58 νομικοί καταδεικνύουν και αναλύουν την εκτροπή που επιχειρεί η Κυβέρνηση:
Η ενάσκηση συνταγματικού δικαιώματος ως απείθεια κατά των νόμων;
Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, η Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης παρήγγειλε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, προκειμένου να διαπιστωθεί αν η τυχόν πρόσκληση της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης (ΕΝΙΘ), για συμμετοχή σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση την 17η Νοεμβρίου 2020, στοιχειοθετεί το αδίκημα της διέγερσης σε ανυπακοή, που προβλέπεται στο άρθρο 183 του Ποινικού Κώδικα.
Η συγκεκριμένη πρόσκληση της ΕΝΙΘ έλαβε χώρα σε μια κρίσιμη στιγμή για τα νοσοκομεία της πόλης και το προσωπικό που απασχολείται σε αυτά, το οποίο έχει δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί για τις συνθήκες εργασίας του, τα μέτρα που λαμβάνονται ή παραλείπονται, αυτά που έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν. Άλλωστε το δικαίωμα του συνέρχεσθαι αποτελεί δομικό στοιχείο της δημοκρατικής αρχής, αφού συνιστά μορφή άμεσης δημοκρατίας, τρόπο προβολής των θέσεων των μη κυρίαρχων ομάδων στο κοινωνικό σύνολο, και έκφρασης κριτικής και διαμαρτυρίας και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με κρατικά οργανωμένες εορταστικές παρελάσεις, στρατιωτικές ή μαθητικές. Η δε διαφύλαξή του αποκτά πρωταρχική σημασία ιδίως σε περιόδους κρίσεων, όπως αυτή που διανύουμε, οι οποίες είναι συνυφασμένες με σοβαρούς περιορισμούς των ατομικών ελευθεριών.
Για τη δυνατότητα ή μη κατάφασης ποινικής ευθύνης για την ως άνω συμπεριφορά, θα πρέπει αρχικά να εξεταστούν τα στοιχεία του αδικήματος της διέγερσης σε ανυπακοή αλλά και οι νόμιμοι περιορισμοί του δικαιώματος της συνάθροισης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 183 ΠΚ, «όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου προκαλεί ή διεγείρει σε απείθεια κατά των νόμων ή των διαταγμάτων ή εναντίον άλλων νόμιμων διαταγών της αρχής, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή με χρηματική ποινή».
Στην προκείμενη περίπτωση, ως «νόμος, διάταγμα ή άλλη νόμιμη διαταγή της αρχής», προφανώς νοούνται οι νομοθετικές εκείνες πράξεις που σχετίζονται με την απαγόρευση μιας δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, δηλαδή (α) οι διατάξεις του άρθρου 11 του Συντάγματος που κατοχυρώνουν το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και ορίζουν τις δύο μοναδικές περιπτώσεις απαγόρευσης δημοσίων υπαίθριων συναθροίσεων, (β) οι διατάξεις του εκτελεστικού του Συντάγματος άρθρου 7 παρ. 1 ν. 4703/2020 (Α΄ 131), και μόνον στο μέτρο που επαναλαμβάνουν τις συνταγματικές προβλέψεις, καθώς ο νόμος παρουσιάζει στο σύνολο του ευρύτερα ζητήματα αντισυνταγματικότητας, (γ) η από 06.11.2020 ΚΥΑ (Β΄ 4899) με την οποία επιβλήθηκαν «Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από το Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020 έως και τη Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020», μεταξύ των οποίων η απαγόρευση συναθροίσεων που όμως, κατά ρητή επιταγή της ιδίας ΚΥΑ, τελεί υπό «την επιφύλαξη των δημοσίων υπαίθριων συναθροίσεων του άρθρου 11 του Συντάγματος και του ν. 4703/2020 (Α΄ 131)» (άρθρο 1 παρ. 1 σημείο 1), και (δ) τυχόν απόφαση απαγόρευσης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, εκδοθείσα κατ’ άρθρο εξηκοστό όγδοο παρ. 2 της από 20.03.2020 ΠΝΠ (Α΄ 68) που κυρώθηκε με το ν. 4683/2020 (Α΄ 83) και προβλέπει ότι «Για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, είναι δυνατόν, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, να επιβάλλεται, για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, σε όλη την Επικράτεια ή σε ορισμένη μόνο περιοχή, απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων, στις οποίες συμμετέχει ένας ελάχιστος αριθμός ατόμων. Με την ίδια απόφαση μπορούν να προβλέπονται διοικητικά πρόστιμα σε περίπτωση παραβίασης της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου, υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής άλλων κυρώσεων που προκύπτουν από την κείμενη νομοθεσία».
Συνεπώς, ενδεχόμενη συνάθροιση πολιτών με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου, προκειμένου να αποτίσουν φόρο τιμής στα θύματα της εξέγερσης και να εκφράσουν τις θέσεις τους επί μείζονος και επίκαιρου κοινωνικού ζητήματος, δεν μπορεί να απαγορευθεί παρά μόνον για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 11 παρ. 2 εδ. β΄ του Συντάγματος και επαναλαμβάνονται στο άρθρο 7 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του ν. 4703/2020, ήτοι μόνον για την αποτροπή σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή. Ως εκ τούτου, η προαναγγελθείσα συνάθροιση των υγειονομικών και κάθε άλλης ομάδας πολιτών απολαμβάνει συνταγματικής προστασίας και δεν εμπίπτει στις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου είναι δυνατή σχετική απαγόρευση, γεγονός που αναγνωρίζεται ρητά και από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 σημείο 1 της ΚΥΑ περί επιβολής των έκτακτων μέτρων. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου εξηκοστού ογδόου της από 20.03.2020 ΠΝΠ που κυρώθηκε με το ν. 4683/2020 και προβλέπει τη δυνατότητα απαγόρευσης δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων για υγειονομικούς λόγους, είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική, και ως εκ τούτου, οποιαδήποτε απόφαση της διοίκησης περί απαγόρευσης δημόσιας συνάθροισης δυνάμει της διάταξης αυτής, είναι επίσης μη νόμιμη, ως ερειδόμενη σε αντισυνταγματική διάταξη.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρόσκληση συμμετοχής σε τέτοια δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, στο βαθμό που δεν εμπεριέχει και πρό(σ)κληση για την παραβίαση των υγειονομικών μέτρων περιορισμού της διασποράς του κορωνοΐου (όπως π.χ. προτροπές για μη χρήση μασκών, μη τήρηση αποστάσεων κ.ο.κ.), συνιστά πρόσκληση σε νόμιμη ενέργεια, και όχι σε απείθεια κατά των νόμων, διαταγμάτων ή νόμιμων διαταγών της αρχής. Τούτο διότι δεν υπάρχει σύμφωνος με το Σύνταγμα νόμος, διάταγμα, ή διαταγή της αρχής που να απαγορεύει τη συμμετοχή σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση για λόγους υγειονομικούς, μη προβλεπόμενους στο άρθρο 11 παρ. 2 εδ. β΄ του Συντάγματος. Σε κάθε δε περίπτωση, πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη στιγμή που γίνονταν οι επίμαχες δηλώσεις της Προέδρου της ΕΝΙΘ, δεν υπήρχε στο νομικό κόσμο ούτε η —κατά τα ανωτέρω αντισυνταγματική— απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ περί απαγόρευσης συναθροίσεων για τον εορτασμό της επετείου της 17ης Νοεμβρίου.
Ο τυχόν αξιόποινος χαρακτήρας μιας πράξης όμως καθορίζεται από τους κανόνες δικαίου, και όχι από τις δηλώσεις (αν)αρμοδίων Υπουργών.
Η περίοδος που διανύουμε είναι αναμφίβολα πρωτόγνωρη, με σημαντικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και με ορατό το ενδεχόμενο της κατάρρευσης του υποστελεχωμένου, υποεξοπλισμένου και διαρκώς υποχρηματοδοτούμενου συστήματος δημόσιας υγείας της χώρας. Στο πλαίσιο αυτά ο καθένας δύναται να συμφωνεί σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ή να διαφωνεί με τα μέτρα που λαμβάνονται, ενώ είναι κατανοητός ο φόβος και η διάχυτη ανησυχία. Παρά ταύτα, η απαγόρευση άσκησης κριτικής στην πολιτειακή εξουσία και η προσπάθεια πλήρους και απόλυτης κατάλυσης συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, θεμελιωδών για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, δεν θα πρέπει να γίνεται ανεκτή από κανέναν πολίτη. Τα ίδια έχουν ήδη κριθεί από το Διοικητικό Πρωτοδικείο του Αμβούργου (VG Hamburg 16.04.2020 – 17 E 1648/2020), το οποίο κηρύσσοντας την αντισυνταγματικότητα της απόλυτης απαγόρευσης των δημόσιων συναθροίσεων προς περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού, τόνισε ότι η ελευθερία του συνέρχεσθαι συνιστά βασική έκφανση της δημοκρατικής αρχής, και ότι κανονιστική πράξη που καταλύει την ελευθερία αυτή αντίκειται και στην αρχή της αναλογικότητας, διότι αντί της απαγόρευσης θα μπορούσε να εξασφαλίσει την άσκηση αυτής της θεμελιώδους ελευθερίας προβλέποντας ηπιότερους περιορισμούς, όπως λ.χ. η τήρηση αποστάσεων.
Πρέπει, επιπλέον, να σημειωθεί ότι σε μια περίοδο που η πολιτειακή εξουσία επικαλείται διαρκώς τον επιστημονικό λόγο για να πείσει για την αναγκαιότητα των περιοριστικών μέτρων και την ορθότητα των επιλογών της, η αντίθεσή της στην έκφραση επιστημονικού λόγου από τους κατ’ εξοχήν αρμόδιους ιατρούς και λοιπούς υγειονομικούς, αποτελεί τουλάχιστον παράδοξο. Η προσπάθεια στοχοποίησης και συκοφάντησης της Προέδρου της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης και ως εκ τούτου τρομοκράτησης και φίμωσης των νοσοκομειακών ιατρών που βγάζουν κραυγή αγωνίας και διαμαρτυρίας για τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν στα νοσοκομεία, την απουσία οποιασδήποτε στήριξης του ΕΣΥ κατά τους τελευταίους οκτώ μήνες και την παντελή έλλειψη στοιχειώδους σχεδιασμού — παρότι αναμενόταν το δεύτερο κύμα πανδημίας που ήταν γνωστό πως θα είναι ισχυρότερο από το πρώτο — καταδεικνύει τουλάχιστον την έλλειψη ψυχραιμίας στην κυβέρνηση. Καλώς ή κακώς, ο τρόπος αντιμετώπισης και διαχείρισης της πανδημίας αποτελεί κυβερνητική πολιτική που δεν είναι δυνατόν να παραμείνει άμοιρη κριτικής και διαμαρτυρίας.
Είναι περισσότερο σημαντικό από ποτέ, όλος ο νομικός κόσμος της χώρας να βρίσκεται σε επιφυλακή για τη διασφάλιση των συνταγματικών κεκτημένων αλλά και την αποφυγή εργαλειοποίησης της πανδημίας και τροπής της σε όχημα καθιέρωσης ενός διαρκούς καθεστώτος εξαίρεσης.
14 Νοεμβρίου 2020
Το παρόν συνυπογράφουν:
Ακριτίδου Όλγα, Δικηγόρος
Ανδρεάδης-Παπαδημητρίου Παύλος, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Αντωνίου Παναγιώτης, Ασκούμενος Δικηγόρος
Βαφείδου Αναστασία, Δικηγόρος, ΜΔΕ Εμπορικού Δικαίου ΑΠΘ
Βεργής Φώτης, Λέκτορας Νομικής, University of Manchester, ΜΔΕ Αστικού, Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου ΑΠΘ, L.LM. & PhD University of Cambridge
Βλάχος Γιάννης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ
Γεωργόπουλος Αβραάμ, Δικηγόρος, ΜΔΕ Αστικού και Εργατικού Δικαίου ΑΠΘ, Υπ. Διδάκτωρ Εργατικού Δικαίου ΑΠΘ
Γιαννακοπούλου Λυδία, Δικηγόρος
Δημοπούλου Μαρίνα, Δικηγόρος, ΜΔΕ Σύγχρονες Ιατρικές Πράξεις: Δικαιϊκή Ρύθμιση και Βιοηθική Διάσταση ΑΠΘ
Διάδος Κωνσταντίνος, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ
Καβαλλιεράτου Μαρία, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, ΜΔΕ Σύγχρονες Ιατρικές Πράξεις: Δικαιϊκή Ρύθμιση και Βιοηθική Διάσταση ΑΠΘ
Καλιάνης Στέφανος, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δικαίου Ε.Ε. ΑΠΘ
Καλογρίδη Αθηνά, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ
Καμπαγιάννης Θανάσης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου
Κανελλοπούλου Αφροδίτη, Δικηγόρος
Καραζαρίφης Θοδωρής, Δικηγόρος
Καρδασιάδης Αλέξανδρος, Δικηγόρος
Κατσιμένη Άννα-Μαρία, Δικηγόρος, ΜΔΕ Πολιτικής Θεωρίας και Φιλοσοφίας ΑΠΘ
Κομπατσιάρη Ελίζα, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Κόρος Δημήτρης, Δικηγόρος, Διδάκτωρ Σωφρονιστικής Πολιτικής Νομικής Σχολής ΔΠΘ
Κουρουνδής Χαράλαμπος, Δικηγόρος, Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ
Κουρτζής Κωνσταντίνος, Δικηγόρος
Κοψίδη Ευγενία, Δικηγόρος, Διδάκτωρ Νομικής Université d’Aix Marseille
Λαμπάκης Χρήστος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Λίμα Δάφνη, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, LL.M. University of Cambridge, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Λιναρδάκη Δήμητρα, Δικηγόρος
Λογοθέτης Γιώργος, ΜΔΕ Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας του Δικαίου ΑΠΘ
Λυκίδης Στέφανος, Ασκούμενος Δικηγόρος
Μανωλίδης Δημήτρης, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ
Μαυρούλης Αθανάσιος, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου ΔΠΘ
Μέλλιου Έλλη, Δικηγόρος, MA in Art, Law & Economy (Δι.Πα.Ε.)
Μήττας Μιχάλης, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Μοσχωρίτου Όλγα, Δικηγόρος
Μπαλωμενάκης Νίκος, Δικηγόρος
Νικολέας Νικόλας, Δικηγόρος, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου ΕΚΠΑ
Νταφόπουλος Δημήτρης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Ξένος Τάσος, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου ΕΚΠΑ
Ορφανίδης Μιχάλης, Δικηγόρος
Πανταζή Θεοδώρα, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ
Παπαδάκης Κώστας, Δικηγόρος
Παπαδόπουλος Αθανάσιος, Ασκούμενος Δικηγόρος
Παραφέλας Άκης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ
Πλιακογιάννης Δημήτρης, ΜΔΕ Αστικού, Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου ΑΠΘ
Σβαρνά Χριστίνα, Δικηγόρος
Σεραφείμ Αγγελική, Δικηγόρος
Σκουνάκη Αρετή, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών ΑΠΘ
Σούρλα Θεοδώρα, Δικηγόρος
Στεφανίδης Ευστάθιος, Δικηγόρος
Σώχαλης Νίκος, Δικηγόρος
Τόδη Νεκταρία-Μαρία, Ασκούμενη Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ
Τσαλουχίδη Ειρήνη, Ασκούμενη Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης ΑΠΘ
Τσιλιμίγκρα Ελένη, Ασκούμενη Δικηγόρος
Τσιρίδου Ινώ Αναστασία, Δικηγόρος, ΜΔΕ Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου ΑΠΘ
Τσούπης Ηλίας, Δικηγόρος
Φουτούλη Γιώτα, Ασκούμενη Δικηγόρος
Φουτούλη Μπέτυ, Δικηγόρος, ΜΔΕ Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής ΑΠΘ
Φράγκος Στέφανος, Ασκούμενος Δικηγόρος
Φώτη Αικατερίνη, Δικηγόρος
ΠΗΓΗ: Ημεροδρόμος
Σχετικό και το παρακάτω δημοσίευμα της Εφ.Συν.:
Ο Θ. Καμπαγιάννης αποδομεί την απόφαση για απαγόρευση συναθροίσεων
Με τέσσερα βασικά σημεία ο γνωστός δικηγόρος κάνει λόγο για αντιδημοκρατική εκτροπή και επισημαίνει ότι η απόφαση του αρχηγού της Αστυνομίας είναι εκτός νομιμότητας.
Ο Θανάσης Καμπαγιάννης, σε εκτενή δήλωσή του, υπογραμμίζει ότι «κάθε λέξη της αστυνομικής διαταγής είναι ένα ψέμα και μια προσβολή στις δημοκρατικές ευαισθησίες» και επισημαίνει «η κυβέρνηση και οι αστυνομικές αρχές στέλνουν το μήνυμα στους πολίτες ότι τα συνταγματικά κατοχυρώμενα δικαιώματά τους τελούν υπό την αίρεση ενός δαιδαλώδους, πολυπλόκαμου αυταρχικού πλαισίου, η ενάσκηση των οποίων ρυθμίζεται ανά ώρα από διαφορετικές απαγορεύσεις. Το μήνυμα είναι σαφές: ο χρόνος λήξης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης είναι απροσδιόριστος».
Δεν θα επιτρέψουμε την αντιδημοκρατική εκτροπή
Η γενική αναστολή του δικαιώματος του συνέρχεσθαι επί 4 ημέρες σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια με απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας (αριθμ. 1029/8/18, ΦΕΚ Β' 5046/14-11-2020) είναι αντίθετη σε κάθε έννοια δημοκρατίας και εκτός συνταγματικής νομιμότητας. Είναι απόφαση που δεν αντιστοιχεί σε δημοκρατικό κράτος δικαίου, αλλά σε αυταρχικό καθεστώς ή σε κατοχική αρχή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολιτεύεται πλέον ως αστυνομικό κράτος.
Κάθε λέξη της αστυνομικής διαταγής είναι ένα ψέμα και μια προσβολή στις δημοκρατικές ευαισθησίες του λαού μας.
- Η αναφορά στο άρθρο 11 του Συντάγματος (δικαίωμα συνέρχεσθαι) γίνεται καθαρά προσχηματικά, καθώς η παράγραφος 2 επιτρέπει γενική απαγόρευση μόνο για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Η παραπομπή στην ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 5 του Συντάγματος για “τη λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας” δεν μπορεί να παράσχει δικαιολογητική βάση γενικευμένης απαγόρευσης δημόσιων συναθροίσεων που ισοδυναμεί με προσωρινή αναστολή του άρθρου 11. Τέτοια δυνατότητα προβλέπεται στο Σύνταγμα μόνον δυνάμει του άρθρου 48 (Κατάσταση Πολιορκίας) με αυστηρές οριοθετήσεις (απόφαση Βουλής, δημοσίευση της απόφασης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας).
- Η αναφορά στην ΚΥΑ 71342/6-11-2020 αποσιωπά τη ρητή επιφύλαξη που αυτή προβλέπει για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις του άρθρου 11 του Συντάγματος και του ν. 4703/2020. Είναι τέτοια η κυβερνητική αμηχανία που η απόφαση απαγόρευσης δεν παραπέμπει καν στον ν. 4703/2020 (“νόμο Χρυσοχοϊδη”) που μετά βαϊων και κλάδων ψήφισε η κυβέρνηση (τον αναφέρει μόνον στο διατακτικό), αφού ούτε καν σ' αυτόν δεν περιλαμβάνεται νόμιμη δικαιολογητική βάση για την αποφασισθείσα απαγόρευση. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση προσπερνά την υποχρέωση που η ίδια έχει νομοθετήσει για “σύμφωνη γνώμη του Προέδρου Πρωτοδικών” σε περίπτωση απαγόρευσης επικείμενης δημόσιας συνάθροισης (άρθρα 7 και 10 παρ. 1 του ν. 4703/2020).
- Η αναφορά στην ΠΝΠ της 20/3/2020, άρθρο 68 παρ. 2, που προβλέπει “απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊου COVID-19... με απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ” δεν θεραπεύει την ως άνω αντισυνταγματικότητα, καθώς μία Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου δεν δύναται να υπερισχύει διατάξεων συνταγματικής περιωπής. Τουναντίον, εκθέτει τους συντάκτες τής αποφασισθείσας απαγόρευσης, καθώς θέτει ως προϋπόθεση της έκδοσης της αποφάσεως την γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της δημόσιας υγείας. Όμως η παρατιθέμενη γνώμη έχει ημερομηνία 4/11/2020 και αποτυπώθηκε νομικά στις διατάξεις της ΚΥΑ της 6/11/2020, στις οποίες δεν προβλεπόταν γενική απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων του άρθρου 11 του Συντάγματος.
- Η αναφορά στην τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση της χώρας και την ανάγκη εξειδίκευσης και αυστηροποίησης των ισχυόντων εκτάκτων μέτρων προστασίας είναι ένα παράθυρο για την γενικευμένη αναστολή διατάξεων του Συντάγματος για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, πέραν των 15 ημερών που τάσσει ως όριο το άρθρο 48 του Συντάγματος και της αυστηρά οριοθετημένης εκεί διαδικασίας για την έκδοση και παράταση μιας τέτοιας απόφασης.
Κατ' ουσίαν, η Βουλή υποκαθίσταται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και την Επιτροπή των Λοιμωξιολόγων, που τελούν υπό την άμεση εξουσία της κυβέρνησης και απέναντι στην οποία δεν απολαμβάνουν καμία ανεξαρτησία. Πρόκειται για ρεσάλτο της κυβερνητικής εκτελεστικής εξουσίας στις αρμοδιότητες της Βουλής και τους περιορισμούς που θέτει το Σύνταγμα.
Η ημερομηνία έκδοσης και ισχύος της απόφασης καθιστά προφανώς παράνομες όλες τις ενέργειες κρατικών λειτουργών (αστυνομία, κατά τόπο Εισαγγελίες, κλπ) στις 13 και 14 Νοεμβρίου, με τις οποίες παρενοχλήθηκαν ή διώχθηκαν πολίτες με αφορμή κάλεσμα συμμετοχής στις εκδηλώσεις της 17 Νοέμβρη. Η έκδοση της απόφασης έγινε, κατά το χρόνο της ηλεκτρονικής σφραγίδας του ΦΕΚ, δηλαδή στις 14 Νοεμβρίου και ώρα 18:45 (ασχέτως του αν αναγράφεται ως ημερομηνία έκδοσης η 13η Νοεμβρίου), ενώ η ισχύς της προσδιορίζεται από 15 Νοεμβρίου και ώρα 6:00. Συνεπώς, είναι νόμω αβάσιμες και παράνομες: η προκαταρκτική εξέταση που διέταξε η Εισαγγελέας Πρωτοδικών στη Θεσσαλονίκη κατά της ιατρού Προέδρου της ΕΝΙΘ Δάφνης Κατσίμπα, η προσαγωγή, σύλληψη και κράτηση 5 μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το μεσημέρι της 14ης Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη και η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τους, η κλήση σε εξέταση μέλους της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών και πλήθους πολιτών στην Καρδίτσα για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κοκ. Για τις ενέργειες αυτές των κρατικών λειτουργών, θα πρέπει να αναζητηθούν πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες.
Τέλος, όσον αφορά το χρονικό τέλος της αντισυνταγματικής ανωμαλίας που δημιουργεί η ως άνω απόφαση, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι ο ορισμός της χρονικής λήξης της την 18η Νοεμβρίου και ώρα 21:00 συμπίπτει με την έναρξη της απαγόρευσης κυκλοφορίας που είναι γενικά σε ισχύ καθ' άπασαν την επικράτεια από ώρα 21:00 έως τις 5:00 της επομένης. Πρόκειται για “κρατική ειρωνεία”: η κυβέρνηση και οι αστυνομικές αρχές στέλνουν το μήνυμα στους πολίτες ότι τα συνταγματικά κατοχυρώμενα δικαιώματά τους τελούν υπό την αίρεση ενός δαιδαλώδους, πολυπλόκαμου αυταρχικού πλαισίου, η ενάσκηση των οποίων ρυθμίζεται ανά ώρα από διαφορετικές απαγορεύσεις. Το μήνυμα είναι σαφές: ο χρόνος λήξης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης είναι απροσδιόριστος.
Η απόφαση της κυβέρνησης που αποτυπώνεται στην Απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ είναι δικαστικά ελεγκτέα. Για τους πολίτες και τις συλλογικότητες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος, η ελευθερία της συνάθροισης είναι θεμελιώδης και απαράγραπτη. Είναι συστατική του Συντάγματος, η δε κοινή νομοθεσία επιτρέπεται μόνο να τη ρυθμίζει και όχι να την περιορίζει αυθαίρετα. Σε κάθε περίπτωση, η αντίσταση σε κάθε σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας αποτελεί όχι απλώς δικαίωμα, αλλά συνταγματική υποχρέωση κάθε Έλληνα πολίτη, όπως αυτή διατυπώνεται στην ακροτελεύτια διάταξη (άρθρο 120) του Συντάγματος.
Θανάσης Καμπαγιάννης, δικηγόρος, μέλος Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με την “Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή”.
altersyros: Παραθέτουμε την κατάπτυστη απόφαση για ιστορικούς και μόνο λόγους:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου