![]() |
Ελον Μασκ και Ντόναλντ Τραμπ | AP PHOTO |
Δικτατορία (του) μπανάλ
Ο πολιτειολόγος Μάικλ Μπίλιγκ έδωσε στον κόσμο ένα βαρυσήμαντο βιβλίο με τίτλο «Ο μπανάλ εθνικισμός». Με αυτή τη φράση εννοούσε τον τρόπο με τον οποίο οι εθνικιστικές κυβερνήσεις πλημμυρίζουν την υποσυνείδητη σκέψη των πολιτών με άφθονα καθημερινά σύμβολα -σημαίες, νομίσματα και γραμματόσημα- στο συνηθισμένο πλαίσιο της ζωής τους, με αποτέλεσμα να θεωρούν τελικά την τυφλή αφοσίωση απέναντι στο έθνος-κράτος «κοινή λογική».
Θα μου πείτε, «Γιατί όχι; Ετσι το κάθε κράτος ελέγχει και ρυθμίζει την ενότητα του έθνους και του εγγυάται μια αμέριμνη και άνετη ζωή, μακριά από υπαρξιακές αμφιβολίες σαν αυτές που «μαστιγώνουν» τη νεολαία σήμερα». Σε μια τέτοια στάση, έχω δύο αντιρρήσεις.
Η πρώτη είναι ότι η «κοινή λογική» είναι πάντα και παντού ένα ιστορικό δημιούργημα, όχι ένας κανόνας της φύσης. Είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Γκράμσι, η καθημερινή μορφή της ηγεμονίας, της απαρατήρητης εξουσίας που πολλές φορές δεν λειτουργεί προς όφελος του λαού αλλά μόνο συγκεκριμένων συμφερόντων. Εμείς οι ανθρωπολόγοι γνωρίζουμε, εξάλλου, πόσες διαφορετικές μορφές παίρνει η κοινή λογική, σύμφωνα με τις τοπικές πολιτισμικές συνθήκες. Κάποτε τόλμησα να χαρακτηρίσω την ίδια την ανθρωπολογία «συγκριτική μελέτη της κοινής λογικής». Αρα, εφόσον γίνεται αντικείμενο συγκριτικής οπτικής, δεν είναι και τόσο... κοινή.
Η δεύτερη αντίρρηση έχει πολιτικό χαρακτήρα. Από τη στιγμή που δεχόμαστε την «κοινή λογική» –στις πολλαπλές ενσαρκώσεις της, όπως σε εκφράσεις όπως «Η Ιστορία λέει ότι...»– δεχόμαστε το δικαίωμα πολιτικών δυνάμεων να βάζουν στο πλυντήριο τα μυαλά μας. Ας μη γελιόμαστε, τα μυαλά μας είναι πιο ευάλωτα απ’ ό,τι πιστεύουμε.
Οι αποδείξεις της πολιτικής ανάπλασης της κοινής λογικής είναι ξεκάθαρες και πανταχού αισθητές, άπαξ και ανοίγουμε τα μάτια μας. Και πουθενά πιο «κρυφώς φανερά» απ’ ό,τι βλέπουμε τώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Από τη στιγμή που η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση άρχισε να ξεπλένει τις ιστορικές πηγές για τους αφρικανικής καταγωγής ήρωες που αντιστάθηκαν στη σκλαβιά και στη διάκριση, από τη στιγμή που αφαιρεί τις νομικώς τεκμηριωμένες κατηγορίες κατά οπαδών του νυν προέδρου από τα πρακτικά των δικαστικών μηχανισμών για το αποτυχημένο πραξικόπημα της 6ης Ιανουαρίου του 2021, από τη στιγμή που η ηγεσία αρνείται να ενδιαφερθεί για τα νόμιμα δικαιώματα μεταναστών, συλληφθέντων στο όνομα της κυβερνητικής αντεγκληματικής πολιτικής, ανακαλύπτουμε ότι οι επιφανειακά ασήμαντες λεπτομέρειες μαρτυρούν μια εσκεμμένη και απειλητική τακτική.
Η κυβέρνηση, δηλαδή, αλλάζει ιστορικά και κοινωνικά γεγονότα για να «καθησυχάζει» την ταλαιπωρημένη συνείδηση της πλειοψηφίας με τη δημιουργία μιας πιο βολικής πραγματικότητας που όλο και περισσότερο «επιβεβαιώνεται» από τα τριγύρω σύμβολα της αναθεωρούμενης αλήθειας – στα τηλεοπτικά δίκτυα, στο διαδίκτυο, στην απεικόνιση της εθνικής ιστορίας στα δημόσια κτίρια και στα σχολικά μαθήματα, στις αναθεωρημένες τοπωνυμίες (όπως «ο Κόλπος της Αμερικής») και στην αναδιοργάνωση των πορτρέτων που στολίζουν τον Λευκό Οίκο.
Ο ίδιος ο πρόεδρος επιδιώκει να καθορίζει την πραγματικότητα από την πλατφόρμα του που φέρει, ενδεικτικά, το όνομα Τρουθ Σόσιαλ («Αλήθεια Κοινωνική»). Ενδεικτικά, η συνηθισμένη ρητορική του είναι –μάλλον επίτηδες– εξαιρετικά μπανάλ με την έννοια του προσεκτικά καλλιεργημένου λαϊκισμού. Ολο και περισσότερο, με ανεπαίσθητη εγρήγορση, η καθημερινότητα φαίνεται να επαληθεύει τα όσα λέει. Ετσι, χωρίς να το νιώθει άμεσα κανείς, τα κριτήρια αξιοπιστίας αλλάζουν. Φαίνεται ότι κάτι τέτοιο επιδιώκει να καταφέρει, έτσι ώστε η γνώμη του να καθορίζει την έννοια της αλήθειας. Ετσι, τουλάχιστον, φαίνεται. Ετσι, ο πρόεδρος εύκολα αναποδογυρίζει την έως τώρα ισχύουσα πραγματικότητα χωρίς καν να προχωρήσει σε τελική ρήξη με το υπαρκτό δημοκρατικό σύστημα. Οι Ελληνες θα θυμούνται με τι σημασιολογικούς ελιγμούς οι συνταγματάρχες διαστρέβλωσαν την έννοια της λέξης «δημοκρατία» με την ευκαιρία που τους έδωσε το αποτυχημένο βασιλικό πραξικόπημα.
Ολα γίνονται με επίφαση νομιμότητας, και συχνά με την ευλογία του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ο πρόεδρος κατηγορεί για αντισημιτισμό ιδρύματα που δεν είναι της αρεσκείας του, αλλά ταυτόχρονα αρνείται να αναγνωρίσει φανερά δείγματα αντιεβραϊσμού στους δικούς του κύκλους και ακόμα σε ορισμένες δικές του χειρονομίες και σχόλια. (Το να λέει πως δεν ήξερε τη μεταφορική έννοια του ονόματος Σάιλοκ του επέτρεψε ταυτόχρονα να απορρίψει την κατηγορία ελιτισμού εφόσον δήλωνε άγνοια του Σέξπιρ!)
Οσο για την εκπαιδευτική πολιτική του, σε σχέση με την επιλογή εισακτέων φοιτητών, δηλώνει ότι η αναγνώριση της φυλετικής ή εθνικής τους ταυτότητας αποτελεί... ρατσισμό. Ετσι, αγνοεί τις πολλές δεκαετίες φυλετικών διακρίσεων που δημιούργησαν ποιοτικά χάσματα στην παιδεία.
Με άλλα λόγια, ο δισεκατομμυριούχος πρόεδρος παρουσιάζεται ως προστάτης της ισοτιμίας όλων των συμπολιτών του. Σύμφωνα με τους ακόμη ισχύοντες ομοσπονδιακούς νόμους, απαγορεύεται το πρόσωπο του έστω και πιο ένδοξου εν ζωή ατόμου να παρουσιαστεί σε νόμισμα ή γραμματόσημο. Αυτό δεν εμπόδισε κάποιον θαυμαστή του πρόεδρου να προτείνει ένα νόμισμα με το πορτρέτο του, κάτι που ο ίδιος ο πρόεδρος απέφυγε αρχικά να σχολιάσει, όπως σχολιάζει με σχετική ασάφεια τώρα το ενδεχόμενο να προταθεί μια έως τώρα αντισυνταγματική τρίτη τετραετία θητείας.
Οταν η καθημερινότητα αναπλάθεται ανεπαίσθητα γύρω μας –όταν η προσωπολατρία αρχίζει να γίνεται κοινοτοπία και η ρητορική του ίδιου του προέδρου αναπαράγει την καθησυχαστική μορφή τού όντως μπανάλ– πρέπει να αγρυπνούμε. Για τις ΗΠΑ, μπορεί να είναι πλέον αργά. Ο δημοκρατικός κόσμος φαίνεται να έχει ήδη απελπιστεί. Δεν πρόκειται τόσο για μοιρολατρία όσο για παράλυση. Εκείνοι που τουλάχιστον βγαίνουν στον δρόμο σε διαμαρτυρία έχουν χαρακτηριστεί ήδη από τους υποστηρικτές του προέδρου «τρελοί αριστεροί», μια κατηγορία που αναβιώνει κάποια παλαιά αντικομμουνιστικά φαντάσματα, και έτσι φαίνεται να επαληθεύει άλλη μία παλαιά κοινοτοπία.
Επομένως, η παρατήρηση του Μπίλιγκ για τον μπανάλ εθνικισμό μάς προειδοποιεί, στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως, για τους κινδύνους που θα μπορούσαν να προκύψουν από την απερίσκεπτη αποδοχή της «κοινής λογικής» και ιδιαίτερα των υλικών και δήθεν ασήμαντων μορφών της. Τα μικρά αντικείμενα και οι μικρές χειρονομίες κρύβουν, καμιά φορά, μεγάλα κακά.
Η Χάνα Αρεντ σχολίασε το πόσο μπανάλ φάνηκε η πραγματική κακία στο πρόσωπο του Αϊχμαν στη δίκη του. Το μπανάλ συχνά κρύβει και σκοτεινές προθέσεις. Ας μην εξαπατηθούμε λοιπόν από την εμφάνιση καθημερινής ομαλότητας που επιδεικνύει η αμερικανική (και όχι μόνο!) ακραία Δεξιά, με τις καθημερινές παραστάσεις κανονικότητας, απλότητας και δήθεν λαϊκής κουλτούρας. Και ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν εκείνοι που παρουσιάζονται έτσι είναι προνομιούχοι και δισεκατομμυριούχοι!
*Ομότιμος καθηγητής Κοινωνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Το παρόν άρθρο γράφτηκε ειδικά για την «Εφ.Συν.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου