Εξηγούμαστε: σύμφωνα με την Εκθεση του Stephen Ball και της Deborah Youdell του Ινστιτούτου της Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου του Λονδίνου («Η κρυφή ιδιωτικοποίηση στη δημόσια εκπαίδευση»), το μάνατζμεντ απόδοσης και ο ανταγωνισμός μεταξύ ιδρυμάτων έχουν πολλών ειδών επιπτώσεις στις σχέσεις, τόσο τις διαπροσωπικές όσο και μεταξύ των ρόλων (κάθετων και οριζόντιων) των εκπαιδευτικών στα σχολεία: πιο συγκεκριμένα, αύξηση των συναισθηματικών πιέσεων και εργασιακό στρες· αυξημένο ρυθμό και εντατικοποίηση της εργασίας· και μεταβολές στις κοινωνικές σχέσεις.
Στη χώρα μας οι συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις της περιόδου 2020-2022 έχουν ήδη δημιουργήσει τα στοιχεία της αυξανόμενης εσωτερικής αντιπαράθεσης μεταξύ των εκπαιδευτικών και της διοίκησης της εκπαίδευσης μέσα στον σχολικό χώρο. Παράλληλα είναι φανερό ότι η αντικατάσταση της ηθικής των υπηρεσιών από την ηθική του ανταγωνισμού προκαλεί «διάβρωση του χαρακτήρα» της εκπαίδευσης.
Το νέο δημόσιο μάνατζμεντ και οι πρακτικές που το συγκροτούν, προκαλούν αύξηση της παραγωγής διοικητικών εγγράφων και εκθέσεων και των υπηρεσιών υποστήριξης συστημάτων, καθώς και της χρήσης των συγκεκριμένων εργαλείων για τη δημιουργία αποδοτικών και συγκρίσιμων συστημάτων πληροφόρησης.
Αυτό έχει ως συνέπεια τόσο την αύξηση της επιτήρησης του έργου και των αποτελεσμάτων των εκπαιδευτικών όσο και ένα διευρυνόμενο χάσμα που αφορά τις αξίες, τους σκοπούς και τις οπτικές μεταξύ του διοικητικού προσωπικού, από τη μια πλευρά, το οποίο σπρώχνεται να εξαντλεί το ενδιαφέρον του πρωταρχικά για τις δημόσιες σχέσεις και τη διαχείριση των εντυπώσεων και, από την άλλη πλευρά, του διδακτικού προσωπικού, που ενδιαφέρεται πρωταρχικά για την υλοποίηση του αναλυτικού προγράμματος, τον έλεγχο της σχολικής τάξης, τις ανάγκες των μαθητών και την τήρηση αρχείων.
Οι πιέσεις του ανταγωνισμού μπορούν, επίσης, να επηρεάσουν τις μορφές της παιδαγωγικής οι οποίες χρησιμοποιούνται στην τάξη, δίνοντας όλο και μεγαλύτερη έμφαση στη «διδασκαλία για τις εξετάσεις» μέσω της μηχανικής απομνημόνευσης και της επανάληψης. Τα σχολεία ωθούνται να εισαγάγουν την προπαρασκευή των μαθητών σε δεξιότητες γραπτών διαγωνισμάτων και εξετάσεων, καθώς και μαθήματα εξάσκησης σε εξετάσεις.
Η εμπειρία της σχολικής τάξης που βιώνει ο μαθητής στενεύει και μειώνεται, ενώ ο εκπαιδευτικός γίνεται όλο και πιο εξαρτημένος από προσχεδιασμένα υλικά «στεγανά από τον εκπαιδευτικό», προκατασκευασμένα κρατικά προγράμματα, σχέδια αναλυτικών προγραμμάτων τα οποία ελέγχουν τον ρυθμό της διδασκαλίας και κατευθυντικές διδακτικές μεθόδους. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι οι λιγότερο έμπειροι εκπαιδευτικοί έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να υιοθετήσουν τέτοια προσχεδιασμένα σχήματα εργασίας και επομένως οι μαθητές σε σχολεία «χαμηλών εισοδημάτων» είναι εκείνοι που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοια καθεστώτα σχολικής τάξης.
Είναι φανερό ότι με τον Ν. 4823/2021 το υπουργείο Παιδείας αυξάνει ακόμη περισσότερο τις εξωδιδακτικές εργασίες και επιχειρεί να «μπαζώσει» το σύνολο του εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών. Παραμένει βεβαίως και ο φόρτος εργασίας που έχει ο εκπαιδευτικός μετά το τέλος του εργασιακού του ωραρίου στο σχολείο καθώς μεταφέρει αρκετή δουλειά στο σπίτι του.
Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι, σύμφωνα με την υφυπουργό Παιδείας Ζέττα Μακρή, δώδεκα πρόσθετες υπηρεσίες που συνδέονται με το γενικότερο εκπαιδευτικό έργο, μπορούν να ανατίθενται στους εκπαιδευτικούς από τα όργανα διοίκησης του σχολείου πέραν της διδασκαλίας. Ανάμεσα σε αυτές είναι και η εκτέλεση διοικητικών εργασιών, γεγονός που υπογραμμίζει ότι οι εκπαιδευτικοί αναγκάζονται να επιτελούν και πλήθος γραφειοκρατικών εργασιών.
Τις υπηρεσίες αυτές είχε απαριθμήσει η υφυπουργός σε έγγραφη απάντηση που έδωσε στη Βουλή αναφορικά με την προσφορά και άλλων υπηρεσιών που ανατίθενται από τα όργανα διοίκησης του σχολείου και συνδέονται με το γενικότερο εκπαιδευτικό έργο, όπως:
● η προετοιμασία του εποπτικού εκπαιδευτικού υλικού και των εργαστηριακών ασκήσεων
● η διόρθωση εργασιών και διαγωνισμάτων
● η καταχώριση-ενημέρωση της αξιολόγησης των μαθητών
● η συμμετοχή στην προετοιμασία και την πραγματοποίηση εορταστικών, αθλητικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων
● ο προγραμματισμός και η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου
● η επικοινωνία με δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου
● η συνεργασία με εκπαιδευτικούς που διδάσκουν στο ίδιο τμήμα ή που διδάσκουν τα ίδια γνωστικά αντικείμενα
● οι παιδαγωγικές συναντήσεις για την κατάρτιση ομαδικών ή εξατομικευμένων προγραμμάτων υποστήριξης συγκεκριμένων μαθητικών ομάδων ή μαθητών
● η επίβλεψη σχολικών γευμάτων
● η ενημέρωση των γονέων και κηδεμόνων
● η τήρηση βιβλίων του σχολείου και
● η εκτέλεση διοικητικών εργασιών.
Οι διαφορετικές επιδόσεις των σχολείων στη βάση μετρήσιμων δεικτών καθώς και η σχεδιαζόμενη «άρση των γεωγραφικών ορίων» και η «ελεύθερη επιλογή σχολείου» θέλουν να σπρώξουν τα δημόσια σχολεία σε έναν ανελέητο ανταγωνισμό προς «άγραν πελατών», από την οποία θα συναρτούν τη χρηματοδότηση και τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Σε ένα τέτοιο σχολείο «αυτόνομο», σε ένα τέτοιο σχολείο-επιχείρηση, δεν θα μπορούσε παρά αφενός να «κατασκευαστεί» μια μεγάλη -αριθμητικά- στρατιά στελεχών εκπαίδευσης και αφετέρου σχεδόν να καταργηθεί κάθε ουσιαστικός ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων και οι εκπαιδευτικοί του να μετατραπούν σε απλά εκτελεστικά όργανα των άνωθεν εντολών, χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα στο σχολείο.
Ενα τέτοιο σχολείο φυσικά δεν μπορεί να το διοικεί παρά μόνο ένας διευθυντής-δερβέναγας, με υπερεξουσίες, αξιολογητής και πειθαρχικός προϊστάμενος, ένας διευθυντής-επιθεωρητής της δεκαετίας του ’60 και παράλληλα μάνατζερ που προσομοιάζει στον ιδιοκτήτη-διευθυντή ιδιωτικής επιχείρησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου