παλαιστινιακό αναδεικνύει πολύ σαφείς διαχωριστικές γραμμές της ελληνικής κοινωνίας | του Έκτορα - Ξαβιέ Δελαστίκ
φωτογραφία του Mati Milstein

Ισραήλ: Το τοτέμ του ελληνικού νεοφασισμού

του Έκτορα-Ξαβιέ Δελαστίκ

Σήμερα εξετάζουμε το γιατί το παλαιστινιακό αναδεικνύει πολύ σαφείς διαχωριστικές γραμμές της ελληνικής κοινωνίας. Γιατί δηλαδή η κορυφή της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας συνεργαζόταν σε κάθε ευκαιρία με τον εκάστοτε γενοκτόνο της επικαιρότητας.

«Είστε διχαστικοί»

Αυτή η φράση αποτελεί μόνιμη κυβερνητική επωδό σε οποιαδήποτε ουσιαστική κριτική. Δεν μπορούμε όμως να ξεχάσουμε πως κανένας λαός δεν ήταν «ένα σώμα» στη σύγχρονη ιστορία. Ή μάλλον ορθότερα, πως η χρήση της διχαστικότητας ως προσβολής ήταν και είναι μόνιμο όπλο των ανθρώπων που εκείνη τη στιγμή έχουν στα χέρια τους την εξουσία και θέλουν να εμφανίζονται ως η μοναδική «φωνή του λαού».

Το παλαιστινιακό ζήτημα και η στάση απέναντι στη γενοκτονία ανέδειξαν με πάρα πολύ γλαφυρό τρόπο πολλές ιστορικές γραμμές, αρκετά πιο περίπλοκες από ένα απλοϊκό αριστερό-δεξιό δίπολο. Πρέπει λοιπόν να μιλήσουμε ως χώρα για το τί είμαστε, τί έχουμε υπάρξει ιστορικά και τί θέλουμε να είμαστε στο μέλλον. Πολλώ δε μάλλον, δεδομένου του γεγονότος ότι όποια και να είναι η επόμενη πολιτική αλλαγή (απλό ξήλωμα μηχανισμού Μητσοτάκη ή αλλαγή κυβέρνησης), κανένα πολιτικό πρόσωπο πρώτης γραμμής δε φαίνεται να αμφισβητεί τη γραμμή της στρατηγικής συμμαχίας με το κράτος του Ισραήλ. Σε σημείο μάλιστα του να δηλώνει ευθαρσώς ο Άδωνις Γεωργιάδης ως αντιπρόεδρος της Ν.Δ., πως «πολύ κακώς» αναγνωρίζει η Ελλάδα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, για να μη δυσαρεστήσει τον πλέον διεθνώς καταζητούμενο Νετανιάχου.

Η αντισημιτική ακροδεξιά αγαπά το Ισραήλ. Και τούμπαλιν.

Η σύγχρονη ακροδεξιά, ειδικά τα νεοφασιστικά της ρεύματα, χτίζει ξαναχρησιμοποιώντας τα παλιά υλικά. Έχει κληρονομήσει τον αντισημιτισμό όχι μόνον από τους Ναζί, αλλά και από μια μεσαιωνική, βαθιά πολιτική, ρατσιστική παράδοση. Το ιδεολογικό ρεύμα του Πλεύρη (το οποίο διαφήμιζε ο Γεωργιάδης όσο ήταν ακόμα ένας δευτερότριτος πλασιέ βιβλίων του ακροδεξιού ΛΑ.Ο.Σ.) και η Χρυσή Αυγή ως νεοφασιστική οργάνωση του κοινού ποινικού δικαίου (και μετέπειτα ως κόμμα), συγκροτήθηκαν με τον αντισημιτισμό ως ένα βασικό πυλώνα.

Σήμερα, σχεδόν ομόφωνα, οι πολιτικοί απόγονοι αυτών των ρευμάτων στέκονται στο πλευρό του Ισραήλ, συγκεκριμένα λόγω της πολιτικής που ασκεί στο παλαιστινιακό. Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι το γερμανικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ στήριξης στο Ισραήλ και του παραδοσιακού αντισημιτισμού του. Οι περιπτώσεις του εσωτερικού καλύπτουν όλο το φάσμα, από το Βελόπουλο να δηλώνει πως δε θα έπρεπε η χώρα να δέχεται πρόσφυγες από την Παλαιστίνη, έως το Νίκο Σωτηρόπουλο και το Φαήλο Κρανιδιώτη να αναπαράγουν από κοινού ψευδείς ειδήσεις για δήθεν κατέβασμα ελληνικής σημαίας από Παλαιστίνιο.

Δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο. Η χούντα των συνταγματαρχών πολύ γρήγορα δόμησε εξαιρετικές διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, καθώς για την τότε ισραηλινή πολιτική ηγεσία θεωρήθηκε μια εξαιρετική ευκαιρία να σπάσουν οι δεσμοί της Ελλάδας με τις αραβικές χώρες. Το γεγονός αυτό αποτελούσε κανόνα της εξωτερικής πολιτικής του Ισραήλ, καθώς αποχαρακτηρισμένα έγγραφα δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο έχτισε δεσμούς με κράτη-παρίες, όπως η Νότιος Αφρική, γνωστή για το καθεστώς απαρτχάιντ. Στο σήμερα, οι αγοραπωλησίες πολεμικού και κατασκοπευτικού υλικού επισφραγίζουν τις πολιτικές συμμαχίες της ισραηλινής κυβέρνησης με ακροδεξιές κυβερνήσεις όπως π.χ. του Μόντι στην Ινδία, ή του Ορμπάν στην Ουγγαρία, με την τελευταία να συνεχίζει να έχει ενεργό αντισημιτικό λόγο, ενώ ταυτόχρονα στηρίζει το Ισραήλ.

Γιατί;

Η αστική τάξη της Ελλάδας

Ο ένας, προφανής λόγος, είναι πως η ακροδεξιά ήταν, είναι και θα είναι οικόσιτη της μεγαλοαστικής τάξης. Σε μια ευρωπαϊκή πολεμική οικονομία δε νοείται ένα AfD να μη στηρίζει τη Rheinmetall όταν αυτή πουλά βλήματα τανκ στο Ισραήλ. Θα ήταν εγκληματικό μια Λε Πεν να σταθεί μπροστά στις προσπάθειες της Thales να εξοπλίσει εγκληματίες πολέμου με drones. Θα μπορούσε η ελληνική ακροδεξιά να βάλλει κατά της γενοκτονίας τη στιγμή που ελληνικές εφοπλιστικές εταιρίες θησαυρίζουν τροφοδοτώντας την;

Ο σημαντικότερος όμως λόγος έχει να κάνει με την ιστορία και τη στάση της σύγχρονης αστικής τάξης, ειδικά στην Ελλάδα. Ένα σημαντικό κομμάτι του πυρήνα της αναδείχθηκε σε δυο στιγμές της ίδια εποχής. Αφ’ ενός, ως «λαδέμπορες της κατοχής» σε αστικά κέντρα, αποσπώντας περιουσία  την οποία επένδυσαν επιτυχώς μετά την απελευθέρωση. Ή και ως άμεσοι συνεργάτες των Ναζί, όπου μπορούσαν επίσης να έχουν μια ιδιαίτερη «διακριτική ευχέρεια» στο πλιατσικολόγημα της περιουσίας εκτοπισμένων ή εκτελεσμένων οικογενειών. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι ο αντισημιτισμός στην κατεχόμενη Ελλάδα δεν ήταν απλώς ένα ιδεολογικό ζήτημα – ήταν άμεση οικονομική ευκαιρία.

Αφ’ ετέρου, μετά την Κατοχή, επί του Σχεδίου Μάρσαλ στήθηκε και εδραιώθηκε ο φιλοαμερικανικός πυρήνας της αστικής τάξης. Το ίδιο το σχέδιο είχε άλλωστε ακριβώς αυτόν το σκοπό, τη δημιουργία «συνεργάσιμων» αστικών οικογενειών στις ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες να είναι έτοιμες να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια για την απόκρουση της σοβιετικής επιρροής λόγω ταξικού συμφέροντος. Και φυσικά, πλήρως ταγμένων στο πλευρό των Η.Π.Α., στις οποίες χρωστούσαν τεράστιες ευκαιρίες και χορηγίες. Πρόσφατα αρχίζουν να αυξάνονται οι μελέτες αυτής της εποχής, στον πολιτιστικό τομέα με την Ιστορία μιας Ματαίωσης, τον πολιτικό τομέα με τους Δωσίλογους και τον τομέα της Αγοραπωλησίας Ακινήτων το 1941-44.

Οι ίδιες κοψιές ανθρώπων, στα ίδια χαρακώματα

Κατά γενική ομολογία, η Ελλάδα ήταν από τις χώρες που είχαν συγκριτικά μαζικό αντικατοχικό κίνημα και πολεμική δράση. Αυτή όμως αφορούσε ένα μόνο τμήμα του πληθυσμού. Ένα ακόμα μεγάλο κομμάτι αποφάσισε να σκύψει το κεφάλι και να ελπίζει πως θα μπορεί να βρίσκει τρόπους να παραμένουν «καλοί άνθρωποι» μέχρι να περάσει η μπόρα (και η μπότα) του ναζισμού. Και φυσικά η αστική τάξη είτε μετακόμισε στο εξωτερικό είτε συνεργάστηκε με χαρά με την κατοχική διακυβέρνηση. Μετά την απελευθέρωση όμως, όσοι περίμεναν να περάσει η μπόρα γιόρτασαν την ανάταση και τοποθέτησαν στην κορυφή της οικονομίας και της πολιτικής τους… συνεργάτες.

Μερικές δεκαετίες αργότερα, επί Χούντας, η αστική τάξη είτε μετακόμισε στο εξωτερικό, είτε πάλι συνεργάστηκε με χαρά και μεγάλα κέρδη με το στρατιωτικό καθεστώς (μην ξεχνάμε τις εγκληματικές φοροαπαλλαγές εκατοντάδων επιχειρήσεων, με εξέχοντες τους πλοιοκτήτες, των οποίων η προστασία δε διαταράχτηκε από τη μεταπολίτευση). Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού -ό,τι συναισθήματα και να είχε για το καθεστώς- λούφαξε γι άλλη μια φορά και η υπόθεση της αντίστασης έγινε με κόπο και προσωπικό κίνδυνο μιας μειοψηφίας. Η μεταπολιτευτική ανάταση ήταν πανεθνική και… ξανατοποθετήθηκαν στην κορυφή της οικονομικής ελίτ οι συνεργάτες της Χούντας, ενώ τα δικαστήρια φρόντισαν να μην εξεταστούν οι βασανιστές και να αποφυλακιστούν το συντομότερο δυνατό οι πραξικοπηματίες.

Παρ’ όλο που οι εξελίξεις του παλαιστινιακού δεν αφορούν την ελληνική διακυβέρνηση, βλέπουμε τον ανάλογο διαχωρισμό. Το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού (αν κρίνουμε από την αποτυχία της κυβερνητικής προπαγάνδας υπέρ του Ισραήλ) τρέφει φιλοπαλαιστινιακά συναισθήματα, αναγνωρίζοντας (ενσυνείδητα ή όχι) το κοινό κατοχικό τραύμα των δύο λαών. Παρ’ όλα αυτά, λουφάζει εκ νέου και στηρίζει μόνο παθητικά την παλαιστινιακή υπόθεση, σε αντιδιαστολή με τις πολύ σημαντικότερες κινητοποιήσεις των τελευταίων μηνών, όπως π.χ. σε Ιταλία και Ισπανία. Ένα  μειοψηφικό κομμάτι τάσσεται  ενεργητικά όπως μπορεί στη σωστή πλευρά της ιστορίας, αυτή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ελευθερίας. Ενάντια στη γενοκτονία. Στάση που όπως φάνηκε στις αποκεντρωμένες καλοκαιρινές κινητοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα και την ευχάριστα δυσανάλογη για μια μικρή χώρα συμμετοχή στην Πορεία προς τη Γάζα και την αποστολή του Sumud, απεικόνισε τα συναισθήματα πολλών περισσότερων.

Και τέλος, για άλλη μια φορά, το ίδιο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, η αστική τάξη και οι επίδοξοι λαδέμπορες του σήμερα, τίμησαν την ιστορία τους. Αντιλήφθηκαν τη διάπραξη γενοκτονίας ταυτόχρονα ως επίδειξη δύναμης και ως επιχειρηματική ευκαιρία, οπότε και τάχθηκαν με όλη την αργυρώνητη ψυχή τους στο πλευρό της γενοκτονίας ως πράξη και της γενοκτονικής κυβέρνησης και στρατού του Ισραήλ ως «στρατηγικών συμμάχων» και επιχειρηματικών εταίρων. Εκτός από το καθαρά επιχειρηματικό συμφέρον, αυτό το σημείο είναι που συμβιβάζει την αντισημιτική ακροδεξιά με τη στήριξη του Ισραήλ. Πρόκειται για ένα ρεύμα που ηθικά έχει δύο πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: πρώτον, το θαυμασμό της εξουσίας και της πυγμής, και δεύτερον την επιθυμία «κάποιος άλλος, ισχυρός» να χρησιμοποιεί αυτήν την πυγμή εναντίον κάποιου τρίτου, κάποιου «άλλου».

Κατακλείδα

Αυτή τη στιγμή της ιστορίας, για μια σειρά αστικές τάξεις, το Ισραήλ είναι ο στρατηγικός εταίρος και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για πωλήσεις όπλων και real estate. Οπότε και υποδεικνύεται νυχθημερόν από τα Μ.Μ.Ε. ως μια χώρα που επιβάλλεται με την πυγμή ενάντια σε κάποιους «άλλους». Αποτελεί λοιπόν η κυβέρνηση Νετανιάχου φυσικό τοτέμ για το σύγχρονο νεοφασισμό, και λόγω του τρόπου χρηματοδότησής του, αλλά και λόγω του ότι συνοψίζει το νεοφασιστικό όνειρο: βαρύ οπλισμό, πολιτική αποδοχή και στήριξη και χρήση αυτών για μια αντι-αραβική γενοκτονία.

Η Νέα Δημοκρατία φρόντιζε πάντα να έχει δεσμούς με το νεοφασισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τις άμεσες επαφές με τη Χρυσή Αυγή μέσω του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Σαμαρά, Μπαλτάκου. Η ίδια η Ν.Δ. αποτελεί σαρξ εκ της σαρκός της αστικής τάξης, και σε επίπεδο προσώπων και σε επίπεδο πολιτικής κληρονομιάς. Δεν είναι τυχαίο που έχει άλλωστε στεγάσει (ανεπίσημα και επίσημα) πολιτικά σημαντικά στελέχη της φιλοβασιλικής και φιλοχουντικής ακροδεξιάς, δίνοντάς μέχρι και υπουργικές θέσεις στα πιο προβεβλημένα. Και τέλος δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή έκανε συνεχές κοινοβουλευτικό έργο υπέρ των πλοιοκτητών, με το Guardian να μεταφέρει τις φήμες που υπήρχαν για άμεση χρηματοδότησή της από αυτούς.

Πρόκειται για ένα πολύ συγκεκριμένο, πολύ διασυνδεδεμένο και βαθιά αδίστακτο κομμάτι της κοινωνίας. Ένα κομμάτι για το οποίο η διερεύνηση των σύγχρονων εκδοχών του φασισμού είναι άλλη μία επιχειρηματική δραστηριότητα. Ένα κομμάτι για το οποίο κάθε ιδεολογικό στοιχείο οφείλει να υποτάσσεται στο λογιστήριο της επιχείρησης. Καλώς ήρθατε στην «οικονομία του πολέμου», η οποία ξεκίνησε υπερασπιζόμενη μια γενοκτονία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου