Επανερχόμαστε στο μείζον -κατά τη γνώμη μας- ζήτημα της μη καθαρογραφής των αθωωτικών δικαστικών αποφάσεων, που ανέδειξε ο δικηγόρος Κώστας Παπαδάκης σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε χτες στις στήλες μας. Θα κάνουμε μερικές επισημάνσεις, οι οποίες έγιναν ήδη από τον Παπαδάκη, όμως ενδεχομένως να διέφυγαν της προσοχής, λόγω του μεγάλου όγκου των στοιχείων που παρέθεσε.
1. Προκαλεί εντύπωση η ταχύτητα με την οποία κινήθηκε ο κρατικός μηχανισμός, πράγμα που δεν το συνηθίζει όταν πρόκειται για δικαιώματα του ελληνικού λαού. Στις 4 Ιούνη του 2020 συγκλήθηκε η Ολομέλεια των δικαστών του Εφετείου Αθήνας, στις 21 Ιούλη του 2020 η εισήγησή της είχε γίνει δεκτή από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε από τις δύο αποφάσεις, τις οποίες παραθέτουμε στο τέλος. Αυτός ο απόλυτος συγχρονισμός οδηγεί σε σκέψεις για «συγκοινωνούντα δοχεία» και κονιορτοποιεί την αστική θεωρία περί «διάκρισης των εξουσιών» και «ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».
2. Σ’ αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι η σχετική υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ, αλλά είναι ένα δισέλιδο έγγραφο που απλά απεστάλη (κοινοποιήθηκε) στο Γραφείο του προέδρου του Αρείου Πάγου και στον πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Αθηνών. Αλήθεια, γιατί… ντράπηκε ο υπουργός να δημοσιεύσει την απόφασή του; Ρητορικό είναι το ερώτημα. Η απάντηση είναι προφανής: γιατί δεν ήθελε να μάθει ο νομικός κόσμος (και όχι μόνο) την έκταση που παίρνει η μη καθαρογραφή των δικαστικών αποφάσεων. Για τον ίδιο λόγο, όπως γράφει ο Παπαδάκης, χρειάστηκε να υποβάλει αίτηση για να πάρει αντίγραφο της απόφασης της Ολομέλειας των Δικαστών του Εφετείου Αθήνας, επικαλούμενος το έννομο συμφέρον που έχει, ως συνήγορος που παραστάθηκε σε σωρεία αθωωτικών αποφάσεων, τις οποίες ο δικαστικός μηχανισμός αρνείται να καθαρογράψει!
Υποθέτουμε βασιμότατα πως αν ζητούσαμε εμείς αντίγραφο αυτής της απόφασης, επικαλούμενοι το καθήκον μας προς ενημέρωση του ελληνικού λαού, θα παίρναμε αρνητική απάντηση, με το αιτιολογικό ότι δεν έχουμε έννομο συμφέρον! Γιατί, όμως, ένα δημόσιο έγγραφο, που θα έπρεπε να έχει δημοσιευτεί ώστε να είναι στη διάθεση κάθε πολίτη του ελληνικού κράτους, διατηρείται ως επτασφράγιστο μυστικό και για να λάβει κανείς γνώση του πρέπει να επικαλεστεί έννομο συμφέρον; Υπάρχει σ’ αυτό το έγγραφο κάποιο απόρρητο κρατικό μυστικό; Αστειευόμαστε. Μάλλον οι δικαστές που πήραν εν Ολομελεία τη σχετική απόφαση ντρέπονται γι’ αυτήν και δε θέλουν να πολυμαθευτεί. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση. Το ίδιο ισχύει και για την υπουργική απόφαση, η οποία επίσης δεν δημοσιεύτηκε.
3. Γιατί ανώτεροι δικαστές και υπουργός Δικαιοσύνης επέλεξαν να «θάψουν» τα πειστήρια της μεταξύ τους αγαστής συνεργασίας; Αν η συγκεκριμένη απόφαση (ως εισήγηση της Ολομέλειας του Εφετείου Αθήνας και στη συνέχεια ως απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης) απέβλεπε στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, όπως ισχυρίζονται, θα το διατυμπάνιζαν, δε θα το έκρυβαν. Υποτίθεται ότι η επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση του ελληνικού κράτους. Γιατί να μην διαφημίσουν τη συγκεκριμένη απόφαση, δικαστικός μηχανισμός και κυβέρνηση;
Γιατί, απλούστατα, δεν νοείται επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης με παραβίαση στοιχειωδών κανόνων δικαίου και δικαιωμάτων των πολιτών. Αν αυτή η απόφαση είχε δημοσιοποιηθεί το 2020, οι «Παπαδάκηδες» θα ξεσηκώνονταν αμέσως. Ενώ κάνοντας την απόφαση «αβαβά», εμπόδισαν αυτόν τον ξεσηκωμό. Οπως αναφέρει ο Κώστας Παπαδάκης, χρειάστηκε να «σκοντάψει» σε άρνηση καθαρογραφής αθωωτικής απόφασης, την οποία μάλιστα αποδεδειγμένα χρειαζόταν για να αντικρούσει ο αθωωθείς εντολέας του την πειθαρχική δίωξη που αντιμετωπίζει, για να ψάξει σε βάθος το θέμα και ν’ ανακαλύψει την «ανίερη» σύμπραξη δικαστικού μηχανισμού – κυβέρνησης σε βάρος δικαιωμάτων των πολιτών (και όχι μόνο).
Αν γινόταν γνωστό ότι οι ανώτεροι δικαστές ζήτησαν και η κυβέρνηση αποφάσισε να μην καθαρογράφονται οι ομόφωνες αθωωτικές αποφάσεις κι ακόμα ότι αυτό παρουσιάζεται ως μέτρο επιτάχυνσης στην απονομή της δικαιοσύνης, θα ακουγόταν ο λογικός αντίλογος: για να υπάρξει επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης πρέπει να προσληφθούν δικαστικοί υπάλληλοι. Κυβέρνηση και δικαστές, όμως, με τη σύμπραξη ή την προκλητική αδιαφορία άλλων φορέων, ακολούθησαν την τακτική «πονάει μάτι, κόβει κεφάλι»: δεν έχουμε υπάλληλους, ας μην καθαρογράφονται μια σειρά σημαντικές αποφάσεις.
4. Η συγκεκριμένη συνεδρίαση της Ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, όπως προκύπτει από το έγγραφο της απόφασης, συγκλήθηκε ad hoc, με μοναδικό θέμα τη διεύρυνση του πεδίου των αποφάσεων που δε θα καθαρογράφονται. Αυτό ήταν το μοναδικό θέμα συζήτησης. Ηταν μια διαδικασία «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε». Εγινε η εισήγηση, συμφώνησε ο εισαγγελέας, την ψήφισαν ομόφωνα οι δικαστές χωρίς καμιά συζήτηση, η συνεδρίαση έληξε!
Είναι προφανές ότι το ουσιαστικό πεδίο διεύρυνσης της μη καθαρογραφής είναι αυτό των ομόφωνων αθωωτικών αποφάσεων «στις οποίες η ποινική δίωξη έχει ασκηθεί αυτεπαγγέλτως και δεν υπάρχει παθών ή δεν έχει υποστηριχθεί κατηγορία». Ποιες είναι αυτές οι υποθέσεις; Κατά κανόνα οι υποθέσεις κρατικής καταστολής. Ορμάνε οι μπάτσοι σε μια διαδήλωση ή σε μια κατάληψη, πιάνουν κόσμο, τυλίγουν τους συλληφθέντες σε μια κόλλα χαρτί με τα μισά πλημμελήματα του Ποινικού Κώδικα και αρχίζει η δικαστική τους περιπέτεια.
Συχνά πρωτόδικα υπάρχουν καταδίκες, πολλές φορές χωρίς οι μπάτσοι να παραστούν στο δικαστήριο, αλλά με αντιδικονομική ανάγνωση των προανακριτικών καταθέσεών τους, που είναι «καρμπόν» καθώς τις κατασκευάζουν οι συνάδελφοί τους που αναλαμβάνουν την προανάκριση-εξπρές. Πολλές φορές, όμως, στο δεύτερο βαθμό, στο Εφετείο, οι κατηγορίες πέφτουν και οι συλληφθέντες αθωώνονται. Αυτές οι αποφάσεις, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ομόφωνες, δεν καθαρογράφονται. Γιατί; Λες και ντρέπονται οι δικαστές (όπως έγραψε ο Κ. Παπαδάκης), επειδή αθώωσαν κάποιους ανθρώπους που υπέστησαν την ταλαιπωρία της σύλληψης (κατά κανόνα μετά ξυλοδαρμού), της διανυκτέρευσης στα βρόμικα αστυνομικά κελιά, του αυτόφωρου, των αναβολών επειδή οι μπάτσοι δεν πήγαν να καταθέσουν, της πρωτόδικης καταδίκης χωρίς αποδείξεις.
Σαν να θέλουν να κρύψουν τις πομπές ενός ολόκληρου συστήματος κρατικής καταστολής, που ξεκινά από τη μπατσαρία, περνά από την εισαγγελία και καταλήγει σε ένα αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο. Η σύλληψη και η πρωτόδικη καταδίκη έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της δημόσιας διαπόμπευσης. Η αθώωση στο δεύτερο βαθμό δεν καθαρογράφεται καν!
Παραθέτουμε και πάλι τις συνέπειες, όπως ακριβώς τις αναφέρει ο Κ. Παπαδάκης:
Η στέρηση του δικαιώματος διατύπωσης του σκεπτικού και των πρακτικών της αθωωτικής ποινικής δίκης:
1) Παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας και το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην προσωπικότητα και στη δίκαιη δίκη, αφού αποστερεί στον – κατ’ αμάχητο τεκμήριο πλέον – αθώο τη δυνατότητα δημόσιας διατύπωσης της αθωότητάς του, όταν τα κατηγορητήρια, κλητήρια θεσπίσματα και παραπεμπτικά βουλεύματα, καθώς και οι τυχόν πρωτόδικες καταδικαστικές αποφάσεις παραμένουν εσαεί γραπτά με δυσμενές περιεχόμενο για αυτόν.
2) Εμποδίζει την πρόοδο της νομολογίας ιδίως σε φιλελεύθερες υπερασπιστικές δικαστικές αποφάσεις και περιφρονεί το μόχθο των «συμπραττόντων των λειτουργών της δικαιοσύνης» δικηγόρων, που αυξάνεται ολοένα στις ποινικές δίκες με την επιμέλεια σύνταξης αυτοτελών ισχυρισμών, ενστάσεων, αντιρρήσεων, δηλώσεων και υπομνημάτων για καταχώριση στα πρακτικά. Εν τέλει εμποδίζει την πρόοδο της ίδιας της νομικής επιστήμης.
3) Κωλύει την άσκηση ένδικων μέσων εναντίον αθωωτικών αποφάσεων στο μέτρο που αυτή εξαρτάται από την καταχώρηση στο ειδικό βιβλίο, η οποία με τη σειρά της προϋποθέτει καθαρογραφή πρακτικών και σκεπτικού.
4) Κωλύει την άσκηση εννόμων δικαιωμάτων του αθωωθέντος εναντίον ψευδομαρτύρων ή ψευδομηνυτών, αφού αρνείται αδικαιολόγητα να τον εξοπλίσει με το αποδεικτικό στοιχείο που αποκαλύπτει το αληθές των ισχυρισμών του.
5) Καθιστά αδύνατη κάθε διαδικασία διόρθωσης ή συμπλήρωσης (άρθρου 145 Κ.Ποιν.Δ.).
6) Ματαιώνει τη λήψη της από οποιονδήποτε τρίτο έχοντα έννομο συμφέρον (άρθρο 147 Κ.Ποιν.Δ.).
7) Παραβιάζει τη δημοσιότητα της δίκης, αφού αυτή αναμφίβολα εκτείνεται και στη δημοσιοποίηση του σκεπτικού της αθωωτικής απόφασης, που δεν απαγγέλλεται ποτέ στο ακροατήριο.
8) Παραβιάζει τη δυνατότητα ελέγχου της αιτιολογίας της δικαστικής απόφασης τόσο από τον λαό όσο και από τα υπερκείμενα δικαστικά όργανα, αφού ο έλεγχος της αιτιολογίας προϋποθέτει αυτονόητα τη διατύπωση της.
9) Ανάβει πράσινο φως στη συγκάλυψη των αστυνομικών και κρατικών αυθαιρεσιών που κατά σύστημα οδηγούν σε αυτεπάγγελτες ποινικές διώξεις και ενισχύει την κρατική καταστολή αφού απαγορεύει στα θύματά της να αποδεικνύουν την αυθαιρεσία της.
10) Ενισχύει την αδιαφάνεια δικαστικών κρίσεων και την έλλειψη λογοδοσίας των δικαστών.
11) Οδηγεί σε σπατάλη τα χρήματα που δίνονται από το δημόσιο προϋπολογισμό για την ηχογράφηση και απομαγνητοφώνηση των πρακτικών των ποινικών δικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου