10 Απριλίου 2025

Προδημοσίευση του βιβλίου: «Ουκρανία – Το μεγάλο πλάνο, ακόμα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί», του Λεωνίδα Βατικιώτη, εκδόσεις "ΤΟΠΟΣ" (UPDATE)

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ «Ουκρανία – Το μεγάλο πλάνο, ακόμα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί»
Ακολουθούν ένα απόσπασμα από τον Πρόλογο  και αποσπάσματα μέσα από το βιβλίο του Λεωνίδα Βατικιώτη, «Ουκρανία – Το μεγάλο πλάνο, ακόμα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί» (εκδ. Τόπος

Το βιβλίο «Ουκρανία – Το μεγάλο πλάνο, ακόμα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί», είναι αποτέλεσμα μιας διπλής ανάγκης. Η πρώτη ήταν να παρουσιαστούν γεγονότα που ξεδιπλώνονται σε ένα μεγάλο βάθος χρόνου. Η επαγγελματική – δημοσιογραφική μου ενασχόληση με την Ουκρανία από την εποχή ακόμη της αποκαλούμενης «Πορτοκαλί Επανάστασης» το 2004 έδωσε την ευκαιρία να έχω στραμμένο το ενδιαφέρον μου σε αυτή την πυριτιδαποθήκη πολύ πριν τα δραματικά γεγονότα του πολέμου το 2022, ακόμη και του Ευρω- μεϊντάν το 2014. Το ιστορικό βάθος των εξεταζόμενων γεγονότων επέτεινε την ανάγκη μιας εκτενούς παράθεσης.

Η δεύτερη ανάγκη ήταν πιο πιεστική και αφορούσε τη σύνδεση γεγονότων και πολιτικών μακράς διάρκειας, που με την πρώτη ματιά φαίνονται ανεξάρτητες μεταξύ τους, όπως η λαμπρή ιστορία του Ντονμπάς, ο ουκρανικός φασισμός, το Σχέδιο του Νέου Αμερικανικού Αιώνα, η Πράσινη Μετάβαση της ΕΕ, οι πόλεμοι των αγωγών, ο πυρετός των σχιστολιθικών κι άλλα πολλά. Η σύνδεση όλων αυτών των γεγονότων σε ένα μεγάλο και συνεκτικό πλάνο επέτρεψε να ιδωθεί η Ουκρανία ως αυτό που εξελίχθηκε, μια μοναδική ευκαιρία κυρίως για τις ΗΠΑ!

Η Ουκρανία ακόμα κι αν δεν υπήρχε έπρεπε να εφευρεθεί, και εφευρέθηκε, για να πλήξει την Οκτωβριανή Επανάσταση μετά το 1917, για να αποσταθεροποιήσει τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» μετά το 1945, για να νομιμοποιήσει την άνοδο και την κανονικοποίηση του φασισμού στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, για να συμβάλει στην περικύκλωση της Ρωσίας, για να εντείνει τις κεντρομόλες δυνάμεις στο ΝΑΤΟ και να διευρύνει τον αριθμό των μελών του, για να αυξηθούν οι πολεμικές δαπάνες στην Ευρώπη και να εμφανιστεί ως αναγκαία κι επιβεβλημένη η ανάδυση της ευρωπαϊκής πολεμικής οικονομίας, για να διακόψει την ενεργειακή συνεργασία της Ευρώπης με τη Ρωσία, για να διευκολύνει την ενεργειακή απόβαση των ΗΠΑ στην Ευρώπη, για να δώσει επιπλέον λόγο ύπαρξης στο ΔΝΤ, για να προσφέρει ασύλληπτα κέρδη στις αμερικανικές κυρίως πολυεθνικές του πολέμου, της αγροδιατροφής και άλλων, για να εμφανίσει ως δικαιολογημένη τη λογοκρισία, τις απαγορεύσεις, τη ρωσοφοβία κι άλλα πολλά.

Η εν πολλοίς προαναγγελθείσα, στη διάρκεια της αμερικανικής προεκλογικής περιόδου, αλλαγή στάσης του Τραμπ στο Ουκρανικό από τον Ιανουάριο κιόλας του 2025 υπογράμμισε τη συνέχεια κι όχι την αναθεώρηση των αμερικανικών προτεραιοτήτων. 

Εκ πρώτης όψεως ο χαρακτηρισμός από τον «νέο» Αμερικανό πρόεδρο του Ζελένσκι ως δικτάτορα, ο αποκλεισμός του από τις διαπραγματεύσεις ειρήνης και η απόρριψη του ενδεχομένου ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, κρίθηκαν ως στροφή 180 μοιρών εκ μέρους του Λευκού Οίκου. Στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια υποδειγματικά ρεαλιστική προσαρμογή στις (στρατηγικά δυσάρεστες, αλλά τακτικά επιτυχείς) πραγματικότητες που δημιουργήθηκαν στα πεδία των μαχών επί τρία τουλάχιστον ολόκληρα χρόνια. Κι αυτή η πραγματικότητα είχε στην προμετωπίδα της τη στρατιωτική επιτυχία της Ρωσίας όπως βεβαιώνει η σταθερή, παρότι αργή και αιματηρή, προέλασή της προς τα δυτικά όλο το 2024 και στις αρχές του 2025. Η βιασύνη των ΗΠΑ να επιβάλλουν ειρήνη αποσκοπούσε στη διακοπή της ρωσικής προέλασης, την εξοικονόμηση πόρων, τη διάσωση του κύρους των Δυτικών και την αποζημίωσή τους για τα ποσά που δάνεισαν στην Ουκρανία. Στον αντίποδα, η στάση αναμονής του Ζελένσκι και των Ευρωπαίων, ενώ κάθε μέρα έχαναν εδάφη στην ανατολική Ουκρανία, υπαγορευόταν από ένα σχέδιο συνέχισης του πολέμου επ’ αόριστον, για να παραταθούν οι παραγγελίες πολεμικού υλικού και η επίκληση του ρωσικού μπαμπούλα και συνακόλουθα να δικαιολογείται ο επανεξοπλισμός της Ευρώπης.

Ο αμερικανικός στρατηγικός στόχος στρατιωτικής συντριβής, εθνικού κατακερματισμού και οικονομικής αποσύνθεσης της Ρωσίας, όπως επιδιώχθηκε με έναν καταιγιστικό συνδυασμό στρατιωτικών, διπλωματικών και οικονομικών μέσων, απέτυχε. Τόσο οι προβλέψεις του Ζελένσκι για πολιορκία της Μόσχας όσο και εκείνες Δυτικών πολιτικών για μετατροπή της Ρωσίας σε Βόρεια Κορέα, λόγω της οικονομικής απομόνωσης, αποδείχθηκαν ευσεβείς πόθοι. Από την άλλη, ο στόχος των ΗΠΑ να διαρρήξουν τους χρόνιους ενεργειακούς δεσμούς της Ευρώπης με τη Ρωσία και να παραδώσουν την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου στους Αμερικάνους παραγωγούς, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ υπό τη διοίκηση του Τραμπ οδήγησαν στα άκρα την εκμετάλλευση της Ουκρανίας ως μέσο ενδυνάμωσης της θέσης τους, όπως ακριβώς έκαναν οι διοικήσεις Μπους, Ομπάμα και Μπάιντεν, με την πρόθεσή τους να οικειοποιηθούν τα ορυκτά της Ουκρανίας. Η ανακοίνωση του Τραμπ ότι με τις σπάνιες γαίες και τα κρίσιμα μέταλλα της Ουκρανίας θα αποπληρωθεί η αμερικανική «βοήθεια» αναιρεί μεν το γράμμα των συμφωνιών υπό τις οποίες χορηγήθηκε, αλλά συμπλέει πλήρως με τον άνισο, εκμεταλλευτικό και ιμπεριαλιστικό τους χαρακτήρα. Κι επί Τραμπ, επομένως, η Ουκρανία ακόμα κι αν δεν υπήρχε έπρεπε να εφευρεθεί για να καλυφθούν οι ανάγκες της αμερικανικής παραγωγής υψηλής τεχνολογίας για σπάνιες πρώτες ύλες. Σε κάθε περίπτωση οι αξιώσεις των ΗΠΑ από την Ουκρανία αποδεικνύουν πόσο απρόβλεπτα επικίνδυνη και ποικιλότροπα βλαβερή είναι η συμμαχία κάθε κράτους μαζί τους.

Παράλληλα, ο αποκλεισμός της Ευρώπης από τις διαπραγματεύσεις ειρήνης με απόφαση του Τραμπ, από τη μια, επισφράγισε τον υποβιβασμό της στο πλαίσιο του οικονομικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ. Το «συμπαγές και αδιάρρηκτο αντιρωσικό μέτωπο» της νεοφιλελεύθερης Δύσης και οι όρκοι πίστης στις αρχές και τις αξίες της «βορειοατλαντικής συμμαχίας» αποδείχτηκαν κενά περιεχομένου και θανάσιμη παγίδα για την Ευρώπη, καθώς συγκάλυψαν μια λεόντειο συμφωνία στο πλαίσιο της οποίας η ΕΕ ανέλαβε το κόστος και οι ΗΠΑ τα κέρδη του πολέμου.

Από την άλλη, ο οικονομικός αποκλεισμός της ΕΕ επιτάχυνε τις αντιδραστικές αλλαγές που συντελούνται στο εσωτερικό της, με κυριότερη τη στροφή στην πολεμική οικονομία σε βάρος των κοινωνικών δαπανών.

Η μέθοδος στην οποία στηρίχθηκε το παρόν βιβλίο ήταν της μελέτης και διασταύρωσης πηγών (εφημερίδες, πολιτικά και λογοτεχνικά βιβλία, εκθέσεις οργανισμών, ντοκιμαντέρ, αξιόπιστα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης), της επιτόπιας έρευνας και των προσωπικών συζητήσεων – συνεντεύξεων με ανθρώπους που διαθέτουν εξειδικευμένη γνώση του πεδίου.

Το βιβλίο αποτελείται από τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος περιγράφονται τα γεγονότα στην Ανατολική Ευρώπη από τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991 ως τα δραματικά γεγονότα του Ευρωμεϊντάν το 2014. Το δεύτερο μέρος εστιάζει στην ιστορία της περιοχής. Το τρίτο μέρος περιγράφει τα γεγονότα και τις δυνάμεις που οδήγησαν από το Ευρω-μεϊντάν το 2014 στον πόλεμο του 2022, αναδεικνύοντας τον ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Το τελευταίο μέρος εστιάζει στις αλλαγές που οδήγησαν στον πόλεμο και στις αλλαγές που αυτός πυροδότησε με τη σειρά του, με επίκεντρο την ενέργεια, το ΔΝΤ, τις σχέσεις της Ευρώπης με την ΕΕ, τον ρόλο της Ελλάδας και, τέλος, τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό.

Από την αρχή μέχρι το τέλος, κάθε κεφάλαιο επιχειρεί να απαντήσει σε συγκεκριμένα ερωτήματα τα οποία καθόρισαν τη δομή και το περιεχόμενο που επελέγη οδηγώντας σε μια συνολική ερμηνεία.

Ακολούθως, ξεχωρίζω τουλάχιστον ένα ερώτημα για κάθε κεφάλαιο (στην πράξη ήταν περισσότερα, ενίοτε πολλά περισσότερα). Πρώτο, με ποιον τρόπο η «συμφωνία» για τη διάλυση της ΕΣΣΔ ευνόησε την αμερικανοκρατία; Δεύτερο, ποιοι ήταν οι κερδισμένοι από τη «χαμένη δεκαετία» του Γιέλτσιν στη Ρωσία; Τρίτο, ποιο ήταν το ζητούμενο των έγχρωμων επαναστάσεων στην Ανατολική Ευρώπη; Τέταρτο, τι σηματοδότησε στον ρωσοαμερικανικό ανταγωνισμό η παράδοση της σκυτάλης από τον Γιέλτσιν στον Πούτιν; Πέμπτο, ποιος υποκίνησε την «Πορτοκαλί Επανάσταση» στο Κίεβο το 2004; Έκτο, με ποιον τρόπο συνέβαλε η ΕΕ στην έκρηξη των αντιθέσεων της Ουκρανίας; Έβδομο, ποιοι σκότωσαν ποιους στη σφαγή του Μεϊντάν; Όγδοο, πώς αποτυπώθηκαν οι εθνικοί και πολιτικοί διχασμοί της Ουκρανίας στα εκλογικά αποτελέσματα; Ένατο, πώς εξηγείται η ταύτιση των κατοίκων της Κριμαίας με τη Ρωσία; Δέκατο, πώς θεμελιώνεται ιστορικά η μοναδικότητα του Ντονμπάς; Ενδέκατο, ο φασισμός στην Ουκρανία είναι συγκρίσιμος με τον ελληνικό, όπως γράφει ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ, ή κάτι μοναδικό και σοβαρότερο; Δωδέκατο, ποιες αιτίες οδήγησαν στους μαζικούς θανάτους που αποδόθηκαν στον Στάλιν και περιγράφηκαν με τον όρο Γολοντομόρ; Δέκατο τρίτο, με ποιους τρόπους το καθεστώς του Μεϊντάν οδήγησε στον πόλεμο του 2022; Δέκατο τέταρτο, με ποιον τρόπο το ΝΑΤΟ επιτάχυνε τις εξελίξεις; Δέκατο πέμπτο, πώς η πολεμική βιομηχανία υποστήριξε την επέκταση της αμερικανικής κυριαρχίας; Δέκατο έκτο, τι καθόρισε τη στάση της Ευρώπης απέναντι στον πόλεμο; Δέκατο έβδομο, πώς συνδέεται η ανακάλυψη των σχιστολιθικών εκμεταλλεύσεων στις ΗΠΑ με τη στρατηγική της έντασης στην Ουκρανία; Δέκατο όγδοο, το ΔΝΤ ευνόησε ή εκμεταλλεύτηκε την Ουκρανία; Δέκατο ένατο, με ποιους τρόπους η Αθήνα εξυπηρέτησε τα αμερικανικά εμπρηστικά σχέδια; Τέλος, στο εικοστό κεφάλαιο δίνεται μια απάντηση στο ερώτημα του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, υπό το φως του πολέμου στην Ουκρανία.

Το κάθε ένα από τα είκοσι κεφάλαια μπορεί να διαβαστεί ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα. Στο τέλος κάθε κεφαλαίου παρατίθεται ένα QR Code και μια ηλεκτρονική διεύθυνση που επιτρέπουν τη μετάβαση σε ιστοσελίδες όπου έχουν συγκεντρωθεί οι πηγές κάθε κεφαλαίου, σχετικές αναρτήσεις Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και πολυμεσικό υλικό (βίντεο, φωτογραφίες). Στόχος είναι ο εμπλουτισμός του κειμένου με επιπλέον υλικό που επιτρέπει την περαιτέρω διερεύνηση κάθε θέματος.

Επιλέχθηκε μια δομή κι ένα περιεχόμενο που δεν εξαρτόνταν από την πορεία του πολέμου, την προέλαση ή την υποχώρηση της Ρωσίας, την αντεπίθεση της Ουκρανίας, την πλήρη ανάκτηση του ελέγχου στο μέτωπο από τη Ρωσία και το (όλο και περισσότερο) ορατό τέλος του πολέμου από το δεύτερο μισό κιόλας του 2024 σε συνάρτηση με τη διαφαινόμενη ήττα των Δημοκρατικών στις εκλογές του Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς. Το να γράψεις το 2024 για την Ουκρανία (οπότε και ολοκληρώθηκε το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της συγγραφής του παρόντος), ανεξαρτήτως της έκβασης του πολέμου, ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στην ολοκλήρωση αυτού του εγχειρήματος, που εξαρχής αποσκοπούσε να διερευνήσει τις βαθύτερες αιτίες και τις επιπτώσεις του πολέμου κι όχι να παραθέσει ή να αξιολογήσει την πορεία του. [...]

***

Ακολουθούν αποσπάσματα μέσα από το βιβλίο του Λεωνίδα Βατικιώτη «Ουκρανία – το μεγάλο πλάνο, ακόμα και αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος. 

[...] Η Ουκρανία οδηγείτο με μαθηματική βεβαιότητα στον πόλεμο ως αποτέλεσμα του ίδιου του πραξικοπήματος του 2014 και του μοντέλου ανάπτυξης που επελέγη.  

Οι ελπίδες κάποιων Ουκρανών ότι η βίαιη αποκοπή της χώρας τους από τη Ρωσία με το Ευρωμεϊντάν και η παράδοσή της στις ΗΠΑ, που τη μετέτρεψαν σε πειραματικό εργαστήριο, θα μπορούσε να τη μετατρέψει αν όχι σε παράδεισο επί της γης, τουλάχιστον σε παράδειγμα προς μίμηση (όπως είχε συμβεί στην πρώτη ψυχροπολεμική εποχή για χώρες πρότυπα ή βιτρίνες που δημιούργησε ο ανταγωνισμός Δύσης και Ανατολής) διαψεύστηκαν οικτρά. Οι υποσχέσεις του τότε Ευρωπαίου Επιτρόπου Διεύρυνσης Στέφαν Φούλε (Štefan Füle) ότι η σύνδεση της χώρας με την ΕΕ θα προσθέσει έξι(!) μονάδες μεγέθυνσης στο ΑΕΠ ετησίως αποδείχθηκαν εξαπάτηση. Οι άνευ προηγουμένου διεθνείς άμεσες χρηματοδοτήσεις και οι τεράστιες ξένες ιδιωτικές επενδύσεις δεν εγκρίνονταν για να εξασφαλιστεί η συναίνεση της κοινωνίας και του πολιτικού προσωπικού. Αυτά θεωρούνταν δεδομένα. Κρατικές χορηγίες και ιδιωτικές επενδύσεις της Δύσης αποδεσμεύονταν υπό την προϋπόθεση της ακραίας υποτίμησης τόσο των περιουσιακών στοιχείων όσο και της εργατικής δύναμης. Ζητούμενο δεν ήταν να εξασφαλιστεί η ευημερία ενός λαού (που μεθοδικά προετοιμαζόταν να γίνει σφάγιο), αλλά τα κέρδη των πολυεθνικών, που αντιμετώπισαν την Ουκρανία με μια αδηφαγία συγκρίσιμη με εκείνη των αποικιοκρατών. Ως αποτέλεσμα, η Ουκρανία μπορούσε να χαρακτηριστεί υπόδειγμα ανοικτής και διεθνοποιημένης οικονομίας, σύμφωνα με τα νεοφιλελεύθερα πρότυπα. 

Το 2021 το απόθεμα άμεσων ξένων επενδύσεων ανερχόταν στο 40% του ΑΕΠ (66 δις δολάρια σε ΑΕΠ 162 δις), εκ των οποίων το 74% προερχόταν από την ΕΕ (Κύπρος 33%, Ολλανδία 20%, Ελβετία 5%). 

Ως μέτρο σύγκρισης, την ίδια χρονιά στην Ελλάδα οι άμεσες ξένες επενδύσεις ανέρχονταν στο μισό του «ουκρανικού θαύματος». Παρ’ όλα αυτά η μετατροπή της Ουκρανίας σε υποκατάστημα του ευρωπαϊκού πολυεθνικού κεφαλαίου δεν απέτρεψε τον πόλεμο. 

Η Ουκρανία όδευε προς τον πόλεμο ακόμα κι αν η ίδια η πολιτική ηγεσία δεν το αντιλαμβανόταν όσο υλοποιούσε τη μία μετά την άλλη απαίτηση των ΗΠΑ και των ακραίων εθνικιστών που κυβερνούσαν την Ουκρανία. Στην αρχή η αναγνώριση επίσημης γλώσσας και στη συνέχεια η απαγόρευση των άλλων, στην αρχή η κατεδάφιση των αγαλμάτων του Λένιν και στη συνέχεια η «αγιοποίηση» του Μπαντέρα, στην αρχή η ίδρυση του Τάγματος Αζόφ και στη συνέχεια η εκχώρηση στην ηγεσία του του μονοπωλίου της κρατικής βίας, στην αρχή η επιβολή της τάξης στο ανυπότακτο Ντονμπάς και στη συνέχεια οι βολές πυροβολικού στο κέντρο της πόλης, μέχρι την πρόκληση του εμφυλίου και ούτω καθεξής. Ήταν μια πορεία διαρκούς διολίσθησης με προδιαγεγραμμένο τέλος που προσφέρεται για πολλαπλά συμπεράσματα σε όσες χώρες εξακολουθούν να θεωρούν τη συμπόρευση με τον ιμπεριαλισμό ως την ασφαλέστερη επιλογή για την εδαφική τους ακεραιότητα…[...]

***

[...] «Η Ουκρανία θα συμβολίζει για πάντα την άνοδο και την πτώση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα πλήγματα που δεν κατάφεραν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες όταν αυτό το μοναδικό στον κόσμο όχημα εισήγαγε τον νεοφιλελευθερισμό σε μια ολόκληρη ήπειρο, σύμφωνα με τον Βόλφγκανγκ Στρεκ (Wolfgang Streeck), τα πέτυχε η Ουκρανία. Η Ουκρανία, που ξεκίνησε το 2014 σαν ένα ακόμα τρόπαιο της νικηφόρας ως τότε προς ανατολάς διεύρυνσης μιας γερμανικής ΕΕ έμπλεης αυτοπεποίθησης, σε λιγότερο από δέκα χρόνια εξελίχθηκε σε θανατηφόρα παγίδα και αιτία της υποβάθμισης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού σε κέντρο ήσσονος σημασίας, όργανο κι εξυπηρετητή των ΗΠΑ, κάτι σαν τον Καναδά στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η παράπλευρη απώλεια σε έναν αχρείαστο πόλεμο. Θύτης και θύμα του πολέμου μοιάζει με τον άπληστο τζογαδόρο που στο ζενίθ της πολιτικής και οικονομικής του επιρροής, επένδυσε τα πάντα στο λάθος φύλλο. Και στον λάθος φίλο… Η Ουκρανία συμβολίζει για την Ευρώπη ιστορικής σημασίας αλλαγές, που μετασχηματίζουν εκ βάθρων τον σύγχρονο καπιταλισμό.

Η σχέση των Βρυξελλών με την Ουκρανία μπήκε σε μια θεσμική τροχιά το 2009 με την «Ανατολική Συνεργασία» που περιλάμβανε επίσης την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Λευκορωσία, τη Γεωργία και τη Μολδαβία. Επισημοποιήθηκε με τη «Συμφωνία Σύνδεσης» που υπογράφτηκε το 2014. Προηγήθηκε, η εμφάνιση της ΕΕ σαν σφήνας στον δανεισμό του Κιέβου από τη Μόσχα και η πυροδότηση του πραξικοπήματος του Ευρωμεϊντάν. Η παρότρυνση της Βικτόρια Νούλαντ προς τον Τζέφρι Πάιατ «Γάμησε την ΕΕ», περιγράφει πλήρως την υποβαθμισμένη, επικουρική κι εν τέλει ασήμαντη θέση των Βρυξελλών στο πλαίσιο της συνεργασίας τους με την Ουάσιγκτον, για την ανατροπή της εκλεγμένης κυβέρνησης του Γιανουκόβιτς. Έρχεται δε σε κραυγαλέα αντίφαση με την πρόσληψη της ΕΕ στη συνείδηση των «εξεγερμένων», που υποτίθεται ότι συγκρούστηκαν για χάρη της, εξ ου και το πρώτο συνθετικό του όρου Ευρωμεϊντάν. Η «Συμφωνία Σύνδεσης» με την Ουκρανία θα έστρωνε το χαλί στο όγδοο κύμα διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με όλα τα σημάδια να δείχνουν ότι θα ολοκληρωνόταν το ίδιο απρόσκοπτα όπως κι όλα εκείνα που ακολούθησαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993. Έτσι με την πλήρη ενσωμάτωση στη Δυτική θα είχαμε το «τέλος της Ανατολικής Ευρώπης», υπό την έννοια της εξαφάνισης της πολιτικής της ιδιαιτερότητας.

Η προθυμία του νέου καθεστώτος του Κιέβου να ενταχθεί στην ΕΕ με κάθε κόστος, στόχος που υποτίθεται ήταν ταυτόσημος της ευημερίας και επιβράβευση των συγκρούσεων που προηγήθηκαν, ώθησε τις Βρυξέλλες να θέσουν τέτοιους όρους ως προαπαιτούμενα που θα τους ζήλευε και το ΔΝΤ. Επιπλέον, η αυτοπεποίθηση του Βερολίνου ήταν τόσο μεγάλη, που νόμιζε ότι μπορούσε να επιβάλει τις πιο αντιδραστικές αλλαγές χωρίς να καταβάλλει κανένα πολιτικό κόστος.

Γερμανία και ΕΕ έκριναν ότι βρίσκονταν μπροστά στην ευκαιρία της ζωής τους και μπορούσαν να την αξιοποιήσουν ως το τέλος. Η αλήθεια είναι ότι μόλις λίγα χρόνια πριν στη «μαρτυρική αρένα» της Ελλάδας, κατά Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ (James Galbraith), η ΕΕ δεν δίστασε να ξεπεράσει το ΔΝΤ σε νεοφιλελεύθερο οίστρο. Στην Ουκρανία η ΕΕ απογείωσε τον κυνισμό της. Οι όροι της «Συμφωνίας Σύνδεσης» και των Συνοδευτικών Συμφωνιών ισοδυναμούσαν με νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα.

Αν από τη μεριά της ΕΕ ζητούμενο της ένταξης ήταν η πολιτική κάλυψη στην φιλοευρωπαϊκή και φιλοαμερικανική αστική τάξη, τα φθηνά εργατικά χέρια και οι άφθονες και φθηνές πρώτες ύλες, τα ζητούμενα της Ουκρανίας ήταν ολότελα διαφορετικά. Για την Ουκρανία ο 21ος αιώνας ήταν συνέχεια της τελευταίας δεκαετίας του 20ού· δεν σημαδεύτηκε από καμιά πολιτική ρήξη ή έστω τομή. Αν στην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη το 2000, κατά συμβατικό τρόπο, έθεσε ένα ουσιαστικό ή έστω τυπικό τέλος στην απερίγραπτη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας της δεκαετίας του 1990, στην Ουκρανία ακόμη και την πρώτη δεκαετία του 2000 η αστική τάξη συνέχισε να τρώει από τις σάρκες του «υπαρκτού». Η ακραία διαφθορά κατέτασσε μόνιμα τη χώρα σε μια από τις υψηλότερες θέσεις των αντίστοιχων διεθνών δεικτών. Ο χρηματισμός και η οικειοποίηση δημόσιων πόρων ήταν τόσο εκτεταμένα που ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ (Jean-Claude Juncker) απέκλεισε την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, δηλώνοντας τον Οκτώβριο του 2023 πως «όποιος είχε σχέση με τη χώρα αυτή ξέρει πως είναι διεφθαρμένη σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας».

Το κενό στην κοινωνική ευημερία που άφηναν οι ανύπαρκτες επενδύσεις το κάλυπτε η μετανάστευση και η παρακρατική βία των ολιγαρχών, οι οποίοι απολάμβαναν ασυδοσία που θα ζήλευαν ακόμα και οι φεουδάρχες της Μεσαιωνικής Ευρώπης. Σε αυτή τη δυστοπία (που κυριαρχούσε και επί του φιλο-ρώσου Γιανουκόβιτς και επί του φιλοαμερικανού Γιουστσένκο και των διαδόχων του) η επανίδρυση που υποσχόταν η ένταξη στην ΕΕ ισοδυναμούσε με μια βίαιη καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Σήμαινε κλείσιμο μη κερδοφόρων επιχειρήσεων, εισβολή πολυεθνικών και εξαγορά εγχώριων επιχειρήσεων, ανεργία, μείωση μισθών, ιδιωτικοποιήσεις. Ξέρουμε εμείς…». [...]

ΠΗΓΗ: Λεωνίδας Βατικιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου