Refugees on a boat crossing the Mediterranean sea, heading from Turkish coast to the northeastern Greek island of Lesbos, 29 January 2016. |
Οι περιβαλλοντικές καταστροφές και η κλιματική αλλαγή είναι συχνά βασικές αιτίες που αναγκάζουν τους ανθρώπους να διασχίσουν τα σύνορα. Ωστόσο, οι άνθρωποι αυτοί δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες. Αυτό θα έπρεπε να αλλάξει.
Του Cristiano d’Orsi
Μετάφραση: Συντακτική ομάδα
Καθώς ο πλανήτης μας θερμαίνεται, βρισκόμαστε πιο συχνά αντιμέτωποι με έντονα καιρικά φαινόμενα, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, παρατεταμένες ξηρασίες και αλλοιωμένα οικοσυστήματα.
Αυτές οι περιβαλλοντικές μεταβολές επηρεάζουν άμεσα τα μέσα διαβίωσης των ανθρώπων, καταστρέφοντας τις καλλιέργειες και εξαντλώντας τις πηγές νερού. Κάνουν περιοχές που κάποτε ήταν κατοικήσιμες μη κατοικήσιμες.
Ως απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις, πολλά άτομα και κοινότητες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν αλλού ασφάλεια. Η συντριπτική πλειονότητα θα παραμείνει εντός των συνόρων της χώρας τους.
Για παράδειγμα, προβλέπεται ότι μέχρι το 2050 έως και 86 εκατομμύρια Αφρικανοί θα μεταναστεύσουν εντός της χώρας τους λόγω των καιρικών σοκ.
Ορισμένοι άλλοι, όμως, θα διασχίσουν τα σύνορα, θέτοντας το ζήτημα της ανάγκης διεθνούς προστασίας. Η πρόκληση, ωστόσο, είναι ότι οι άνθρωποι που διασχίζουν τα σύνορα λόγω καιρικών συνθηκών δεν χαρακτηρίζονται ως πρόσφυγες σύμφωνα με τους βασικούς νόμους και συμβάσεις.
Ο εκτοπισμός αυτός θα μπορούσε να οφείλεται σε αιφνίδια γεγονότα, όπως ηφαιστειακές εκρήξεις ή πλημμύρες, τα οποία αποτελούν άμεση απειλή για τη ζωή. Ή θα μπορούσε να οφείλεται σε αργά εξελισσόμενα γεγονότα, όπως η ερημοποίηση ή η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, τα οποία ενδέχεται τελικά να καταστήσουν τη ζωή αφόρητη.
Είναι δύσκολο να πούμε ακριβώς πόσους ανθρώπους επηρεάζει αυτό, επειδή πρόκειται για ένα πολύπλοκο θέμα. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι η διασυνοριακή μετανάστευση επηρεάζει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους κάθε χρόνο.
Για παράδειγμα, οι συνθήκες ξηρασίας το 2022, που επιδεινώθηκαν από την πολιτική ανασφάλεια και αστάθεια, ανάγκασαν τουλάχιστον 180.000 πρόσφυγες από τη Σομαλία και το Νότιο Σουδάν να μετακινηθούν σε τμήματα της Κένυας και της Αιθιοπίας.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, ο αριθμός των ανθρώπων που θα εκτοπιστούν λόγω καιρικών μεταβολών ή καταστροφών θα φθάσει έως και τα 1,2 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Ο τελικός αριθμός θα εξαρτηθεί από το πώς θα εξελιχθούν οι αλλαγές στο κλίμα.
Χωρίς το καθεστώς του πρόσφυγα, όσοι αναγκάζονται να μετακινηθούν πέρα από τα σύνορα λόγω καιρικών φαινομένων ενδέχεται να μην λάβουν πολύτιμη υποστήριξη. Ανάλογα με την εκάστοτε χώρα, η υποστήριξη μπορεί να περιλαμβάνει το δικαίωμα διαμονής και εργασίας, την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας ή εκπαίδευσης και το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης.
Μελετώ τη νομική προστασία των αιτούντων άσυλο, των προσφύγων, των μεταναστών και των εσωτερικά εκτοπισμένων στην Αφρική. Προτείνω να τροποποιηθούν οι διεθνείς νόμοι και συμβάσεις, ώστε να συμπεριλάβουν ρητά τους ανθρώπους που αναγκάζονται λόγω των καιρικών φαινομένων να μετακινηθούν πέρα από τα σύνορα. Χρειάζονται πλήρη προσφυγική προστασία.
Προσφυγικός καταυλισμός/Wikimedia Commons
Έλλειψη προστασίας
Προσφυγικός καταυλισμός/Wikimedia Commons
Διάφοροι νόμοι διασφαλίζουν την προστασία βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων. Τον πυρήνα του “προσφυγικού δικαίου” αποτελούν η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για τους πρόσφυγες –μια πολυμερής συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών που ορίζει ποιος είναι πρόσφυγας– και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967. Οι πρόσφυγες στην Αφρική προστατεύονται επίσης από τη Σύμβαση του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας (ΟΑΕ) του 1969.
Οι νόμοι αυτοί τους παρέχουν ασφαλές καταφύγιο, πρόσβαση σε δίκαιες διαδικασίες ασύλου και προστασία από τις διακρίσεις. Οι εσωτερικοί νόμοι πολλών αφρικανικών χωρών ενσωματώνουν αυτές τις διεθνείς αρχές. Αυτό προσφέρει νομικές εγγυήσεις και υποστήριξη στους πρόσφυγες, βοηθώντας τους να αναζητήσουν ασφάλεια και να ξαναχτίσουν τη ζωή τους.
Όπως αναφέρω σε πρόσφατη μελέτη μου, η πρόκληση με τη Σύμβαση για τους Πρόσφυγες είναι ότι αποκλείει τους ανθρώπους που είναι “θύματα λιμού ή φυσικής καταστροφής”, εκτός αν έχουν επίσης “βάσιμο φόβο δίωξης”.
Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που εγκατέλειψαν την Αιθιοπία μεταξύ 1983 και 1985 λόγω της ξηρασίας θα θεωρούνταν πρόσφυγες, επειδή φοβούνταν επίσης διώξεις από τη στρατιωτική δικτατορία υπό την ηγεσία του Mengistu Haile Mariam (Derg), η οποία περιόριζε σκόπιμα τις προμήθειες τροφίμων σε τμήματα της χώρας.
Ο οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών που είναι επιφορτισμένος με την παροχή βοήθειας και την προστασία των προσφύγων, η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), ακολουθεί τον ορισμό που προβλέπεται από τη Σύμβαση για τους Πρόσφυγες. Όπως το ίδιο πράττει και το Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες, ένα σχέδιο με πρωτοβουλία του ΟΗΕ για τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς οργανισμούς και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς.
Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι που εκτοπίστηκαν βίαια μόνο λόγω περιβαλλοντικών καταστροφών δεν δικαιούνται το καθεστώς του πρόσφυγα, αν και αξίζουν προσωρινή προστασία.
Στο εσωτερικό της Αφρικής, υπάρχει μια συζήτηση σχετικά με το αν η Σύμβαση για τους Πρόσφυγες του 1969 του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας (ΟΑΕ) περιελάμβανε αρχικά στον ορισμό των “προσφύγων” τους ανθρώπους που εκτοπίστηκαν από φυσικές καταστροφές.
Ορισμένοι επαγγελματίες πιστεύουν ότι το κάνει, αν και η στάση αυτή φαίνεται να περιορίζεται στις ανθρωπογενείς καταστροφές.
Όσον αφορά την εσωτερική νομοθεσία, μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει καμία αφρικανική χώρα που να αναγνωρίζει ως “πρόσφυγες” τους ανθρώπους που διαφεύγουν από φυσικές καταστροφές.
Υπάρχει, ωστόσο, κάποια κινητικότητα.
Οι άνθρωποι που διαφεύγουν από περιβαλλοντικές καταστροφές αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο από διεθνείς οργανισμούς. Για παράδειγμα, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες τους αναγνωρίζει ως ευάλωτη κατηγορία ατόμων που πρέπει να προστατεύονται. Έχει ευαισθητοποιηθεί για την κλιματική αλλαγή ως παράγοντα εκτοπισμού και για την ανάγκη να αντιμετωπιστεί η προστασία των ατόμων που εκτοπίζονται στο πλαίσιο των καταστροφών. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εργάζεται επίσης για την αντιμετώπιση των νομικών κενών που σχετίζονται με τον διασυνοριακό εκτοπισμό λόγω καταστροφών. Αλλά υπάρχουν ακόμη περισσότερα που πρέπει να γίνουν.
Τι πρέπει να αλλάξει
Στους ανθρώπους που εκτοπίζονται λόγω δυσμενών καιρικών εξελίξεων θα πρέπει να παρέχεται κάτι περισσότερο από προσωρινή προστασία. Αυτό θα απαιτήσει αλλαγές στους διεθνείς κανονισμούς και στους εθνικούς νόμους.
Για παράδειγμα, στη σύμβαση του ΟΑΕ του 1969 θα πρέπει να προστεθεί ένα πρωτόκολλο σχετικά με τον εκτοπισμό που προκαλείται από το κλίμα, ώστε οι εκτοπισμένοι που διασχίζουν τα διεθνή σύνορα να καλύπτονται νομικά.
* Για τον συγγραφέα: Ο Cristiano d’Orsi είναι λέκτορας και ανώτερος Ερευνητής στην Ερευνητική Έδρα Διεθνούς Δικαίου της Νότιας Αφρικής (SARCIL), Πανεπιστήμιο του Γιοχάνεσμπουργκ.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Conversation.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου