Ο «Κέρβερος» που κατασπάραξε την «Αγάπη του Χριστού»
Τι μπορεί να επιφυλάσσει η έμμεση ή άμεση ιδιωτικοποίηση του δημόσιου ή μη κερδοσκοπικού ΕΣΥ
Kαθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαλύει με μανία το δημόσιο σύστημα υγείας, παραδίδοντας ένα ένα τα κομμάτια του στον ιδιωτικό τομέα, η ιστορία μιας αμερικανικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας νοσοκομείων, που είχε την ατυχία να πέσει στα χέρια των ιδιωτών επενδυτών του χρηματοοικονομικού τομέα και του real estate, είναι ενδεικτική τού τι μέλλει γενέσθαι και στη χώρα μας, αν το έργο αυτό συνεχιστεί.
Ο λόγος για τη Steward Health Care, πάλαι πότε μεγαλύτερο ιδιωτικό διαχειριστή νοσοκομείων στις ΗΠΑ, ο οποίος πτώχευσε τον περασμένο Μάιο υπό το βάρος μη βιώσιμου χρέους δισεκατομμυρίων δολαρίων που του φόρτωσαν ο γνωστός επενδυτικός κολοσσός ιδιωτικών κεφαλαίων (private equity) Cerberus Capital Management, η εταιρεία real estate και ιδιοκτήτρια των νοσοκομείων της Medical Properties Trust (MPT) και ο επί πολλά χρόνια διευθύνων σύμβουλός της, Ραλφ Ντε λα Τόρε.
Παρά το τεράστιο χρέος, παρά τις μεγάλες ζημιές που κατέγραφε επί χρόνια η Steward, οι Cerberus και Ντε λα Τόρε αποκόμισαν πριν από την πτώχευσή της κέρδη μεγαλύτερα του 1,3 δισ. δολαρίων. Η MPT, από την πλευρά της, διά της γνωστής μεθόδου καταλήστευσης «αγοράς- μίσθωσης», την οποία όλα τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια συνηθίζουν να αξιοποιούν, εισέπραξε επί σειρά ετών από την ενοικίαση των νοσοκομείων τεράστια ποσά, χρεώνοντας στη Steward υπερβολικά ενοίκια που αυτή δεν μπορούσε να αντέξει. Διατήρησε επίσης επί καιρό παράνομα κρυφή τη δεινή οικονομική κατάσταση της αλυσίδας προκειμένου να διατηρεί την αποτίμησή της και την ελκυστικότητα των τίτλων της.
Η λεηλασία ξεκινά το 2008, όταν η Caritas Christi Health Care (Caritas Christi= Αγάπη του Χριστού στα λατινικά), μια μικρή, καθολική μη κερδοσκοπική αλυσίδα νοσοκομείων στην πολιτεία της Μασαχουσέτης, που συνδέεται με την αρχιεπισκοπή της Βοστόνης και εξυπηρετεί ασθενείς χαμηλού εισοδήματος, προσλαμβάνει τον Ραλφ Ντε λα Τόρε για να ηγηθεί της οικονομικής της εξυγίανσης.
Επενδύσεις
Τα έξι νοσοκομεία της χρειάζονταν βελτιωτικές επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το συνταξιοδοτικό σύστημα του προσωπικού της ήταν σημαντικά υποχρηματοδοτημένο. Ο Ντε λα Τόρε, γιος Κουβανών μεταναστών, απόφοιτος καρδιοχειρουργός Χάρβαρντ και ΜΙΤ, με υψηλές επιχειρηματικές φιλοδοξίες, αναπτύσσει σχέδιο ιδιωτικοποίησης. Επειτα από μήνες διαπραγματεύσεων πωλεί την Caritas στη νεοϋορκέζικη Cerberus Capital Management, μια τεράστια εταιρεία ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων που βγάζει κέρδος σχεδόν από παντού, από λιανεμπόριο και την υψηλή τεχνολογία μέχρι τις υπηρεσίας υγείας.
Ο «Κέρβερος» κάνει δική του την Caritas με αντάλλαγμα επενδύσεις 895 εκατομμυρίων δολαρίων. Ως όχημα της εξαγοράς ιδρύει μια νέα κερδοσκοπική εταιρεία, τη Steward Health Care Systems LLC. Η Cerberus αποκτά μέσω αυτής σχεδόν πλήρη ιδιοκτησία της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των νοσοκομειακών λειτουργιών και της ακίνητης περιουσίας. Ο Ντε λα Τόρε αναλαμβάνει διευθύνων σύμβουλος της Steward και κρατά το 9% αυτής.
Δεδομένου ότι η Caritas ήταν μη κερδοσκοπική, το ποσόν που δαπάνησε η Cerberus για την εξαγορά έπρεπε να επενδυθεί για την εξόφληση του χρέους της, τη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού της προγράμματος, ενώ 400 εκατ. δολάρια όφειλαν να επενδυθούν για έργα βελτίωσης των τότε 6 νοσοκομείων της. Η Cerberus όφειλε επίσης, βάσει της συμφωνίας, να κρατήσει τα νοσοκομεία ανοιχτά για τρία χρόνια (αργότερα επεκτάθηκε σε πέντε), να μην πουλήσει ή μεταβιβάσει την ιδιοκτησία τους και να μη λάβει μερίσματα που θα κατέληγαν ως χρέος στα βιβλία της εταιρείας για τρία χρόνια.
Ο Ντε λα Τόρε βάζει τη Steward ωστόσο πολύ γρήγορα σε ένα πολύ διαφορετικό μονοπάτι από το μη κερδοσκοπικό μοντέλο που πρέσβευε η Caritas. Παρά το τριετές μορατόριουμ μη πώλησης των νοσοκομείων, ξεκινά αμέσως να πουλά κομμάτια τους. Μισθώνει χώρους ιατρείων της αλυσίδας για 99 χρόνια σε άλλη εταιρεία και εν συνεχεία τα επαναμισθώνει, πουλά δραστηριότητες στον τομέα των εργαστηριακών εξετάσεων και των κυτταρολογικών υπηρεσιών καθώς και αποκλειστικά δικαιώματα για τη θεραπεία νοσηλευόμενων ασθενών.
Επιδείνωση
Παρά την εκποίηση αυτών των περιουσιακών στοιχείων, παρά την «ένεση» μετρητών της Cerberus, η αλυσίδα δεν βελτιώνει τα οικονομικά της. Εκθεση του 2015 από το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα Μασαχουσέτης διαπιστώνει ότι η οικονομική κατάσταση της Steward είχε επιδεινωθεί από το 2012. Αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η Cerberus είχε επενδύσει μόνο 246 από τα συνολικά 400 εκατομμύρια δολάρια για επενδύσεις, ενώ δεν έβαλε σεντ για το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα των εργαζομένων. Δεν επένδυσε στην πραγματικότητα ποτέ το σύνολο των 895 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε υποσχεθεί.
Το επιχειρηματικό μοντέλο των private equity και οι γρήγορες αποδόσεις
Δεν θα έπρεπε βέβαια να περιμένει κανείς κάτι καλύτερο. Το επιχειρηματικό μοντέλο των εταιρειών private equity εστιάζει στην εξαγωγή γρήγορων αποδόσεων και δεν συνάδει με τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα που απαιτείται από τις επιχειρήσεις υγειονομικής περίθαλψης. Οι εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων βλέπουν τους οργανισμούς υγειονομικής περίθαλψης ως περιουσιακά στοιχεία που πρέπει να αγοραστούν και να πωληθούν. Δεν έχουν καμία σχέση με την αποστολή παροχής ανθρώπινης φροντίδας.
Ολα τα παραπάνω όμως ήταν μόνο η αρχή. Οταν το μορατόριουμ μη πώλησης των νοσοκομείων λήγει το 2015, ο Ντε λα Τόρε ξεκινά τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία που σφράγισε τη μοίρα της Steward. Πουλά στην MTP -εταιρεία που εστιάζει στην αγορά και μίσθωση νοσοκομειακής ακίνητης περιουσίας, προσελκύοντας τους επενδυτές της με την υπόσχεση των υψηλών εισπράξεων από τα μισθώματα -τα κτίρια και τα οικόπεδα των νοσοκομείων της Steward- και εν συνέχεια τα νοικιάζει! Διατυμπανίζει ότι η συναλλαγή θα απελευθερώσει κεφάλαια που θα χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση βασικών υπηρεσιών των νοσοκομείων της Steward. Η ΜΤΡ κάνει δικά της το 2016 τα 9 νοσοκομεία της Steward στη Μασαχουσέτη έναντι 1,2 δισ. δολαρίων. Εκ πρώτης όψεως, η συμφωνία δείχνει αμοιβαία επωφελής. Η μεν Steward δέχεται μια πολύτιμη ένεση μετρητών, ενώ η ΜΤΡ επεκτείνει το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της και αποκτά έναν ενοικιαστή που καταβάλλει υψηλά ενοίκια, κάτι που προσελκύει τους επενδυτές στις μετοχές της.
Ωστόσο στη συμφωνία υπάρχει κάτι που φαινομενικά δεν έχει νόημα. Το τίμημα που κατέβαλλε η ΜΤΡ είναι παραφουσκωμένο, περίπου 9 φορές μεγαλύτερο από αυτό που πλήρωσε το 2010 και το 2011 η Cerberus για τα ίδια ακίνητα. Σε μια περίπτωση, η MPT πλήρωσε για ένα νοσοκομείο στη Βοστόνη (Carney Hospital) 263 εκατομμύρια δολάρια, έναντι μόλις 12,5 εκατ. δολαρίων που είχε πληρώσει η Steward λιγότερο από μια δεκαετία πριν, όχι μόνο για την ακίνητη περιουσία του, αλλά συνολικά την επιχείρηση.
Το 2016 το εκτιμώμενο ετήσιο ενοίκιο ύψους 104 εκατ. δολαρίων για εννέα νοσοκομεία Steward ήταν ένα εκπληκτικό 75% επί της αρχικής τιμής που καταβλήθηκε για τα ίδια τα ακίνητα. Ως το 2019 τα ετήσια μισθώματα που εισέπραττε η ΜΤΡ ξεπερνούσαν τα 350 εκατ. δολάρια. Η συμφωνία δέσμευε επίσης τη Steward να καταβάλει αυτά τα ενοίκια για 30 χρόνια, ακόμη και αν τα νοσοκομεία έκλειναν. Οι υπερβολικές μισθώσεις αποτέλεσαν θανατική καταδίκη για τα νοσοκομεία, καθώς τα φόρτωσαν με τεράστιο χρέος. Από την άλλη πλευρά, τα χρήματα που μπήκαν από την αγορά αντί να επανεπενδυθούν κατέληξαν σε κερδοσκοπική επέκταση και μέσω διανομής τεραστίων μερισμάτων στους ιδιοκτήτες των Steward, Cerberus, Ντε λα Τόρε και διευθυντικής ομάδας. Το φορτίο χρέους του Steward τριπλασιάστηκε έτσι σε διάστημα ενός έτους. Μόλις τρεις μήνες μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας, η Steward κατέγραψε ζημία 300 εκατ. δολαρίων έναντι καθαρού κέρδους 116 εκατ. δολαρίων στην προηγούμενη χρήση της. Η αλυσίδα συνέχισε να καταγράφει ζημιές εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων όλα τα χρόνια μέχρι την πτώχευση της.
Πλιάτσικο στη μετοχή
Την ίδια περίπου περίοδο, από το 2016 έως το 2022, η MPT ευημερούσε. Η τιμή της μετοχής της υπερδιπλασιάστηκε και η εταιρεία διένειμε εις εαυτήν και μετόχους μερίσματα ύψους 3,2 δισ. δολαρίων. Πλήρωσε γι’ αυτά δε όχι με πραγματικές χρηματικές ροές αλλά με την έκδοση νέων μετοχών και χρέους. Και διασφάλισε την ελκυστικότητα των τελευταίων στο επενδυτικό κοινό με την προβολή των τεράστιων μισθωμάτων που εισέπραττε από τη Steward, αλλά και της ψευδούς εικόνας ότι η τελευταία ήταν οικονομικά υγιής.
Στην πραγματικότητα η ΜΤΡ εμφάνιζε υγιή τη Steward με τακτικές «ενέσεις» ρευστότητας που κατευθύνονταν στην απόκτηση νέων ακινήτων. Η Steward αγόραζε νοσοκομεία σε όλες τις ΗΠΑ με την ενθάρρυνση της MPT. Στο απόγειό της, θα λειτουργούσε 36 νοσοκομεία. Εως τον περασμένο Μάιο, που κήρυξε πτώχευση, εξακολουθούσε να διαχειρίζεται τα 31 σε οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ. Το μπαράζ αγοράς δεκάδων νοσοκομείων εκτόξευσαν το χρέος της Steward προς την ΜΡΤ και επιτάχυναν την πορεία της προς την αφερεγγυότητα.
Η ΜΤΡ από τα τέλη του 2017 καταχωρούσε τη Steward ως τη μεγαλύτερη πηγή εσόδων της. Αντιπροσώπευε το 27% των κερδών της παρόλο που η Steward δεν ήταν κερδοφόρα. Αυτήν την περίοδο οι μέτοχοι της τελευταίας απήλαυσαν μερίσματα εκατοντάδων εκατομμυρίων. Μόνο το 2016 οι Cerberus, Ντε λα Τόρε και ομάδα διαχείρισης της Steward εισέπραξαν μέσω των αμφιλεγόμενων «μερισμάτων ανακεφαλαίωσης» 789 εκατ. δολάρια.
Η συνολική τους «μπάζα» ξεπέρασε τα 1,3 δισ. δολάρια. Ενώ το χρήμα έρεε άφθονο στα ταμεία τους, τα νοσοκομεία της Steward κατέρρεαν. Η κάλυψη βασικών αναγκών των ασθενών ήταν πια αδύνατη. Σε αρκετά νοσοκομεία τα φορεία είχαν σπάσει, οι ανελκυστήρες ήταν εκτός λειτουργίας, η διανομή πόσιμου νερού γινόταν με δελτίο, τα φάρμακα είχαν τελειώσει. Υπάρχουν αναφορές για τουλάχιστον 15 θανάτους ασθενών εξαιτίας ελλείψεων εξοπλισμού ή προσωπικού. Δύο νοσοκομεία της Steward αναγκάστηκαν τελικά να βάλουν λουκέτο μετά την πτώχευση του Μαΐου, ενώ η τύχη δεκάδων άλλων παραμένει αβέβαιη. Στο Δελτίο Τύπου της πτώχευσης της Steward οι εκκρεμείς υποχρεώσεις της ξεπερνούσαν τα 9 δισ. δολάρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου