Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως στις πολλές τελευταίες «χαλαρές» της συνεντεύξεις μιλάει για τις γιορτές των παιδικών της χρόνων, τις κοπάνες και τον απολογισμό της για το 2022.
Πρόκειται για τις γνωστές συνεντεύξεις τύπου «λιβανιστήρι», που έρχονται να «δεξιωθούν» την υπουργό, φορώντας της το φωτοστέφανο της αθωότητας (κυρίως μέσα από την προβολή στοιχείων της προσωπικής ζωής, μια τεχνική που οι τεχνικοί της αποπλάνησης γνωρίζουν ότι αρέσει στο κοινό), προβάλλουν για χιλιοστή φορά το «μεταρρυθμιστικό της έργο» και παρουσιάζουν μια σειρά στερεότυπα με κύρος απαρασάλευτων αριθμών.
Μια ανάσα από την αλλαγή του χρόνου, βαδίζουμε ήδη στο β΄ μισό του τρέχοντος σχολικού έτους, αλλά αυτό που «χτυπάει» ατελείωτα στα αυτιά της σχολικής κοινότητας, μήνες τώρα, είναι οι «καινοτομίες» και η «αναβάθμιση», εξαιτίας των «μεταρρυθμίσεων» που έχει ολοκληρώσει και θεσμοθετήσει η κυβέρνηση τα τελευταία 3,5 χρόνια.
Την ίδια ώρα που οι εκπαιδευτικοί προσπαθούν να μαζέψουν τις απαντοχές τους από τα πλήγματα της πανδημίας και της ακρίβειας, της αφόρητης πίεσης και των απειλών, το υπουργείο τούς βομβαρδίζει με καταιγισμό επικοινωνιακών ανακοινώσεων και πανηγυρισμών... για τις «καινοτομίες».
Σε μια εκπαιδευτική κοινότητα τσακισμένη από τα χαστούκια των μνημονίων, πτωχευμένη, ζαλισμένη από την πανδημία, ζορισμένη από τις εξαντλητικές «οδηγίες»-«αναθέσεις» του υπουργείου Παιδείας, με την απειλή της αξιολόγησης-χειραγώγησης, το υπουργικό επιτελείο ήρθε φέτος ξανά να «ενδυναμώσει» ακόμα περισσότερο το έργο του! Αλλά για ποιες καινοτομίες μιλάμε;
1. Η παγίωση των εξετάσεων (τύπου «Pisa») στην ΣΤ’ δημοτικού και Γ’ γυμνασίου
Τη νέα σχολική χρονιά, θα έχουμε την ολοκληρωμένη εφαρμογή των εξετάσεων της «ελληνικής Pisa». Το 2023, η εφαρμογή θα είναι καθολική, πάντα στην τελευταία τάξη του Δημοτικού και του Γυμνασίου, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, «με στόχο να αξιολογήσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να διαμορφώσουμε συνθήκες βελτίωσής του», όπως τονίζουν, με επιτηδευμένη αφέλεια, οι επιτελείς του ΥΠΑΙΘ. Ωστόσο, είναι πλέον γνωστό ότι στην περίπτωση των προβαλλόμενων ως αθώων εξεταστικών δοκιμασιών, όλη η υπόθεση εξελίσσεται σε έναν μηχανισμό «παρακυβέρνησης» της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς η «ελληνική Pisa» επιχειρεί με όχημα τα πορίσματά της (την επίδοση των μαθητών) να πριμοδοτήσει την κατηγοριοποίηση των σχολείων και την αξιολόγηση των ίδιων των εκπαιδευτικών.
2. Η τράπεζα θεμάτων και στις απολυτήριες εξετάσεις της Γ΄ Λυκείου
Την τρέχουσα σχολική χρονιά, η εφαρμογή της τράπεζας θεμάτων, που προβάλλεται με φωτοστέφανο αθωότητας από την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, ενώ αποτελεί το πιο δηλητηριώδες τμήμα της οικοδόμησης του λεγόμενου «νέου σχολείου», θα περιλάβει και τους μαθητές της Γ’ Τάξης του Λυκείου. Ετσι, το ένα γρανάζι (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) θα πιάσει το άλλο (τράπεζα θεμάτων σε όλες τις τάξεις) και θα «δέσει το γλυκό». Με αυτόν τον τρόπο, το υπουργείο Παιδείας επιτυγχάνει ουσιαστικά μια μετατροπή των ενδοσχολικών εξετάσεων του Λυκείου (προαγωγικές και από φέτος και απολυτήριες) σε άτυπες «πανελλήνιες», ενισχύοντας τον ανταγωνιστικό και εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος και ολοκληρώνοντας έναν «θωρακισμένο μηχανισμό αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του Λυκείου.
3. Η προσφορά των λεγόμενων «εκπαιδευτικών ομίλων»
Οι εκπαιδευτικοί όμιλοι της υπουργού Παιδείας μόνο καινοτομία δεν μπορούν να θεωρηθούν, καθώς στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο από τις σχολικές δραστηριότητες (πολιτιστικά προγράμματα κ.λπ.) που οι εκπαιδευτικοί αναλάμβαναν εδώ και χρόνια, με αυξημένη όμως, τώρα, γραφειοκρατία. Η υπουργός προσφέρει, αντί για μισθό, μόρια (ναι, μόρια!) και αυτό είναι το κομβικό σημείο της «νέας» αυτής «καινοτομίας» της υπουργού Παιδείας.
4. Η εισαγωγή καινούργιων ρόλων στην εκπαιδευτική μονάδα (μέντωρ και συντονιστής)
Πρόκειται για την εισαγωγή καινούργιων ρόλων στην εκπαιδευτική μονάδα, συγκεκριμένα του μέντορα και του ενδοσχολικού συντονιστή, με την οποία το υπουργείο θεσμοθετεί οργανόγραμμα ιδιωτικής επιχείρησης με manager και team managers! Με τους μέντορες, το ΥΠΑΙΘ δημιουργεί ομαδοποιήσεις και εξουσιαστικές βαθμίδες μέσα στα σχολεία, κόβοντας σε φέτες τούς συλλόγους των εκπαιδευτικών και αποδυναμώνοντας την όποια συνοχή τους, ενώ με τους ενδοσχολικούς συντονιστές επιχειρεί να βαθύνει τη «διαβάθμιση» - διάσπαση στο «σώμα» του συλλόγου διδασκόντων, «κατασκευάζοντας» έναν ακόμη πολιορκητικό κριό στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
5. Η εισαγωγή της ατομικής αξιολόγησης στα σχολεία
Μετά την προσπάθεια εισαγωγής της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας, την προηγούμενη χρονιά, τώρα το υπουργείο προετοιμάζει το έδαφος για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, εισάγοντας όλες τις προαναφερθείσες «καινοτομίες». Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση είναι το στρατηγικό εργαλείο αφενός για την κατηγοριοποίηση των σχολείων και αφετέρου για την ένταση του καθεστώτος χειραγώγησης και ομηρίας των εκπαιδευτικών και δραστικής ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Το μοντέλο της αξιολόγησης είναι δεμένο με ένα νήμα με τη λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας και την αποκέντρωση και οδηγεί με μεγάλη ένταση στα σχολεία πολλών ταχυτήτων, στην ταξική διαφοροποίηση στο ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου όπου εργαλειοποιείται ό,τι είναι μετρήσιμο, στην ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών, στην ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, η χημεία των οποίων αποδομεί τον δημόσιο χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Ολες αυτές οι πολυδιαφημιζόμενες καινοτομίες δεν είναι καθόλου «κενοτομίες», κοντολογίς τομές απόλυτα κενές παιδαγωγικού νοήματος. Είναι βολές πυροβολικού στο χαραγμένο εκπαιδευτικό σώμα, που επιχειρούν να αλλάξουν τα ανεμολόγια και τους ορίζοντες.
*****
Πολλαπλό βιβλίο: ο Δούρειος Ιππος της διαφοροποίησης και της επιχειρηματικής διείσδυσης
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η Υπουργική Απόφαση που ορίζει τη δημιουργία, συγκρότηση, λειτουργία και τεχνική υποστήριξη του Μητρώου Διδακτικών Βιβλίων (ΜΔΒ) και της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης Διδακτικών Βιβλίων (ΨΒΔΒ). Πρόκειται για τη διαδικασία παραγωγής του λεγόμενου πολλαπλού βιβλίου που είχε προαναγγείλει η Νίκη Κεραμέως από το 2020.
Τα επόμενα βήματα, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, είναι «η συγκρότηση Επιτροπής Κοστολόγησης, η έκδοση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η διαδικασία συγγραφής, στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν φυσικά πρόσωπα, ενώσεις φυσικών προσώπων, νομικά πρόσωπα ή ενώσεις νομικών προσώπων που θα έχουν εγκριθεί από το ΙΕΠ και η αξιολόγηση των βιβλίων προς ένταξη στο ΜΔΒ από επιστημονικές επιτροπές ανά γνωστικό αντικείμενο, με κριτήρια ποιότητας και χαρακτηριστικά επιστημονικής και παιδαγωγικής καταλληλότητας». Υστερα από αυτήν τη χρονοκαθυστέρηση, ένα μέρος των νέων σχολικών βιβλίων (πολλαπλό βιβλίο) θα είναι στα σχολεία, σε έντυπη μορφή, τον Σεπτέμβριο του 2025 (για το σχολικό έτος 2025-26).
Να το ξεκαθαρίσουμε ευθύς: το σχολικό βιβλίο έχει υπάρξει αντικείμενο πολλαπλών θλιβερών πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι το σχολικό βιβλίο, όπως και το σχολείο, δεν είναι υπόθεση μόνο παιδαγωγικής και διδακτικής, αλλά είναι και πολιτικοϊδεολογικό και κοινωνικό διακύβευμα ύψιστης προτεραιότητας.
Τόσο τα νέα Προγράμματα Σπουδών όσο και το «πολλαπλό βιβλίο» συνδέονται με ένα νήμα με τους νόμους που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια για το σχολείο: τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την Τράπεζα Θεμάτων, τα Εργαστήρια Δεξιοτήτων, την αξιολόγηση του σχολείου και του εκπαιδευτικού, τις εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης του μαθητή και την «ελληνική PISA». Στην πράξη, αυτό που προωθείται είναι μια «λίστα» βιβλίων, όπου θα συνυπάρχουν από τη μια βιβλία περισσότερο σύνθετα και «πλούσια» και από την άλλη βιβλία με στοιχειώδεις γνώσεις πάνω σε κάθε αντικείμενο. Με βάση αυτή τη «λίστα», οι εκπαιδευτικοί θα κληθούν ουσιαστικά να κατατάξουν τους μαθητές. Και αντί τελικά για την ουσιαστική άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του συνόλου των μαθητών, να προσαρμόσουν το μάθημα στο επίπεδο κάθε τάξης, συντηρώντας, αναπαράγοντας και εντείνοντας τις μορφωτικές ανισότητες.
Παράλληλα, ουσιαστικά και τυπικά, όπως σωστά επισημαίνει ο καθηγητής Παιδαγωγικής Γιώργος Μαυρογιώργος, το μοναδικό σχολικό βιβλίο, βέβαια, αντικαθίσταται, πάλι από ένα! Μιλάμε για την «πολλαπλή ηχώ» της ίδιας άποψης, διαμεσολαβημένης με άλλα λόγια και άλλα διδακτικά σχεδιαγράμματα. Μόνο που βαφτίζεται «πολλαπλό» όχι γιατί είναι εργαλείο πολλαπλών χρήσεων ή πολλαπλών αναγνώσεων, αλλά επειδή θα παρέχεται η δυνατότητα επιλογής ενός σχολικού εγχειριδίου ανάμεσα από περισσότερα (πέντε;) εγκεκριμένα. Το μόνο «νέο» δεδομένο είναι ότι «επιτρέπεται»(!) η συνδυασμένη χρήση και άλλων εγκεκριμένων ψηφιακών βιβλίων.
Αθέατες όψεις
Με τη φορεσιά του «μοντέρνου» και του «ψηφιακού εκσυγχρονισμού», μέσα από τη λεγόμενη «αυτονομία», προωθούνται μια σειρά από αλλαγές στο σώμα της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μια βασική στόχευση, στο πλαίσιο αυτό, είναι η διάλυση του ενιαίου αναλυτικού προγράμματος σπουδών με τη θέσπιση του «πολλαπλού βιβλίου», φορτώνοντας την ευθύνη της επιλογής στους εκπαιδευτικούς. Τα σχολικά βιβλία έχουν μπει στο στόχαστρο της κυβέρνησης και του ΥΠΑΙΘ με διπλό τρόπο: και ως προς το περιεχόμενο (προγράμματα σπουδών) και ως προς την έκδοση και διανομή τους. Αφορούν ακόμα έναν ζωτικό χώρο για την επιχειρηματική διείσδυση ιδιωτών και την αποκόμιση μεγάλων κερδών, καθώς περίπου 1,5 εκατομμύριο μαθητές και εκπαιδευτικοί εμπλέκονται με αυτά.
Είναι φανερό ότι η εισαγωγή του θεσμού του πολλαπλού βιβλίου στην πραγματικότητα έρχεται να χτυπήσει τον ενιαίο χαρακτήρα των αναλυτικών προγραμμάτων, ενώ την ίδια ώρα έρχεται να ανοίξει πεδίο μεγάλων κερδών για τους ιδιωτικούς φορείς.
Η θεσμοθέτηση του «πολλαπλού βιβλίου» είχε συζητηθεί στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής ξανά στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και δέκα χρόνια μετά, την περίοδο 2010-2011. Την περίοδο εκείνη η Αννα Διαμαντοπούλου και η τότε κυβέρνηση κατάργησαν τον Οργανισμό Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ) και τον αντικατέστησαν από τον φορέα ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών & Εκδόσεων (ΙΤΥΕ) – Διόφαντος. Μία από τις κύριες αρμοδιότητές του από την ίδρυσή του ήταν το λεγόμενο «ψηφιακό σχολείο», στο πλαίσιο του οποίου προωθούνται τα ηλεκτρονικά βιβλία. Ο στόχος ήταν η κατάργηση της διανομής βιβλίων και η χρήση του ηλεκτρονικού βιβλίου. Ωστόσο, οι πολιτικές ανακατατάξεις και οι αντιδράσεις έβαλαν τα σχέδια αυτά στο συρτάρι.
Τώρα, η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, με όχημα τις διακηρύξεις για την «κατάργηση του μονοπωλίου του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου», επιδιώκει να δώσει «σάρκα και οστά» στο ανεκπλήρωτο σχέδιο της Αννας Διαμαντοπούλου, που, για να είμαστε δίκαιοι, ήταν πιο μπροστά από την εποχή της στην προώθηση των πιο νεοφιλελεύθερων σχεδίων στην εκπαίδευση.
Πέρα από τους ποικίλους άλλους κινδύνους, ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλήρους εξάρτησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας από ψηφιακό υλικό. Είναι, όντως, σημαντική υπόθεση το σχολικό βιβλίο και η χρήση του στο σχολείο από εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες, αν λάβουμε υπόψη ότι, για πολλούς μαθητές/τριες από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, τα σχολικά βιβλία είναι τα κύρια, αν όχι τα μοναδικά έντυπα κείμενα με τα οποία έρχονται σε επαφή.
Από αυτή την άποψη, η πολυδιαφημιζόμενη πολλαπλότητα και η «απομάκρυνση από τη “βιβλιοκεντρική” προσέγγιση προς τη γνώση που είναι ψηφιακή με πολλαπλές πηγές» δεν αποκλείεται να δημιουργεί νέα εμπόδια σε μαθητές/τριες που δεν έχουν τις υλικές, τις κοινωνικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις για να ανταποκριθούν με επάρκεια στο «Νέο Σχολείο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου