04 Ιανουαρίου 2021

Καμιά γιορτή λοιπόν για τους απεγνωσμένους


ΦΩΤΟ EUROKINISSI/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

«Ενός λεπτού σιγή για τους απεγνωσμένους»*

Τις περασμένες Πρωτοχρονιές, όταν γυρνούσα ξημερώματα από κάποιο φιλικό σπίτι ή όταν πήγαινα από το ένα πάρτι στο άλλο για να δώσω το πρώτο φιλί της χρονιάς στους αγαπημένους μου, σκόνταφτα συχνά πάνω σε ανθρώπους αλλοπαρμένους που περπατούσαν στη μέση των λεωφόρων τραγουδώντας ή κλαίγοντας.

Σε καμιά άλλη στιγμή του χρόνου δεν θυμάμαι να έχω παρατηρήσει ένα τόσο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην ασφάλεια της χαρμόσυνης συνθήκης των πολλών και την αδυσώπητη μοναξιά που φέρνει η εξαίρεση του πόνου για τους ατυχείς. Οι περιπλανώμενοι αυτοί άγγελοι, σαν στοιχεία μιας άλλης αντιύλης, ξετύλιγαν μπροστά μου αλλιώτικες, πιο σκοτεινές εκδοχές της προσωπικής μου ιστορίας.

Φέτος οι δρόμοι κλείσανε ακόμα και για τους κατατρεγμένους της Πρωτοχρονιάς. Ο πόνος οφείλει να παραμείνει αθέατος και να βιώνεται σιωπηλά, αποστειρωμένα. Να μη χαλάσει το αφήγημα. Η πόλη στολίστηκε για την περίσταση κι ο κόσμος ανταλλάσσει ευχές. Ή ξόρκια. «Είμαστε ακόμα ζωντανοί».

Φέτος δεν παίρνω μέρος στη γιορτή. Ο δικός μου Άη Βασίλης πέθανε το 2020 κι ο χρόνος δεν έχει πια δώρα για μένα. Αυτό το παράδοξα όμορφο βράδυ του νέου χρόνου θέλω μόνο να κρατήσω, σαν τον ποιητή, ενός λεπτού σιγή.

Για τον άνθρωπο που είδα στο φέρετρό του τυλιγμένο σε σελοφάν, με τους νεκροθάφτες του απ’ έξω να κάνουν τσιγάρο ντυμένοι με στολή αστροναύτη.

Για την απέραντη μοναξιά των «περιστατικών κόβιντ», ανθρώπων που αγάπησαν και αγαπήθηκαν και που φεύγουν αφίλητοι και πικραμένοι.

Για τις «παράπλευρες απώλειες» που δεν έγιναν αριθμοί στα δελτία, που έχτισαν με τις εισφορές μιας ζωής το εθνικό σύστημα υγείας και που θα ζούσαν ακόμα ανάμεσά μας αν η νεοφιλελεύθερη συμμορία που λυμαίνεται τα δημόσια αγαθά δεν το είχε αποδεκατίσει.

Γι’ αυτούς που μείναν πίσω απαρηγόρητοι, να κοιτάζουν το άδειο κρεβάτι, το άδειο τραπέζι, την άδεια αγκαλιά και είναι εκατό, διακόσιοι, χίλιοι κάθε μέρα, μήνες τώρα. Που δεν τους χαρίστηκε καν η τελευταία κουβέντα, το τελευταίο άγγιγμα, το τελευταίο βλέμμα.

Για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της πρώτης γραμμής που κινδυνεύει σε κάθε ανάσα και που δεν κρίθηκε ούτε άξιο αμοιβής ούτε άξιο εμβολιασμού κατά προτεραιότητα.

Για τους ενοίκους των φυλακών και των προσφυγικών καταυλισμών στους οποίους οι δημοκρατίες μας αρνούνται την ανθρώπινη ιδιότητα.

Για μας τους ίδιους –ίσως–  αύριο.

Καμιά γιορτή λοιπόν για τους απεγνωσμένους.

** Επίκουρη καθηγήτρια Πανεπιστημίου Sorbonne Paris Nord, ποιήτρια

Ο τίτλος είναι δάνειο από στίχο του Ντίνου Χριστιανόπουλου στο ποίημα «Ενός λεπτού σιγή» (από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός, 1960).

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου