Η ενδοοικογενειακή βία είναι η πιο συχνή μορφή έμφυλης βίας που βιώνουν οι γυναίκες 65 ετών και άνω, τονίζει το Κέντρο Διοτίμα στην ανάλυσή του. Σύμφωνα με έρευνα της Eurostat (2024), μια στις τέσσερις (24%)  γυναίκες, ηλικίας 65-74 ετών, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει υποστεί βίαιες εμπειρίες από οποιονδήποτε τύπο δράστη, κάποια στιγμή στη ζωή της.

Αναφέρεται στα στοιχεία για την Ελλάδα, σύμφωνα με τα οποία σχεδόν 1 στις 3  γυναίκες ηλικίας 65+ έχει υποστεί κάποια μορφή βίας και 1 στις 3 έχει βιώσει ψυχολογική βία από σύζυγο/σύντροφο. Υπάρχουν δε περιπτώσεις που η μακροχρόνια βία γίνεται ανθρωποκτόνα: Το 38%, επί του συνόλου των γυναικοκτονιών, που συντελέστηκαν στη χώρα μας, μεταξύ 2021-2023, είχαν θύματα γυναίκες 65 ετών και άνω, σύμφωνα με επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΑΣ, για αυτά τα έτη. Πρόκειται σχεδόν για 4 στις 10 γυναικοκτονίες, ενώ μια στις πέντε απόπειρες γυναικοκτονιών (22,2%) την ίδια περίοδο, είχαν θύματα ηλικιωμένες γυναίκες.

Όπως τονίζει η «Διοτίμα», η έμφυλη βία στην τρίτη ηλικία παραμένει «αόρατη», καθώς ούτε στην Ελλάδα ούτε διεθνώς διεξάγονται στοχευμένες έρευνες για τις γυναίκες αυτής της ηλικιακής ομάδας, ενώ οι έρευνες επικεντρώνουν κυρίως στις “γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας”.

«Άραγε μέσα στην πατριαρχία, μόνο οι νέες γυναίκες που ενδέχεται να κάνουν παιδιά, αξίζουν προστασίας;» αναρωτιέται.

«Η περιθωριοποίηση των ηλικιωμένων γυναικών αποτελεί απτή έκφραση ηλικιακού ρατσισμού και σεξισμού που απαντάται ακόμα και στη δημόσια σφαίρα πχ σε περιπτώσεις γυναικοκτονιών, αφού τα ΜΜΕ και συχνά η κοινή γνώμη εστιάζουν αποκλειστικά στις δολοφονίες νεότερων, όμορφων, λευκών γυναικών και οι ηλικιωμένες γυναίκες παραμένουν «αόρατες» ακόμη και όταν δολοφονούνται» τονίζει επίσης.

Πρόκειται για θύματα χρόνιας βίας, «βίας με ιστορία», συνεχίζει η ανάλυση του Κέντρου, «που την υφίστανται για μια ολόκληρη ζωή, μέσα στον γάμο, από κακοποιητικούς συζύγους, με σημαντικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική τους υγεία. Μεγαλώνοντας, πιθανόν η σωματική βία να μην είναι τόσο συχνή, επειδή οι κακοποιητικοί σύζυγοι πλέον δεν είναι σωματικά ικανοί να την ασκήσουν. Παρ’ όλα αυτά συνεχίζει εντεινόμενη η ψυχολογική κακοποίηση, με προσβολές, ταπείνωση και έλεγχο. Πολύ συχνή, δε, είναι και η οικονομική βία, καθώς οι ηλικιωμένες γυναίκες, που δεν λαμβάνουν σύνταξη, δεν έχουν καμία πρόσβαση στο οικογενειακό εισόδημα, ζώντας σε καθεστώς πλήρους οικονομικής εξάρτησης. Τέλος, συχνή είναι και η παραμέληση σε περιπτώσεις που υπάρχει ανάγκη για φροντίδα, λόγω εμφανιζόμενων προβλημάτων υγείας».

Παράλληλα, πρόκειται για γυναίκες που «δυσκολεύονται διπλά να διαρρήξουν τον κακοποιητικό δεσμό. Μόνο ένα μικρό ποσοστό αναζητά βοήθεια ή καταγγείλει την ενδοοικογενειακή βία που βιώνει για διάφορους λόγους: Συχνά νιώθουν αισθήματα αδυναμίας, απελπισίας, ντροπής ή ενοχής ιδίως σε περιπτώσεις όπου ο δράστης είναι το ενήλικο παιδί, το οποίο το θύμα θέλει να προστατεύσει. Άλλες φορές καλούνται να αναμετρηθούν με το φόβο της μοναξιάς μετά από πολλά χρόνια συμβίωσης, της διατάραξης της σχέσης με τα παιδιά και τα εγγόνια και της απώλειας της αυτοτελούς διαβίωσης, ενώ οι φυσικές και κοινωνικές πραγματικότητες του γήρατος μπορούν να τις απομονώσουν περαιτέρω, δυσκολεύοντας την αναζήτηση βοήθειας».

«Η αντιστροφή των παραδοσιακών ρόλων και η εξάρτηση από τον κακοποιητή τους, που για δεκαετίες του παρείχαν σταθερή εξυπηρέτηση/φροντίδα, μπορεί να έχει θανατηφόρα αποτελέσματα» προσθέτει, θέτοντας ως παράδειγμα την περίπτωση της γυναικοκτονίας στην Ερμιόνη, όπου ο δράστης θανάτωσε τη σύζυγο του, που έπασχε από άνοια, γιατί «δεν μπορούσε να τη βλέπει να υποφέρει». «Δεν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό αλλά για τις αποκαλούμενες “δολοφονίες συμπόνιας” (“mercy killings”), που πλήττουν κατά κύριο λόγω ηλικιωμένες, εγκλήματα που οδηγούν, σύμφωνα με στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο, σε μικρότερες ποινές εφόσον ο σύντροφος ισχυριστεί ότι η δολοφονία έγινε από αγάπη για το θύμα!» σχολιάζει.

Τονίζει επίσης ότι οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας διατρέχουν «διπλό κίνδυνο», καθώς «ο κύκλος των δραστών διευρύνεται όσο μεγαλώνουν, περιλαμβάνοντας γιους, εγγονούς ή άλλους συγγενείς. Σε αυτές τις περιπτώσεις παρατηρείται: εκφοβισμός, απειλές, υποτίμηση, gaslighting, επιβολή απομόνωσης, αντιμετώπιση ηλικιωμένου ατόμου σαν νήπιο (ψυχολογική κακοποίηση). Ιδιοποίηση της σύνταξης ή άλλων πόρων χωρίς συναίνεση, και πίεση για παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων (οικονομική βία). Μη παροχή επαρκούς τροφής, στέγης κ.ά., αγνόηση αναγκών ιατρικής φροντίδας, μη ασφαλείς ή ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης (παραμέληση). Χτυπήματα, σκληρός/απρόσεκτος χειρισμός, ακατάλληλη χρήση ιατρικού εξοπλισμού ή φαρμακευτικής αγωγής (σωματική βία). Ανεπιθύμητο άγγιγμα. Εξαναγκαστική γύμνια (σεξουαλική κακοποίηση ή παρενόχληση). Δεν είναι, δε, λίγες οι περιπτώσεις ακόμα και γυναικοκτονιών από γιους, όπως φαίνεται και από την ειδησεογραφία».

 

ΠΗΓΗ