25 Δεκεμβρίου 2022

Κώδικα Δεοντολογίας Οπτικοακουστικών και Ραδιοφωνικών Προγραμμάτων: Ενας προβληματικός κώδικας


 

Ζήτησα από το μέλος του Δ.Σ. του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) και καθηγητή Γιώργο Πλειό, διευθυντή του Εργαστηρίου Κοινωνικών Ερευνών στα ΜΜΕ, να κάνουμε μία συζήτηση για τον Κώδικα Δεοντολογίας Οπτικοακουστικών και Ραδιοφωνικών Προγραμμάτων που ενέκρινε το ΕΣΡ και βρίσκεται σε διαβούλευση.  

- Τώρα τι κώδικας είναι αυτός; Χρειαζόταν ένας νέος κώδικας;

Για τους κώδικες συνολικά (του ΕΣΡ, όπως υπονοεί η ερώτηση) θα πρέπει να σας απαντήσει ο πρόεδρός του, διότι έτσι νομίζω προβλέπει ο τρόπος λειτουργίας του. Επί της αρχής, ναι, χρειάζεται να εμπλουτιστούν οι προϋπάρχοντες κώδικες, να εξειδικευτούν και να γίνουν καινούργιοι. Υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό. Εχουμε μια εκρηκτική ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, γεγονός για το οποίο συνέβαλαν η οικονομική και η υγειονομική κρίση, εντονότερη παρουσία του λόγου μίσους, γεωμετρική αύξηση των ψευδών και των παραποιημένων ειδήσεων (fake news), χειραγώγηση των ΜΜΕ από επιχειρηματικά συμφέροντα και πολιτικές παρεμβάσεις κ.ά.

 - Σε αυτά συμφωνούμε όλοι, εντάξει...  

Ωστόσο οι εκάστοτε κώδικες θα πρέπει να διασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή ελευθερία της έκφρασης και του Τύπου, τη μέγιστη δυνατή απομάκρυνση των ΜΜΕ από την πολιτική εξουσία και τις αυθαίρετες παρεμβάσεις της δικαστικής εξουσίας, τη μέγιστη προστασία των δημοσιογράφων και των πηγών τους κοκ. Θεωρώ πως μια καλή βάση για τους κώδικες είναι το περιεχόμενο του European Media Freedom Act που πρότεινε η Ευρ. Επιτροπή τον Σεπτέμβριο. Εστιάζει σε αυτά τα ζητήματα, αλλά δεν άκουσα ακόμα για το πώς θα εφαρμοστεί στην Ελλάδα, πέρα από την αόριστη και γενικόλογη συμφωνία τους που εξέφρασαν κάποια πολιτικά στελέχη. Συνεπώς παραμένει ζητούμενο η εφαρμογή του που όπως προείπα προτάθηκε μόλις πριν από λίγο καιρό.  

- Ποια είναι τα περίεργα, τα ύποπτα, σημεία του; 

Να πω ότι οι προτεινόμενοι για δημόσια διαβούλευση κώδικες δεοντολογίας περιλαμβάνουν αρκετά θετικά άρθρα. Οπως πάντα όμως στεκόμαστε σε αυτά που μπορεί να σηματοδοτήσουν αρνητικές εξελίξεις και στην περίπτωση αυτή εκείνα που θεωρώ προβληματικά έχουν πολύ μεγάλο ειδικό βάρος για τη διαμόρφωση του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου προσεχώς. Λοιπόν, υπό το πρίσμα αυτό, τα προβληματικά σημεία κατά την άποψή μου είναι συνοπτικά τα ακόλουθα.

• Το άρθρο 1, το οποίο αντιμετωπίζει με τα ίδια κριτήρια-κώδικες, συνεπώς και πιθανές κυρώσεις, τόσο τα προγράμματα τεκμηρίωσης, δηλαδή αυτά που μιλούν για πραγματικά γεγονότα, όσο τα προγράμματα μυθοπλασίας, τα οποία περιγράφουν φανταστικές, επινοημένες καταστάσεις και γεγονότα. Αυτό είναι πρωτοφανές και δεν ταιριάζει κατά τη γνώμη μου σε δημοκρατική και πολιτισμένη χώρα. Διότι δημιουργεί ένα αυταρχικό και εκτός των βασικών παραδοχών στις επιστήμες της επικοινωνίας ηθικιστικό και πολιτιστικό πλαίσιο αξιολόγησης, αντιμετώπισης και κυρώσεων κατά των ΜΜΕ που θα έχουν μυθοπλαστικό περιεχόμενο που θα θεωρηθεί απρεπές

• Προβληματικό είναι και το άρθρο 2, το οποίο στην πράξη θέτει το ιδιωτικό συμφέρον πάνω από το δημόσιο ως κριτήριο στάθμισης των προγραμμάτων των καναλιών, ενώ θα έπρεπε να λαμβάνει υπόψη του μόνο το δημόσιο συμφέρον, δηλαδή το συμφέρον όλων μας και καθενός στην κρίση και αντιμετώπιση των προγραμμάτων και τίποτα άλλο.

• Επίσης είναι προβληματικό το άρθρο 5.3, το οποίο ορθώς αναφέρει ότι τα προγράμματα δεν πρέπει να αναπαράγουν στερεότυπα, αλλά όπως διατυπώνεται μπορεί να εννοεί ότι δεν επιτρέπονται και θετικά στερεότυπα.

• Εξαιρετικά προβληματικό είναι το άρθρο 11 εδάφιο 1, το οποίο αναφέρει ότι «Δεν επιτρέπεται η άμεση ή έμμεση προώθηση ή η ευνοϊκή τοποθέτηση υπέρ της κατανάλωσης αλκοόλ, ειδών καπνού, ναρκωτικών ή άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών». Εδώ το ερώτημα που τίθεται είναι με ποια αντικειμενικά κριτήρια θα κρίνεται αν είναι ευνοϊκή ή και προωθητική η περιγραφή κατανάλωσης τέτοιων ουσιών σε μια ταινία και ποιος θα το κρίνει. Δηλαδή ανάλογα με το πολιτιστικό επίπεδο, τις προσλαμβάνουσες κ.λπ. παραμέτρους τού κρίνοντος οργάνου ή κάποιων στελεχών του, αγνοώντας πώς σκέφτεται η κοινωνία; Για παράδειγμα, μια σκηνή με τον Μπόγκαρτ ή άλλον στο ρόλο θετικού ήρωα να καπνίζει θεωρείται έμμεση προώθηση; Ή η σκηνή σε ένα μπαρ ή μια ταβέρνα να πίνουν, να γλεντάνε και να ευθυμούν χαρούμενοι κάποιοι άνθρωποι. Αντιλαμβάνεστε ότι έτσι τα ΜΜΕ και οι συντελεστές της παραγωγής γίνονται όμηροι της εκάστοτε σύνθεσης του οργάνου που θα το κρίνει. Και κάτι ακόμα: η προβολή του καφέ, ο οποίος από αρκετούς θεωρείται εξαρτησιογόνα ουσία (και μπορεί να κάνουν σχετική καταγγελία) θεωρείται εξαρτησιογόνα ουσία επίσης; Θεωρώ ότι και αυτό συνιστά ένα τέτοιο πλαίσιο που νομίζεις ότι βγήκε από κάποιου είδους κατηχητικό και αντικειμενικά τείνει να γυρίσει τους θεατές/ακροατές σε πολύ προηγούμενες δεκαετίες μιας αυταρχικής κοινωνίας.

• Το ανάλογο ισχύει και για το άρθρο 22 εδάφιο 2, το οποίο αναφέρει ότι «Τα εγκλήματα, η τρομοκρατία, η βία (συμπεριλαμβανομένης της φυλετικής και έμφυλης βίας) και άλλες βάναυσες και απάνθρωπες πράξεις ή συμπεριφορές δεν πρέπει να εξυμνούνται». Και εδώ τίθεται το ερώτημα με ποια κριτήρια θα τεκμαίρεται πέραν πάσης αμφιβολίας πότε εξυμνούνται η βία και η τρομοκρατία. Με ποια δημοκρατική και επικοινωνιακή λογική μπορεί ένα κυρωτικό όργανο να υποκαταστήσει την κρίση του θεατή και να θεωρήσει κάτι εξύμνηση ή θετική προβολή της βίας και τρομοκρατίας κι από πάνω να έχει αυτό και συνέπειες για κάποιους, οικονομικές, κοινωνικές και άλλες; Η θετική προβολή της βίας στον «Παπαφλέσσα» εναντίον των οθωμανικών στρατευμάτων ή σε αντιναζιστικές ταινίες εναντίων των χιτλερικών λ.χ. περιλαμβάνεται ή εξαιρείται από την «εξύμνηση» της βίας και γιατί; Το ίδιο μπορεί να πει κάποιος και για χιλιάδες άλλες περιπτώσεις ειδήσεων και ρεπορτάζ, αλλά και καλλιτεχνικών ταινιών και σίριαλ. Θεωρώ ότι εδώ υπάρχει τέτοια αντίφαση που μπορεί να εκλάβει υπό ορισμένες περιστάσεις και τραγελαφικές διαστάσεις. Και κάτι ακόμα. Τι θεωρείται τρομοκρατία; Για παράδειγμα, οι πράξεις της ΕΟΚΑ (Α′) θεωρούνταν παλαιότερα από τη CIA τρομοκρατικές. Οι ενέργειες του PKK επίσης. Ολα αυτά περιλαμβάνονται και απαγορεύονται – τιμωρούνται;

• Εκείνο όμως που «βγάζει μάτι» και ορθώς έχει ενοχλήσει τον δημοσιογραφικό κόσμο και άλλους εντός και εκτός επικράτειας είναι το επόμενο εδάφιο, το εδάφιο 3 του προαναφερθέντος άρθρου, το οποίο αναφέρει ότι «Η δημοσιογραφική έρευνα δεν πρέπει να υποκαθιστά τις αστυνομικές, ανακριτικές ή άλλες αρμόδιες αρχές» χωρίς να ορίζεται η διαφορά ή έστω η ομοιότητα μεταξύ των δύο «ερευνών» και επίσης χωρίς να προτάσσεται το δημόσιο συμφέρον όταν χρειάζεται να αποκαλυφθούν πληροφορίες που βλάπτουν και -ενδεχομένως- η αστυνομία αδρανεί ή -ενδεχομένως- κάποια στελέχη της για κάποιους λόγους (π.χ. διαφθοράς, όπως συνέβη πριν λίγα χρόνια στην Ιρλανδία) έχουν εμπλοκή που μπορεί να οδηγεί τόσο στην αδράνεια όσο και στην απαγόρευση της δημοσιογραφικής έρευνας. Αν, για παράδειγμα, κάποιος δημοσιογράφος εμβαθύνει στη δημοσιογραφική έρευνα σχετικά με τη δολοφονία του Καραϊβάζ, τη στιγμή που η αστυνομική έρευνα δεν έχει κάνει και πολλά -εξ όσων γνωρίζω- αυτό συνεπάγεται ότι υποκαθιστά την αστυνομική έρευνα; Για μένα καθίσταται σαφές ότι ενδεχόμενοι διεφθαρμένοι παράγοντες της Αστυνομίας ή του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη γενικότερα μπορούν να επικαλεστούν ότι παρεμποδίζεται η αστυνομική έρευνα για αλλότριους προς το δημόσιο συμφέρον λόγους χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή είναι και η πρόθεση της συγκεκριμένης διάταξης. Προκύπτει λοιπόν ότι μπορεί να δημιουργηθεί μια τέτοια συσκότιση στη ροή των πληροφοριών, η οποία να οδηγεί σε στρέβλωση και ασφυξία το δημοκρατικό πολίτευμα και τα δικαιώματα των πολιτών.

• Ακόμα όμως πιο προβληματικό είναι το άρθρο 28 που προβλέπει ότι «Απαγορεύεται η μετάδοση πληροφοριών και εικόνων που έχουν αρμοδίως χαρακτηριστεί απόρρητες». Μάλιστα. Αρμοδίως από ποιον; Ποιος θεωρείται αρμόδιος και ποιος μπορεί να θεωρήσει κάποιον αρμόδιο. Αν, για παράδειγμα, οι πληροφορίες φέρουν ως εμπλεκόμενους σε παράνομες πράξεις κρατικούς λειτουργούς, μπορεί αυτοί οι κρατικοί λειτουργοί ή οι προϊστάμενοί τους να θεωρηθούν αρμόδιοι και να απαγορεύσουν τη δημοσίευση των σχετικών πληροφοριών; Αρμόδια μπορεί να θεωρηθεί (και από ποιον, με ποια νόμιμη εξουσιοδότηση) ξένη πρεσβεία, η οποία δεν επιθυμεί να αποκαλυφθεί ο ρόλος υπηρεσιών της χώρας της σε παράνομες -σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο- πράξεις λ.χ. εγκλήματα πολέμου; Ή εμπλοκής σε λαθρεμπόριο όπλων; Ή βασανιστηρίων ή κάτι άλλο; Δημιουργείται λοιπόν δομικά η δυνατότητα να διωχθούν πράξεις που θα μπορούσαν να προστατεύσουν τη νομιμότητα, τη δημοκρατία, τις καλές δημόσιες σχέσεις, τη διεθνή ειρήνη και πολλά άλλα, ακόμα και τη θέση της χώρας στο σύστημα των διεθνών σχέσεων, αν οι αποκαλυπτόμενες πληροφορίες αφορούν πράξεις στο εσωτερικό της χώρας. Και πάλι τονίζω ότι αυτά είναι δομικές δυνατότητες ανεξαρτήτως από τις προθέσεις των συντακτών τις οποίες και δεν αμφισβητώ.

• Τέλος, μεταξύ των πλέον προβληματικών άρθρων, την πρώτη θέση καταλαμβάνει το άρθρο 33, το οποίο στην πραγματικότητα εξαρτά την πολυφωνία από το αν ο δημοσιογράφος θεωρεί άξιες μεταδόσεως τις θέσεις πολιτικών φορέων (προσώπων, κομμάτων, θεσμικών οργάνων της πολιτείας κ.λπ.) ή αν τις θεωρεί επίκαιρες ή κρίνει πως είναι ενδιαφέρουσες για το κοινό. Με δεδομένη τη στράτευση των μέσων που παρατηρείται σήμερα στη χώρα μας και διεθνώς, αυτό διατηρεί (αν δεν ανοίγει περισσότερο τις πόρτες για) τον περιορισμό της πολυφωνίας των μέσων. Η ρύθμιση υπέρ της πολυφωνίας δεν εξαρτάται από το αν υπάρχει ή όχι μονοπώλιο στο τεχνολογικό μέσο, αλλά από το αν υπάρχει ή όχι μονοπώλιο στη ιδιοκτησία των μέσων. Και δυστυχώς πλέον έχει δημιουργηθεί μονοπωλιακή κατάσταση και στα διαδικτυακά μέσα. Εμμέσως πλην σαφώς αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έναν πληροφοριακό ολοκληρωτισμό καθόλου άσχετο με αντίστοιχες διεργασίες στο πολιτικό σύστημα.

 - Συνοψίστε μας.  

Για να συνοψίσω, πέρα από τις όποιες θετικές διατάξεις προβλέπονται στους κώδικες και ανεξάρτητα από προθέσεις υπάρχει ισχυρό ενδεχόμενο, στα κρίσιμα σημεία που ανέφερα και εξ αιτίας αυτών να λειτουργήσουν οι κώδικες ως ηθική και πολιτική «μπούρκα» που μπορεί να μην περιορίσει εν τέλει την ελευθερία της έκφρασης, ωστόσο είναι πιθανό να συμβάλλει στη δημιουργία εντάσεων ανάμεσα στον κόσμο της δημοσιογραφίας και των μέσων από τη μια πλευρά και της πολιτείας από τη άλλη που αφενός θα οδηγήσει σε αντιπαραθέσεις μεταξύ τους αφετέρου το «μάρμαρο» θα κληθεί να πληρώσει ο πολίτης και οι το δικαίωμά του στην πληροφόρηση.  

- Ποιος είναι ο βασικός στόχος εκείνων που εμπνεύστηκαν τον κώδικα;  

Δεν μπορώ να κρίνω προθέσεις και σε τελευταία ανάλυση δεν έχει σημασία.

 - Τι έχει σημασία;

Σημασία έχει σε τι επιπτώσεις μπορούν να οδηγήσουν παρόμοιες ρυθμίσεις και σε αυτές ήδη αναφέρθηκα.  - Πώς το συζητήσατε στο ΕΣΡ, τι γνώμες ακούστηκαν;  Δεν μπορώ να μιλήσω για τις απόψεις των άλλων. Ούτε δικαιούμαι και ενδεχομένως να τους αδικήσω. Ξαναλέω, ρωτήστε τον πρόεδρο να σας πει. Αν κρατούσαμε πρακτικά θα σας έλεγα διαβάστε τα πρακτικά, αλλά δυστυχώς παρά την επίμονη στάση μου, όπως και άλλων, αυτό δεν κατέστη δυνατό, πάντως όχι με ευθύνη δική μου.

- Ηταν ομόφωνη η έγκριση;  

Οχι. Στα προαναφερθέντα άρθρα, όπως άλλα ήσσονος σημασίας, εγώ καταψήφισα. Επίσης δεν ψήφισα όσα ήταν από μεταφορά ισχύοντος νόμου διότι δεν μπορούσα (έτσι μου ειπώθηκε) να ψηφίσω διάταξη η οποία ήδη ισχύει με τη μορφή νόμου. Επομένως θεώρησα παρωδία να λάβω μέρος σε μια ψηφοφορία στην οποία η μόνη δυνατή επιλογή ήταν να ψηφίσω «ναι».  

- Με την ΕΣΗΕΑ τι είπατε και τι σας είπαν;  

Και πάλι νομίζω πως πρέπει να ρωτήσετε τον πρόεδρο ή να δείτε τα πρακτικά (αν υπήρχαν) ή βεβαίως να ρωτήσετε την ΕΣΗΕΑ. Πάντως, κάποια μέρα, όταν δεν θα δεσμεύομαι, νομίζω θα γράψω όλες αυτές και πολλές άλλες πληροφορίες που τώρα δεν μπορώ. Και φοβάμαι πως θα είναι πολυσέλιδο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου