Με αφορμή την ψήφιση τροπολογιών από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας στα τέλη του περασμένου Ιουλίου, σύμφωνα με τις οποίες οι μετοχές των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ επανήλθαν στο δημόσιο, όπως όριζε το Συμβούλιο της Επικρατείας, ζήτησα από τον δικηγόρο Αλέξανδρο Σαρηβαλάση ένα ιστορικό για τους δικαστικούς αγώνες που έχουν γίνει με σκοπό να εξασφαλιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας του νερού στη χώρα μας.

Πότε ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με το θέμα του δημόσιου χαρακτήρα του νερού;

Η δική μου ενασχόληση ξεκίνησε βασικά με το θέμα της μετοχικής σύνθεσης του ποιος είναι ο ιδιοκτήτης και ποιος διαχειρίζεται τις δύο μεγαλύτερες εταιρείες της δημόσιας επιχείρησης ύδρευσης της χώρας, δηλαδή την ΕΥΔΑΠ, από την οποία υδροδοτείται περίπου ο μισός πληθυσμός, 5.000.000 κάτοικοι και την ΕΥΑΘ, της δημόσιας επιχείρησης ύδρευσης της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης. Οι δύο αυτές εταιρείες ιδρύθηκαν ως ανώνυμες εταιρείες ωστόσο από το 1975 άρχισε η μετοχική σύνθεση να περιέρχεται στο ελληνικό δημόσιο και από το 1980 ήταν εξ’ ολοκλήρου δημόσιες, αφού είχαν δημιουργηθεί όλα τα βασικά δίκτυα ύδρευσης κτλ.

Πότε έγινε το πρώτο βήμα ιδιωτικοποίησης;

Ενώ μετά τη Μεταπολίτευση ουσιαστικά τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης ανήκαν στο ελληνικό δημόσιο, έστω υπό μορφή ανώνυμης εταιρείας, μετά τη δεκαετία του ’90, στην εποχή αυτή της δεκαετίας των ιδιωτικοποιήσεων τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, έγινε το πρώτο βήμα της απώλειας του δημόσιου ελέγχου στην διαχείριση του νερού. Το 1999 -2001, με Νόμο της τότε κυβέρνησης Σημίτη αποφάσισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να εισάγει την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο χρηματιστήριο. Προκειμένου να κατευναστούν οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης, ο Νόμος προέβλεπε ότι σε κάθε περίπτωση το δημόσιο θα κρατήσει τουλάχιστον την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου. Δηλαδή εκεί έγινε η πρώτη υποχώρηση. Ήρθε και είπε η κυβέρνηση Σημίτη βάζω τις δημόσιες εταιρείες στο χρηματιστήριο, επιτρέπω το μετοχικό κεφάλαιο να πάει στους ιδιώτες, αλλά τουλάχιστον διασφαλίζω ότι το 51% θα το έχει το ελληνικό δημόσιο, ώστε να ελέγχει τις εταιρείες. Όμως άπαξ και μια εταιρεία έχει μπει στο χρηματιστήριο προς διαπραγμάτευση με το 49% του κεφαλαίου ήδη έχει μπει στους κανόνες αγοράς. Ήδη ο δημόσιος έλεγχος έχει αποδυναμωθεί. Γιατί οι ιδιώτες έστω και με τη μειοψηφία του 49% έχουν και αυτοί δικαιώματα. Το πρώτο ρήγμα ήρθε ήδη τότε. Αλλά υπήρχε εκείνη η κόκκινη γραμμή ότι το ελληνικό δημόσιο θα κρατάει τουλάχιστον το 51%.

Μετά φτάνουμε στην εποχή των Μνημονίων;

Το 2011 ήρθε το πρώτο μνημόνιο και σύμφωνα με τον Νόμο 3986 που ιδρύθηκε το ΤΑΙΠΕΔ προβλέφθηκε ότι το σύνολο των δημοσίων επιχειρήσεων όλης της χώρας συμπεριλαμβανομένης της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ να μεταβιβαστούν σε ιδιώτες. Εκείνη τη στιγμή και επειδή με είχε πιάσει δεν ξέρω, ένας επαναστατικός οίστρος, ότι κάτι δεν πάει καλά, όχι επαγγελματικά αλλά με προσωπική πρωτοβουλία και με τη βοήθεια φίλων, έκανα αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Η αίτηση ακύρωσης ήταν εναντίον μιας υπουργικής απόφασης που μεταξύ άλλων όριζε τη μεταβίβαση των μετοχών της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο ΤΑΙΠΕΔ. Αποτέλεσμα ήταν η Ολομέλεια του ΣτΕ με τη 1906 του 2014 να εκδώσει μια απόφαση από τις ελάχιστες που πήγαν ενάντια σε μνημονιακές δεσμεύσεις. Με την απόφαση αυτή το ΣτΕ ακύρωσε τη μεταβίβαση στο ΤΑΙΠΕΔ και ακολούθως στους ιδιώτες και έκρινε ότι το νερό είναι φυσικό αγαθό, απαραίτητο για την επιβίωση και την προστασία της υγείας του ανθρώπου, έθεσε το νερό υπό την προστασία του συντάγματος, ορίζοντας ότι δεν μπορεί η πλειοψηφία του κεφαλαίου να μεταβιβαστεί σε ιδιώτη που λειτουργεί με γνώμονα το κέρδος. Κάτι τέτοιο έκρινε ότι θέτει σε αμφισβήτηση τη συνεχή, αδιάλειπτη και οικονομικώς προσιτή παροχή του νερού στους πολίτες. Έτσι το ΣτΕ έκανε μια νομική κατασκευή. Οι δικαστές στην πραγματικότητα φοβήθηκαν: εδώ τα ξεπουλάμε όλα, έστω να διασφαλίσουμε κάτι. Δεν νοείται να πάει και το νερό στους ιδιώτες που είναι ένα απόλυτο μονοπώλιο, ένα φυσικό αγαθό το οποίο είναι απαραίτητο κυριολεκτικά για την επιβίωση του ανθρώπου να το δώσουν και αυτό σε ιδιώτες. Ό,τι ασφαλιστική δικλείδα και να βάλεις, όπως έγινε και με την ενέργεια. Η ενέργεια απελευθερώθηκε ήδη με το κοινοτικό δίκαιο από τη δεκαετία του ’90. Έτσι το παρουσιάσανε στην αρχή ότι μην ανησυχείτε απελευθερώνεται η ενέργεια, θα υπάρχει ανταγωνισμός, θα υπάρχει Ρυθμιστική Αρχή ενέργειας που θα ελέγχει και όλα θα λειτουργούν καλά, ε, αν δει κανείς τα στατιστικά στοιχεία πού ήταν η τιμή του ρεύματος – δεν υπάρχει και θέμα ποιότητας, γιατί στο νερό υπάρχει και αυτή η ιδιαιτερότητα, έχει την ποιότητα, έχει την ποσότητα, έχει την επάρκεια έχει πολύ πιο σημαντικά πράγματα από το ρεύμα που είναι πολύ πιο επικίνδυνα – αλλά αν δούμε το ρεύμα πού ήταν οι τιμές πριν από 30 χρόνια που ήταν κρατικό μονοπώλιο και πού είναι σήμερα καταλαβαίναμε τι εννοούσαν όταν λέγανε για ανταγωνισμό, για έλεγχο και για προσιτή τιμή. Είναι αυτό που λένε οι νομικοί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, άπαξ και βάλεις ένα αγαθό σε κανόνες αγοράς, το έχεις χάσει από τον αποτελεσματικό δημόσιο έλεγχο. Ο δημόσιος έλεγχος θα λειτουργεί μόνο κατ’ εξαίρεση, να πούμε ότι επειδή είναι σημαντικό αγαθό στοιχειωδώς κάτι ελέγχουμε, αλλά θα έχει φύγει ουσιαστικά από τον δημόσιο έλεγχο. Πιστεύω ότι και οι ίδιοι οι δικαστές φοβήθηκαν και εξαντλώντας τα όρια του δικαστικού ελέγχου- κατά τη γνώμη μου αυτό δεν είναι υπόθεση των δικαστών, αυτό είναι υπόθεση της πολιτείας, της κυβέρνησης- έβγαλαν αυτή την απόφαση τη 1906 που ακύρωσε τη μεταβίβαση σε ιδιώτες.

Θα περίμενε κανείς μετά από την απόφαση του ΣτΕ τουλάχιστον η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ να μείνουν εκτός των μνημονίων…

Ναι, τουλάχιστον όσον αφορά το ζήτημα της διαχείρισής τους, αλλά δυστυχώς η Τρόικα και οι θεσμοί όπως λέγονταν τότε επί κυβέρνησης πια ΣΥΡΙΖΑ επέμειναν και τελικά έβαλαν και την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο επόμενο Ταμείο, το λεγόμενο Υπερταμείο. Στο Υπερταμείο (Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.), που ιδρύθηκε με τον Ν. 4389/2016, με το τρίτο μνημόνιο, εντάχθηκε σχεδόν το σύνολο της δημόσιας περιουσίας και μεταξύ άλλων και η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ. Αυτό το Υπερταμείο είναι μια άλλη μια παγκόσμια πρωτοτυπία σε βάρος της χώρας μας. Έχει ως σκοπό όχι την καλύτερη διαχείριση της κάθε δημόσιας επιχείρησης ανάλογα με το τι ιδιαιτερότητες έχει, αλλά σκοπός του είναι να αυξήσει με κάθε τρόπο τα κέρδη των εταιρειών ώστε τα έσοδα του ταμείου να κατευθυνθούν κατά 50% στην αποπληρωμή του δημοσίου χρέους και κατά 50% σε άλλες γενικότερες επενδύσεις. Είναι ένα ταμείο -ας το πούμε ειδικού σκοπού- που πρέπει να μαζέψουμε έσοδα για να κάνουμε επενδύσεις που θα μας πουν οι Ευρωπαίοι. Μέρος των εσόδων πληρώνει και τις δαπάνες  του Υπερταμείου, καθώς το ίδιο δεν έχει έσοδα. Οι αποδοχές των δύο εκτελεστικών μελών που ανέρχονται περίπου στο μισό εκατομμύριο το χρόνο και τα άλλα έξοδα μελέτες κλπ καλύπτονται από τα μερίσματα που παίρνει το Υπερταμείο από τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας.

Η Ομοσπονδία Εργαζομένων ΕΥΔΑΠ και το Σωματείο Εργαζομένων της ΕΥΑΘ ζήτησαν από εμένα και τη συνάδελφο Αικατερίνη Γεωργιάδου, δικηγόρο από τη Θεσσαλονίκη να τους εκπροσωπήσουμε κατά του Υπερταμείου. Αυτός ήταν ένας νέος μεγάλος αγώνας γιατί το Υπερταμείο δεν είχε οπωσδήποτε στον σκοπό του τη μεταβίβαση σε ιδιώτες, όπως το ΤΑΙΠΕΔ (τότε σκοπός του Νόμου ήταν η μεταβίβαση όλου του ποσοστού σε ιδιώτες). Το Υπερταμείο μπορούσε και να μεταβιβάσει σε ιδιώτες αλλά επειδή δεσμευόταν ήδη από την απόφαση του ΣτΕ του 2014 που είχε κρίνει ως αντισυνταγματική την παραχώρηση του νερού σε ιδιώτες, μπορούσε να επικαλεστεί ότι εμείς δεν θα μεταβιβάσουμε τις εταιρείες ύδρευσης σε ιδιώτες, αλλά θα τις διαχειριζόμαστε με τρόπους ευέλικτους ώστε να αυξήσουμε τα έσοδα. Δεν υπήρχε εδώ το επιχείρημα ότι θα πήγαινε σε ιδιώτες. Άρα έπρεπε να βρούμε άλλα επιχειρήματα.

Ποιό ήταν λοιπόν το διακύβευμα για το ΣτΕ;

Τα επιχειρήματα που προβάλλαμε στο ΣτΕ ήταν δύο: ότι μπορεί να μη μεταβιβαστούν οι μετοχές σε ιδιώτες όμως θα περάσουν στον έλεγχο του Υπερταμείου, μια Ανώνυμη Εταιρεία η οποία σκοπίμως παραποιημένα παρουσιάζεται ότι ανήκει στο ελληνικό δημόσιο. Στην πραγματικότητα ο Νόμος για το Υπερταμείο έλεγε βέβαια ότι το ελληνικό δημόσιο έχει το σύνολο των μετοχών του Υπερταμείου αλλά έβαζε μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και του Υπερταμείου ως ουσιαστικό όργανο ελέγχου του Υπερταμείου, το λεγόμενο Εποπτικό Συμβούλιο. Το Εποπτικό Συμβούλιο ήταν κατ’ όνομα Συμβούλιο. Στην πραγματικότητα είχε ουσιαστικές εξουσίες όπως για πχ να διορίσει τα μέλη του ΔΣ. Αυτή την εξουσία δεν την είχε το Δημόσιο. Η πενταμελής σύνθεση του Συμβουλίου αποτελούνταν από τα δύο μέλη που τα διόριζε από κοινού η ευρωπαϊκή επιτροπή και ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης και τα άλλα τρία μέλη το ελληνικό δημόσιο. Καμία απόφαση δεν μπορούσε να λάβει το Εποπτικό Συμβούλιο, το οποίο κυβερνάει ουσιαστικά το Υπερταμείο, παρά μόνο αν υπήρχε συμφωνία 4/5. Επομένως όλες οι αποφάσεις έπρεπε να έχουν τη σύμφωνη γνώμη των δύο μελών, των ξένων που ήταν οι ισχυροί, αφού ήταν οι δανειστές. Άρα στην πραγματικότητα το Υπερταμείο δεν ελεγχόταν από το ελληνικό δημόσιο αλλά ελεγχόταν από τους ξένους δανειστές, μέσω του Εποπτικού Συμβουλίου. Αυτός επομένως ήταν ο πρώτος λόγος που προβάλαμε στην Ολομέλεια. Κοιτάξτε να δείτε ναι μεν δεν μεταβιβάζονται η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ σε ιδιώτες αλλά δεν τις ελέγχει το ελληνικό δημόσιο, τις ελέγχουν οι ξένοι δανειστές.

Το δεύτερο επιχείρημα ήταν ότι αλλάζει ο ίδιος ο σκοπός των επιχειρήσεων. Δηλαδή οι δημόσιες επιχειρήσεις πλέον δεν έχουν στην πραγματικότητα σκοπό μόνο να παρέχουν πιο ποιοτικό και πιο φτηνό νερό στους πολίτες, αλλά πώς θα πρέπει ταυτόχρονα να έχουμε στο μυαλό μας ότι πρέπει να αυξήσουμε τα έσοδα και να αποπληρώνουμε το δημόσιο χρέος. Έτσι όμως έβαζες δύο βασικές επιχειρήσεις που έχουν υπό την ευθύνη τους το βασικότερο αγαθό της επιβίωσης ότι πρέπει να υπηρετούν και έναν άλλο σκοπό πώς θα αυξήσουν τα έσοδα. Δηλαδή έβαζες έμμεσα έναν ξένο σκοπό προς το σκοπό που θα έπρεπε να υπηρετούν οι επιχειρήσεις αυτές. Αυτά λοιπόν ήταν τα δύο επιχειρήματα που προβάλαμε στο ΣτΕ και εν τέλει με τις αποφάσεις της Ολομέλειας 190 και 191 του 2022 έγιναν δεκτοί οι ισχυρισμοί μας και κρίθηκε ότι και η μεταβίβαση των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο ήταν αντισυνταγματική.

Παρά τις δύο αποφάσεις του ΣτΕ, η κυβέρνηση επέμεινε στον δρόμο της ιδιωτικοποίησης…

Περιμέναμε το αυτονόητο ότι για οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα μετά από τις αποφάσεις αυτές (190 και 191) οι μετοχές θα επέστρεφαν στο Δημόσιο. Αντί όμως αυτού, ήρθε η κυβέρνηση και έφερε στη Βουλή τον Ν. 4964/ 2022 με τα άρθρα 114 και 115 με τον οποίο κυριολεκτικά έφερε ένα πραξικόπημα σε βάρος της δικαιοσύνης. Διότι αντί να συμμορφωθεί και να φέρει τις μετοχές πίσω στο ελληνικό δημόσιο όπως όφειλε – με βάση όσα έκρινε η ελληνική δικαιοσύνη- με τον Νόμο αυτό επιχείρησε να καταργήσει κυριολεκτικά τις αποφάσεις. Αυτό είναι ένα κόλπο που έχει δοκιμάσει και άλλες φορές στο παρελθόν και πολλές φορές έχει πετύχει. Η εκάστοτε κυβέρνηση όταν δεν θέλει να συμμορφωθεί (γιατί η κυβέρνηση οφείλει να συμμορφωθεί με τις δικαστικές αποφάσεις) τι κάνει; Φέρνει έναν Νόμο που ρυθμίζει υποτίθεται κάπως διαφορετικά το ζήτημα, στην πραγματικότητα το ρυθμίζει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο για να παρακάμψει τη δικαστική απόφαση. Και εκεί πού είναι το πρόβλημα; Ότι πρέπει ο ενδιαφερόμενος να ξαναβρεί μια πράξη που μπορεί να προσβάλλει στον νέο Νόμο και να ξαναπάει στα δικαστήρια και πάλι από την αρχή και να βγουν νέες αποφάσεις και μετά πάλι μπορεί η κυβέρνηση να φέρει άλλο Νόμο. Εκτός αν ο πολίτης προκειμένου να μην ξανακάνει τη δίκη από την αρχή, καταφύγει στην Επιτροπή Συμμόρφωσης και αφήσει την Επιτροπή να κρίνει τη μη συμμόρφωση της κυβέρνησης με τη δικαστική απόφαση. Είθισται ωστόσο και η Επιτροπή Συμμόρφωσης να αποφεύγει να κρίνει η ίδια και να παραπέμπει τον πολίτη στη διαδικασία υποβολής νέας αίτησης ακύρωσης του Νόμου, στη βάση ότι η δίκη πρέπει να γίνει από την αρχή, αφού υπάρχει ένας νέος Νόμος και νέα δεδομένα που εγώ δεν μπορώ να κρίνω. Όταν λοιπόν μια κυβέρνηση δεν θέλει να εφαρμόσει μια δικαστική απόφαση, φέρνει έναν νέο Νόμο που ουσιαστικά ξαναλέει τα ίδια πράγματα με τον προηγούμενο. Αυτό το έχουν κάνει και άλλες κυβερνήσεις που δεν τους άρεσε ο Νόμος, το έχει κάνει παλαιότερα και το ΠΑΣΟΚ αρκετές φορές αλλά ειδικά αυτός ο Νόμος του 2022 ήταν στο περιεχόμενό του πιο προκλητικός από οποιοδήποτε άλλο Νόμο. Δηλαδή ήταν σαν να έλεγε πανηγυρικά: καταργώ τις αποφάσεις αυτές της δικαιοσύνης και να μην ξαναπασχολήσει ποτέ την κυβέρνηση κανείς πολίτες για αυτό το θέμα.

Εμείς ακριβώς επειδή ήταν τόσο προκλητική αυτή η διάταξη και λόγω της σημασίας του νερού δοκιμάσαμε να πάμε στην Επιτροπή Συμμόρφωσης στο ΣτΕ, παρά το γεγονός ότι η κρατούσα μέχρι τότε νομολογία έλεγε ότι άμα μπει σε Νόμο, εγώ δεν το εξετάζω. Επικαλούμενοι τη νομολογία του δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο, η οποία νομολογία τι σου λέει; Ότι εμένα δεν με νοιάζει άμα κάνεις ένα Νόμο ή δεν κάνεις. Για μένα σαν δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η δίκη και το αποτέλεσμα της δίκης είναι ένα και το αυτό. Δηλαδή άμα έχω μια δικαστική απόφαση και δεν εφαρμοστεί είναι σαν να μην έχω δικαστήριο. Το δικαστήριο δεν είναι μια θεωρητική μελέτη. Το δικαστήριο βγάζει μια απόφαση για να εφαρμοστεί. Αν το κράτος δεν την εφαρμόσει γιατί φέρνει Νόμο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο σαν δικαστήριο Στρασβούργου δεν με απασχολεί καθόλου. Τελικά η Επιτροπή Συμμόρφωσης του ΣτΕ με τις αποφάσεις 7 και 8 του 2023 δέχτηκε και έκρινε πράγματι με ένα πολύ ενδιαφέρον σκεπτικό ότι όντως η κυβέρνηση δια της νομοθετικής εξουσίας δεν συμμορφώθηκαν με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ. Και έδωσε προθεσμία 8 μηνών, μέχρι δηλαδή τον Νοέμβριο (η απόφαση βγήκε τον Φεβρουάριο) στην κυβέρνηση να συμμορφωθεί, δηλαδή να φέρει Νόμο με τον οποίο θα μεταβιβάζονται οι μετοχές πίσω στο ελληνικό δημόσιο. Και εν τέλει ευτυχώς μετά και την Επιτροπή Συμμόρφωσης του ΣτΕ που διαπίστωσε τη μη συμμόρφωση, ήρθε η κυβέρνηση με τον Ν. 5045/2023, με το άρθρο 64 και συμμορφώθηκε προς τις αποφάσεις ορίζοντας ότι το σύνολο των μετοχών μεταβιβάζονται. Και έτσι μετά από όλη αυτή την περιπέτεια εν τέλει μεταβιβάστηκε η πλειοψηφία των μετοχών πίσω στο ελληνικό δημόσιο. Να πω βέβαια εδώ ότι και ο Ν. 5045 δεν αποδεικνύει την πλήρη συμμόρφωση της κυβέρνησης, διότι συμμόρφωση με τις δικαστικές αποφάσεις σημαίνει αναδρομικά. Δηλαδή η κυβέρνηση μετά τη διαπίστωση της αντισυνταγματικότητας της μεταβίβασης των μετοχών στο Υπερταμείο, θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι αφού οι μετοχές μεταβιβάστηκαν το 2018, θα πρέπει το Υπερταμείο να επιστρέψει στο ελληνικό δημόσιο όλα τα χρήματα – κάποια εκατομμύρια – που πήρε ως μερίσματα από τις δημόσιες υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης όλα αυτά τα χρόνια, από το 2018. Το θέμα της αναδρομικότητας θα κριθεί από την Επιτροπή Συμμόρφωσης στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου.

Παράλληλα έγιναν και άλλες προσπάθειες έμμεσης ιδιωτικοποίησης του νερού, αύξηση τιμολογίων, σπάσιμο του ενιαίου κύκλου του νερού.

Το 2017 στο πλαίσιο του 3ου μνημονίου αναγκαστήκαμε να πάμε στο ΣτΕ και για δύο ακόμη θέματα. Το 2017 εκδόθηκε μια διυπουργική απόφαση με την οποία υποτίθεται ότι ήθελαν να εφαρμόσουν την ευρωπαϊκή οδηγία πλαίσιο 60/2000 ως προς τους κανόνες τιμολόγησης. Η οδηγία όμως αυτή είχε ήδη εφαρμοστεί από το 2003 και το 2007, με Νόμο και προεδρικό διάταγμα τότε. Αλλά εδώ τι κάνανε; Προσπάθησαν – αυτό προφανώς το επέβαλαν οι θεσμοί με το τρίτο μνημόνιο- να διαστρεβλώσουν την έννοια μιας αρχής που αναφέρεται στην οδηγία 60 του 2000, την αρχή ανάκτησης κόστους. Πλέον οι επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης όχι μόνο η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ αλλά και όλες οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης πρέπει υποχρεωτικά να διαμορφώνουν τα τιμολόγια τους προς τους πολίτες έτσι ώστε όχι μόνο να ανακτούν όλο το κόστος, αλλά και να συμπεριληφθούν στους λογαριασμούς κονδύλια όπως μπόνους της διοίκησης, ή κάποιες επενδύσεις και επιπλέον ένα περιβαλλοντικό κόστος. Όλα τα βάρη θα μετακυλίονταν στους καταναλωτές, χωρίς οι εταιρείες να βρίσκουν χρηματοδότηση από αλλού. Όπως ήδη στους λογαριασμούς του ρεύματος επιβαρυνόμαστε εμείς – και όχι οι εταιρείες – για αυτούς που δεν μπορούν να πληρώσουν. Η προσπάθεια διαστρέβλωσης της οδηγίας 60/2000 για την ανάκτηση κόστους θα οδηγούσε στην πραγματικότητα σταδιακά στην αύξηση των τιμών, με μαθηματική ακρίβεια. Η ειρωνεία είναι ότι με την απόφαση του 2017 θα αυξάνονταν σταδιακά οι τιμές, όταν η ίδια η οδηγία πανηγυρικά αναφέρει ότι το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν όπως όλα τα άλλα. Αναγκαστήκαμε και πήγαμε και για αυτό στο ΣτΕ, το οποίο και σ’ αυτό το θέμα ομόφωνα με την απόφαση 2519/2022 ακύρωσε την υπουργική αυτή απόφαση που έβαζε κανόνες τιμολόγησης λέγοντας ότι δεν είναι σύμφωνη με τους κανόνες που βάζει η οδηγία πλαίσιο 60/2000.

Το άλλο ζήτημα που μας απασχόλησε και πήγαμε στο δικαστήριο αγγίζει και τα όρια του σκανδάλου. Διότι ενώ όλα αυτά τα προηγούμενα ζητήματα έγιναν με μνημονιακές δεσμεύσεις, οπότε θα μπορούσαμε να πούμε δυστυχώς οι κυβερνήσεις δεν τα κατάφεραν να αντισταθούν κτλ, όμως το 2021 υπήρξε με πρωτοβουλία καθαρά της κυβέρνησης, δηλαδή χωρίς καμία μνημονιακή δέσμευση να παραχωρήσει τη διαχείριση του μεγαλύτερου υδροδοτικού συστήματος σε ιδιώτες, χωρίς να αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Τι έγινε δηλαδή; Όταν ο Σημίτης εισήγαγε την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στο χρηματιστήριο, ως αντίβαρο εκτός του Νόμου που προέβλεψε ότι τουλάχιστον το 51% των δύο εταιρειών θα ανήκουν στο δημόσιο, έφτιαξε και σαν αντιστάθμισμα και ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, την Επιτροπή Παγίων ΕΥΔΑΠ και την Επιτροπή Παγίων ΕΥΑΘ. Στις επιτροπές αυτές που ήταν ελεγχόμενες από το κράτος παραχωρήθηκαν τα πάγια περιουσιακά στοιχεία του λεγόμενου εξωτερικού δικτύου ύδρευσης. Δηλαδή για την Αθήνα, η ΕΥΔΑΠ, λόγω της αύξησης πληθυσμού με τα χρόνια εκτός από τον Μαραθώνα και την Υλίκη αναγκάστηκε να φτάσει στον Εύηνο και τον Μόρνο, 500 χιλιόμετρα μακριά για να φέρνει νερό στην Αττική. Φτιάχτηκε επομένως ένα εκτεταμένο, πολύπλοκο και δαιδαλώδες σύστημα με επιφανειακούς και υπόγειους αγωγούς, γεωτρήσεις κτλ που φέρνει νερό από τον Μόρνο και τον Εύηνο (ο Μαραθώνας και η Υλίκη χρησιμοποιούνται βοηθητικά) στις μονάδες επεξεργασίας (πχ μια μεγάλη μονάδα επεξεργασίας είναι στο Γαλάτσι) και από εκεί πηγαίνει στο εσωτερικό δίκτυο και διανέμεται το νερό. Και τι έκαναν; Όλο αυτό το σύστημα με τα φράγματα, τις τεχνητές λίμνες, τις δεξαμενές, το πολυδαίδαλο σύστημα που φτάνει μέχρι τις μονάδες επεξεργασίας είπαν ότι ανήκει στο ΝΠΔΔ Εταιρεία Παγίων ΕΥΔΑΠ, το οποίο όμως είναι κρατικό, δεν μπαίνει στο χρηματιστήριο. Αυτό λέει ο Νόμος ήδη από το 2001.

Τι έγινε όμως στην πραγματικότητα; Η Εταιρεία Παγίων της ΕΥΔΑΠ ποτέ δεν λειτουργούσε το υδροδοτικό σύστημα. Φτιάξανε ένα ΝΠΔΔ, βάλανε 10 υπαλλήλους μέσα, όμως όλη την τεχνογνωσία την είχε η ΕΥΔΑΠ, οι υπάλληλοι της, αυτοί το λειτουργούσαν. Η διαχείριση του νερού ήταν ενιαία. Ο συντονισμός από τα φράγματα μέχρι τις βρύσες μας. Αν ένα πρόβλημα δημιουργηθεί στα φράγματα, αυτό αφορά το δίκτυο της βρύσης μας. Επομένως η ενιαία διαχείριση από τον Εύηνο μέχρι τη βρύση έπρεπε να ήταν ενιαία και εξαρχής ήταν ενιαία. Φτιάχνοντας λοιπόν αυτό το ΝΠΔΔ ήταν σαν να θέλουν να σπάσουν τον ενιαίο κύκλο. Επειδή όμως ο ενιαίος κύκλος ήταν πολύ επικίνδυνος να σπάσει, στην πραγματικότητα δεν έσπασε ποτέ. Διότι με σύμβαση μεταξύ της Εταιρείας Παγίων και της ΕΥΔΑΠ η διαχείριση όλου του συστήματος εξακολούθησε να μένει όλη στην ΕΥΔΑΠ. Απλώς η ΕΥΔΑΠ παγίων είχε 10 υπαλλήλους οι οποίοι υποτίθεται ότι έκαναν μια εποπτεία γενικότερη στο πώς η ΕΥΔΑΠ διαχειρίζεται το σύστημα. Τι εποπτεία να κάνουν; ένα σύστημα φιάσκο ήταν για τους τύπους. Στην πραγματικότητα όλη η διαχείριση έμεινε στην ΕΥΔΑΠ. Κανείς δεν τόλμησε αυτό να το σπάσει.

Και έρχεται για πρώτη φορά μια κυβέρνηση το 2021 με τον Ν. 4812/2021 και το άρθρο 114 στον οποίο προβλέπεται η προκήρυξη διαγωνισμού ώστε η διαχείριση αυτού του λεγόμενου εξωτερικού υδροδοτικού συστήματος να περάσει σε ιδιώτη. Αναρωτιέμαι αν στον τότε υπουργό κ. Καραμανλή είχαν εξηγήσει τι σημαίνει αυτό το πράγμα. Διότι εδώ εκτός του ότι έσπαγε η ενιαία διαχείριση του κύκλου του νερού, συνέβαινε και το εξής οξύμωρο. Ερχόταν ένας διαγωνισμός για το ποιος θα είναι πιο ικανός να αναλάβει το εξωτερικό υδροδοτικό στον οποίο δεν επέτρεπαν να συμμετέχει η ΕΥΔΑΠ, η οποία ΕΥΔΑΠ είναι και η μόνη που ξέρει να το διαχειρίζεται. Ακριβώς λόγω του μονοπωλίου και των ιδιαιτεροτήτων – όπως λέγανε και οι τεχνικοί της ΕΥΔΑΠ αυτό ήταν το πιο πολύπλοκο σύστημα ύδρευσης στην Ευρώπη και το μεγαλύτερο στα Βαλκάνια. Επειδή καμία εταιρεία δεν ήξερε να το χειρίζεται, θα έπρεπε και αυτό στην πραγματικότητα προβλέφθηκε στον διαγωνισμό, θα έπρεπε η ίδια η ΕΥΔΑΠ να εκπαιδεύσει την εταιρεία που θα το πάρει. Δηλαδή προσέξτε τι έγινε. Αποφασίζουν να σπάσουν τον ενιαίο κύκλο διαχείρισης για πρώτη φορά με πολλούς κινδύνους. Να το δώσουν σε μια εταιρεία που εξ’ αντικειμένου δεν έχει ιδέα να το διαχειρίζεται και να βάλουν την ΕΥΔΑΠ να την εκπαιδεύσει, την οποία απαγορεύουν να συμμετέχει στον διαγωνισμό. Αυτό πραγματικά είναι ασύλληπτο και αγγίζει τα όρια του σκανδάλου.

Κερδίσαμε και εδώ με την ομόφωνη πάλι δικαστική απόφαση 1886/2022 που ακύρωσε τον διαγωνισμό της κυβέρνησης του υπουργείου υποδομών ως παράνομο. Και μεταξύ άλλων είπε πολύ σωστά το ΣτΕ ότι ο κύκλος του νερού από τις πηγές μέχρι τις βρύσες πρέπει να έχει μια λειτουργική ενότητα, ενώ με τον διαγωνισμό αυτό ο απαιτούμενος από το σύνταγμα δημόσιος έλεγχος αναιρείται και καθίσταται άνευ περιεχομένου, εάν η διαχείριση, συντήρηση και λειτουργία του εξωτερικού υδροδοτικού συστήματος της μείζονος πρωτευούσης ενιαίου συνόλου ανατεθεί σε ιδιωτικό φορέα. Και σ’ αυτή τη δίκη ήμασταν μαζί με τη συνάδελφο από τη Θεσσαλονίκη κ. Αικατερίνη Γεωργιάδου. Οι δικαστές πείστηκαν για το διακύβευμα.

Ο διαγωνισμός μπορεί να ακυρώθηκε αλλά ακόμα έχει μείνει μία εκκρεμότητα. Δεν ξέρουμε τι θα γίνει σε σχέση με το εξωτερικό δίκτυο ύδρευσης. Θα συνεχίζει να το διαχειρίζεται η ΕΥΔΑΠ, θα σκεφτούν κάτι άλλο, δεν το ξέρω. Ο διαγωνισμός ακυρώθηκε αλλά ο Ν. 4812/2021 που λέει ότι η διαχείριση θα ανατεθεί σε άλλον, εκτός της ΕΥΔΑΠ υπάρχει ακόμα. Πρέπει να φέρει η κυβέρνηση έναν Νόμο που να ρυθμίζει το θέμα συνολικά.

Αν η πολιτεία δεν το πάρει απόφαση και δεν ρυθμίσει συνολικά το ζήτημα συνέχεια στα δικαστήρια θα πηγαίνουμε. Γιατί ως γνωστόν η αγορά έχει πολλούς τρόπους έμμεσα να σε πιέζει. Δεν είναι μόνο η ιδιωτικοποίηση, είναι η παραχώρηση, είναι οι συνεργασίες, οι συνέργειες, είναι τα ΣΔΙΤ είναι πάρα πολλά… κάθε φορά η αγορά εφευρίσκει νέα εργαλεία για να φέρει ένα αγαθό στους δικούς της κανόνες. Αυτά τα έχουν επεξεργαστεί εδώ και δεκαετίες. Και φέρνουν ένα ωραίο περιτύλιγμα. Απλώς τώρα είμαστε πολύ πιο υποψιασμένοι. Γιατί το περιτύλιγμα του ρεύματος το έχουμε δει στην πράξη. Είδαμε τι συμβαίνει. Πώς έρχεται σιγά σιγά. Τι σημαίνει Ρυθμιστική Αρχή η οποία θα ρύθμιζε τα πάντα καλύτερα από το κράτος. Τι σημαίνει ανταγωνισμός. Το είδαμε. Τι σημαίνει το επόμενο βήμα. Χρηματιστήριο ενέργειας. Καλά εκεί φτάσαμε στο αποκορύφωμα. Με αυτό το περιτύλιγμα που γίνεται πολύ περίτεχνα, γιατί πέφτουν πάρα πολλά λεφτά σε κάνουν να κοιτάς το κλαδί του δέντρου και κυριολεκτικά να χάνεις το δάσος. Το δάσος είναι ότι ό,τι κανόνες και να μου βάλεις, αν βάλεις ένα αγαθό στους κανόνες της αγοράς, το παιχνίδι κατά 95% έχει χαθεί. Πρέπει να τραβήξεις μια γραμμή. Ή θα αποφασίσεις κάποια αγαθά, τουλάχιστον το νερό θα το έχεις υπό δημόσιο έλεγχο, εκτός αγοράς τελείως ή άπαξ και το βάλεις στην αγορά το έχεις χάσει, μην κοροιδευόμαστε. Πλέον νομίζω ότι είμαστε υποψιασμένοι και το καταλαβαίνουμε.

Και μέσα σ’ όλα αυτά έρχεται και το κερασάκι της Ρυθμιστικής Αρχής. Με τον Ν. 5037/2023 η κυβέρνηση αποφασίζει να βάλει τις δημόσιες επιχειρήσεις της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ και όλες τις δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης στον έλεγχο της Ρυθμιστικής Αρχής. Και δη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Έχουμε την άσχημη εμπειρία τι σημαίνει Ρυθμιστική Αρχή για την Ενέργεια και έρχομαι και βάζω και τα νερά στην ίδια Αρχή. Σαν να μας κοροιδεύουν κιόλας. Το οποίο και αυτό ήταν μνημονιακή δέσμευση ήδη από το πρώτο μνημόνιο αλλά τότε θα έμπαιναν στη Ρυθμιστική Αρχή εφόσον θα γίνονταν ιδιωτικές. Άρα είχε προβλεφθεί από το μνημόνιο ως αντίβαρο όπως είναι η ενέργεια. Αφού θα τις κάνουμε ιδιωτικές, ας βάλουμε μια Ρυθμιστική Αρχή, τουλάχιστον να ελέγχετε κάποια πράγματα βασικά. Άπαξ όμως και αποκλείστηκε από το ΣτΕ η ιδιωτικοποίηση η Ρυθμιστική Αρχή δεν έχει κανένα νόημα. Γιατί παντού στον κόσμο και ειδικά στην Ευρώπη οι Ρυθμιστικές Αρχές έχουν ρόλο και νόημα ύπαρξης σε μια ελεύθερη, σε μια «απελευθερωμένη» αγορά, όπου λειτουργεί ο ανταγωνισμός και έρχεται η Ρυθμιστική Αρχή για να επιβάλλει μια κάποια τάξη και να μην έχουμε τη ζούγκλα της αγοράς. Όπως έγινε με το ρεύμα, όπως έγινε με τις τηλεπικοινωνίες, με τους σιδηροδρόμους. Απελευθερωμένη αγορά, ιδιωτικοποιήσεις, Ρυθμιστική Αρχή. Αυτά πάνε μαζί. Εδώ χωρίς να έχουμε απελευθερωμένη αγορά, χωρίς να έχουμε ιδιωτικοποιήσεις, μας έρχεται η Ρυθμιστική Αρχή. Και να υποστηρίζει ο κ. Σκρέκας και η κυβέρνηση όχι δεν υπάρχει κάποιο ζήτημα ιδιωτικοποίησης, εμείς βάζουμε την Αρχή για να λειτουργεί το σύστημα πιο ορθολογικά.

Ο Συνήγορος του Πολίτη, η Ένωση Διοικητικών Δικαστών, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής όλοι οι θεσμικοί φορείς της πολιτείας, όχι μόνο τα σωματεία, ήταν αντίθετοι σ’ αυτό το νομοσχέδιο. Και κανείς δεν καταλάβαινε τι ρόλο είχε να βάλεις ένα μονοπώλιο επιχειρήσεων σε Ρυθμιστική Αρχή. Και μάλιστα σύμφωνα με τον Νόμο προβλέπεται η πρόσληψη 3 συμβασιούχων. Και θέλουν να μας πείσουν ότι 3 συμβασιούχοι θα ελέγχουν όλο αυτό το σύστημα. Ο Νόμος επομένως είναι και αναποτελεσματικός και παράλογος και παράδοξος και ύποπτος. Επιπλέον η Ρυθμιστική αυτή Αρχή θα έχει την αρμοδιότητα να πιστοποιεί τους παρόχους ύδρευσης. Τώρα πώς θα πιστοποιεί η ΡΑΕ που είναι άσχετη τους παρόχους αυτό είναι ένα θέμα. Την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ θα τις πιστοποιήσει σίγουρα θετικά, γιατί είναι μεγάλες επιχειρήσεις, εισηγμένες στο χρηματιστήριο, δεν τίθεται θέμα. Το πρόβλημα είναι με τις δημοτικές επιχειρήσεις που έχουν χίλια δύο προβλήματα, αν δεν τις πιστοποιήσει, τι θα κάνει; Γιατί αν δεν πιστοποιηθούν δεν θα έχουν πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία. Μα οι δημοτικές επιχειρήσεις οι περισσότερες, μπορούν και επιβιώνουν επειδή έχουν πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία. Αν δεν τους πιστοποιήσει και δεν έχουν πρόσβαση σε κονδύλια, τι θα τους πει να κάνουν; γιατί κάτι θα πρέπει να τους πει, πώς να βελτιωθούν. Αν δεν τους δίνει χρηματοδότηση που έτσι όπως πάει δεν θα τους δίνει με την αρχή ανάκτησης κόστους, θα τους πουν υποθέτω – λέω τώρα ένα σενάριο- πρέπει να συνεργαστείτε με την τάδε ιδιωτική επιχείρηση η οποία θα σας βοηθήσει. Και έτσι έμμεσα πάμε σε ένα θέμα συνέργειας με τους ιδιώτες στο θέμα του νερού. Ένα άλλο πρόβλημα είναι και με την αρχή ανάκτησης κόστους που βάζει τη ΡΑΕ να ελέγχει. Θα δούμε πώς θα πάει το πράγμα και θα δούμε πώς θα δράσουμε.

Και τι γίνεται με το εμφιαλωμένο νερό και τα πλαστικά μπουκάλια που μας έχουν κατακλύσει;

Ένα τελευταίο ζήτημα που σχετίζεται με το νερό και που δεν έχει τεθεί στα δικαστήρια, αφορά το εμφιαλωμένο νερό. Δεν ξέρω αν το έχετε προσέξει, αλλά παλιότερα είχαμε περισσότερες δημόσιες βρύσες, ψύκτες κτλ τώρα είναι πολύ σπάνιο να βρεις. Επίσης παλιά ήταν αυτονόητο όταν κάποιος έμπαινε σε ένα εστιατόριο- εκτός αν ήταν εστιατόριο Michelin- ότι θα σου δώσουν νερό της βρύσης. Ενώ τώρα σου δίνουν εμφιαλωμένο και όταν τους ζητάς κανάτα με νερό σε κοιτάνε καλά -καλά. Πρέπει να τσακωθείς πολλές φορές. Η χρήση του εμφιαλωμένου νερού θα πρέπει να λειτουργεί επικουρικά, εκεί που το δημόσιο νερό δεν είναι επαρκές. Το εμφιαλωμένο νερό μπορεί να είναι πολύ καλό όμως δεν ξέρουμε πόσο επηρεάζει την ποιότητα του νερού όταν παραμένει δεν ξέρω για πόσο διάστημα μέσα σε πλαστικά και σε τέτοιες συνθήκες ιδίως το καλοκαίρι. Αυτό που σίγουρα ξέρω ότι ένα μπουκαλάκι καλής ποιότητας νερού άμα το βάλετε στο παγούρι σας, μια ποσότητα 1 λίτρου κοστίζει ξέρω εγώ 0,1 λεπτά, εάν το πάρετε εμφιαλωμένο κοστίζει 50 λεπτά. Η διαφορά είναι τεράστια. Μια άλλη μεγάλη συζήτηση είναι αν τη διαχείριση του εμφιαλωμένου θα έπρεπε να την έχει και το δημόσιο ενώ τώρα την έχουν μόνο οι ιδιωτικές εταιρείες. Αυτό θεωρείται δεδομένο ως σήμερα. Ότι τη διαχείριση την έχουν μόνο οι ιδιωτικές εταιρείες.

Ο δικηγόρος Αλέξανδρος Σαρηβαλάσης.
Έχουμε όμως ένα νομικό οπλοστάσιο για να αντιμετωπίσουμε και αυτό το θέμα. Βγήκε μια ευρωπαϊκή οδηγία 2184/2020 που αφορά την ποιότητα του νερού. Αυτή η οδηγία ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με μια υπουργική απόφαση του 2023, όπως οφείλουμε να ενσωματώνουμε τις κοινοτικές οδηγίες. Στο άρθρο 16 αυτής της υπουργικής απόφασης του 2023 μπήκε επί λέξει και η σχετική διάταξη της οδηγίας που αφορά μεν την ποιότητα του νερού (δείκτες νερού, πώς πρέπει να είναι το νερό από άποψη ποιότητας) αλλά έχει και μια διάταξη η οποία υποχρεώνει τους φορείς ύδρευσης -προφανώς σε συνεργασία με το δημόσιο, δεν μπορούν η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ να το κάνουν από μόνες τους- να εξασφαλίσουν δημόσιες βρύσες, σε όσο το δυνατόν περισσότερες κοινόχρηστες εκτάσεις. Επιπλέον το κράτος πρέπει να προωθεί τη χρήση του δημόσιου νερού, τη χρήση των δημόσιων βρυσών και την ανάγκη το δημόσιο νερό να παρέχεται δωρεάν ή με πολύ μικρό αντάλλαγμα στα εστιατόρια. Αυτό είναι σημαντικό οπλοστάσιο για μας. Με τις διατάξεις αυτές πρέπει το δημόσιο να εξασφαλίσει δημόσιες βρύσες παντού, δηλαδή σε εσωτερικούς και σε εξωτερικούς χώρους. Ο Νόμος μάλιστα αυτός μπορεί να συνδυαστεί και με έναν άλλο Νόμο που είναι και αυτός σε εφαρμογή ως ενσωμάτωση κοινοτικού δικαίου. Ο Ν. 4736/2020 όπου στο άρθρο 4 παράγραφος 10 ορίζει την υποχρέωση των ΟΤΑ προς τον σκοπό μείωσης του πλαστικού και γι’ αυτό συστήνει στους Δήμους να διαθέτουν δημόσιες βρύσες σε δημόσιες αθλητικές εγκαταστάσεις, σε παιδικές χαρές και σε άλλους κοινόχρηστους χώρους όπου γίνεται συνάθροιση κοινού. Αυτό στην πράξη δεν το έχουμε δει να εφαρμόζεται ακόμα.