Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων-
για τη Σύρο, τον αντισημιτισμό και το δικαίωμα της κριτικής
[Καθημερινή, 27.7.2025]
Πριν
λίγες μέρες στο Λιντς, η βρετανική αστυνομία συνέλαβε –σύμφωνα με το
άρθρο 12 του Αντιτρομοκρατικού νόμου– έναν 67χρονο που κρατούσε ένα
σκίτσο του περιοδικού Private Eye σε μια διαμαρτυρία για τη σφαγή στη
Γάζα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν κυρώσεις
επειδή κατηγορούνται ως εστίες ενός αναγεννημένου αντισημιτισμού. Στη
Γερμανία, η χρήση της παλαιστινιακής σημαίας βρίσκεται υπό διωγμό σε μια
διασταλτική ερμηνεία της νομοθεσίας για την άρνηση του Ολοκαυτώματος. Ο
κατάλογος είναι εκτενής. Και κάθε περιστατικό παραπέμπει σε ένα ζήτημα
που διχάζει τις δυτικές κοινωνίες: ποιο είναι εντέλει το όριο στο
δικαίωμα στη διαμαρτυρία απέναντι στις πολιτικές του κράτους του Ισραήλ;
Ο
δημόσιος διάλογος λοιπόν που ακολούθησε την κινητοποίηση στη Σύρο δεν
αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα. Ανήκει σε εκείνο το είδος αντιπαράθεσης
όπου τα επιχειρήματα έχουν εξαντληθεί. Επαναλαμβάνουμε, στην ουσία, τα
ίδια και τα ίδια. Και ο βαθύτερος λόγος, νομίζω, που δεν καθίσταται
δυνατός ένας παραγωγικός διάλογος είναι ότι η συζήτηση διεξάγεται σε δύο
διαφορετικά επίπεδα.
Όσοι
ασκούμε κριτική στο κράτος του Ισραήλ προβάλλουμε ένα πολιτικό
επιχείρημα για την ανάγκη απονομιμοποίησης της επιλογής του να διεξάγει
έναν καταστροφικό πόλεμο. Η πρόταση του Ισπανού πρωθυπουργού για την
επιβολή κυρώσεων εντάσσεται σε μια παράδοση όπου η διεθνής κοινότητα
έπραττε με ανάλογο τρόπο σε ανάλογες περιστάσεις: από την απόφαση του
μποϋκοτάζ στους Ολυμπιακούς της Μόσχας μέχρι και την πρόσφατη απόφαση
της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε βάρος Ρώσων πολιτών και πολιτιστικών ιδρυμάτων
μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Ο
αντίλογος, όμως, εκκινεί από μια ταυτοτική τελικά διάσταση. Η κριτική
στις επιλογές του Ισραήλ αντιμετωπίζεται –και σε πολλές χώρες αυτό και
νομοθετικά– ως μια ουσιοκρατική επίθεση στην εβραϊκή ταυτότητα με όλο το
συντριπτικό βάρος που κουβαλά η συλλογική μνήμη του Ολοκαυτώματος.
Έτσι, το δικαίωμα της κριτικής διαρκώς αναμετράται με την κατηγορία του
αντισημιτισμού.
Το ακούω και το
κατανοώ, και πολιτικά και ιστορικά. Αλλά δεν βρισκόμαστε στον
Μεσοπόλεμο. Οι δυτικές κοινωνίες έχουν θέσει –ορθά– τον αντισημιτισμό
εκτός νόμου και οι αντισημιτικές κραυγές των κάθε λογής φανατικών είναι
περιθωριακές· επιθετικές και προσβλητικές ναι, αλλά ευτυχώς
περιθωριακές. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Αυτό που
τίθεται σήμερα υπό αίρεση είναι το δικαίωμα της κριτικής απέναντι σε ένα
κράτος που διεξάγει έναν πόλεμο, με όρους που διεθνείς οργανισμοί
χαρακτηρίζουν εγκληματικό. Αυτό δεν το αλλάζει ούτε η 7η Οκτωβρίου, ούτε
το αναφαίρετο δικαίωμα του Ισραήλ να προστατεύει τους πολίτες του.
Λυπάμαι, αλλά τα επιχειρήματα αυτά φαντάζουν υπεκφυγές έναντι της
σκληρής πραγματικότητας: τη μεθοδευμένη, όπως είναι πια σαφές, εξόντωση
ενός λαού με στόχο την ερημοποίηση της λωρίδας της Γάζας.
Δεν
θέλω να αποφύγω το ερώτημα για τη Σύρο. Εκεί, η πολιτεία επιχείρησε να
επιβάλει απαγόρευση κυκλοφορίας πολιτών για δώδεκα ώρες. Και αυτό είναι
–κατά τη γνώμη μου– ανεπίτρεπτο και θα έπρεπε να αποτελεί αφετηρία κάθε
συζήτησης. Ακολούθησε μια διαδήλωση όπου το κύριο σύνθημα ήταν «stop the
genocide». Προφανώς εδώ τίθεται ένα κρίσιμο ζήτημα. Η κινητοποίηση
αμφισβήτησε το δικαίωμα των Ισραηλινών τουριστών σε μια ανέμελη βόλτα
στο νησί. Αυτή η αμφισβήτηση όμως δεν παράγεται εν κενώ και δεν αποτελεί
προϊόν αντισημιτικού αισθήματος. Είναι μια αμφισβήτηση η οποία
προκύπτει από την αντίθεση στον πόλεμο στη Γάζα. Τα κινήματα δημιουργούν
συμβολικές διαστάσεις διασάλευσης του «κανονικού»· ρίχνουν αγάλματα,
μουντζουρώνουν τοίχους, κλείνουν δρόμους και κτίρια. Αυτό που σε κάθε
περίσταση κρίνει το περιεχόμενο της δράσης τους είναι η ιστορική στιγμή
στην οποία αυτή εκδηλώνεται.
Η
εκτόξευση της κατηγορίας του αντισημιτισμού ενάντια σε κάθε πιθανό δέκτη
θα ήταν ίσως απλώς κουραστική αν δεν συνοδευόταν από τη δημιουργία ενός
κλίματος ιδεολογικού φρονηματισμού. Ειδικά όταν στρέφεται σε πολίτες
του Ισραήλ και σε Εβραίους διανοούμενους στη Δύση που δεν συναινούν σε
μια πολιτική, η οποία διεκδικεί ένα ηθικό πλεονέκτημα θεμελιωμένο στην
Ιστορία έναντι κάθε άλλης. Η μεταβολή της έννοιας του αντισημιτισμού
μέσα στο χρόνο έχει οδηγήσει σε μια σκόπιμη σύγχυση που παράγει
τραγελαφικές καταστάσεις. Στην top-ten λίστα του «παγκόσμιου
αντισημιτισμού» το 2021, σύμφωνα με το κέντρο Simon Wiesenthal,
περιλαμβάνονται το BBC (!), αλλά και ένας γερμανός επίτροπος «για την
καταπολέμηση του αντισημιτισμού».
Κάπου
νιώθει κανείς ότι είναι παγιδευμένος σε μια συνθήκη ανάλογη με την
Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, όπου όσο και να προσπαθείς να απομακρυνθείς
από κάτι, μια κυρίαρχη δύναμη σε τραβά όλο και πιο κοντά του. Σε μια
επικράτεια, δηλαδή, όπου κυριαρχεί το παράλογο. Και αυτό με τη σειρά του
παράγει αντίδραση.
Την ίδια
στιγμή δηλαδή που κατανοώ το δικαίωμα των επιβατών του πλοίου σε μια
βόλτα στη Σύρο, την ίδια στιγμή θέλω να λάβουν το συμβολικό μήνυμα: ότι
το δίκιο του ισχυρού, που εκπροσωπεί το κράτος τους αυτή τη στιγμή,
πρέπει να έχει όρια.
*Ο κ. Κωστής Καρπόζηλος είναι ιστορικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου