26 Νοεμβρίου 2025

Μπελέμ Βραζιλίας: Φιάσκο η Διάσκεψη COP30 για το Κλίμα - 4 τράπεζες χρηματοδοτούν την καταστροφή τού Αμαζονίου!

Η COP30 για την κλιματική κρίση κατέληξε σε φιάσκο
Photo: Raimundo Pacco/COP30

Φιάσκο η COP30 για το Κλίμα

Ως μεγάλη αποτυχία χαρακτηρίζεται η  Διάσκεψη COP30 για το Κλίμα που πραγματοποιήθηκε στο Μπελέμ της Βραζιλίας καθώς οι χώρες του πετρελαίου και του φυσικού αερίου επέβαλαν τις θέσεις τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συμφωνία της COP30  δεν αναφέρονται ούτε μια φορά οι λέξεις «ορυκτά καύσιμα», η καύση των οποίων αποδεδειγμένα και πέραν πάσης αμφισβήτησης, ευθύνεται για την κλιματική κρίση που βιώνει ο πλανήτης με τρομακτικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τη δημόσια υγεία, την οικονομία, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το κρίσιμο διακύβευμα στην COP30 ήταν τα 3F (Fossil Fuel – Finance- Forest) , δηλαδή, ορυκτά καύσιμα, χρηματοδότηση, δάση. Και σε αυτά τα τρία μεγάλα ζητούμενα η Διάσκεψη για το Κλίμα απέτυχε παταγωδώς καθώς κατέληξε σε τριπλό φιάσκο και συγκεκριμένα:

1] Αποτυχία εξασφάλισης σταδιακής κατάργησης των ορυκτών καυσίμων: Η COP30 δεν κατέληξε σε έναν εφαρμόσιμο οδικό χάρτη για μια δίκαιη και ισότιμη κατάργηση των ορυκτών καυσίμων.

2] Έλλειψη σχεδίου προστασίας των δασών: Παρά το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε στον Αμαζόνιο, η σύνοδος απέτυχε να δημιουργήσει ένα σχέδιο δράσης για τον τερματισμό της αποψίλωσης έως το 2030, με τα αποτελέσματα για τα δάση να είναι πιο αδύναμα από το αναμενόμενο.

3] Ανεπαρκής χρηματοδότηση για το κλίμα: Οι ανεπτυγμένες χώρες δεν ανταποκρίθηκαν στην ανάγκη για αυξημένη δημόσια χρηματοδότηση που θα βοηθούσε τις ευάλωτες χώρες να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, ενώ η τελική συμφωνία για τη χρηματοδότηση προσαρμογής χαρακτηρίστηκε ως «αξιοθρήνητα αδύναμη».

Συμφωνία κενού περιεχομένου

Για «σοβαρή αποτυχία» και «στασιμότητα» έκανε λόγο η Greenpeace περιγράφοντας το αποτέλεσμα ως απογοητευτικό και τονίζοντας ότι οι επίσημες αποφάσεις ήταν ανεπαρκείς για να ανταποκριθούν στην επείγουσα ανάγκη της κλιματικής κρίσης.

«Αυτή είναι μια άδεια συμφωνία», δήλωσε η Νίκι Ράις, διευθύντρια του προγράμματος για το κλίμα και την ενέργεια στο Center for International Environmental Law (CIEL).

«Η COP30 υπενθυμίζει με σαφήνεια ότι οι απαντήσεις στην κλιματική κρίση δεν βρίσκονται μέσα στις ίδιες τις συνομιλίες για το κλίμα — βρίσκονται στους ανθρώπους και τα κινήματα που ανοίγουν τον δρόμο προς ένα δίκαιο, ισότιμο, χωρίς ορυκτά καύσιμα μέλλον. Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη και ο νόμος επίσης: πρέπει να αφήσουμε τα ορυκτά καύσιμα στο έδαφος και να κάνουμε τους ρυπαντές να πληρώσουν».

Η COP30 κατέρρευσε και χωρίς την παρουσία των ΗΠΑ

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της COP30 ήταν το γεγονός ότι ήταν η πρώτη διεθνής διάσκεψη για το κλίμα χωρίς τις ΗΠΑ μετά την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία των Παρισίων.

Ωστόσο, ακόμη και χωρίς την παρουσία της κυβέρνησης Τραμπ, οι παρατηρητές απογοητεύτηκαν από τη δύναμη των χωρών παραγωγής ορυκτών καυσίμων να εκτροχιάζουν τις αποφάσεις.

Η Τζιν Σου, διευθύντρια ενεργειακής δικαιοσύνης στο Center for Biological Diversity επεσήμανε ότι: «Ακόμη και χωρίς την παρουσία της κυβέρνησης Τραμπ στο Μπελέμ για να ασκήσει πιέσεις και εκφοβισμό, οι πετρελαϊκές χώρες για άλλη μια φορά μπλόκαραν την ουσιαστική πρόοδο στην COP30. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζουν να σκοντάφτουν σε τοίχο επειδή τα πλούσια έθνη που κερδίζουν από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα αποτυγχάνουν να προσφέρουν την αναγκαία οικονομική στήριξη στις αναπτυσσόμενες χώρες και οποιαδήποτε ουσιαστική δέσμευση να κάνουν το πρώτο βήμα».

Ο επικεφαλής παγκόσμιας πολιτικής της Oil Change International, Ρομέν Ιουαλαλέν, απέδωσε την αποτυχία της COP30 όχι μόνο στις μεγάλες πετρελαϊκές χώρες αλλά και στην ΕΕ, τη Βρετανία και την Αυστραλία.

«Οι πλούσιες ρυπογόνες χώρες που προκάλεσαν αυτή την κρίση εμπόδισαν την αναγκαία πρόοδο που χρειαζόμασταν στην COP30. Η ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία και άλλα εύπορα κράτη ευθύνονται για την αποτυχία αυτής της COP να υιοθετήσει έναν οδικό χάρτη για τα ορυκτά καύσιμα, αφού αρνήθηκαν να δεσμευτούν ότι θα είναι οι πρώτοι που θα τα καταργήσουν ή ότι θα διαθέσουν πραγματικά δημόσια χρήματα για την κρίση που δημιούργησαν».

Η μεγάλη σύγκρουση

Οι συνομιλίες για την τελική συμφωνία στην COP30 σχεδόν κατέρρευσαν μεταξύ Παρασκευής και Σαββάτου (21-22 Νοεμβρίου), καθώς ένας συνασπισμός άνω των 80 χωρών που ζητούσαν πιο φιλόδοξη διατύπωση συγκρούστηκε με χώρες παραγωγής ορυκτών καυσίμων, όπως η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και η Ινδία.

Τελικά, η – επί της ουσίας – συμφωνία κενού περιεχομένου επιτεύχθηκε παρακάμπτοντας το μεγάλο ζητούμενο, τη συζήτηση για τα ορυκτά καύσιμα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος της COP30, Αντρέ Κορέα ντο Λάγο, ανέφερε ότι ισχυρότερη διατύπωση σχετικά με τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα θα μπορούσε να τεθεί σε διαπραγμάτευση σε μια ενδιάμεση COP μέσα σε έξι μήνες.

Όσον αφορά την αποψίλωση των δασών, η συμφωνία ουσιαστικά επανέλαβε τη δέσμευση της COP26 για τερματισμό της υλοτομίας έως το 2030, χωρίς να θέτει νέα σχέδια ή δεσμεύσεις.

Οι υπέρμαχοι της κλιματικής δικαιοσύνης απογοητεύτηκαν επίσης από τις οικονομικές δεσμεύσεις των χωρών του Παγκόσμιου Βορρά προς τις χώρες του Παγκόσμιου Νότου.

Παρότι οι πλουσιότερες χώρες δεσμεύτηκαν να τριπλασιάσουν τα κονδύλια προσαρμογής στα 120 δισ. δολάρια ετησίως, πολλοί θεώρησαν το ποσό ανεπαρκές, ενώ τα κονδύλια θα δοθούν έως το 2035 και όχι έως το 2030, όπως επιθυμούσαν οι φτωχότερες χώρες.

Μοναδική αχτίδα φωτός

Ωστόσο, οι ακτιβιστές του κλίματος είδαν μια αχτίδα ελπίδας στη δυνατή διατύπωση της τελικής συμφωνίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στη δέσμευσή της για μια δίκαιη μετάβαση μέσω του Μηχανισμού Δράσης του Μπελέμ (Belém Action Mechanism – BAM), ο οποίος στοχεύει στον συντονισμό της παγκόσμιας συνεργασίας για την προστασία των εργαζομένων και τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Μάλιστα επισημαίνεται ότι η συμφωνία BAM έρχεται σε έντονη αντίθεση με την πλήρη αποτυχία της COP30 να εφαρμόσει μια χρηματοδοτούμενη και δίκαιη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων.

«Είναι μια μεγάλη νίκη η δημιουργία του Μηχανισμού Δράσης του Μπελέμ με τη μέχρι σήμερα ισχυρότερη διατύπωση σε COP για τα δικαιώματα των αυτόχθονων λαών και των εργαζομένων, καθώς και για την προστασία της βιοποικιλότητας», δήλωσε η διευθύντρια ενεργειακής δικαιοσύνης του Center for Biological Diversity.

*** 

Φωτογραφία της Greenepeace από αποψιλωμένη περιοχή στο δάσος του Αμαζονίου. Την αποψίλωση χρηματοδοτούν μεγάλες τράπεζες

Αμαζόνιος: 4 τράπεζες χρηματοδοτούν την καταστροφή του

Σάλο έχουν προκαλέσει οι αποκαλύψεις ότι 4 γαλλικές τράπεζες χρηματοδοτούν δύο αμερικανικές εταιρείες, κολοσσούς του αγροτοδιατροφικού τομέα που καταστρέφουν τον Αμαζόνιο.

Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις Reclaim Finance και Canopée μετά από έρευνα που πραγματοποίησαν κατηγόρησαν 4 από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως τράπεζες και συγκεκριμένα τις BNP Paribas, BPCE, Crédit Agricole και Société Générale, ότι χρηματοδοτούν με δισεκατομμύρια δολάρια τους κολοσσούς του αγροδιατροφικού τομέα Bunge και Cargill που καταστρέφουν το παρθένο δάσος του Αμαζονίου για να καλλιεργήσουν σόγια.

Πώς συνέδεσαν τις παράνομες εκχερσώσεις με τις εταιρείες

Οι Reclaim Finance και Canopée, μέσω της χαρτογράφησης που γίνεται από το δορυφορικό δίκτυο MapBiomas, συνέκριναν τις περιοχές που αποψιλώθηκαν στον Αμαζόνιο με αυτές όπου βρίσκονται οι αποθήκες των αμερικανικών κολοσσών του αγροτοδιατροφικού τομέα Bunge και Cargill, όπως έχουν καταχωρηθεί στο κτηματολόγιο της Βραζιλίας.

Όπως διαπίστωσαν οι δύο ΜΚΟ, σε 273 περιπτώσεις οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης βρίσκονταν σε λιγότερα από 50 χιλιόμετρα απόσταση από τις καλλιέργειες σε αποψιλωμένες πρώην δασικές περιοχές, κάτι που αφήνει να εννοηθεί ότι και οι δυο εταιρείες αγοράζουν από τις συγκεκριμένες εκμεταλλεύσεις οι οποίες έχουν αποψιλωθεί παράνομα από καταπατητές.

Χρηματοδότηση δισεκατομμυρίων από τις 4 τράπεζες

Σύμφωνα με την έρευνα των δύο ΜΚΟ, κατά το διάστημα Ιανουάριος 2024 – Αύγουστος 2025, οι BNP Paribas, BPCE, Crédit Agricole και Société Générale προχώρησαν από κοινού σε χορήγηση δανείων και έκδοση χρεογράφων ύψους 4,3 δισεκ. δολαρίων  προς την Bunge.

Η BNP Paribas χορήγησε επίσης δάνειο 1,5 δισεκ. δολαρίων στην Cargill τον Οκτώβριο του 2024 κι η Société Générale συμμετείχε στον δανεισμό 3,2 δισεκ. δολαρίων στην Bunge τον Μάρτιο 2024, πάντα σύμφωνα με τις δυο ΜΚΟ.

Συνολικά οι 4 γαλλικές τράπεζες χορήγησαν από το 2024 10 δισεκατομμύρια δολάρια στους κολοσσούς της εμπορίας σόγιας που θεωρούνται οι  δύο πιο σημαντικοί παράγοντες της αποψίλωσης των δασών του Αμαζονίου, εταιρείες που είχαν αθροιστικά τζίρο 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024.

Τι απάντησαν οι τράπεζες

Οι τρεις από τις τέσσερις τράπεζες επί της ουσίας επιβεβαίωσαν την έρευνα των δύο ΜΚΟ και μόνο μια τράπεζα αμφισβήτησε τα στοιχεία που τους συνδέουν με καταπατητές του Αμαζονίου.

Η BNP Paribas ανέφερε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι οι πελάτες της πρέπει να έχουν θέσει σε εφαρμογή την πολιτική «μηδέν αποψίλωση των δασών» ως το τέλος του 2025. «Η συμμόρφωση των πελατών μας προς την πολιτική αυτή θα αποτιμηθεί (…) κατά τη διάρκεια του 2026», πρόσθεσε η τράπεζα.

Να σημειωθεί ότι οι Bunge και Cargill είχαν αναλάβει δεσμεύσεις για την εξάλειψη της αποψίλωσης των δασών ως τα τέλη του 2025.

Από την πλευρά της η Société Générale ανέφερε ότι η πολιτική της για την καταπολέμηση της αποψίλωσης των δασών «συμπεριλαμβάνει συγκεκριμένα κριτήρια αποκλεισμού για τους πελάτες που επιχειρούν σε αλυσίδες προστιθέμενης αξίας στη Νότια Αμερική».

Η Crédit Agricole ανέφερε κι αυτή πως έχει αναλάβει δεσμεύσεις για να μειωθεί «στο μηδέν» η αποψίλωση των δασών και παρακολουθεί την εφαρμογή τους από πελάτες της.

Αντίθετα ο όμιλος BPCE επέκρινε έντονα τις δυο ΜΚΟ, κάνοντας λόγο για «μη επαληθεύσιμους αριθμούς», έλλειψη «ρητής μεθοδολογίας» και «τεκμηρίων», ενώ πρόσθεσε πως θα δώσει στη δημοσιότητα αποτελέσματα της πολιτικής της κατά της αποψίλωσης των δασών «στα τέλη του 2025».

Πώς η σόγια καταστρέφει τον Αμαζόνιο

Σύμφωνα με την έρευνα των δύο ΜΚΟ η καλλιέργεια σόγιας στη Λατινική Αμερική γνώρισε εκρηκτική ανάπτυξη προκειμένου οι κολοσσοί του αγροτοδιατροφικού τομέα να ανταποκριθούν στη παγκόσμια ζήτηση για κρέας καθώς η σόγια είναι η βασική τροφή για τα ζώα εκτροφής.

 Η έκταση σόγιας που καλλιεργείται στην περιοχή αυτή αυξήθηκε από 170 εκατομμύρια στρέμματα το 1990 σε 650 εκατομμύρια το 2023.

Αυτό οδήγησε σε κρίση στη βραζιλιάνικη Αμαζονία καθώς μεταξύ 2004 και 2005, το 30% της σόγιας που παραγόταν εκεί προερχόταν από αποψιλωμένες εκτάσεις.

Το 2006, άρχισαν να εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο αιτήματα που απαιτούσαν συγκεκριμένα μέτρα για να διασφαλιστεί ότι η σόγια από αυτή την περιοχή δεν θα συνδεόταν με αποψίλωση δασικών εκτάσεων.

Τότε τέθηκε σε εφαρμογή το Μορατόριουμ για τη σόγια στην Αμαζονία, το οποίο επέτρεψε μια δραστική μείωση της πίεσης που ασκεί αυτή η καλλιέργεια στο βιότοπο του Αμαζονίου: σήμερα, μόνο το 3,5% των καλλιεργούμενων εκτάσεων σόγιας (250.000 εκτάρια) δεν συμμορφώνονται με τη συμφωνία.

Ωστόσο, μελέτες δείχνουν ότι ορισμένες φάρμες που έχουν αποκλειστεί από το Μορατόριουμ συνεχίζουν να αποψιλώνουν, ενώ άλλες δεν σέβονται το μέγιστο επιτρεπτό όριο του 20% των αποψιλωμένων εκτάσεων για γεωργική χρήση.

Το Μορατόριουμ παρουσιάζει επίσης αδυναμίες: εφαρμόζεται μόνο στα πρωτογενή δάση, πράγμα που σημαίνει ότι οι φυτείες μπορούν να εγκαθίστανται εν μέρει σε δευτερογενή αποψιλωμένα δάση, τα οποία είναι λιγότερο πλούσια σε βιοποικιλότητα αλλά εξίσου απαραίτητα για τη βιοκλιματική ρύθμιση.

Σήμερα, το Μορατόριουμ δέχεται επιθέσεις από πολλούς παραγωγούς, οι οποίοι επικαλούνται στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, και απειλείται με αναστολή.

ΠΗΓΗ: neostrategy.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου