ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ. Ο ελληνικός 20ός αιώνας. Πόλις, 2019, σελ. 754 |
O ελληνικός 20ός αιώνας του Αντώνη Λιάκου
Ο ιστορικός Κωστής Καρπόζηλος διάβασε πρόσφατα τον Ελληνικό 20ό αιώνα με εργαλείο τη φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου, στο εξώφυλλο: μια παρέα παιδιών, το 1945 ή το 1946, κρατώντας μια κουβέρτα, πετάει έναν πιτσιρικά στον αέρα. Ανέδειξε, έτσι, τρεις συνισταμένες: μια γραφή ανάλαφρη (όπως το σώμα του παιδιού που αιωρείται), μια εξωστρεφή οπτική (το έργο κοιτάει στον διεθνή περίγυρο, όπως τα παιδιά στον ουρανό) και τους πρωταγωνιστές (όσους δεν άφησαν εμβληματικά ίχνη – ο 20ός αιώνας εκτόξευσε τα κατώτερα στρώματα).
Μπορούμε να διαβάσουμε εναλλακτικά το βιβλίο με οδηγό μια άλλη φωτογραφία, που προοριζόταν αρχικά για εξώφυλλο: συντηρητές ποζάρουν γελαστοί, καθισμένοι πάνω στο αέτωμα του ναού της Αθηνάς Νίκης στην Ακρόπολη. Θα ήταν, σκεφτόταν ο Λιάκος, ένα σχόλιο για το ότι «οι Ελληνες ατενίζουν το μέλλον καθισμένοι, ενδεχομένως χαλαρά, πάνω στο παρελθόν τους», ωστόσο η αρμόδια υπηρεσία, σε μια έκρηξη σοβαροφάνειας, αρνήθηκε την άδεια δημοσίευσης.
Πότε αρχίζει και πότε τελειώνει ο 20ός αιώνας; Δεν πρόκειται για ευφυολόγημα του τύπου «Τα παιδιά του Ζεβεδαίου ποιον είχαν πατέρα;», αφού, ιστορικά, τις εποχές δεν τις ορίζουν τα στρογγυλά νούμερα, αλλά μεγάλα γεγονότα και τομές. Ο Eρικ Χομπσμπάουμ έχει μιλήσει για τον μακρύ 19ο αιώνα (1789-1913) και τον σύντομο 20ό (1914-1991). Ο ελληνικός 20ός αιώνας του Λιάκου αρχίζει την πολεμική δεκαετία 1912-1922 (τη δεκαετία της «επανεκκίνησης» της χώρας) και τελειώνει το 2010, με την Κρίση.
Ο μέγας Μαρκ Μπλοχ πίστευε ότι η ιστορία δεν είναι η επιστήμη του παρελθόντος, αλλά των ανθρώπων μέσα στον χρόνο, που επιτρέπει όχι μόνο την κατανόηση του παρόντος μέσα από το παρελθόν, μα και του παρελθόντος μέσα από το παρόν. Στη γραμμή αυτή κινείται και Ο ελληνικός 20ός αιώνας. Μαθαίνουμε πολλά διαβάζοντάς τον, ωστόσο δεν πρόκειται για πανόραμα γεγονότων ή τοιχογραφία· έχουμε ένα έργο συνθετικό, καθώς ο συγγραφέας επιχειρεί να ιστορικοποιήσει –και όχι να εξιστορήσει– τον 20ό αιώνα.
Πρωταγωνιστές της αφήγησης είναι οι άνθρωποι στις ομαδώσεις και τις πολύπλοκες σχέσεις τους· με λίγα λόγια, η κοινωνία. Θα παρομοίαζα το έργο όχι με παράθυρο στον κόσμο, αλλά με ευαίσθητο φακό που εστιάζει και ζουμάρει διαφορετικά, πιάνοντας τις αποχρώσεις, τα μικρά που γίνονται μεγάλα. Ετσι, στη διαδρομή «1912-2010» αναδεικνύονται σε πρώτο πλάνο παράγοντες όπως το DDT και η πενικιλίνη (που εξάλειψαν την ελονοσία και τη φυματίωση), τα μεταναστευτικά ρεύματα και το δημογραφικό τοπίο, το διαδίκτυο. Και δεν αποφεύγονται τα «άβολα» θέματα: οι Τσάμηδες, η λεηλασία της περιουσίας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, το Μακεδονικό κ.ά.
Ο Λιάκος εξετάζει την Ελλάδα στο διεθνές πλαίσιό της – κάτι που λένε συχνά οι ιστορικοί, αλλά πιο δύσκολα το κάνουν. Υπερβαίνει μια ελληνοκεντρική αντίληψη, που αναζητάει εμμονικά την ιδιαιτερότητα, τις συμφορές και τους θριάμβους· η κοινωνία είναι κύτταρο σε μεταβολισμό με το περιβάλλον της, σημειώνει.
Ταυτόχρονα, δεν συμμερίζεται μια άκριτη αντίληψη εξάρτησης, «αποικίας» και μεταπρατισμού –ισχυρή στην ιστοριογραφία και τον δημόσιο λόγο–, αλλά βλέπει τις δυναμικές σχέσεις της Ελλάδας με τον περίγυρό της, που μπορεί να μεταβάλλεται με τον χρόνο: τη δεκαετία του 1910 το πλαίσιο εκτείνεται από τον Δούναβη έως τον Ευφράτη· στον Β΄ Παγκόσμιο ερχόμαστε κοντά στις πολεμικές εξελίξεις της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής· στη Μεταπολίτευση η Ευρώπη δίνει τον τόνο, ενώ τη δεκαετία του 1990 τα Βαλκάνια επανέρχονται ορμητικά στο προσκήνιο.
Η μελέτη προτείνει νέες προσεγγίσεις, κόντρα σε κοινούς –αλλά όχι αβάσιμους– τόπους της ιστοριογραφίας μας. Ετσι, δεν αντιμετωπίζει ενιαία τη δεκαετία 1940-1950, αλλά διαχωρίζει την Κατοχή από τον Εμφύλιο, καθώς εντάσσονται σε διαφορετικά Παραδείγματα και διεθνή πλαίσια (του συμμαχικού αγώνα και του Ψυχρού Πολέμου) και έχουν διαφορετική παγκόσμια σημασία (δευτερεύον «μέτωπο» η Ελλάδα στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου, όχι όμως και του Ψυχρού Πολέμου).
Ακόμα, αναδεικνύει τη Μεταπολίτευση ως τη μεγάλη τομή της μεταπολεμικής ιστορίας: είναι το τέλος του καθεστώτος διακυβέρνησης που εγκαθιδρύθηκε με τον Εμφύλιο, ένα «πανηγύρι της δημοκρατίας». Σημειώνω επίσης τη συμπερίληψη της περιόδου 1990-2010, για πρώτη φορά σε ιστορική μελέτη αν δεν κάνω λάθος, η οποία ορίζεται ως η εποχή της εσωτερίκευσης της παγκοσμιοποίησης στην Ελλάδα.
Η αφήγηση, ιδίως όσο πλησιάζουμε στο σήμερα, διανθίζεται με στίχους του Σαββόπουλου, του Ρίτσου και του Φοίβου Δεληβοριά, κομμάτια από μαθητικά γραπτά ή το μανιφέστο των Μπλερ - Σρέντερ. Δεν είναι τόσο ένας τρόπος για να καταστεί το κείμενο αντισυμβατικό και ελκυστικό, αλλά κάτι βαθύτερο: μια οπτική που δεν θεωρεί πηγές μόνο τα έγγραφα και τις στατιστικές, αλλά ότι ένας στίχος ή μια φράση («για την Ελλάδα, ρε γαμώτο!») μπορεί να μας βοηθήσει να μπούμε στη νοοτροπία μιας εποχής. Είναι κομμάτι της ίδιας αντίληψης που θεωρεί άξια λόγου και ερμηνείας ζητήματα που ξεφεύγουν από την κλασική ιστορική πραγμάτευση – είτε πρόκειται για στιγμές (η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών του 2004), δρώντες (οι ΜΚΟ) ή ένας ολόκληρος κόσμος (η LGBTQ).
Ο Αντώνης Λιάκος, από τα φοιτητικά του χρόνια, υπήρξε κατεξοχήν «ζώον πολιτικόν». Είναι κάτι εκ των ων ουκ άνευ για να κατανοήσουμε την προσέγγισή του, καθώς ο προβληματισμός του έχει σμιλευτεί από αυτό. Αλήθεια, πώς μπορεί να μιλήσει κανείς για πολιτική, συγκρούσεις, κινήματα, για την κοινωνία, αν παραμένει πεισματικά απέξω; Οπως έχει πει ο ίδιος, σχολιάζοντας το αν υπάρχουν ιστορικοί χωρίς ισχυρές πολιτικές απόψεις: «Σαν να ζητούσατε από έναν ιστορικό του ποδοσφαίρου, για να γράψει καλή ιστορία, να μην πηγαίνει στο γήπεδο ή να πηγαίνει ως ουδέτερος παρατηρητής!» (συνέντευξη στον Θοδωρή Αντωνόπουλο, Lifo, 4.1.2020).
Ο Ελληνικός 20ός αιώνας συνιστά ιστοριογραφικό και στοχαστικό επίτευγμα. Πατώντας πάνω στις κατακτήσεις της πρόσφατης ιστοριογραφίας μας, κατορθώνει κάτι ουσιώδες εν ανεπαρκεία: μια συνολική σύνθεση. Αυτή είναι η μεγάλη του συμβολή. Εχει ασφαλώς σημασία αν συμφωνούμε ή όχι με τις απόψεις του, αλλά ακόμα μεγαλύτερη οι ορίζοντες που ανοίγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου